Η πρώτη επαφή ήταν αμήχανη. Το βλέμμα του σοβαρό. Σχεδόν βλοσυρό. «Ισλανδικό». Η ατμόσφαιρα παγωμένη, στο όριο του απόμακρου. Οι μεταξύ μας αποστάσεις μεγάλες. Δεν μπορούσες να καταλάβεις εάν ήταν λόγω του Covid ή επειδή αισθανόταν άβολα.
Οι ματιές του ελάχιστες. Προσεκτικές. Διερευνητικές. Μετρημένες. Το ύψος και η σωματοδομή του συμπλήρωναν ένα παγωμένο, απρόσιτο πακέτο.
«Καλά ξεμπερδέματα…», ήταν η αρχική μου διάγνωση. Πόσο έξω είχα πέσει…
«Είσαι παντρεμένος;» τον ρώτησα διστακτικά πάνω στη… σκακιέρα του πολυτελούς ξενοδοχείου όπου είχε καταλύσει η αποστολή του Παναθηναϊκού στην Αυστρία, μπας και λιώσω τον πάγο κατά τη διάρκεια της φωτογράφησης.
«Οχι», απάντησε ξερά…
«Παιδιά έχεις;» επέμενα, μάλλον αφελώς, μέσα στην απόγνωσή μου.
«Ναι, έχω δύο κόρες με τη σύντροφό μου…».
Ηταν η πρώτη φορά που τα μάτια του άστραψαν. Ενα γλυκό χαμόγελο ξεπρόβαλε. Ο ήλιος, επιτέλους, άρχισε να ανατέλλει.
«Φανταστικά. Εύχομαι να τις απολαμβάνεις πάντα»…
Αίφνης, ένας άλλος Χόρντουρ Μάγκνουσον παρουσιάστηκε μπροστά μου.
«Εσύ», με ρώτησε. «Ενα κορίτσι κι ένα αγόρι. Για ισορροπία…» του είπα, με το φόβο να φανώ εξυπνάκιας.
Το αντίθετο. Γέλασε. Λύθηκε.
Περπατήσαμε δίπλα-δίπλα μέχρι το λόμπι του ξενοδοχείου. Και στη συνέντευξη που ακολούθησε «μεταμορφώθηκε» ολοκληρωτικά. Γήινος. Αληθινός. Απολαυστικός…
Απαντούσε αφοπλιστικά σ’ όλα τα ερωτήματα, δεν δίστασε να βάλει ψηλά τον πήχη των προσωπικών του στόχων στον Παναθηναϊκό, να μιλήσει μέσα από τη ψυχή του για τους δύσκολους μήνες του σοβαρού τραυματισμού του στον αχίλλειο.
Να πει πράγματα που συνήθως φιλτράρονται από συναδέλφους του για να μην παρεξηγηθούν. Να αναφερθεί με δέος και σεβασμό στη Θύρα 13, να αναφερθεί στο… Χάρβαρντ του ποδοσφαίρου, στην απόφαση και την ιστορία της μεταγραφής του, να ξετυλίξει το κουβάρι της ψυχής του σε 3.278 λέξεις που δεν σου φαίνονται με τίποτα όσο τις διαβάζεις.
Η συνέντευξη ολοκληρώθηκε, το μαγνητόφωνο έκλεισε. Παρέμεινε απέναντί μου κάποια λεπτά παραπάνω.
«Πρώτη φορά θα ζήσω σε μία χώρα που έχει τόσο ήλιο. Είναι ωραία στη Γλυφάδα ή καλύτερα στη Βούλα;» ρώτησε την άποψή μου.
«Θα λατρέψεις οποιοδήποτε μέρος κι αν μείνεις. Μην έχεις καμία αμφιβολία»…
-Κατ' αρχάς, ποιες είναι οι πρώτες σου εντυπώσεις από όσα βρήκες στον Παναθηναϊκό;
«Η πρώτη μου εντύπωση από την ομάδα είναι πολύ καλή. Υπάρχει πολλή ποιότητα, εξαιρετικοί παίκτες και άνθρωποι που με υποδέχτηκαν ιδανικά από την πρώτη μέρα.
Ηταν κάπως παράξενο για μένα, επειδή προέρχομαι από μία ρωσική ομάδα, από μία άλλη χώρα και ήμουν συνηθισμένος στο να μην μιλάει κανένας αγγλικά, το γεγονός ότι εδώ δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Είμαι πολύ χαρούμενος που εντάχθηκα στην οικογένεια του Παναθηναϊκού».
-Τι σου έχει κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση. Τι δεν περίμενες να συναντήσεις και συνάντησες στην ομάδα;
«Καλή ερώτηση. Ηξερα από την αρχή ότι ο Παναθηναϊκός είναι μία μεγάλη ομάδα, με πολλούς ωραίους… τρελούς οπαδούς. Είχα δει κάποια περυσινά παιχνίδια και ήξερα ότι ήρθα σε μία ομάδα που παίζει καλό ποδόσφαιρο.
Σ’ ένα σύλλογο που οι στόχοι είναι πάντοτε υψηλοί και θέλει να είναι στην πρώτη θέση, κάτι που ταιριάζει απόλυτα με την ιδιοσυγκρασία μου.
Ηρθα με μεγάλες φιλοδοξίες για να απολαύσω το ποδόσφαιρο και να κερδίσω πράγματα αγωνιζόμενος στην κορυφαία ομάδα στην Ελλάδα που καλύπτει τις φιλοδοξίες μου, καθώς θέλω πάντα να κερδίζω.
Επέλεξα τον Παναθηναϊκό γιατί θέλω να κατακτήσω τίτλους στην καριέρα μου. Ξέρω ότι είναι περισσότερο από πιθανό να συμβεί στη συγκεκριμένη ομάδα και για αυτό διάλεξα τον Παναθηναϊκό».
-Πώς σε υποδέχτηκαν οι νέοι σου συμπαίκτες και πώς κρίνεις το επίπεδο προπόνησης και των νέων σου συμπαικτών σε σχέση με τις προηγούμενες ομάδες που αγωνίστηκες;
«Ολοι στο σύλλογο ήταν πολύ καλοί μαζί μου από την πρώτη μέρα που ήρθα, οπότε ήταν ευκολότερο για μένα να προσαρμοστώ γρήγορα στο νέο μου περιβάλλον.
Ειλικρινά είναι πολύ σημαντικό για έναν παίκτη να συναντά μία ομάδα στην οποία υπάρχει τέτοια ατμόσφαιρα στα αποδυτήρια, γιατί έτσι εντάσσεσαι άμεσα στο σύνολο.
Το επίπεδο των προπονήσεων, όπως και των αγώνων που δώσαμε, ήταν πολύ καλό. Υπάρχει πολλή πίεση σε ό,τι κι αν κάνουμε. Το πρώτο φιλικό που είδα απέναντι στη Γουότφορντ βγάλαμε υψηλή ένταση και νομίζω ότι μπορούσαμε να νικήσουμε. Υπάρχουν πολλοί καλοί παίκτες και μπορώ να πω ότι το μέλλον της ομάδας είναι λαμπρό έτσι και συνεχίσουμε με αυτόν τον τρόπο δουλειάς. Η φιλοσοφία με την οποία ο προπονητής μας θέλει να αγωνίζεται η ομάδα, είναι η σωστή, η ενδεδειγμένη, για έναν σύλλογο όπως ο Παναθηναϊκός».
-Η φιλοσοφία και ο τρόπος παιχνιδιού της ομάδας πιστεύεις ότι ταιριάζει στα χαρακτηριστικά σου;
«Ναι. Το σκεφτόμουν τις πρώτες μέρες κάνοντας σύγκριση με την Εθνική Ισλανδίας. Αν προσπαθούσε να αποκτήσει αυτήν την ποδοσφαιρική φιλοσοφία, μπορεί να έπαιρνε παραπάνω χρόνο, αλλά θα ήταν πολύ καλύτερα.
Από το πρώτο φιλικό που είδα διαπίστωσα ότι όσα διδάσκονταν στην προπόνηση, ακριβώς τα ίδια, γίνονταν στο ματς.
Οπότε είναι πολύ θετικό για μένα να μαθαίνω καθημερινά αυτό το στιλ ποδοσφαίρου και νομίζω ότι θα είναι εύκολο να το συνηθίσω.
Ταιριάζει πολύ καλά με τα χαρακτηριστικά μου, μου αρέσει να υπάρχει πολλή ένταση, πίεση ψηλά αλλά και κράτημα της μπάλας στην κυκλοφορία, όταν «χτίζεται» το παιχνίδι από πίσω.
Στην Εθνική Ισλανδίας δεν κρατάμε πολύ τη μπάλα σε σχέση με τους αντιπάλους μας, αλλά έτσι είναι το ποδόσφαιρο. Είμαι πολύ χαρούμενος που βρίσκομαι σε μία ομάδα που αγωνίζεται με αυτόν τον τρόπο, που δεν κλοτσάμε απλώς τη μπάλα μακριά και… τρέχουμε.
Είμαι χαρούμενος που δεν παίζουμε έτσι, αλλά προσπαθούμε να αποδώσουμε καλό ποδόσφαιρο, σαν το ισπανικό στιλ. Είναι σημαντικό για μας να το ευχαριστιόμαστε κι αυτό να συνδυάζεται με ανάλογα αποτελέσματα για να είναι ικανοποιημένο το κλαμπ και οι οπαδοί μας».
-Ο Παναθηναϊκός ευελπιστεί ότι στο πρόσωπό σου βρήκε έναν ηγέτη για το κέντρο της άμυνας, πιστεύεις ότι θα μπορέσεις να ανταποκριθείς άμεσα σ’ έναν τέτοιο ρόλο;
«Είναι θετικό όταν ακούω πως με βλέπουν ως ηγέτη της ομάδας. Είμαι ένας φιλικός άνθρωπος, μου αρέσει πολύ να βοηθάω τους πιο μικρούς σε ηλικία να μεγαλώνουν και να ωριμάζουν ποδοσφαιρικά, οπότε πιστεύω ότι είναι μία καλή πίεση για μένα να γίνω, όπως είπες, ηγέτης. Νομίζω πως όλοι μπορούν να γίνουν ηγέτες της ομάδας, αλλά το σημαντικό είναι να επικοινωνούμε καλά.
Προσωπικά είμαι έτοιμος να κάνω το step up, να μεταδώσω στους συμπαίκτες μου όλα όσα έχω μάθει μέχρι τώρα στην καριέρα μου. Να το αποδείξω μέσα στο γήπεδο και να δώσω τα πάντα για τον Παναθηναϊκό. Είναι καλό το τάιμινγκ για να βγω μπροστά και να βοηθήσω τους συμπαίκτες μου και την ομάδα».
-Είχες μιλήσει με τον κόουτς Γιοβάνοβιτς πριν από τη μεταγραφή σου ή μόνο μετά την οριστικοποίηση της συμφωνίας;
«Οχι δεν είχα μιλήσει πριν. Μόνο όταν ήρθα. Αλλά είχα ακούσει πάρα πολύ καλά λόγια για αυτόν, οπότε ήταν πιο εύκολο να πω το «ναι» και να έρθω στην ομάδα».
-Πες μου την ιστορία της μεταγραφής σου…
«Η ιστορία ήταν αρκετά σύντομη. Αρχικά είχα πληροφορηθεί για το ενδιαφέρον της ΑΕΚ. Πήρα πολλά μηνύματα απ’ αυτούς, υπήρχαν οπαδοί που μου έλεγαν καθημερινά «έλα στην ομάδα», «σε περιμένουμε στην ΑΕΚ», τέτοιους είδους πράγματα.
Αλλά γρήγορα προέκυψε το ενδιαφέρον του Παναθηναϊκού που με ήθελε ακόμα περισσότερο, έγινε το ίδιο με τους οπαδούς, αλλά με μεγαλύτερη συχνότητα και μαζικότητα κι έτσι ήταν πολύ εύκολο για μένα να επιλέξω τον Παναθηναϊκό».
-Ποια ήταν η πρώτη σου σκέψη όταν άκουσες για το ενδιαφέρον του Παναθηναϊκού;
«Ηταν πολύ θετική η σκέψη μου από την πρώτη στιγμή. Εχω έναν καλό μου φίλο, έναν παίκτη του Ολυμπιακού, τον τερματοφύλακα Κρίστιανσον. Μου είπε πολύ καλά λόγια για την Αθήνα και για το πως είναι να ζεις στην Ελλάδα. Ο Ινγκασον του ΠΑΟΚ, επίσης, μου είπε πολύ καλά λόγια…
Ηταν σημαντικό για την οικογένειά μου να πάμε σε μία χώρα που θα έχουμε μία καλή ζωή για εμάς και για τα παιδιά μας (σ.σ. δύο κόρες), έτσι ήταν μία εύκολη απόφαση για την οποία είμαι απόλυτα ικανοποιημένος και πιστεύω ότι θα απολαύσουμε τις στιγμές».
-Για πόσο καιρό υπήρχαν διαπραγματεύσεις πριν υπάρξει οριστική συμφωνία; Αχώθηκες καθόλου ότι δεν θα προχωρήσει η μεταγραφή σου;
«Οχι, γιατί ενημερώθηκα μόλις λίγες μέρες πριν ολοκληρωθεί η συμφωνία. Δύο-τρεις μέρες πριν ολοκληρωθεί η μεταγραφή. Δεν ξέρω ακριβώς πότε ξεκίνησαν οι επαφές, φαντάζομαι ότι ο ατζέντης μου γνώριζε αρκετό καιρό πριν το ενδιαφέρον, αλλά δεν μου έλεγε τα πάντα.
Με ενημέρωσε μόνο όταν είχε γίνει σοβαρή η κατάσταση κι είχαμε φτάσει στο τελικό στάδιο των επαφών. Δεν βλέπω κανένα λάθος σ’ αυτήν την επιλογή μου».
-Φαντάζομαι έψαξες να βρεις και μόνος σου πράγματα για τους οπαδούς, την ατμόσφαιρα στο γήπεδο της Λεωφόρου κι άλλες λεπτομέρειες για την ομάδα…
«Κατ’ αρχάς ανυπομονώ να παίξω στην Λεωφόρο. Ειλικρινά γνώριζα από πριν για τη Θύρα 13. Σε όλον τον κόσμο πιστεύω ότι ξέρουν για τη Θύρα 13. Ολοι θα έπρεπε να ξέρουν.
Λατρεύω τους οπαδούς του Παναθηναϊκού και η ατμόσφαιρα που δημιουργούν στο γήπεδο έκανε ακόμα πιο εύκολη την απόφασή μου.
Οφείλουμε να τους σεβόμαστε, είναι ο λόγος που παίρνουμε τους μισθούς μας και πρέπει να τους επιβραβεύουμε στο γήπεδο για το γεγονός αυτό.
Οταν είδα ότι οι οπαδοί μας της Θύρας 13 με υποδέχτηκαν με τόσα πολλά μηνύματα υποστήριξης ήταν μεγάλη η ικανοποίησή μου. Εύχομαι να κερδίσουμε πολλά πράγματα μαζί. Να είμαστε «ένα» και στις καλές και στις δύσκολες στιγμές».
-Φαντάζομαι ότι το μεγαλύτερο ντέρμπι στην Ελλάδα, του Παναθηναϊκού με τον Ολυμπιακό, έχει ήδη περάσει από το μυαλό σου. Πώς περιμένεις αυτά τα ντέρμπι, αυτήν την ξεχωριστή εμπειρία;
«Πρέπει να σου πω ότι ο φυσιοθεραπευτής που έχουμε στην Εθνική Ισλανδίας μου έστειλε κάποια βίντεο μαζί με φωτογραφίες. Και μου έγραψε μία ιστορία που είχε ζήσει ένας παίκτης της χώρας μου που έπαιζε στον Ολυμπιακό, ο Φιμπόγκανσον, κάποια χρόνια πριν στο γήπεδο του Παναθηναϊκού. Προσπάθησε να με κάνει να μην έρθω, μου είπε «μην πας, γίνονται τρελά πράγματα, είναι επικίνδυνα εκεί…». Του απάντησα «όχι φίλε, θέλω να πάω. Θέλω να το ζήσω». Επέμεινε και μου έστελνε παρόμοια πράγματα που είχαν γίνει σ’ άλλα ντέρμπι, πριν από τα ματς, στη διάρκεια των ματς, όταν πήγαιναν οι αποστολές στο γήπεδο, με τόσο πολύ αστυνομία. Με φωτιές, με αντικείμενα να πέφτουν, με μεγάλο φανατισμό που ξεκινούσε πολύ πριν τα ντέρμπι και τελείωνε αρκετές ώρες αργότερα…
Αλλά δεν υπήρχε καμία περίπτωση να μου άλλαζε τη γνώμη. Πραγματικά θέλω πολύ να βιώσω την ένταση και την ατμόσφαιρα αυτών των ντέρμπι. Αυτό το ξεχωριστό πάθος. Ακόμη κι αν κάποιοι το θεωρούν επικίνδυνο, εγώ ανυπομονώ να το ζήσω.
Στη Ρωσία έπαιξα σε κάποια ντέρμπι, υπήρχε φανατισμός, αλλά ξέρω ότι δεν θα έχει καμία σχέση με τα ελληνικά ντέρμπι και κοιτάζω μπροστά για να τα ζήσω, να νιώσω στο δέρμα μου αυτό το ξεχωριστό πάθος».
-Πότε πήρες την απόφαση να φύγεις από τη Ρωσία; Το έκανες λόγω του πολέμου;
«Οχι. Ενα χρόνο πριν τελειώσει το συμβόλαιό μου η ΤΣΣΚΑ Μόσχας μου έκανε πρόταση να το ανανεώσω, μετά προέκυψε το πρόβλημα με τον αχίλλειο τένοντα που με άφησε εκτός δράσης για αρκετούς μήνες.
Επέστρεψα ακόμα πιο δυνατός, αισθανόμουν σε πολύ καλή κατάσταση, όμως στο διάστημα της απουσίας μου ο προπονητής είχε στηριχθεί σε άλλους παίκτες που ήθελε να παίζουν κι είχαν κερδίσει την εμπιστοσύνη του. Ενιωθα ότι δεν ήμουν στις βασικές του επιλογές, παρότι βρισκόμουν στο κλαμπ τρία χρόνια κι είχα δώσει τα πάντα, οπότε άφησα να τρέξει το συμβόλαιό μου για να αποχωρήσω ως ελεύθερος».
-Πώς διαχειρίστηκες τον τραυματισμό σου. Εκανες μία σοβαρή επέμβαση που σε κράτησε σχεδόν δέκα μήνες εκτός δράσης, για πολλούς θα έμοιαζε με εφιάλτης. Κι αν έχω ψάξει σωστά, δεν είχες ποτέ κάποιον άλλο σοβαρό τραυματισμό στην επαγγελματική σου καριέρα.
«Είχα μόνο ένα πρόβλημα τραυματισμού στο γόνατο, στον μηνίσκο, όταν ήμουν μικρός. Νομίζω το 2015 ή το 2016, όταν βρισκόμουν στη Γιουβέντους.
Εκτός απ’ αυτό, δεν είχε προκύψει ποτέ κάποιος τραυματισμός στην καριέρα μου. Ωσπου συνέβη αυτό με τον αχίλλειο κι ελπίζω να μην υπάρξει κάποιος άλλος στο μέλλον (σ.σ. χτυπάει το τραπέζι, χαμογελώντας). Αυτός ήταν πολύ σοβαρός…
Και με την ευκαιρία πρέπει να σου πω ότι είμαι πολύ ικανοποιημένος από τον τρόπο που αντιμετώπισε την κατάσταση η πρώην ομάδα μου, η ΤΣΣΚΑ Μόσχας.
Με έστειλε στην Φινλανδία στον κορυφαίο ειδικό σε εγχειρήσεις αχίλλειου τένοντα στην Ευρώπη. Ειλικρινά ήταν πάρα πολύ σημαντικό για μένα, γιατί είναι τέτοια η φύση της συγκεκριμένης επέμβασης που εμπεριέχει μεγάλο ρίσκο και δεν είναι δεδομένο ότι θα επιστρέψεις υγιής, όπως ήσουν πριν.
Μετά έκανα τα πάντα. Ο,τι χρειαζόταν, βήμα-βήμα. Με ευλάβεια. Για να επιστρέψω ακόμα πιο δυνατός και να μην υπάρξει ποτέ ξανά πρόβλημα. Και, ευχαριστώ τον Θεό που τελικά επέστρεψα σε ακόμα καλύτερη κατάσταση απ’ αυτήν που ήμουν».
-Διατήρησες την ψυχραιμία σου ή υπήρχαν στιγμές που ξέσπασες και σκέφτηκες «γιατί σε εμένα»;
«Οχι, ήμουν πραγματικά πολύ ψύχραιμος. Πέρασα αμέτρητες ώρες στο γυμναστήριο στην Ισλανδία, έχοντας διαρκώς επαφή με τον Ισπανό φυσιοθεραπευτή της ΤΣΣΚΑ, ενώ είχα και έναν εξαιρετικό Ισλανδό φυσιοθεραπευτή στο πλευρό μου.
Ημουν απόλυτα ήρεμος και αποφασισμένος, γιατί ήξερα ότι απαιτείται υπομονή, απόλυτη συγκέντρωση και καθημερινή σκληρή δουλειά. Τα έκανα όλα κατά γράμμα.
Ηταν πολύ περίεργο για μένα όταν άρχισα ξανά να περπατάω. Για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν στέκεσαι στα πόδια σου, ήταν αρκετά περίεργο.
Αλλά όταν αρχίζεις να περπατάς ξανά, όταν αρχίζεις να τρέχεις, να παίζεις με τη μπάλα ξανά, αισθάνεσαι λες και έχεις ξαναγεννηθεί.
Εκείνη την περίοδο η κόρη μου ήταν ενός έτους και προσπαθούσε να περπατήσει. Ημουν εγώ απέναντί σε αυτήν, για το ποιος από τους δύο θα περπατήσει πιο γρήγορα. Οπότε είχα την πρόκληση (σ.σ. γέλια) κι είμαι πολύ χαρούμενος και ευγνώμων στην ΤΣΣΚΑ για την τεράστια βοήθεια και υποστήριξη που μου πρόσφερε και με έκανε να επιστρέψω στην κατάσταση που βρίσκομαι τώρα.
Αισθανόμαι… 150% έτοιμος, καλύτερα απ’ ό,τι ήμουν πριν, δεν έχω ποτέ ξανά ενόχληση στον αχίλλειο ή κάπου αλλού. Ηταν μεγάλο το χρονικό διάστημα, πολύ δύσκολες οι στιγμές που πέρασα, αλλά προέκυψε κι ένα καλό απ’ όλο αυτό: δυνάμωσα πολύ περισσότερο πνευματικά από τη διαδικασία αυτή. Είμαι πολύ πιο δυνατός πνευματικά τώρα…».
-Πώς επέλεξες να ασχοληθείς με το ποδόσφαιρο; Είχε ασχοληθεί κάποιος από την οικογένειά σου με τον αθλητισμό και σε παρακίνησε;
«Εχω τρία μεγαλύτερα αδέρφια. Ολοι έπαιζαν ποδόσφαιρο και χάντμπολ στην Ισλανδία, στην ομάδα της πόλης μου, τη Φραμ Ρέικιαβικ. Κι εγώ με τη σειρά μου έπαιζα χάντμπολ και ποδόσφαιρο μαζί τους. Μέχρι να γίνω 14-15 χρόνων που έπρεπε να επιλέξω ένα από τα δύο σπορ, γιατί είχα και σχολείο και δεν υπήρχε χρόνος για να παραμείνω και στα δύο αθλήματα. Είμαι πολύ χαρούμενος που έκανα τη σωστή επιλογή, αν και ήξερα ότι είμαι πολύ καλύτερος σ’ αυτό το σπορ».
-Το ταλέντο σου ξεχώριζε από μικρή ηλικία κι αυτό καταδεικνύεται από το γεγονός ότι η Γιουβέντους σε επέλεξε για την Ακαδημία της. Τι είχε συμβεί τότε και μετακόμισες στη Ιταλία, πως διαχειρίστηκες αυτό που σου συνέβη πριν καν ενηλικιωθείς;
«Επαιξα ένα ματς με την Κ17 της Εθνικής Ισλανδίας ως κεντρικός αμυντικός σ’ ένα διεθνές τουρνουά. Ξεκίνησα έτσι γιατί σε όλη μου τη ζωή έπαιζα ως νούμερο «10». Λίγο πιο πίσω από τον στράικερ. Μου άρεσε να σουτάρω, να δίνω ασίστ. Από πολύ μικρός, μέχρι εκείνο το ματς… Τότε χρειαζόταν η ομάδα μου έναν κεντρικό αμυντικό για ένα-δύο παιχνίδια και με ρώτησαν από την Εθνική εάν θα μπορούσα να ανταποκριθώ σ’ αυτόν τον ρόλο για ένα-δύο αγώνες.
Απάντησα «ναι, δεν υπάρχει πρόβλημα» κι έτσι έπαιξα σ’ αυτήν τη θέση και τα πήγα πολύ καλά. Στο γήπεδο ήταν ένας Ιταλός σκάουτ, όπως ήταν επίσης και ο μάνατζέρ μου. Αμέσως μετά το τουρνουά δέχτηκα πρόταση από την Φιορεντίνα, αλλά δεν ήταν το ίδιο αποφασιστική όσο η Γιουβέντους που εμφανίστηκε τρεις μέρες αργότερα.
Ο προπονητής μου στη Φραμ ήταν πρώην ποδοσφαιριστής και πρότεινε στη Γιουβέντους να πάω εκεί αρχικά ως δανεικός κι αν ανταποκριθώ να με αποκτήσουν με μεταγραφή τον επόμενο χρόνο. Ετσι έγινε. Τα πήγα καλά, ανταποκρίθηκα και με κράτησαν. Ενα μήνα μετά συνέβη αυτό με τον μηνίσκο, αλλά είχαν δει τι μπορώ να κάνω και με στήριξαν.
Ηταν η καλύτερη απόφαση που έχω πάρει στη ζωή μου στο ποδόσφαιρο! Ημουν ένας νέος κεντρικός αμυντικός και το να πάω στη Γιουβέντους δεν ήταν απλώς μεγάλο σχολείο, ήταν πανεπιστήμιο. Να μάθω τόσα πολλά πράγματα από έναν προπονητή όπως ο Αντόνιο Κόντε, τακτικά, ατομικά, στα πάντα, ήταν τεράστια υπόθεση. Το απέδειξε η πορεία του στο ποδόσφαιρο, είχε σερί πρωταθλήματα στη Γιουβέντους, πολλά επιτεύγματα ως προπονητής.
Ηταν ένα απίστευτο σχολείο και παράλληλα συνυπήρχα με παίκτες όπως ο Πίρλο, ο Μπουφόν, ο Ντελ Πιέρο, ο Κιελίνι, ο Μπονούτσι… Ηταν λες και φοιτούσα στο Χάρβαρντ του ποδοσφαίρου!
Εκείνη η περίοδος άλλαξε πλήρως τον τρόπο σκέψης μου για το ποδόσφαιρο, αλλά και τον τρόπο παιχνιδιού μου. Εμαθα πολλά πράγματα σε μικρό χρονικό διάστημα και σίγουρα έγινα περισσότερο αμυντικός και καλύτερος αμυντικός από… 10άρι (σ.σ. γέλια)».
-Μετά την εμπειρία σου στην Ιταλία, προέκυψε η Αγγλία και η Μπρίστολ Σίτι. Διαφορετική ποδοσφαιρική φιλοσοφία…
«Εμεινα στην Ιταλία επτά χρόνια πριν μετακινηθώ στην Αγγλία και παίξω στην Τσάμπιονσιπ. Μπορώ να σου πω τώρα ότι η Τσάμπιονσιπ είναι ένα από τα πιο δύσκολα, πιο σκληρά και επίπονα πρωταθλήματα στον κόσμο. Επρέπε να παίξουμε 64 αγώνες σε μία σεζόν εάν προχωρούσαμε και στα δύο κύπελλα. Ως ποδοσφαιριστής θέλεις να παίζεις πολλά ματς, αλλά σε αυτήν την περίπτωση δεν ξεκουραζόσουν ποτέ.
Είχαμε αγώνα κάθε δύο-τρεις μέρες και οι αγώνες στηρίζονται πολύ στη δύναμη και τα φυσικά προσόντα. Ηταν κάπως εξοντωτικό, όμως το απόλαυσα στην Αγγλία.
Πρέπει να είσαι δυνατός για να αντεπεξέλθεις. Είναι διαφορετικό το στιλ ποδοσφαίρου, στη λογική του «κλοτσάς και τρέχεις» που σου έλεγα προηγουμένως.
Ως κεντρικός αμυντικός πρέπει να προωθείς τη μπάλα όσο πιο μακριά μπορείς και χρειάζεται να είσαι δυνατός στις μονομαχίες και τον τρόπο που αμύνεσαι.
Προσαρμόστηκα σε μία διαφορετική ποδοσφαιρική κουλτούρα, οπότε νομίζω ότι «πάντρεψα» την ιταλικό με το αγγλικό στιλ ποδοσφαίρου. Εμεινα δύο χρόνια, τα πήγα καλά και πήρα μεταγραφή στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας».
-Το ρωσικό πρωτάθλημα σε πιο από τα δύο στιλ ποδοσφαίρου που προανέφερες το κατατάσσεις;
«Είναι πιο κοντά στο ιταλικό, αν και η τακτική ποιότητα στη Ρωσία δεν είναι του ίδιου επιπέδου με αυτήν της Ιταλίας. Είναι όμως ένα δύσκολο και σκληρό πρωτάθλημα για να παίξεις. Προσαρμόστηκα πολύ καλά και το απόλαυσα».
-Απ’ ό,τι γνωρίζω στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας έπαιζες κυρίως ως αριστερός στόπερ, σε σχηματισμό με τριάδα στην άμυνα…
«Ναι, παίζαμε με τρεις στην άμυνα και εγώ ήμουν ο αριστερός στόπερ».
-Αισθάνεσαι καλύτερα όταν παίζεις σ’ αυτή τη θέση ή είναι το ίδιο με το να παίζεις στόπερ σε τετράδα;
«Εξαρτάται…».
-Σε ρωτάω κυρίως επειδή έχεις αγωνιστεί σε κάποια ματς και ως κλασικός αριστερός μπακ σε αμυντική τετράδα…
«Ναι, σωστά. Είμαι ένας κεντρικός αμυντικός που μπορεί να παίξει και ως αριστερός μπακ. Αλλά, ειλικρινά, η θέση του αριστερού μπακ δεν είναι η θέση μου. Απαιτεί περισσότερα τρεξίματα και διαφορετικές αμυντικές τοποθετήσεις.
Με τριάδα στην άμυνα μπορώ να έχω πιο πολύ ώρα την μπάλα, να κάνω περισσότερα πράγματα, να «χτίσω» καλύτερα το παιχνίδι. Σε τριάδα έγινε και το ξεκίνημά μου ως στόπερ στην Ιταλία, συνεπώς ξέρω πολύ καλά το τακτικό κομμάτι.
Ως στόπερ σε αμυντική τετράδα αισθάνομαι εξίσου καλά, νομίζω απλώς ότι στην τριάδα νιώθω περισσότερη ελευθερία στις κινήσεις μου με τη μπάλα. Στο να αποκτώ έναν ρόλο «πλέι μέικερ» από την πίσω ζώνη».
-Δύο-τρεις τελευταίες ερωτήσεις…
«Κανένα πρόβλημα».
-Υπέγραψες για δύο χρόνια στον Παναθηναϊκό, με τι θα έχεις μείνει στο τέλος ικανοποιημένος;
«Με το να νικάω. Θέλω να νικάω. Αυτή είναι η προσδοκία μου. Η καριέρα ενός ποδοσφαιριστή δεν είναι μεγάλη. Αρα θέλεις να τα πας όσο καλύτερα μπορείς με την ομάδα σου. Και νομίζω ότι και το κλαμπ και οι οπαδοί ελπίζουν να συμβεί το ίδιο όταν έρχεται ένας νέος παίκτης. Να κάνει το βήμα παραπάνω, να βγει μπροστά.
Αυτός ο σύλλογος αξίζει τρόπαια, παλεύει να κατακτά τρόπαια και για αυτό τον επέλεξα. Είδα ότι κατέκτησε το Κύπελλο πριν έρθω, άρα υπάρχει η νοοτροπία νικητή στην ομάδα και πρέπει να χτίσουμε πάνω σε αυτό για να κατακτήσουμε το πρωτάθλημα,. Αυτό είναι το πιο σημαντικό για το σύλλογο και για μένα».
-Εκτός από τους εγχώριους τίτλους ο Παναθηναϊκός είναι η πιο επιτυχημένη ελληνική ομάδα στην Ευρώπη. Συνεπώς υπάρχουν προσδοκίες για πρόκριση στους ομίλους του Conference League, μετά από ένα διάστημα ευρωπαϊκής απουσίας. Από ό,τι έχεις δει μέχρι τώρα, πιστεύεις ότι η ομάδα θα πετύχει τον πρώτο στόχο της φετινής σεζόν;
«Το μυαλό μου λέει ξεκάθαρα ναι. Παρότι βρίσκομαι λίγες μέρες εδώ, μπορώ να διακρίνω ότι η ομάδα μας είναι πολύ δυνατή. Ετσι όπως παίζουμε είναι δύσκολο για τις άλλες ομάδες να μας αντιμετωπίσουν. Δεν εξετάζω μόνο τα δύο πρώτα ματς των προκριματικών, γιατί πρέπει να «σκοτώσουμε» δύο αντιπάλους κι όχι έναν για να προκριθούμε στους ομίλους. Ολοι οι αντίπαλοι είναι δύσκολοι σε αυτή τη διαδικασία, αλλά το πιστεύω.
Για το σύλλογο, γενικά, είναι σημαντικό να ξαναβρεθεί στο Champions League. Εχω παίξει στο Champions League με την ΤΣΣΚΑ, τα είχαμε πάει πολύ καλά, και το απόλαυσα.
Ξέρω πολύ καλά ότι ο Παναθηναϊκός έχει πραγματοποιήσει σπουδαία πράγματα σ’ αυτή τη διοργάνωση και πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να επιστρέψουμε εκεί.
Ομως αυτός είναι ένας στόχος που δεν αφορά αυτή τη σεζόν. Ισως την επόμενη. Αυτό που υπάρχει μπροστά μας, αυτό που κοιτάζουμε τώρα, είναι να προκριθούμε στους ομίλους του Conference League. Είναι πολύ σημαντικό για μας να τα καταφέρουμε. Αλλά για το ελληνικό πρωτάθλημα είναι στόχος για μένα να βρεθούμε στις θέσεις του Champions League. Ο μίνιμουμ στόχος πιο σωστά, γιατί ο βασικός μου στόχος είναι να κατακτήσω το πρωτάθλημα».
-Πώς είναι ο Μάγκνουσον ως χαρακτήρας; Πώς θα περιέγραφες τον εαυτό σου;
«Είμαι πολύ ήρεμος, γενικά. Εάν φωνάξω κάποια στιγμή σε συμπαίκτη μου θα το κάνω για να τον βοηθήσω, όχι επειδή έχω εκνευριστεί μαζί του.
Δεν μου αρέσει επίσης να μπαίνω στη διαδικασία να ανταποδώσω εάν κάποιος συμπαίκτης μου βάλει τις φωνές, ακόμη κι αν είναι μικρότερός μου. Ισως κάτι να είδε που πρέπει να το αλλάξω και μπορεί να μάθω κάτι απ’ αυτό.
Γενικά είμαι ανοιχτός τύπος και θέλω να επικοινωνώ με τον κόσμο. Στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας μπορεί να μην έμεινα πολλά χρόνια και να κατέκτησα μόνο ένα τρόπαιο, αλλά οι οπαδοί της με αντιμετώπισαν σαν θρύλο. Είναι καλό να επικοινωνείς με οποιονδήποτε είναι δίπλα σου, δεν τσακώνομαι εύκολα και είμαι ανοιχτός με όλους. Εάν με δείτε στην Αθήνα, ελάτε να μου μιλήσετε… ».