MENU

Αν κάποτε γινόταν μια σφυγμομέτρηση μεταξύ των φίλων του Παναθηναϊκού με θέμα «ποιο από τα 38 πρωταθλήματα που έχει κατακτήσει ο σύλλογος στο μπάσκετ είναι το πιο σημαντικό;», το δεύτερο πρωτάθλημα επί προεδρίας της οικογένειας Γιαννακόπουλου θα συγκέντρωνε τη μερίδα του λέοντος στις προτιμήσεις. Στην υπερ-εκατονταετή, πλέον, δράση του τμήματος, ο Σύλλογος Μεγάλος έχει αποθησαυρίσει και άλλα πρωταθλήματα Ελλάδος, τα οποία μπορούν να χαρακτηριστούν μείζονος αξίας ή ιστορικής σημασίας: το πρωτάθλημα του 1967, με το οποίο έσπασε η τετραετής κυριαρχία της ΑΕΚ,σε εγχώριο επίπεδο, ή εκείνο του 1969, όταν οι «πράσινοι» κέρδισαν 85-80 (στη δεύτερη παράταση) σε αγώνα μπαράζ την κυπελλούχο Ευρώπης, υπό καταρρακτώδη βροχή, στο Παναθηναϊκό Στάδιο!

Το μπαράζ στον Σπόρτιγκ, το 1972 (70-56 τον Ολυμπιακό) ή ο τίτλος του 1975, έπειτα από τη νίκη 63-61 στον «Τάφο του Ινδού»,απέναντι πάλι στον «αιώνιο» αντίπαλο, στην προτελευταία αγωνιστική. Το 1982, όταν ο Παναθηναϊκός του Κώστα Πολίτη συνέτριψε τον Άρη του Νίκου Γκάλη (96-75) ή το 1984, στο περίφημο μπαράζ της Κέρκυρας, όταν το Τριφύλλι υπέταξε ξανά τους «κιτρινόμαυρους» της Θεσσαλονίκης (80-76). Το πρωτάθλημα του 1998, το οποίο αποτέλεσε το τέλος των «πέτρινων» χρόνων του Τριφυλλιού, ή τα πρωταθλήματα της σύγχρονης εποχής με αντίπαλο τον Ολυμπιακό, με προεξάρχον εκείνο του 2013, όταν η ομάδα του Αργύρη Πεδουλάκη «σκούπισε» τους «ερυθρόλευκους» πρωταθλητές Ευρώπης, είχαν και αυτά εξέχουσα βαρύτητα και πρόσθεσαν ένα ακόμα ψηφιδωτό στο «πράσινο» Hall of Fame.

 Όμως, κανένα από τα παραπάνω δεν είναι «όπως το ’99». Το μαγιάτικο εκείνο βράδυ, στο Φάληρο, ο μπασκετικός Παναθηναϊκός ξόρκισε τα φαντάσματα που ξεπρόβαλλαν κάθε φορά που οι Αθηναίοι αντίκριζαν το -κατ’ ευφημισμόν- Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Ίσως να μην ήταν υπερβολικός ο πρώην παίκτης των Πειραιωτών, Λάζαρος Αγαδάκος, όταν δήλωνε δημόσια ότι «ο Παναθηναϊκός χάνει από την ώρα που το πούλμαν του θα στρίψει από το σιντριβάνι του Παλέ»...

Την ώρα που οι «τριφυλλοφόροι» επισκέπτονταν στην έδρα του Ολυμπιακού, για να δώσουν το πέμπτο παιχνίδι των τελικών των play offs της περιόδου 1998-99, μετρούσαν ήδη 13 συνεχόμενες ήττες από τον «αιώνιο» αντίπαλο, στο δεύτερο μεγαλύτερο γήπεδο της χώρας, κάποιες εκ των οποίων με βαρύ σκορ. Η μοναδική τους νίκη εκεί χρονολογούνταν από την περίοδο 1994-95, όταν ο «πράσινος», πλέον, Ζάρκο Πάσπαλιε (κανονικά προφέρεται «Πάσπαλ’»), χάριζε τη νίκη στο Τριφύλλι με δεξί (!) χουκ (επειδή το αριστερό του χέρι ήταν… απασχολημένο, σύμφωνα με δήλωσή του, έπειτα από το ματς). Το ποσοστό του Παναθηναϊκού στο ΣΕΦ θύμιζε το ποσοστό του Αντόνιο Ντέιβις στις ελεύθερες βολές: 1 επιτυχία σε 18 απόπειρες ή… 17 επισκέψεις (καθώς, στον τέταρτο τελικό του 1993, η αθηναϊκή ομάδα, με εντολή Παύλου Γιαννακόπουλου, δεν παρουσιάστηκε ποτέ στο παρκέ του Σταδίου, χάνοντας 20-0 άνευ αγώνα)!

Το σύνολο του Λευτέρη Σούμποτιτς (ο οποίος, την επόμενη χρονιά, παρέδωσε τα ηνία του πάγκου στον Ζέλικο Ομπράντοβιτς) αποφάσισε να αγωνιστεί με λευκές εμφανίσεις. Ίσως για να ξορκίσει την κατάρα του ΣΕΦ, ίσως και επειδή, στην προηγούμενη απόπειρα του Παναθηναϊκού να στεφθεί πρωταθλητής στην έδρα του αντιπάλου του (την περίοδο 1994-95), που δεν ήθελε και πολύ να ολοκληρωθεί με επιτυχία (οι Αθηναίοι ηττήθηκαν με το «παιδικό» 45-44), ο Σύλλογος Μεγάλος φορούσε πάλι τα λευκά (τότε στον πάγκο καθόταν ο Ευθύμης Κιουμουρτζόγλου).

Και τα κατάφερε...

59 δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη του αγώνα, ο Νίκος Οικονόμου οπλίζει από τη γραμμή των 6,25. Άλλο ένα φάντασμα ξορκίζεται, αυτό του «λούζερ». Τέσσερα χρόνια πριν, με το σκορ στο 45-44, η μπάλα βρήκε σίδερο στο τρίποντο του Νικαιώτη φόργουορντ και ο Παναθηναϊκός έχανε ακόμα ένα πρωτάθλημα από τον Ολυμπιακό. Αυτήντη φορά, με το σκορ στο 51-55, ο «Νικόλας» δεν λαθεύει. «Nothing but net» και, αμέσως μετά, ένας πανηγυρισμός που θα μείνει αξέχαστος: «Να το θυμάστε», απευθυνόμενος στους εκστασιασμένους οπαδούς του πρωταθλητή Ελλάδος.

Νίκο, θα σε θυμόμαστε όπως θέλουμε εμείς. Η φανέλα σου θα μπορούσε να κοσμεί σήμερα την οροφή του ΟΑΚΑ, πλάι σε αυτήν του «διόσκουρού» σου στον Παναθηναϊκό, Φραγκίσκου Αλβέρτη. Ένα δίδυμο που ξεκίνησε από τα δύσκολα χρόνια του «Τάφου», για να φτάσει στη μετέπειτα καταξίωση του κλειστού «Μάκης Λιούγκας» της Γλυφάδας και στις ακόμα μεγαλύτερες πιένες του ΟΑΚΑ. Το 2000 έκανες ένα λάθος που έμελλε να σε στιγματίσει στη συνείδηση των οπαδών του Παναθηναϊκού. Όμως, κανείς δεν μπορεί να μη σε κατατάξει στην «πράσινη» πλευρά της Ιστορίας. Οκτώ χρόνια δεν είναι και λίγα, άλλωστε. Είναι και ο πανδαμάτωρ χρόνος που γιατρεύει τις πληγές και «μαλακώνει» τα συναισθήματα, ξέρεις...

Παρ’ όλ’ αυτά, η φάση που έγειρε την πλάστιγγα υπέρ του Τριφυλλιού ήταν άλλη. Με τους Πειραιώτες να έχουν κάνει ένα come back από αυτά που συνήθιζαν στην έδρα τους, έχοντας πάρει το προβάδισμα έπειτα από πολλή ώρα χάρη σε γκολ-φάουλ του Άντονι Γκολντγουάιρ (51-50) 2,5 λεπτά προτού ακουστεί ο ήχος της κόρνας, ο Νάντο Τζεντίλεπραγματοποιεί ένα από τα... τρελά του. Κερδίζοντας ένα σκληρό φάουλ μέσα στο «ζωγραφιστό», πετάει την μπάλα στα... ψηλά και στα τυφλά και εκείνη καταλήγει στο καλάθι της ομάδας του Ντούσαν Ίβκοβιτς. 51-53 με περίπου δύο λεπτά να απομένουν και αργότερα 51-55, με δύο ελεύθερες βολές του Ιταλού.

Στην επόμενη επίθεση, ο Μίλαν Τόμιτς σηκώνεται έξω από τη γραμμή των τριών πόντων και εκτελεί για να επαναφέρει τους γηπεδούχους σε τροχιά τίτλου. Τέσσερα χρόνια πριν, στο «Πρενθίπε Φελίπε» της Σαραγόσα, σχεδόν από την ίδια θέση, ο Σέρβος χάρισε στους «ερυθρόλευκους» ακόμα μία νίκη σε ημιτελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών, απέναντι στον Παναθηναϊκό. Μα, είπαμε... Τούτη τη φορά, τα... φαντάσματα παρέμειναν στην κρύπτη και στο κασετόφωνο το play για το Living On Video του Pakito (το σήμα κατατεθέν του ΣΕΦ) δεν πατήθηκε ποτέ...

MVP του Παναθηναϊκού, ποιος άλλος... Seks, droga i Bodiroga! Ο δις πρωταθλητής Ευρώπης με τους «πράσινους» της Αθήνας πέτυχε 19 πόντους, περισσότερους από το 1/3 όσων πέτυχε ολόκληρος ο Ολυμπιακός (53). Συνεπικουρούμενος από τους Ντίνο Ράτζα(12 πόντοι - 13 ριμπάουντ), ΝάντοΤζεντίλε (10 πόντοι), τον τίμιο Ιρλανδό αριστερόχειρα, Πάτρικ Μπερκ (9 πόντοι - 5 ριμπάουντ), και τον υπέροχο κόσμο του Παναθηναϊκού, ο οποίος άλωσε το Παλέμε την παρουσία του, κερδίζοντας με τον πλέον εμφατικό τρόπο τη δική του μάχη στο Φάληρο.

Λίγα δευτερόλεπτα πριν από το τέλος, με το παιχνίδι να έχει κριθεί και τα cohibaστον πάγκο του Παναθηναϊκού να έχουν ανάψει, και οι 4.000 οπαδοί του Τριφυλλιού βροντοφωνάζουν για τελευταία φορά «Βαζέλες, ε; Να!», εν είδει απάντησης στην «ερυθρόλευκη» πλευρά του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας.

Είναι το τέλος ενός προσβλητικού προσωνυμίου, το κύκνειο άσμα μιας ολόκληρης «Vazelomania» εποχής. Εικάζεται, μάλιστα, ότι ο χαρακτηρισμός «βαζέλα» ή «βάζελος» υιοθετήθηκε περιπαικτικά από τους φίλους του Ολυμπιακού, οι οποίοι δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν την μπριγιαντίνη (που έβαζαν στα μαλλιά τους, τη δεκαετία του 1960, οι Αθηναίοι) από τη βαζελίνη. Έκτοτε, η παναθηναϊκή κερκίδα δεν χρησιμοποίησε ποτέ ξανά το εν λόγω παρατσούκλι, κόβοντάς το «μαχαίρι» σε συνθήματα, πανό ή ανακοινώσεις.

Όσο για το «Πελάτες, ε; Να!», που ακολούθησε χρονικά, εκείνο το βράδυ, και έκανε τα πλακάκια του ΣΕΦ να τρίζουν από τα ντεσιμπέλ; Αυτός ο χαρακτηρισμός εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο τη σχέση μεταξύ των δύο ομάδων, της οποίας απαρχή υπήρξε ο πέμπτος τελικός του 1999, μια ημέρα όπως αυτή. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία...

Για πολλούς, η νίκη αυτή συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες όλων των εποχών για τον μπασκετικό Παναθηναϊκό. Δεν είναι λίγοι αυτοί που την κατατάσσουν σε περίοπτη θέση, ίσως και πιο ψηλά ακόμα από τα έξι ευρωπαϊκά τρόπαια της μεγαλύτερης ομάδας που ανέδειξε ποτέ ο ελληνικός αθλητισμός. Αν η ένταση της στιγμής, το πάθος και η κ@ύλα των παικτών ορίζουν τη σημαντικότητα μιας νίκης, τότε, ναι. Οι ξέφρενοι πανηγυρισμοί στα αποδυτήρια, οι στιγμές παραφροσύνης του φυσιοθεραπευτή, Άκη Παναγιωταρά, μα, το κυριότερο, η εικόνα του Ντέγιαν Μποντιρόγκα να κρατάει την μπάλα ως λάφυρο, να φιλάει με πάθος το τριφύλλι, να κυλιέται στο παρκέ με τον Ράτζα και να φωνάζει «Πανάτα μου, σε αγκαπώ» μαζί με τη Θύρα 13 αποδεικνύουν του λόγου το αληθές: κάθε «πράσινη» νίκη που φέρνει τίτλο είναι αξιομνημόνευτη, λατρεμένη, ονειρώδης, θελκτική. Αλλά καμία δεν είναι... «όπως το ’99!».

ΥΓ.: «Στο Φάληρο ερχόμαστε για να φωνάξουμε, ΠΑΟ ολέ ολέ, πρωτάθλημα θα πάρουμε μες στο Παλέ». Σήμερα, αυτό είναι ανέφικτο. Ούτε στο Φάληρο μπορούμε να έρθουμε (λόγω της χρόνιας απαγόρευσης μετακίνησης φιλοξενούμενων φιλάθλων) ούτε πρωτάθλημα μες στο Παλέ να πάρουμε (λόγω της απουσίας του Ολυμπιακού από την Α1)...

ΥΓ.: «Συγχαρητήρια σε όλα τα παιδιά, στον υπέροχο κόσμο μας και σε όλους αυτούς που βοήθησαν τον Παναθηναϊκό να πάρει ξανά τον τίτλο του πρωταθλητή, μέσα στον Πειραιά». Τάδε έφη Παύλος Γιαννακόπουλος...

Όπως το ‘99: Η ημέρα που άλλαξε την ιστορία