Κάτι η αποχή των αντιπάλων από τις αγωνιστικές υποχρεώσεις, κάτι το λιθαργικό κλίμα στο ΟΑΚΑ εξαιτίας της απουσίας κόσμου από τις κερκίδες, το παιχνίδι στο πρώτο ημίχρονο ήταν ο ορισμός της βαρετής αναμέτρησης. Οι δυο ομάδες έμοιαζαν αδύναμες να απειλήσουν η μια την εστία της άλλης, αναλώθηκαν στο να αλληλοεξουδετερώνονται και ορισμένες μόνο υποψίες ευκαιριών είχαν να επιδείξουν η ΑΕΚ και ο Παναθηναϊκός.
Η έμπνευση του Καρέρα να παρατάξει την ΑΕΚ με 4-3-3 και τον Μάνταλο στην κορυφή αποδείχθηκε πέρα για πέρα άστοχη και μέχρι ένα σημείο καθόρισε το άνοστο πρώτο ημίχρονο αφού ο Παναθηναϊκός, με τους Σέκεφελντ και Κολοβέτσιο να «καταπίνουν» τον αρχηγό της Ένωσης, ανησύχησε ελάχιστα. Όσο περνούσε η ώρα πάντως, ο ρυθμός βελτιωνόταν. Στην επανάληψη δε, άλλαξαν δραστικά τα πράγματα.
Η επανάληψη ξεκίνησε με τον Μακέντα να στέλνει τη μπάλα στα δίχτυα στο 52' αλλά το γκολ δεν μέτρησε με τον Τζήλο να θεωρεί πως η φάση έχει ξεκινήσει από φάουλ του Γιόχανσον στον Λιβάγια. Η φάση αυτή ξύπνησε τον Παναθηναϊκό, του έδωσε αυτοπεποίθηση και στο 65' ο Μακέντα επανέλαβε το επίτευγμά του όταν βρέθηκε απέναντι στον Μπάρκα και τον πλάσαρε ιδανικά, με το γκολ να είναι καθαρό αυτή τη φορά.
Ο Καρέρα διόρθωσε -πολύ καθυστερημένα πάντως- το λάθος του ουσιαστικά να μην παίζει με φορ, πέρασε στο ματς τον Ολιβέιρα και μόλις τρία λεπτά μετά την είσοδό του και συγκεκριμένα στο 75', ο Πορτογάλος βρήκε άψογα τον Λιβάγια και αυτός, αφού απέφυγε καταπληκτικά τον Γιόχανσον έκανε το 1-1.
Η ισοφάριση της ΑΕΚ κόντρα στην ροή του αγώνα της έδωσε αυτοπεποίθηση και για λίγο πίεσε αλλά όσο το παιχνίδι έφτανε στο 90' έμοιαζε ξεκάθαρο πως διαμορφωνόταν ένα κλίμα συμβιβασμού με το 1-1, το οποίο ήταν και το τελικό αποτέλεσμα.