MENU

«Γκουπ!». «Γκοοολ!». Η σκληρή ασπρόμαυρη μπάλα είχε μόλις κάνει -για τρίτη φορά εκείνο το απόγευμα- τη διαδρομή «αριστερό πόδι Μάικ Γαλάκου-βάθος διχτύων ΑΕΚ». Ήταν το έκτο γκολ του Ολυμπιακού απέναντι στη ζαλισμένη «Ένωση». Οι ιαχές «Ολυμπιακός-Ολυμπιακός» ακούστηκαν στο Μοσχάτο, στη Φρεαττύδα, στα Καμίνια, ακόμα και στο Κερατσίνι. Οι «ερυθρόλευκοι» γίνονταν πλέον το μεγάλο φαβορί για το πρωτάθλημα, ενώ έπαιρναν παράλληλα και την πολυπόθητη ρεβάνς του ατιμωτικού 6-1 της Νέας Φιλαδέλφειας, για το θεσμό του Κυπέλλου Ελλάδας, τρία περίπου χρόνια νωρίτερα.

Οι σημαίες με τον δαφνοστεφανωμένο έφηβο έβγαιναν σιγά σιγά από τα συρτάρια για να πάρουν τη θέση τους στα πειραϊκά μπαλκόνια. Στα καφενεία του επινείου, οι μεσόκοποι θαμώνες επαναφέρουν στη μνήμη τους τη θρυλική ομάδα του Ρωσίδη, του Κοτρίδη και του Μουράτη. Τα πιτσιρίκια ξεκινούν να ξεχύνονται στις αλάνες των Μανιάτικων και της Δραπετσώνας, προσπαθώντας να μιμηθούν τον Βαγγέλη Κουσουλάκη και τον Νίκο Βαμβακούλα. Ο Πειραιάς γιορτάζει το 6-0. Δυστυχώς, όμως, όχι για πολύ ακόμα...

 Η πόρτα ήταν μισόκλειστη και τα τουρνικέ στη θέση τους, σύμφωνα με μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων. Ο Θρύλος δίνει τη θέση του στο θρήνο. Η κλισέ φράση «ασφυκτική ατμόσφαιρα» παίρνει κυριολεκτική έννοια. Τα σκαλιά της θύρας 7 μετατρέπονται σε παραδείσια σκαλιά για 21 ψυχές. Οι ιαχές «Ολυμπιακός-Ολυμπιακός» εξαφανίζονται. Τώρα ακούγονται κλάματα, μοιρολόγια και οι σειρήνες των ασθενοφόρων, των οποίων τα λάστιχα στριγκλίζουν, καθ’ οδόν για το Τζάνειο. Βουβαμάρα, αίμα, πόνος, αγωνία, θάνατος. Ο Πειραιάς θυμίζει πολεμικό τοπίο.

Την ίδια ώρα, λίγα χιλιόμετρα μακριά, στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, ο Παναθηναϊκός παραχωρεί «λευκή» ισοπαλία στον Άρη. Τον αγώνα παρακολουθεί ο νεαρός γιατρός, Νίκος Πολυδωρόπουλος, μετέπειτα ραδιοφωνικός παραγωγός στον Sprint FM, αρθρογράφος στον «Φίλαθλο», προσωπικός φίλος του γράφοντος και ένας εκ των πιο αγνών φίλων του Τριφυλλιού. Μόλις φτάνουν στους Αμπελόκηπους τα τραγικά μαντάτα του Φαλήρου, ο Πολυδωρόπουλος δεν το σκέφτεται στιγμή. Παίρνει το αυτοκίνητό του και σπεύδει γρήγορα στο Τζάνειο για να βοηθήσει τους δεκάδες τραυματίες. Η μοίρα τελικά έμελλε να παίξει άσχημο παιχνίδι και στον ίδιο, ο οποίος, το καλοκαίρι του 2013, δολοφονήθηκε μαζί με τη σύζυγό του, στο σπίτι του στο Αλιβέρι.

Με τον Ολυμπιακό και τους οπαδούς του δεν υπάρχει σχεδόν τίποτε να μας ενώνει. Η χαρά του ενός εξαρτάται από τη στενοχώρια του άλλου και το αντίστροφο. Είμαστε αντίπαλοι, όχι απλοί, αλλά «αιώνιοι». Πρόκειται για μια σχέση συνεχούς έντασης, η οποία, πολλές φορές κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, μετατρέπεται σε σχέση οργής και απύθμενου μίσους που συχνά ξεφεύγει από το αθλητικό πνεύμα. Μια σχέση η οποία έχει διαπεράσει τα ποδοσφαιρικά στεγανά και που ανάγεται πλέον σε αντιπαράθεση δύο εντελώς διαφορετικών κόσμων, οι οποίοι δεν πρόκειται ποτέ να βρουν κοινή διαδρομή. Αυτά, όμως, ισχύουν για τις υπόλοιπες 364 μέρες του χρόνου (ή 365 αν μιλάμε για δίσεκτο έτος, όπως φέτος).

Σήμερα, απλώς συλλυπούμαστε τις οικογένειες των θυμάτων της θύρας 7, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων ήταν νεαρά άτομα. Μπροστά στο πένθος, άλλωστε, δεν φοράμε πράσινες φανέλες, αλλά μόνο μαύρες. Και σκύβουμε το κεφάλι σε ένδειξη σεβασμού, όπως έκαναν οι ποδοσφαιριστές του Παναθηναϊκού, στις 18 Φεβρουαρίου 1981, στο ισόπαλο 0-0 εναντίον του γηπεδούχου Εθνικού, στον πρώτο χρονικά αγώνα που διεξήχθη στο στάδιο «Γ. Καραϊσκάκης», έπειτα από την τραγωδία της 8ης Φεβρουαρίου.

Σεβόμαστε την ανθρώπινη ζωή. Σεβόμαστε τον αντίπαλο οπαδό που χάθηκε για χάρη της αγαπημένης του ομάδας. Σεβόμαστε τους νεκρούς, ανεξαρτήτως χρώματος. Αυτά είναι αδιαπραγμάτευτα. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι και ο Παναθηναϊκός έχει θρηνήσει στο παρελθόν για δικά του παιδιά, όπως οι Γιώργος Κόσκορος και Δημήτρης Σαραντάκης (γενικός γραμματέας της Θύρας 13) οι οποίοι, στις 27 Νοεμβρίου 1966, βρήκαν τραγικό θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα, ταξιδεύοντας από την Αθήνα στη Βέροια για να δουν από κοντά το αγαπημένο τους Τριφύλλι να αντιμετωπίζει την τοπική ομάδα ή οι Πάρης και Αποστόλης, τα δύο παιδιά τα οποία σκοτώθηκαν στις 14 Σεπτεμβρίου 2009, κατά την επιστροφή τους από την Κομοτηνή και τον αγώνα του Τριφυλλιού απέναντι στον Πανθρακικό.

Τα παιδιά που σαν σήμερα «έφυγαν» φορούσαν ερυθρόλευκα κασκόλ. Ε, και; Θα μπορούσαν να είναι φίλοι μας ή αδέρφια μας. Είναι αδέρφια μας, βασικά. Όπως όλοι οι οπαδοί οι οποίοι αγαπούν ανιδιοτελώς την ομάδα τους. Και είναι πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι συνθήματα εναντίον νεκρών έχουν πολλά χρόνια να ακουστούν από «πράσινη» κερκίδα, αν και όταν αυτό συνέβαινε αφορούσε σε μια μικρή μερίδα ανεγκέφαλων οπαδών, οι οποίοι, στην πορεία, είτε αντιλήφθηκαν πόσο unfair είναι να βρίζεις κάποιο θανόντα, είτε απορροφήθηκαν από το σύνολο του παναθηναϊκού κόσμου, ο οποίος ξέρει να σέβεται, να τιμά και έχει άποψη, κρίση και ήθος, κάτι που έχει αποδείξει επανειλημμένως. Άλλωστε, για όλους εμάς, ο Παναθηναϊκός είναι κάτι παραπάνω από Αθλητικός Όμιλος. Παναθηναϊκός σημαίνει και πολιτισμός.

 Εμείς θα συνεχίσουμε να κοντραριζόμαστε, να κάνουμε πλάκα και καζούρα, ακόμα και να βρίζουμε ο ένας τον άλλον, αλλά μέχρι εκεί. Μακάρι να βρίσκονταν εδώ μαζί μας και τα 21 αυτά παιδιά -οι είκοσι φίλοι του Ολυμπιακού και ο ένας της ΑΕΚ- και να συμμετείχαν και εκείνα στις αθλητικές χαρές ή τις λύπες μας.

 Ο Θεός να αναπαύσει τις ψυχές τους και να δώσει δύναμη στις οικογένειές τους. Από έναν αντίπαλο, ο οποίος, μόνο για σήμερα, τηρεί μια άτυπη «εκεχειρία»...

«Πράσινος» φόρος τιμής στα θύματα της θύρας 7