MENU

Είχε μπροστά του ένα λευκό χαρτί. Δίστασε να γράψει. Τα γράμματα δεν ήταν ποτέ το φόρτε του, το σχολείο δεν ήταν ποτέ κάτι που τον απασχόλησε. Σχεδόν 13 χρονών το παράτησε και πήρε χαριστικά ένα απολυτήριο νυχτερινού λυκείου στη Θεσσαλονίκη, μάλλον για να μην τον συζητάει το χωριό. Δεν είναι εύκολο να μεγαλώνεις σε μια κλειστή κοινωνία και τον Γιώργο τον γνώριζαν όλοι στον Αγ. Λουκά Γιαννιτσών. Ήξεραν για τον πατέρα του, τον οποίο δεν γνώρισε ποτέ επειδή έφυγε για την Αμερική. Ήξεραν ότι έχει τέσσερα ακόμα ετεροθαλή αδέλφια, κάποια από τα οποία δεν έχει καν γνωρίσει. Ήξεραν για την αδυναμία που έχει στη μάνα του. Μόνη της τον μεγάλωσε, επέλεξε να μην κάνει δεύτερο γάμο και να δουλεύει προκειμένου να προσφέρει ό,τι περισσότερο μπορούσε στον γιο της.

Για εκείνη ντρεπόταν περισσότερο στις 16 Μαρτίου του 2013. Ο κόσμος τον κατέκρινε, τα κανάλια αναζητούσαν το παρελθόν του, οι δημοσιογράφοι τον πολιορκούσαν κι εκείνος φυλακισμένος στο σπίτι του, προσπαθούσε να πείσει τη μητέρα του ότι είναι το παιδί που εκείνη είχε μεγαλώσει. «Εγώ δεν μεγάλωσα σε πόλη, θυμάμαι την μάνα μου που δούλευε όλη την ημέρα για να μπορεί να μου παρέχει τα πάντα. Όταν ήμουν μικρός, έπαιρνα πέντε λεωφορεία για να πάω στην προπόνηση, πέρασα και δυσκολότερα, πλέον έχω γίνει καλύτερος άνθρωπος», έλεγε σε μια από τις πρώτες απολογίες του, μετά το βράδυ που σόκαρε την ελληνική κοινωνία.

Ένα παιδί είκοσι χρονών, το οποίο πετυχαίνει ένα κρίσιμο γκολ – κι αυτό από σπόντα – και στην καλύτερη των περιπτώσεων απαιτεί από τον κόσμο να σηκωθεί όρθιος και να τον αποθεώσει. Ένα παιδί που ουδέποτε ήξερε τι να γράψει σε ένα χαρτί και κατέληγε να κάνει μουντζούρες. Μέχρι και το σώμα του μουντζούρωσε… Από 15 χρονών ξεκίνησε να κάνει τατουάζ, όμως αυτό δε θα ήταν πρόβλημα, αν υπήρχε μια λογική στις επιλογές του. Στο στήθος του έχει το «never give up» και στο δεξί του χέρι ένα σταυρό, τον Άγιο Γεώργιο και την Παναγία! Στο αριστερό του χέρι τη φράση «μέσα από την πίστη μου παραμένω αγνός, γιατί εδώ είναι η δύναμη που με κρατά αφοσιωμένο» και λίγο κάτω από την κοιλιά του, το άκρως θρησκευτικό και ταπεινό «get rich or die trying»!

Οι πρώτες… ζωγραφιές!

«Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου έπαιζα ποδόσφαιρο». Κλασική εισαγωγή στη ζωή ενός ποδοσφαιριστή. Στα Γιαννιτσά, ο Γιώργος Κατίδης ξεκίνησε με μεγάλες αποστάσεις στο στίβο, όμως το χορτάρι νίκησε το ταρτάν σε νεαρή ηλικία. Ο Ηρακλής Αγίου Λουκά ήταν η πρώτη του ομάδα και ο Άρης χάρη στον Πέτρο Πασσαλή τον ανακαλύπτει το 2008. Ο μικρός, που σήμερα απίστευτο ή μη είναι ακόμα μόλις 23 ετών, μετακομίζει στη Θεσσαλονίκη στα 15 του χρόνια.

Στα πρώτα του χρόνια στη συμπρωτεύουσα, πριν ακόμα ενηλικιωθεί, ήταν πιο επαγγελματίας από ποτέ. Τότε, άλλωστε, θαύμαζε τον Τσάβι και τον Φαν Ντε Φάαρτ, ενώ αργότερα στην πορεία του μιλούσε μόνο για τον Ντέιβιντ Μπέκαμ! Στον Άρη θα κάνει αμέσως εντύπωση, θα κληθεί σε όλες τις μικρές Εθνικές ομάδες, στις οποίες θα διατελέσει και αρχηγός, ενώ θα είναι για τέσσερα χρόνια και ο προστατευόμενος του Μιχάλη Σηφάκη. Έτσι, για να μην θεωρούμε κάποια πράγματα στη ζωή είναι ανεξήγητα… Ο άνθρωπος, όμως, που θα τον σημαδέψει περισσότερο θα είναι ο Στέφανος Γιώρης και μάλλον περισσότερο μετά το θάνατό του, παρά όσο ήταν εν ζωή.

«Μπορεί να μου φώναζες, μπορεί να σε έβριζα, αλλά ήθελες το καλό μου, το ήξερα και ας μην το καταλάβαινα… Με πίστεψες και μ’ αγάπησες σαν παιδί σου! Σ’ ευχαριστώ για όλα, θα μου λείψεις κυρ Στέφανε..», είχε γράψει στα αγαπημένα του social media ο Γιώργος Κατίδης, μερικούς μήνες πριν φύγει από τον Άρη. Μαζί με τον τότε υπεύθυνο ακαδημιών της ομάδας θα είχαν συζητήσει πολλά… Τα καλά και τα άσχημα. Όπως όταν ο Έκτορ Ραούλ Κούπερ αποφάσισε το 2010 να γίνει ο Γιώργος Κατίδης επαγγελματίας. Όπως, μετά το ντεμπούτο του στις 4 Ιανουαρίου του 2011 απέναντι στην Καβάλα. Όπως όταν έπαιζε 45 λεπτά κόντρα στον Παναθηναϊκό και βασικός απέναντι στον Πανιώνιο, στις 16 Ιανουαρίου. Ένας τρελός μήνας, λίγο πριν κλείσει τα 18 του χρόνια.

Στην πορεία θα χρειαστεί κι άλλες φορές τη συμβουλή του κυρ Στέφανου. Κυρίως επειδή έπρεπε κάποιος να τον βάζει στη θέση του. Ο Κατίδης δεν ήταν καν είκοσι χρονών, δεν είχε πάνω από μια ντουζίνα συμμετοχές στη Super League, όμως είχε την απαίτηση να του φέρονται ως σταρ. Είχε επεισόδιο με τον Μιχάλ Προμπίερζ, είχε επεισόδιο με τον Μανουέλ Μασάδο και ισορροπούσε με κλειστά μάτια πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί. Στο ένα χέρι κρατούσε το ταλέντο του και στο άλλο τον χαρακτήρα του. Ήταν θέμα χρόνου να φανεί ποιο θα επικρατούσε.

Η πρόσκληση που δέχτηκε τον Φεβρουάριο του 2012 από την Έβερτον για να προπονηθεί με τα «ζαχαρωτά», θα έπρεπε να είναι αρκετά δυνατό κίνητρο για να αφοσιωθεί στην καριέρα του και να περιμένει την πρόταση για να φύγει από την Ελλάδα. Φευ, όμως. Ο Κατίδης προτίμησε να τα διαλύσει όλα.

Ακατάληπτες μουντζούρες!

Κακές συμβουλές, κακός μάνατζερ, κακές παρέες ή απλά κακό dna; Πιθανότατα ένας συνδυασμός όλων των συστατικών έφεραν τον Γιώργο Κατίδη να κινείται προς την καταστροφή. Τον Μάιο θα καταθέσει προσφυγή εις βάρος του Άρη, διεκδικώντας 25.000 ευρώ. Οι οπαδοί θα εξαγριωθούν, όμως υπάρχουν δύο όψεις σε κάθε νόμισμα. «Έφυγα με 3 ευρώ για τη Σουηδία και ευτυχώς που υπήρχαν κάποιοι συμπαίκτες μου οι οποίοι με στήριξαν. δεν πήγαινε παρακάτω. Το πρόβλημα είναι πάρα πολύ μεγάλο, έχοντας φτάσει σε αδιέξοδο. Έχω μια οικογένεια η οποία περιμένει πράγματα από μένα, ειδικά η μητέρα μου και αυτό με στενοχωρούσε πολύ».

Στη σχέση του με τον Άρη παίχτηκαν πολλά επεισόδια, στην κορνίζα μπήκε και η πρώτη του ομάδα, που διεκδικούσε τροφεία και θα φτάσει Σεπτέμβριος για να μπει τέλος στη σχέση του με την ομάδα της Θεσσαλονίκης. Προηγήθηκε, φυσικά, κι ένα επεισόδιο με τον Μάκη Κατσαβάκη στην προετοιμασία πριν βρεθεί λύση μέσω του Αλκιβιάδη Φωτίου (σ.σ. πλήρωσε τη ρήτρα στον Άρη και κράτησε το 50% των δικαιωμάτων του παίκτη) για να πάρει μεταγραφή στην ΑΕΚ.

«Είχα προτάσεις από όλες τις μεγάλες ομάδες στην Ελλάδα. Επέλεξα να έρθω όμως στην ΑΕΚ, όχι μόνο γιατί είχα πολλούς γνωστούς σε αυτή, αλλά και γιατί οι άνθρωποί της έδειξαν ότι με ήθελαν περισσότερο», λέει λίγο καιρό μετά τη μεταγραφή του και πρώτος στόχος με τα κιτρινόμαυρα είναι να… ρίξει την Έλενα Παπαβασιλείου και μετά την Ήβη Αδάμου! Μιλάμε για επαγγελματική προσήλωση, όχι αστεία…

Αποτέλεσμα, φυσικά, της νοοτροπίας του είναι να μην βρίσκει χώρο να παίζει. Στην αρχή έκανε υποδείξεις στον Βαγγέλη Βλάχο, αργότερα τσακώθηκε κατά σειρά με τους Έβαλντ Λίνεν, Μανώλη Παπαδόπουλο και Γιώργο Πήδουλα, ενώ ενδιάμεσα είχε προκαλέσει τις νουθεσίες του Γιώργου Μπάρκογλου και του Γιώργου Αναστασόπουλου μετά τον αγώνα ΑΕΚ-Κέρκυρα. «Οι παίκτες της ΑΕΚ πρέπει να σοβαρευτούν γιατί έχουν πάρει ψηλά τον αμανέ. Πρέπει να καταλάβουν σε ποια ομάδα είναι, τι φανέλα φοράνε, την ιστορία και τον κόσμο της ομάδας», έλεγε ο έμπειρος επιθετικός για να γίνει πιο συγκεκριμένος ο γκολκίπερ των Φαιάκων. «Είναι απαράδεκτο να βλέπεις παιδιά που ξεκινάνε να παίζουν ποδόσφαιρο τώρα, 19χρονα και 20χρονα, να βρίζουν μάνες, σπίτια και οικογένειες. Ήμουν εκεί και άλλοι μπροστά για αυτά που σας λέω».

Ήταν προφανές ότι ο Γιώργος Κατίδης δεν έβρισκε ισορροπία. Είχε γείρει επικίνδυνα προς τη κακή νοοτροπία, το ταλέντο του δεν φαινόταν πουθενά και από κάτω τον περίμενε η άβυσσος που έχει θάψει δεκάδες νεαρούς παίκτες σαν εκείνον… Η αμφισβήτηση και η γκρίνια προς το πρόσωπό του στην ΑΕΚ τα έκανε χειρότερα. Και στις 16 Μαρτίου του 2013 ήρθε το μπαμ. Ο νεαρός μέσος που είχε περάσει ως αλλαγή στο 29’, σκοράρει από… σπόντα στο 84’. Τρέχει προς το πλάι του γηπέδου και μαζί του τρέχουν και οι συμπαίκτες του. Σηκώνει το χέρι, προσπαθούν να του το κατεβάσουν. Σταματάει και χαιρετάει ναζιστικά. Ο κόσμος στο γήπεδο παγώνει, οι συμπαίκτες του σαστίζουν. Η Ελλάδα θα ζει και θα κοιμάται τα επόμενα 24ωρα με ένα ερώτημα. Ναζιστής ή βλαξ;

Ο Κατίδης επιλέγει το λιγότερο κακό. «Ήταν σα να έλεγα «έβαλα το γκολ που σώζει την ΑΕΚ και σηκωθείτε όρθιοι για μένα». Δεν ήξερα, όμως, τι σήμαινε αυτή η κίνηση. Την είχα ξαναδεί σε αστεία βιντεάκια στο youtube, όπως την έχουν δει όλα τα παιδιά στην ηλικία μου», απολογείται στην πρώτη του συνέντευξη, προσθέτοντας πως η 28η Οκτωβρίου και η 25η Μαρτίου ήταν για εκείνον απλά δυο μέρες που δεν είχε σχολείο, αγνοώντας οποιαδήποτε ιστορική σημασία.

Στην… τηλεοπτική του απολογία προσθέτει ότι το «Μαθήματα Αμερικάνικης ιστορίας» έγινε η αγαπημένη του ταινία και πως διάβασε και ενημερώθηκε για το λάθος του. Το έκανε και τατουάζ, φυσικά, με μια ανατριχιαστική γραμματοσειρά να θυμίζει την ημερομηνία και το «my mistake», όπως έγραψε. Η ΑΕΚ τον τιμώρησε για έξι μήνες, η ΕΠΟ για μια ζωή, ο κόσμος δεν ήξερε αν έπρεπε να τον συγχωρέσει ή όχι. Η ποδοσφαιρική του πορεία συνεχίστηκε. Πήγε στη Νοβάρα κι έπαιξε για δέκα ματς, γύρισε ένα χρόνο μετά στη Βέροια για να αποδείξει πως τίποτα δεν έχει πήξει στο μυαλό του.

Δεν είναι τυχαίο πως όταν υπέγραφε στην ελληνική ομάδα, δήλωνε πως αν δεν υπήρχε εκείνο το γκολ «θα μιλούσαμε τώρα για άλλη καριέρα, άλλες ομάδες, άλλα λεφτά». Με τη Βέροια έπαιξε σε τέσσερα ματς, έφυγε για τον Λεβαδειακό για να συναντηθεί εκ νέου με τον Μιχάλη Σηφάκη και να μας χαρίσουν σπάνιες ποδοσφαιρικές στιγμές, που τραγουδάνε και χορεύουν Stan στο αυτοκίνητο. Ήταν και η τελευταία φορά που διαβάσαμε το όνομά του, είδαμε το πρόσωπό του, ακούσαμε νέα του. Μέχρι τη χθεσινή…

Ο Γιώργος Κατίδης είχε ένα λευκό χαρτί μπροστά του. Δίστασε να γράψει. Δεν κατάλαβε ποτέ ότι δεν είναι κακό να μην ξέρεις ορθογραφία ή να μην ξέρεις γράμματα. Κακό είναι να μουντζουρώνεις.

Η πορεία αυτοκαταστροφής του Κατίδη