MENU

Τον έχω δει με τα μάτια μου να καταρρίπτει, αυταπόδεικτα αξιώματα της φύσης. Να νικάει τον νόμο της βαρύτητας και να στέκεται στον αέρα συνήθως για να... κατεβάσει τον γενικό σε κάποιον πολύ ψηλότερο ή πιο αλτικό. Να νικάει τον χρόνο και να σκοράρει τέσσερις πόντους σε 9 δευτερόλεπτα (και 13 στα τελευταία 75) για να στείλει ένα ματς με την Ολίμπια Λιουμπλιάνας στην παράταση. Τον έχω δει να νικάει τον νόμο των πιθανοτήτων και με απίθανα buzzer beater που απαιτούσαν ατσάλινα νεύρα να πετάει στο καναβάτσο την Μάλαγα, την Εθνική Γαλλίας, την Μπαρτσελόνα και πολλούς άλλου. Τον θυμάμαι να μην πετάει ποτέ λευκή πετσέτα ακόμα κι όταν ήταν φύσει αδύνατον να γυρίσει ένα ματς. Δεν τον θυμάμαι ποτέ όμως να τα παρατάει ή να εγκαταλείπει πριν ακουστεί η κόρνα της γραμματείας. 

Η κίνηση του Δημήτρη Διαμαντίδη να σηκωθεί και να φύγει από το γήπεδο στο 33ο λεπτό του αγώνα του Παναθηναϊκού με την Ζενίτ στο -22 -για τον Μήτσο που ξέρω- ήταν θέμα. Ο 3D δεν τα κατάφερνε ποτέ καλά με τα λόγια, η γλώσσα του σώματος πάντα μιλούσε καλύτερα για αυτόν. Είναι η πρώτη φορά που ο Διαμαντίδης αποτελεί μέρος μιας losing team και η πρώτη που δεν φοράει σορτσάκι για να μπορέσει να το διορθώσει στο παρκέ μόνος του. Κι αυτό, το ότι δεν μπορεί να το φτιάξει, τον σκοτώνει διπλά. Κανείς δεν είναι συμβιβασμένος με την ήττα, μα αν κάποιος ήταν συνώνυμος με την άρνηση της σε αυτήν, ήταν ο Μήτσος. 

Το πόσο ήρθε το Παναθηναϊκός - Ζενίτ δεν έχει καμία σημασία, άλλωστε οι δύο ομάδες δεν έχουν τους ίδιους στόχους, ούτε θα τερματίσουν κάπου κοντά στην βαθμολογία. Όταν ιδρύθηκε το μπασκετικό τμήμα της ομάδας της Αγίας Πετρούπολης (2014), ο Παναθηναϊκός είχε ήδη 6 λάβαρα στον ουρανό του ΟΑΚΑ, όμως σήμερα δεν μπορεί να κοιτάξει στα μάτια τον ρωσικό νεόπλουτο γίγαντα. Για την ακρίβεια, τον βλέπει να του ξελογιάζει κουνώντας δεσμίδες από ευρώ, όποιο ικανός στέλεχος διαθέτει. Τον Τσάβι Πασκουάλ. Τον Μάνο Παπαδόπουλο. Ενδεχομένως κάποιον εκ των Ιωάννη Παπαπέτρου, Ντίνου Μήτογλου, που το καλοκαίρι μένουν ελεύθεροι.

Εδώ και χρόνια, το τριφύλλι βλέπει μαρτυρικά τις αναμνήσεις του να ζωντανεύουν μπροστά του, δίχως να μπορεί να κάνει τίποτα άλλο παρά να ψελλίσει ένα thanks for the memories. Η πρώτη υποδοχή στον Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς ήταν ανατριχιαστική. Στην δική του, ο Μάικ Μπατίστ βούρκωσε και έμπηξε τα ζουμιά. Στο αντίο του Αλβέρτη σείστηκαν τα τσιμέντα. Σε αυτό του Διαμαντίδη δάκρυσαν και τα δάκρυα. Στην επιστροφή του Μάικ Τζέιμς οι καρδιές χτύπησαν πιο δυνατά. Σε αυτή του Τσάβι Πασκουάλ υπήρξε η γενική αναγνώριση της αξίας του. Σε αυτή του Μάνου Παπαδόπουλου, ο επί σειρά ετών παράγοντας του τριφυλλιού χάθηκε βουρκωμένος στην αγκαλιά του Φράνκι. Το ίδιο θα γίνει λογικά και σε μερικές εβδομάδες όταν επιστρέψει στο ΟΑΚΑ ο Νικ Καλάθης. Το ίδιο θα γινόταν, αν ο Βασίλης Σπανούλης είχε πάει οπουδήποτε αλλού, πλην του Ολυμπιακού. Μόνο μισεμοί, ο Παναθηναϊκός συνήθισε σε αυτούς, λες και συμβιβάστηκε με την εποχή της παρακμής του.

Η αποχώρηση του Δημήτρη Διαμαντίδη είναι περισσότερο σημειολογική. Είναι μία έμμεση παραδοχή ότι στην σημερινή Euroleague δεν μπορείς να σταθείς φτιάχνοντας ομάδες μόνο από τα έσοδα σου. Ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός χωρίς την οικονομικές ενέσεις τρέλας των Γιαννακοπουλαίων και των Αγγελόπουλων που εν γνώσει τους έμπαιναν μέσα με τα μπούνια κάθε χρόνο για την… καψούρα τους είναι -κακά τα ψέματα- ομάδας που θα παλεύουν για να αποφύγουν την τελευταία θέση κι ας έχουν στο τιμόνι τους τοτέμ και βαθείς γνώστες του μπάσκετ. Το οικονομικό παιχνίδι είναι άνισο και ενδεχομένως μη αναστρέψιμο.

Πάντως, αυτό που γίνεται αντιληπτό ακόμα και σε μία τέτοια... σκοτεινή σεζόν είναι πως αν ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος δεν αποχωρούσε και έβαζε από την τσέπη του τα μισά από όσα... επέλεγε να χάνει κάθε χρόνο (για παράδειγμα 5 εκατομμύρια αντί για 10), ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να είναι ανταγωνιστικός παντού. Όχι να κάνει πρωταθλητισμό. Να είναι ανταγωνιστικός όμως, σίγουρα.

Το θέμα για τον Παναθηναϊκό δεν είναι ποιος θα αντικαταστήσει τον Γιώργο Βόβορα ούτε αν θα πάρει έναν ή δύο παίκτες για να βελτιώσει το ρόστερ του, αλλά η μεγάλη εικόνα. Όχι, η επόμενη μέρα, αλλά η επόμενη… δεκαετία. Δίχως έναν νέο αγοραστή - επενδυτή, που θα αλλάξει τα οικονομικά δεδομένα, το τριφύλλι βαδίζει με μαθηματική ακρίβεια προς τον απόλυτο μαρασμό, την απαξίωση. Κινδυνεύει να γίνει μία νέα Βαρέζε ή για να το φέρουμε στα ελληνικά μέτρα, ένας έκπτωτος αυτοκράτορας όπως ο Άρης ή ο ΠΑΟΚ.

Στην ΚΑΕ έχει μπει πωλητήριο εδώ και μήνες και παρότι υπάρχει υπαρκτό ενδιαφέρον, ακόμα δεν έχουν δρομολογηθεί σημαντικές εξελίξεις -τουλάχιστον προς το παρόν. Το πιο ανησυχητικό δεν είναι το σημερινό 5-12. Αυτό δεν είναι τίποτα, μπροστά σε αυτό που μπορεί να έρθει, αν οι πράσινοι συνεχίζουν να ζουν μεροδούλι - μεροφάι από το μεροκάματο, που στην εποχή της πανδημίας και της ύφεσης θα βγαίνει όλο και πιο δύσκολα. 

Το πιο ακραίο; Το κλειστό και εγγυημένο συμβόλαιο της Euroleague που φέρνει 2,5 εκατομμύρια ετησίως, αυτό που ο Παναθηναϊκός ήθελε να διακόψει, έφτασε να είναι το σημερινό του σωσίβιο, η σανίδα σωτηρίας, το «τυράκι» για κάθε ενδιαφερόμενο επενδυτή!

Η αποχώρηση του Μήτσου από το παρκέ ήταν περισσότερο συμβολική, παρά κάτι ουσιαστικό. Ωστόσο, ο χρόνος κυλά αντίστροφα, η άμμος στην κλεψύδρα -με τις παρούσες συνθήκες- αδειάζει. Όχι για τον ίδιο. Για την ομάδα που υπηρέτησε τόσα χρόνια…

Γιατί Μήτσο;