Θα πρέπει να μισείς το ποδόσφαιρο. Θα πρέπει να έχεις μέσα σου ένα αρρωστημένο «εγώ» που θέλει να γίνεται το επίκεντρο της δημοσιότητας, να τραβάει αυτάρεσκα τα τηλεοπτικά πλάνα πάνω του.
Τον θυμάμαι να σφυρίζει επιδεικτικά λήξη ακριβώς στο 4ο λεπτό των καθυστερήσεων δίχως να αφήσει να χτυπηθεί ένα κόρνερ σε ένα πρόσφατο παιχνίδι της Σκωτίας με την Πορτογαλία στο Nations League και να στήνει έναν θεατρικό καβγά με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, ο οποίος πήγε να του ζητήσει τα ρέστα.

Ή να τρέχει στον πάγκο για να κιτρινίσει επιδεικτικά τον Κάρλο Αντσελότι και να πάρει το τηλεοπτικό κοντινό πλάνο σε ένα παιχνίδι τς Ρεάλ Μαδρίτης με την Σέριφ Τίρασπολ.

Στην Τούμπα, ο πιο αναγνωρίσιμος παίκτης στο χορτάρι, αυτός με το μεγαλύτερο βιογραφικό, την πιο πλούσια καριέρα ήταν ο Τάισον. Επάνω του, αποφάσισε να κάνει επίδειξη της δύναμης, της εξουσίας, της αίσθησης ενός μικρού Θεού που του δίνει το στραγάλι και η στολή.
Ακόμα κι αν ο Βραζιλιάνος του είπε κάτι, δεν μπορεί, δεν γίνεται να άκουσε το οτιδήποτε, εκτός αν έχει βιονική ακοή. Σε ένα γήπεδο με ακραία ηχητική βία, decibel στον Θεό, σε ένα μέρος όπου μετά βίας ακούς τον διπλανό σου, δεν γίνεται ο Βέλγος διαιτητής να άκουσε το οτιδήποτε σε απόσταση 30 - 35 μέτρων.

Αν ήταν εξύβριση, άλλωστε, θα βλέπαμε απευθείας κόκκινη. Εδώ, είχαμε δεύτερη κίτρινη.
Ναι, αλλά γιατί; Για ποιο πράγμα; Για μία διαφωνία; Για μία θυμωμένη κίνηση του χεριού ενός παίκτη, που του λέει ότι διαφωνεί με μία του απόφαση; Σοβαρά τώρα;
Από πότε ποινικοποιήθηκε πειθαρχικά η διαφωνία; Από πότε μπορεί κάποιος να αλλοιώνει τις αριθμητικές ισορροπίες ενός ευρωπαϊκού αγώνα νοκ-άουτ για να ικανοποιήσει τον αρρωστημένο εγωισμό του, να δείξει ότι δεν δέχεται μύγα στο σπαθί του;
Ο Λόρενς Βίσερ είναι ένας κακός, κάκιστος, προβληματικός διαιτητής. Πνιγμένος από τις τύψεις, τις Ερινύες, τις δεύτερες σκέψεις, ψαχνόταν σε όλο το δεύτερο ημίχρονο να διορθώσει το λάθος με ένα άλλο λάθος.
Ένας διαιτητής που στο 11 εναντίον 11 του πρώτου μέρους, καταλόγισε μόλις ένα (!) φάουλ εναντίον της Στεάουα, της έδωσε 6 κάρτες στην επανάληψη, τις περισσότερες για ψύλλου πήδημα, όταν εκείνη έπαιζε με παίκτη περισσότερο!
Ψαχνόταν να της βγάλει παίκτη, πάλευε να το φέρει ξανά στα ίσα, μα ο περπατημένος Ηλίας Χαραλάμπους τον πήρε αμέσως πρέφα κι άρχισε να αντικαθιστά άρον-άρον όποιον έβλεπε κίτρινη.
Μία ξεκάθαρη, οφθαλμοφανή, ακραία αλλοίωση των συνθηκών διεξαγωγής παιχνιδιού.
Ρόλος του διαιτητή είναι να υπηρετεί το παιχνίδι, όχι να το καταστρέφει.
Να το διευκολύνει, όχι να το αλλοιώνει.
Να το αφήνει να παιχθεί σύμφωνα με τα χρηστά ήθη, όχι να αποφασίζει με βάση προσωπικές αγκυλώσεις.
Ο διαιτητής είναι ένας συνεργάτης των παικτών, όχι ένας εχθρός τους.
Στον πειθαρχικό έλεγχο, οφείλει να λειτουργεί σωφρονιστικά, όχι εκδικητικά.
Πρώτο του μέλημα θα πρέπει να είναι η σωματική ακεραιότητα των παικτών, όλα τα υπόλοιπα έπονται.
Σε αυτό τον τρομακτικό τράκο του Μιχαηλίδη με τον Κοτάρσκι που άφησε στον Έλληνα αμυντικό σουβενίρ 10 ράμματα και υποψία διάσεισης, ο Μπιρλίγκεα βάζει το χεράκι του, είναι αυτός που τον σπρώχνει και βοήθησε να συμβεί αυτή η σφοδρή μετωπική σύγκρουση.
Ο Βίσερ το είδε. Το παιχνίδι, άλλωστε, επανεκκίνησε με φάουλ.
Ωστόσο, έκρινε ότι μία τέτοια ενέργεια που έθεσε σε ακραίο κίνδυνο την υγεία δύο ποδοσφαιριστών, δεν είναι πειθαρχικά ελεγκτέα με μία κάρτα, όσο ένα κούνημα του χεριού ενός παίκτη που διαφώνησε σε μία του απόφαση στα 35 μέτρα μακριά!
Μία κωμωδία. Μία φαρσοκωμωδία.
Ο Τάισον διαλύθηκε. Έσπασε μέσα του, έγινε χίλια κομμάτια. Πρόσφατα έμαθε πως του επέβαλλαν περιοριστικούς όρους για να ασκήσει αυτό που αγαπάει περισσότερο από κάθε τι, σαν να αποτελεί απειλή για την δημόσια ασφάλεια. Τώρα, ένιωθε μέσα στο γήπεδο αυτό που τον διαλύει περισσότερο από κάθε τι, αυτό που πολεμάει με την συμβολική σφιγμένη του γροθιά μετά από κάθε γκολ : Την έλλειψη σεβασμού. Την αδικία. Την στοχοποίηση.
Δεν διαμαρτυρήθηκε καθόλου -τι σημασία είχε άλλωστε, σάμπως θα άλλαζε κάτι; Έφυγε σφαίρα για τα αποδυτήρια και άφησε να εννοηθεί ότι σκέφτεται ακόμα και να κόψει το ποδόσφαιρο.
Δεν είναι η πρώτη φορά. Το απόγευμα της 10ης Νοεμβρίου του 2019 στο Κίεβο, σκέφτηκε ακριβώς το ίδιο όταν μία εξέδρα από… λευκοχιτώνες έκανε ήχους μαϊμούς σε κάθε του επαφή με την μπάλα. Κάποια στιγμή έσπασε. Τους πέταξε την μπάλα με οργή, τους έκανε ένα γεμάτο κ@λ@δαχτυλο και έφυγε από μόνος του κλαίγοντας για τα αποδυτήρια πριν δει την μοναδική κόκκινη κάρτα στην καριέρα του στην Ουκρανία. Μάζεψε τα πράγματα του, έφυγε από την χώρα και δεν ξαναπάτησε.

Ο Τάισον δεν έκανε κάτι λάθος. Δεν «κρέμασε» κανέναν. Δεν πρόδωσε κανέναν ό,τι κι αν υποστηρίζουν οι σύγχρονοι δικαστές των (social) media.
Έκανε αυτό που θα έκανε ο οποιοσδήποτε στην θέση του: διεκδίκησε το δίκιο του.
Μπορεί να νιώθει μπουχτισμένος, πελαγωμένος, αηδιασμένος, μπερδεμένος -ανθρώπινο είναι.
Το σίγουρο είναι ότι δεν έκανε ο ίδιος κάτι λάθος. Δεν έφταιξε.
Δεν μπορεί κάποιος που αποδεδειγμένα μισεί το ποδόσφαιρο, να διώξει από αυτό κάποιον που το υπηρετεί με σεβασμό και αγάπη.
Το ίδιο το ποδόσφαιρο θα επέμβει -είμαι σίγουρος- να διορθώσει αυτή την ιστορική ανορθογραφία…