Ζούμε στην εποχή των haters, το μίσος, το δηλητήριο, η αμφισβήτηση, η τάση για αποκαθήλωση υπερνικά την αγάπη, την αποδοχή, την παραδοχή, την αναγνώριση. Οι haters ακούγονται συνήθως περισσότερο γιατί φωνάζουν, κραυγάζουν, ουρλιάζουν, η αποδοχή είναι συνήθως σιωπηρή.
Δεν υπάρχει -θαρρώ- μεγάλος αθλητής δίχως haters. Ακόμα και ο Μέσι, ο Κριστιάνο Ρονάλντο, ο Λεμπρόν. Τι λέω; Αυτοί κι αν έχουν. Αυτοί έχουν τους περισσότερους.
Μα, τώρα που το ξανασκέφτομαι ίσως και να υπήρξε κάποιος που λατρεύτηκε παράφορα, δίχως τον αγγίξουν ποτέ οι haters.
Πως να μισήσεις κάποιον που χαμογελάει όλη την ώρα; Πως να λοιδορήσεις κάποιον που παίζει και χαίρεται σαν ένα μικρό παιδί μέσα στο γήπεδο; Πως να γιουχάρεις κάποιον με διάφανη ψυχή, ο οποίος μοιράζει απλόχερα χαρά;
Αυτό το καθάριο, αφοπλιστικό, αυθεντικό, μποέμ χαμόγελο του Ροναλντίνιο ήταν το σήμα κατατεθέν του, περισσότερο κι από τα ζογκλερικά που έκανε στο γήπεδο. Ήταν η προσωποποίηση της χαράς, της ανεμελιάς, πως να ρίξεις δηλητήριο σε έναν τέτοιο τύπο;
Αυτό το χαμόγελο, πιθανώς και να ήταν το μεγαλύτερο όπλο του. Ο χαρούμενος, ευδιάθετος, ανεβασμένος «Ρόνι» ήταν αδύνατον να ανακοπεί, αν σου χαμογελούσε (ήξερες ότι) είχες τελειώσει.
Τώρα πια -το βλέπεις σε κάθε κοντινό πλάνο- στο ποδόσφαιρο μας έχουμε γεμίσει από μαγκωμένους, αγχωμένους, ανέκφραστους, αγέλαστους, φοβισμένους ποδοσφαιριστές.
Κάτωχρους παίκτες που τρέμουν την παραμικρή λάθος πάσα, που φοβούνται ακόμα και τον ίσκιο τους, ανασαίνουν βαριά χωρίς λόγο, ανεβάζουν παλμούς από την πίεση, το άγχος, την ευθύνη. Παίκτες που αποφεύγουν τα ρίσκα μη τυχόν και μπλέξουν, αθλητές που αντιμετωπίζουν το ποδόσφαιρο ως άλλη μία μέρα στην δουλειά.
Μόνο που το ποδόσφαιρο ήταν, είναι και θα είναι ένα… ΠΑΙΧΝΙΔΙ. Και για να το παίξεις καλά πρέπει πρώτα να το ευχαριστιέσαι, να το απολαμβάνεις, να το χαίρεσαι.
Ο Γιάννης Κωνσταντέλιας είναι ένα ευλογημένο, ένα χαρισματικό παιδί, δεν χρειάζεστε εμένα για να το μάθετε. Είναι το πρόσωπο της ημέρας, το talk of the… country, είναι το πρώτο θέμα παντού.
Μόνο που το αληθινά σημαντικό με την περίπτωση του δεν είναι τα γκολ, οι ασίστ, οι ντρίμπλες, οι περίτεχνες ενέργειες, η προοπτική του, αλλά κάτι άλλο: το χαμόγελο του!
Την πρώτη φορά που το εντόπισα, παραξενεύτηκα. Ο ΠΑΟΚ μόλις είχε χάσει στο ντέρμπι από την ΑΕΚ, όμως στις δηλώσεις του μπροστά στην κάμερα, ο μικρός είχε ζωγραφισμένο ένα μειδίαμα στο πρόσωπο του.
Ήταν χαρούμενος, μόνο και μόνο επειδή είχε παίξει. Ήταν ευτυχισμένος, που το είχε ζήσει. «Εντάξει, χάσαμε, αλλά την επόμενη φορά θα προσπαθήσουμε να είμαστε καλύτεροι και να κερδίσουμε». Δηλώσεις μιας αγνής, παιδικής, αμόλυντης ψυχής, σαν να είχε τελειώσει την μπάλα με τα φιλαράκια του στην αλάνα της γειτονιάς.
«Λόκαρα» το βλέμμα μου αποκλειστικά πάνω του στο παιχνίδι απέναντι στον ΠΑΣ Γιάννινα. Ήταν ακόμα πιο ηγετικός, πιο επιδραστικός, ένα αληθινό αερικό στο γήπεδο. Μετέδωσε την ενέργεια, το κέφι, την αλεγρία του σε όλους του, τους συμπαίκτες. Όταν κάποια στιγμή -παρελκόμενο της νεανικής του ορμής- τελείωσε ατομικά μία ενέργεια, δίχως να δώσει την εύκολη πάσα δίπλα, κατέβασε με ντροπή το βλέμμα και ζήτησε ταπεινά συγγνώμη, όπως ένα παιδί που μόλις έκανε μια σκανταλιά. Πως να του κρατήσεις κακία; Πως να του θυμώσεις;
Το πραγματικό χάι-λάιτ, όμως, ήταν την ώρα που είδε το νούμερο του για να γίνει αλλαγή. Οι περισσότεροι παίκτες που βγαίνουν «χαλιούνται», δυσφορούν, στραβομουτσουνιάζουν, εκνευρίζονται. Εκείνος φόρεσε το πιο λαμπερό του χαμόγελο και αγκάλιασε τον Ντιέγκο Μπίσεσβαρ που μπήκε στην θέση του (δείτε το στο 6:42 του βίντεο). Υπέροχο.
Στην Νίκαια, από την προθέρμανση, μέχρι την ώρα που βγήκε από το γήπεδο, γνωρίζοντας ένα μοναδικό για ελληνικό γήπεδο standing ovation από αντίπαλο κοινό, έκανε τα πάντα, χαμογελώντας! Ένας λόγος για να βλέπεις μπάλα και να σου ανεβαίνει η διάθεση!
Άλλα πράγματα τα κάνει εντυπωσιακά, κάποια άλλα απλώς καλά, άλλα όχι και τόσο. Τα κάνει όμως όλα με μία τέτοια παιδικότητα, με μία τέτοια αγνότητα, με τέτοια καθαρότητα ψυχής και βλέμματος που είναι αδύνατον να μην τον συμπαθήσεις.
Ο μικρός το χαίρεται, το ζει, το διασκεδάζει κι αυτό μοιάζει παράταιρο σε μία εποχή, που η χαρά έχει σχεδόν ποινικοποιηθεί. Είναι θρασίμι, μποέμ, ένα τσακαλάκι που δεν θα λακίσει, ακόμα και όταν οι κλωτσιές πέφτουν βροχή.
Το ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο τεχνική, υπάρχουν αμέτρητα βίντεο από free-stylers που κάνουν ασύλληπτα μαγικά με μία μπάλα στα πόδια, αλλά δεν μπορούν να σταθούν ούτε στο τοπικό.
Το υπέροχο με τον «Ντέλια» είναι όλα αυτά τα μικρά που κάνει, όχι τα κόλπα που σκαρώνει. Η διάθεση του να μαρκάρει, να πρεσάρει, να θυσιαστεί. Η διάθεση του να δει τον ελεύθερο συμπαίκτη, να μοιραστεί, να κλέψει μπάλες. Είναι η συστολή, το βλέμμα, το χαμόγελο του. Είναι η ταπεινότητα, η ειλικρίνεια, το προσγειωμένο μυαλό του.
Ένας μικρός, που παίζει σαν μεγάλος.
Όσο χαμογελάει μες το γήπεδο, μην τον φοβάστε…