MENU

Γεννήθηκε στο Παρίσι. Μεγάλωσε στο 14ο διαμέρισμα της πόλης του φωτός, στις γειτονιές του Μοντρούζ, μια όμορφη, καταπράσινη, γραφική περιοχή στο νότιο κομμάτι της γαλλικής πρωτεύουσας.

Η δεύτερη επαγγελματική του στέγη ήταν το Πριγκιπάτο του Μονακό. Μία από τις πρώτες του κινήσεις ήταν να νοικιάσει μία έπαυλη στην μαγική γαλλική Ριβιέρα. 

Ακολούθησε το Λονδίνο και η πρωτεύουσα της μόδας, το Μιλάνο. Ολόκληρη η ποδοσφαιρική του διαδρομή ταυτίστηκε με τα λαμπερά φώτα, την χλιδή, την πολυτέλεια. 

Τι μπορεί να έκανε τον Τιεμουέ Μπακαγιόκο από όλα τα μέρη του κόσμου να επιλέξει το… ψαροχώρι του Λοριάν στις όχθες του Ατλαντικού ωκεανού; 

Για πρώτη φορά στην καριέρα του, μετά από 6 χρόνια αιχμαλωσίας στο συμβόλαιο που είχε υπογράψει με την Τσέλσι το 2017 (και είχε ως συνέπεια απανωτούς δανεισμούς), είχε την ελευθερία να επιλέξει την ομάδα της αρεσκείας του. 

Τι τον έκανε να βάλει την υπογραφή του σε μία ομάδα που το παρατσούκλι της είναι «μπακαλιάροι»; 

Τι τον οδήγησε να επιλέξει να παίξει για πρώτη φορά στην καριέρα του σε μία ομάδα είχε ως στόχο την παραμονή;

Η απάντηση είναι εύκολη: ο ποδοσφαιρικός του εγωισμός. Και ο προπονητής Ρεζίς Λε Μπρις, τον οποίο είχε στην ομάδα νέων της Ρεν.

Θα μπορούσε να περιφέρει το βιογραφικό ανά χείρας και να τα αρπάξει χοντρά οπουδήποτε στην Αραβία. Θα μπορούσε να βγάλει ένα εύκολο εφάπαξ και να αράξει από τα 30 του. Όχι, εκείνος. Μέσα του, νιώθει ακόμα ποδοσφαιριστής.

Ο Μπακαγιόκο ήθελε κάτι άλλο που του είχε λείψει. Μία ποδοσφαιρική οικογένεια. Ένα γκρουπ στο οποίο οι παίκτες θα έχουν αληθινές ανθρώπινες σχέσεις μεταξύ τους. Έναν σύλλογο που οι οπαδοί δεν θα νιώθουν ως «πελάτες» ή επισκέπτες ενός εμπορικού κέντρου.

Ήθελε ένα μέρος για να φτιάξει το… μέσα του και να το βγάλει ξανά προς τα έξω. Δεν ήταν εύκολο. Το σώμα του είχε ξεχάσει το ποδόσφαιρο. 

Ένα χρόνο στο Μιλάνο (σεζόν 2022-23) μόνο έβλεπε. Ο Πιόλι τον είχε ξεχάσει. Μόνο με προπόνηση, δεν μπορείς να διατηρηθείς. 

Στην Βρετάνη, του πήρε λίγο καιρό να νιώσει ξανά ποδοσφαιριστής, να ενεργοποιηθεί το restart στον οργανισμό του. Από την πίεση να επιστρέψει έβγαλε κάτι ενοχλήσεις στους προσαγωγούς - αυτός ήταν θηρίο δεν είχε ποτέ τέτοια μυϊκά θέματα.

Μόνο στο δεύτερο μισό της περσινή σεζόν ένιωσε ότι το σώμα είχε επιστρέψει πλήρως, ήταν ξανά ο εαυτός του. Μόνο που προέκυψε ένα άλλο προβληματάκι. 

Η Λοριάν υποβιβάστηκε. Και δεν μπορούσε να υποστηρίξει το συμβόλαιο του. Έπρεπε να αναζητήσει νέα ποδοσφαιρική στέγη.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι που ο ΠΑΟΚ επέλεξε τον Μπακαγιόκο και ο Μπακαγιόκο τον ΠΑΟΚ. 

Ο συνδετικός κρίκος αυτής της ιστορίας έκανε μάλιστα καρδούλα στην ανάρτηση της επίσημης ανακοίνωσης της συμφωνίας από τα social media του Δικεφάλου. Λέγεται Σουαλιό Μεϊτέ.

Μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό. Αμφότεροι γεννήθηκαν στο Παρίσι, με μερικούς μήνες διαφορά. Αμφότεροι box-to-box μέσοι. Με παρόμοιο στιλ. Κάπως ράθυμο, κάπως νωχελικό, μα… αρχοντικό.

Όταν η Τσέλσι έδωσε 40 εκατομμύρια ευρώ και έκανε τον Μπακαγιόκο την δεύτερη ακριβότερη μεταγραφή στην ιστορία της, η Μονακό πήρε στην θέση του τον… Μεϊτέ!

Το καλοκαίρι του 2021, όταν έληξε ο δανεισμός του Μεϊτέ στην Μίλαν, οι ροσονέρι δανείστηκαν τον… Μπακαγιόκο. Συμπτωματικά, ο μεγαλύτερος αδερφός του Μπακαγιόκο λέγεται Σουαλιό. Τόσο, ίδιοι. Καθόλου τυχαίο που κληρονόμησε το «8», το νούμερο που άδειασε αυτό το καλοκαίρι. Όλοι ξέρουμε ποιος το φορούσε πέρσι. 

Ο ΠΑΟΚ λογικά πήγε στην λύση Μπακαγιόκο. Ο Μπακαγιόκο γιατί επέλεξε τον ΠΑΟΚ;

Όχι, δεν είναι τα λεφτά. Θα μπορούσε να βρει αλλού περισσότερα. Ούτε η ευρωπαϊκή πρόκληση. Όταν συμφώνησε, οι πρωταθλητές Ελλάδας ήταν ήδη εκτός Champions League.

Δεν είναι καν η όμορφη Θεσσαλονίκη ή η Χαλκιδική. Είναι κάτι περισσότερο από αυτό, είναι κάτι που κυκλοφορεί εσωτερικά στην κλειστή πιάτσα των ποδοσφαιριστών.

Όταν ο Μεϊτέ ήρθε στον ΠΑΟΚ πέρσι τέτοια εποχή, η Μπενφίκα τον είχε κάνει να μην αισθάνεται ποδοσφαιριστής. Ξέρουμε όλοι τι έγινε στην συνέχεια.

Όταν αποκτήθηκε ο Τάισον είχε χάσει την όρεξη του για μπάλα, είχε χάσει τον αδερφό του, φλέρταρε με την κατάθλιψη, τα εργομετρικά του ήταν… όχι για πολλά. Ξέρουμε όλοι πως εξελίχθηκε αυτό.

Την πρώτη φορά που ο Ράχμαν Μπάμπα έφτασε στον ΠΑΟΚ το ερώτημα μετά από δύο εγχειρήσεις και δύο χρόνια απουσίας ήταν αν θα παίξει μπάλα ξανά. 

Ο Αντρίγια Ζίβκοβιτς ήταν ένα χρόνο στην ναφθαλίνη από την Μπενφίκα, ο Κεντζιόρα είχε τα δικά του στην Ντινάμο Κιέβου λόγω πολέμου.

Ο Κοτάρσκι έφυγε περίπου ως άχρηστος από τον Άγιαξ και ο Ντεσπόντοφ ούτε που ακούμπησε σε Αυστρία και Ιταλία. 

Οι δύο Ισπανοί, ο Σάστρε και ο Μπράντον από την ανωνυμία της Μαγιόρκα, έγιναν πολύτιμα στελέχη μιας πρωταθλήτριας ομάδας.

Ο Οζντόεφ κουβάλησε τα δικά του ζητήματα, ο Γιόνι Ότο είχε πλακωθεί με έναν φροντιστή της Γουλβς, ο Μαντί έκανε προπόνηση μισό χρόνο με τις μπουλντόζες.

Ο ΠΑΟΚ είναι η ομάδα της ευκαιρίας. Οι παίκτες τα ξέρουν αυτά. Τα συζητάνε. 

Το hashtag που συνόδευε την επίσημη ανακοίνωση της συμφωνίας του ΠΑΟΚ με τον Τιεμουέ Μπακαγιόκο ήταν το #OURWAY. Όντως, ο Δικέφαλος έχει τον τρόπο του. Έναν μαγικό τρόπο να αναζωογονεί κύτταρα. 

Ο Γάλλος ήρθε να παίξει, όχι να κοροϊδέψει. 

Ο x-factor του φετινού ΠΑΟΚ…

Ο x-factor του φετινού ΠΑΟΚ…