Ο Τσικίνιο στο ένα-μηδέν, έχει τον δεύτερο αντρικό ρόλο. Ενα, τσίμπησε το φαουλάκι. Δύο, έκανε στην κομπίνα τη σημαντική προσποίηση. Ολο αυτό, απέναντι ανέδειξε τον αδύναμο κρίκο Καραχάλιο. Ο οποίος, πρώτον, έκανε το φαουλάκι και, δεύτερον, έχασε "κάτω από τη μύτη του" την κίνηση του Ελ Κααμπί που ξεκίνησε από την άλλη άκρη της αμυντικής ζώνης και βγήκε, εντελώς απαρατήρητος, σε θέση εκτέλεσης. Εκεί τότε πλέον, το κτύπημα στη μπάλα με το αριστερό πόδι ήταν πιο άχαστο (...θα σκεφτόταν, ίσως, εκείνη τη στιγμή ο θεατής Γιώργος Μπαρτζώκας) κι από ελεύθερη βολή στο μπάσκετμπολ.
Αλλά δεν είναι ο Ελ Κααμπί, mvp (μόνο) γι' αυτό. Ο Ελ Κααμπί είναι mvp διότι στο 90'+3', με το αριστείο ήδη στο τσεπάκι, διδάσκει νοοτροπία. Σε φάση άμυνας, να κυνηγήσει με τρέλα για να βγάλει τη μπάλα από τα πόδια του Νέιρα. Σε φάση μετάβασης ύστερα, να δώσει την ασίστ στον Γιαρεμτσούκ. Και στον πανηγυρισμό, να "δείξει" στην κερκίδα τον Γιαρεμτσούκ. Ο Ελ Κααμπί παίρνει πολλά, πράγματι. Οσα και να παίρνει...λίγα είναι.
Η (αναπόδεικτη) υποψία μου είναι ότι ο Μεντιλίμπαρ, εάν ήταν στο χέρι του να διαλέξει αντίπαλο στον τελικό από το άλλο ζευγάρι, θα έπαιρνε τον ΟΦΗ μπροστά από τον άβολο Αστέρα. Εναντίον του ΟΦΗ, ο Ολυμπιακός είχε τρία βασικά πράγματα να κάνει. Να προσέξει τον Νους. Να προσέξει τον Μπόρχα. Να προσέξει τις επιθετικές στατικές φάσεις του αντίπαλου. Τον Νους τον "περιποιήθηκε" ο Κοστίνια (και είναι μάλλον καταπληκτικό ότι στο τελικό report της αναμέτρησης, σε αυτό το ζευγάρι Νους/Κοστίνια, κάρτα πήρε ο Νους και όχι ο Κοστίνια). Τον Μπόρχα τον κράτησε (όσο γινόταν πιο) χαμηλά, με τη δραστηριότητά του, ο Ζέλσον Μαρτίνς. Τον Λαμπρόπουλο τον έχασαν πολύ εύκολα, στο πρώτο κόρνερ του ΟΦΗ. Δεν κόστισε.
Τα υπόλοιπα, τα έκανε ο εγνωσμένος τρόπος παιγνιδιού του Ολυμπιακού. Με τον τρόπο παιγνιδιού του Ολυμπιακού, στις κατοχές του ΟΦΗ ο κανόνας ήταν ότι ο παίκτης έψαχνε τον συμπαίκτη σε μεγάλη απόσταση, δηλαδή ευθύς εξαρχής με τις πιθανότητες (να συμβεί κάτι) τέρμα κόντρα. Αυτή την έννοια νομίζω, κάπως να γεφυρωθεί η μεγάλη απόσταση, είχε η κίνηση του Ράσταβατς να φέρει από την άκρη τον Φούντα στη θέση-δέκα. Γενικώς οι εκπλήξεις όμως, στον...θεσμό των εκπλήξεων, δεν είναι καθόλου μα καθόλου εύκολες.
Σε ένα τέταρτο (του 21ου) αιώνα, να χάσει ομάδα big-4 τελικό από ομάδα εκτός big-4, μία και μοναδική φορά συνέβη. Το έκανε η ΑΕΛ, το 2007. Σε 100 χρόνια Ολυμπιακού δε, ήττα Ολυμπιακού σε τελικό από ομάδα που δεν είναι ο Παναθηναϊκός, η ΑΕΚ, ο ΠΑΟΚ, επίσης μία και μοναδική φορά συνέβη. Το έκανε στα πέναλτι ο Ηρακλής, του πρωτοεμφανιζόμενου εκείνη τη χρονιά Βασίλη Χατζηπαναγή, το 1976. Μία φορά σε 25 χρόνια, η ΑΕΛ. Μία φορά στα 100 χρόνια, ο Ηρακλής. Κι αν πρόκειται, τέλος πάντων, η έκπληξη να έλθει, σίγουρα δεν θα έλθει με γκολ "στην πλάτη" από το 9'.
Συνολικά κοιτάζοντας, μοιάζει σαν επιτυχία του ΟΦΗ ότι το έφτασε (ως τις καθυστερήσεις) σε απόσταση μίας φάσης, μίας φάσης που τη διεκδίκησε στο φινάλε, από παράταση. Αν έπρεπε να χαρακτηρίσω την προσπάθεια των ποδοσφαιριστών του ΟΦΗ στον τελικό, θα την έγραφα μεγάλη. Αν έπρεπε να χαρακτηρίσω την ομάδα του ΟΦΗ, μια ομάδα έξι Ελλήνων στην ενδεκάδα, θα την έγραφα καλή. Αν έπρεπε να χαρακτηρίσω το αποτέλεσμα της μεγάλης προσπάθειας αυτής της καλής ομάδας, θα το έγραφα μηδενικό.
Ο,τι είχαν...και δεν είχαν, δεν έφτανε. Και βέβαια, σε ό,τι είχαν δεν αντιστοιχούσε ευρωπαϊκό εισιτήριο. Η τελική κατανομή των πέντε θέσεων στις τρεις διοργανώσεις της επόμενης σεζόν, Τσάμπιονς, Γιουρόπα, Κόνφερενς, είναι η αξιοκρατική. Ο ΟΦΗ αληθινά διέπρεψε, σε ένα πράγμα. Οτι το έζησε, το κλαμπ και ο κόσμος, καταπώς άρμοζε. Αυτό "πιάνει" και τους ημιτελικούς, όχι τον τελικό μονάχα.
Ο τελικός έβγαλε ένα νικητή. Τον Ολυμπιακό. Και ένα θριαμβευτή. Το αυτονόητο του ποδοσφαίρου.