MENU

Ολοκληρώθηκε (και άφησε την ωραία αίσθηση πως ήταν "με διαφορά") το πιο όμορφο από τα έντεκα Σ-Κ της Σούπερ Λιγκ. Είκοσι έξι γκολ, σχεδόν τέσσερα ανά ματς, σούπερ, και όχι επειδή μεγάλοι βρήκαν μικρούς και τους κοπάνησαν με μεγάλα σκορ, κάθε άλλο. Εξι στα επτά παιγνίδια, εξαίρεση ΑΕΚ-Αστέρας, ήταν ανταγωνιστικά ως το τέλος. Πέντε πήγαν "στο γκολ", ένα ήρθε ισόπαλο. Σημαντικό μέρος του credit, ανήκει στους μαχητές των κάτω ορόφων. 
     
Διότι, το ακόμη καλύτερο ήταν ότι τα 10/26 γκολ στην αγωνιστική του ελληνικού πρωταθλήματος, τα έβαλαν Ελληνες. Οι τρεις σκόρερ του Λεβαδειακού, οι δύο του Παναιτωλικού, οι δύο της Καλλιθέας, ο Μουντές του Ατρόμητου, ο Μπακασέτας που δεν έχει να αποδείξει τίποτα σε κανένα (...ούτε καν στον αδελφό του που τον "κράζει" για τα φάουλ), ο ανεκτίμητος Κωστούλας που αν βάλεις τη φωτογραφία του δίπλα στη φωτογραφία του Μουζακίτη είναι αδύνατον να πιστέψεις πως έχει γεννηθεί έξι μήνες μετά τον Μουζακίτη!
     
Αυτό το 10/26 είναι ένα, κατά κυριολεξίαν, πανελλήνιο ρεκόρ. Στα προηγούμενα δέκα Σ-Κ, κάθε φορά Ελληνες να έχουν βάλει γκολ θα βρεις...ένα, δύο, κανένα. Στα έντεκα Σ-Κ της Σούπερ Λιγκ πρώτος Ελληνας σκόρερ, για να καταλαβαίνουμε τι λέμε, είναι ο Ταξιάρχης Φούντας με τρία γκολ. Μετά έρχονται ο Αθανασίου, ο Λαμπρόπουλος, ο Μπουζούκης, ο Καλτσάς, ο Γιαννιώτας. Με δύο.
     
Και βέβαια, μια βαθμολογία μούρλια. Μία έξοχη κατάσταση, στην οποία ομάδα που καταφέρνει δύο σερί νίκες γίνεται η βασίλισσα της στιγμής. Ηδη είχαμε αντιληφθεί, και το οφείλουμε στον Αρη, ότι ένας του rich-4 στο τέλος ενδέχεται να περισσέψει έξω από το 1-4 γκρουπ. Πλέον αντιλαμβανόμαστε, και το οφείλουμε στον Παναιτωλικό, ότι επίσης ένας της "μεσαίας τάξης" (Αστέρας, ΟΦΗ, Ατρόμητος) στο τέλος μπορεί να περισσέψει έξω από το 5-8 γκρουπ. Το κάθε λεπτό του κάθε αγώνα, είναι μία μάχη για κάτι. Αυτό θέλουμε.
     
Το match of the day, στην Τούμπα. Πολύ μπάπα-μπούπα, "άμεσο ποδόσφαιρο" στην εξωραϊστική ορολογία, πολλή μονομαχία, πολλές δεύτερες μπάλες, αυτόματο αβαντάζ Ολυμπιακός. Είναι πιο εξοικειωμένος, ο Ολυμπιακός, στον συγκεκριμένο τρόπο. Ο ΠΑΟΚ, όλη νύχτα ένα (σοβαρό) πρόβλημα είχε. Τον Ζέλσον Μαρτίνς, καλή ώρα όπως τον Ντιαλό την Πέμπτη στο Μάντσεστερ. Δεν το έλυσε, ποτέ. Μολονότι ο άμεσος αντίπαλος του Ζέλσον Μαρτίνς, ο δεξιός μπακ, ήταν ο κορυφαίος σε απόδοση παίκτης του. 
     
Με την αλλαγμένη σύνθεση στο δεύτερο ημίχρονο, ο ΠΑΟΚ τη μπάλα την κατέβασε και την τσούλησε. Ο δε Ζέλσον Μαρτίνς, τελευταίο εικοσάλεπτο αργόσβησε. Αλλά ήταν κιόλας, ένα-τρία. Στο τέλος της ημέρας, την ώρα του ταμείου, μετράει ότι ο Ολυμπιακός από τη front-line είχε πάρει ουσία. Νούμερα, που λέμε. Δύο ασίστ ο Τσικίνιο, ένα γκολ και μία ασίστ ο Ζέλσον Μαρτίνς, γκολ ο Κωστούλας, γκολ ο Ελ Κααμπί. Η ευτυχία. 
     
Οι αντίστοιχες επιδόσεις της front-line του ΠΑΟΚ στα τέσσερα ντέρμπι του πρώτου γύρου, είναι...οι γνωστές. Λέγε με, Μπάμπα. Η front-line του Ολυμπιακού, το κάνει αβίαστα. Πώς το κάνει η front-line του ΠΑΟΚ, αυτό "βγάζει μάτι" όποτε έρχεται η στιγμή ενός εκάστου να αντικρύσει κατάματα τον στόχο. Αυτά τα πράγματα, εν συνεχεία διαχέονται. Η ηρεμία και η σιγουριά, επικαλύπτουν προβλήματα αλλού. Η αναταραχή και η ανασφάλεια, αποκαλύπτουν όλα τα προβλήματα παντού. Προβλήματα, πρωτίστως και κυρίως, ανισορροπίας. 
     
Μπορεί κανείς να σκεφτεί πως ό,τι πιο ανώμαλο καταγράφουν προς το παρόν οι αριθμοί, είναι ότι ο ΠΑΟΚ έχει σκοράρει όσο καμία άλλη ομάδα στο πρωτάθλημα! Στην πραγματικότητα, εφέτος ο πρώτος γύρος του ΠΑΟΚ δεν είναι ιδιαίτερα διαφορετικός από τον πρώτο γύρο του (μετέπειτα πρωταθλητή) ΠΑΟΚ πέρυσι. Και πέρυσι στον πρώτο γύρο, ο ΠΑΟΚ έψαχνε εδώ κι εκεί το ένα (μεγάλο) αποτέλεσμα που θα του άλλαζε όλο το προβληματικό mind-set. Συνέβη να το βρει, ένα βράδι με τέσσερα γκολ στο Καραϊσκάκη. Εφέτος, ακόμη δεν το έχει βρει.
    
Εφόσον όντως το πρόβλημα είναι η (αν)ισορροπία, πάντοτε στο ποδόσφαιρο την ισορροπία τη βρίσκεις μέσα από τους ρολίστες, ποτέ από τους σταρ. Ο ΠΑΟΚ, να θυμίσω, προ μηνών κατέκτησε το πρωτάθλημα με τους περίφημους "ποιους". Ποιος Μουργκ, ποιος Κεντζόρα, ποιος Μπράντον, ποιος Σάστρε. Τους "ποιους" που ο προπονητής τους έκανε "κάποιους".   

Την ισορροπία τη βρίσκεις με τους περίφημους «ποιους»