Ακόμη κι ένας έμπειρος προπονητής, ο Σάκης Τσιώλης, ομολόγησε την τεράστια έκπληξή του όταν πληροφορήθηκε πως ένας απλήρωτος ποδοσφαιριστής ζητούσε 20 χιλ. ευρώ με δική του πρωτοβουλία από μπουκ στοιχήματος. Φυσικά για να έχει μειωμένη απόδοση, τόσο αυτός, όσο και άλλοι συνάδελφοί του.
Η φτωχοποίηση των μικρομεσαίων παικτών στην Ελλάδα δεν είναι τωρινό φαινόμενο. Ξεκινάει πριν από μια εικοσαετία, τότε που και μεγάλες επαγγελματικές ομάδες αποφάσιζαν να γράψουν όλα τα χρέη στο χιόνι. Είτε με το άρθρο 44 είτε με το 99 είτε με το νόμο περί ειδικής εκκαθάρισης και στο τέλος με την αλλαγή ΑΦΜ.
Η FIFA και η UEFA αντιμετώπισαν την κατάσταση με μία και μοναδική ντιρεκτίβα: Οποια ομάδα διατηρεί σύμβολο, χρώμα φανέλας και έδρα, θεωρείται αυτονοήτως συνέχεια της προηγούμενης και πρέπει να καταβάλλει τα παλιά χρέη.
Στη χώρα μας η αθλητική διαδοχή αντιμετωπίστηκε με λιδωροίες. Ενέπαιξαν τους απλήρωτους παίκτες, τους αντιμετώπισαν ως γραφικούς και τα δικαιοδοτικά όργανα του ποδοσφαίρου έστελναν πάντα την μπάλα στην κερκίδα.
Επιτέλους την προηγούμενη εβδομάδα ένα διαιτητικό δικαστήριο της ΕΠΟ, αποτελούμενο από αρεοπαγίτες, απαίτησε την άμεση πληρωμή των οφειλών. Ας ελπίσουμε αυτή η απόφαση να μη χαθεί στο δρόμο και στη γραφειοκρατία. Ο μόνος τρόπος να προσφύγουν στα διεθνή αθλητικά δικαστήρια οι παίκτες και οι προπονητές που διεκδικούν αποζημιώσεις είναι να εξαντλήσουν τα ένδικα μέσα στην Ελλάδα. Να τους δοθεί έστω αυτή η δυνατότητα.
Ουδείς γνωρίζει τα στοιχεία της δικογραφίας για τον παράνομο στοιχηματισμό. Ο,τι αποκαλύπτεται, βγαίνει με το σταγονόμετρο. Επίσης ουδείς γνωρίζει τα ονόματα των 170 κατηγορούμενων και όσων θα προκύψουν στη συνέχεια. Ισως βρεθούμε προ μεγάλων εκπλήξεων.
Οσο για τις συνομιλίες και ο Ελληνας εισαγγελέας ενεργοποίησε τον κοριό της ΕΥΠ. Το υλικό βρίσκεται στη διάθεση της ανακρίτριας, η οποία πρέπει τώρα να τρέξει μια δικογραφία που στοιχειώνει επί ενάμιση χρόνο και δημιουργεί αναβρασμό στο ελληνικό ποδόσφαιρο.