Στο κοντινό πλάνο της tv πριν αρχίσει το δεύτερο μέρος, αν διάβασα τα χείλη σωστά ο Κωνσταντέλιας με πεποίθηση λέει (δεν φαίνεται σε ποιον) "να παίξουμε". Πήρε ίσαμε δυόμισι λεπτά έκτοτε, να κάνει η Ελλάδα τη Φινλανδία άνω-κάτω. Ακριβώς ό,τι έκανε η Φινλανδία την Ελλάδα ως τότε, όχι με ένα ποδοσφαιριστή. Με την ομαδική, συνδυαστική επιθετικότητά της. Οταν θέλεις να "παίξεις", ανέκαθεν η πιο δυνατή πιθανότητα είναι με εκείνους που ξέρουν καλύτερα να παίζουν.
Οι περισσότεροι Ελληνες διεθνείς ακόμη, πρώτη εβδομάδα Σεπτεμβρίου, ψάχνουν φόρμα. Σε ένα μήνα, μία βάσιμη προοπτική, όχι απλώς μία απόμακρη ελπίδα, θα είναι πιο καλά. Η πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου έχει γι' αυτούς, τουλάχιστον είχε στην πρεμιέρα, πολλές εσφαλμένες πάσες. Πολλά παραπανίσια, ως εκ τούτου, τζάμπα χιλιόμετρα δίχως τη μπάλα. Μια αγωνιστική δυσανεξία.
Οι ευκίνητοι στα μεσοδιαστήματα Φινλανδοί, ανά πάσα ώρα και στιγμή με τουλάχιστον τρία μαμούνια (στην πλάτη των Ελλήνων χαφ) κοντά στον σέντερ-φορ τους, κατά μέτωπον έφταναν στον Μαυροπάνο και στον Κουλιεράκη σαν τα κύματα. Διότι ήταν αρκετά πιο ορμητικοί στα φίφτι-φίφτι, έκαναν τις μπάλες δικές τους, κι όταν τις έκαναν δικές τους, τις έπαιζαν υπό αμυδρή πίεση. Η Εθνική είχε αυξημένη μέριμνα, μη φάει ρήγματα από τα πλάγια. Τα έφαγε, από τον άξονα.
Σε συνθήκη κυριαρχίας, με κατοχή μπάλας απέναντι σε χαμηλό μπλοκ, φυσικά προσφεύγεις στην οξεία σκέψη του Μπουχαλάκη και του Μάνταλου. Μόνο που δεν επρόκειτο, στην πραγματική ζωή, περί αυτού. Η κατοχή, η κυριαρχία, ήταν φινλανδική. Σε συνθήκη...φινλανδικής κυριαρχίας, δεν περιμένεις τον Μπουχαλάκη και τον Μάνταλο να την αναχαιτίσουν. Το περιμένεις, όπως αργότερα, με τον Σιώπη και τον Ζαφείρη.
Η Ελλάδα νίκησε, ξεκάθαρα λόγω υπεροχής στην ποιότητα ατόμων. Η Φινλανδία, το είπαμε, δεν έχει Ιωαννίδη. Η Φινλανδία επίσης, δεν έχει Κωνσταντέλια. Ούτε καν, Κουλιεράκη. Ενα εικοσάχρονο σέντερ-μπακ, από το υλικό που είναι φτιαγμένοι όσοι γίνονται στο ποδόσφαιρο legendary. Υπάρχουν εικοσάχρονοι που δεν θα "διεκδικούσαν" το πρώτο γκολ τους στην Εθνική σαν τρελοί; Οχι εικοσάχρονοι, αυτοπροσώπως ο Κριστιάνο Ρονάλντο θα έκανε χαμό για να το πιστωθεί. Ο Κουλιεράκης είναι εμφανές ότι δεν έχει ακουμπήσει τη μπάλα, και αμέσως (στον, απολύτως συγκρατημένο, πανηγυρισμό) επιδεικνύει τον αυτοσεβασμό να μη θέλει να το οικειοποιηθεί. Κορυφαία πάστα.
Ως έθνος, δεν παραδώσαμε στον Γιοβάνοβιτς κάτι διαφορετικό από αυτό που δίναμε στους προηγούμενους. Δηλαδή μία ομάδα, μέσες-άκρες στάσιμη κοντά στο νούμερο-50 του ranking, για την ακρίβεια νούμερο-54 σήμερα. Το διαφορετικό που δώσαμε στον Σέρβο, είναι η ολοκληρωτική αποδοχή μας. Οχι σε σχέση με τον Σκίμπε, με τον Φαν 'τ Σχιπ, με τον Πογέτ μονάχα. Τέτοια αποδοχή, δεν είχαν κάποτε ο Λάκης Πετρόπουλος και ο Αλκέτας Παναγούλιας. Σίγουρα δεν την είχε, όταν ξεκινούσε στη δουλειά, ο Οτο. Ούτε ο Ρανιέρι. Και του Φερνάντο Σάντος το 2010, ίσως ήταν παραπλήσια, πάλι όμως όχι όπως τώρα του Ιβάν, καμία σχέση.
Αποδοχή στον κόσμο, αποδοχή στους ποδοσφαιριστές, αποδοχή στα media. Πηγαίνει ο Γιοβάνοβιτς να δει ματς της ΑΕΚ, ματς του Ολυμπιακού, ματς του ΠΑΟΚ. Παντού, καλοδεχούμενος. Χειροκροτούμενος. Και βέβαια, πανέξυπνος. Διακριτικά, έχει αποφύγει να πάει σε ματς του Παναθηναϊκού. Αντιλαμβάνεται πως ό,τι συμβεί, μόνο που θα τον δουν εκεί, θα είναι αμήχανο. Και αχρείαστο. Θυμηθείτε το, σε ματς του Παναθηναϊκού θα πάει εκτός έδρας. Σε γήπεδο, στο οποίο θα έχει βγει απαγόρευση μετακίνησης φίλων του Παναθηναϊκού. 'Η σε εντός, με κεκλεισμένες τις θύρες.
Η αποπομπή στον Παναθηναϊκό άλλωστε, ό,τι ήδη προϋπήρχε σε εκτίμηση και δημοφιλία, το εκτόξευσε στο απόλυτο. Η πρόσληψη στην Εθνική, δεν ήταν κόλπο γκρόσο όπως του πατέρα Γκαγκάτση με τον Οτο. Ηταν το αυτονόητο, όπως του Πιλάβιου με τον Φερνάντο Σάντος. Για να το εκφράσουμε καλύτερα, το κόλπο γκρόσο του υιού Γκαγκάτση ήταν να επιτύχει, και όντως πέτυχε, το αυτονόητο. Δώσαμε λοιπόν, στον Ιβάν, τη συγκεκριμένη προίκα. Ενα ανεκτίμητο κεφάλαιο, για αρχή στη δουλειά. Τι προσμένουμε, να πάρουμε πίσω; Νοοτροπία γκρουπ, μέσα από καθαρό σκεπτικό. Προσωπικότητα γκρουπ, μέσα από διακριτό τρόπο παιγνιδιού. Ο οποίος τρόπος, δίνει σάρκα και οστά σε αυτό που λέμε ταυτότητα.
Με ξένισε τις προηγούμενες ημέρες, να πω την αλήθεια, ότι η ομάδα ετοιμαζόταν να μπει στο Nations League 2024-25 αλλά όλη η συζήτηση γύρω-γύρω, με αναφορές και του προέδρου και του προπονητή μέσα, στρεφόταν...στο Μουντιάλ 2026. Αλλη μία φορά, ανέτρεξα στον σοφό Οτο. "Οι Ελληνες κάνετε το μεθεπόμενο βήμα προτού κάνετε το επόμενο". Που, μακάρι να επρόκειτο έστω για το μεθεπόμενο βήμα (ας πούμε, το Ουέμπλεϊ τον Οκτώβριο) πριν το επόμενο (τα παιγνίδια του Σεπτεμβρίου). Εδώ, επρόκειτο για τη μεθεπόμενη διοργάνωση πριν την επόμενη!
Στο Nations League, για τι παίζει η Εθνική; Για να περνά η ώρα, ώσπου να φτάσει ο καιρός του Παγκόσμιου Κυπέλλου; Ποιος είναι ο στόχος; Ο στόχος δεν μπορεί παρά να είναι, κάθε φορά το μάξιμουμ. Εδώ και τώρα, ο προβιβασμός στη League A, τελεία. Είναι ανάγκη, ο στόχος να τεθεί και να αρθρωθεί. Κάποιος, χρειάζεται να ενδιαφερθεί για να το κάνει. Εν τέλει, το έκανε το Σαββατόβραδο στον Πειραιά, το στόμα του ν' αγιάσει, ο Φώτης με τη σεσημασμένη απέχθεια για ο,τιδήποτε λιγότερο από το μάξιμουμ. "Εγώ παντού πάω για πρώτος". Ετσι είναι, δεν θα ταξιδέψει σε ένα μήνα η Εθνική στο Λονδίνο με στόχευση...να βγει δεύτερη.
Πρέπει, να ακουστεί. Οτι "δεν γεννήθηκε" αγώνας στον οποίο η ομάδα δεν θα προσέλθει για να τον κερδίσει. Μήνες πριν το EURO 2004, είχα ρωτήσει τον Φερνάντο Σάντος (που τότε εργαζόταν στη Σπόρτιγκ) για την Εθνική στην Πορτογαλία. Απάντησε "δεν υπάρχει ματς που η Ελλάδα να πιστεύει ότι δεν μπορεί να το νικήσει". 'Η προκριματικά EURO 2012, Ελλάδα-Κροατία στο Καραϊσκάκη, "παιγνίδι ενός αποτελέσματος" με την ομάδα να έρχεται από μία ζοφερή ισοπαλία στη Λετονία. Τότε, είχα ρωτήσει τον Κάρα. "Παικταράδες, αλλά θα τους κερδίσουμε". Σαμαράς, Γκέκας, δύο-μηδέν, αντίο. Με βασικό αριστερό μπακ, Γιάννη Ζαραδούκα!
Δεν έχει τόση σημασία, αν είναι ο Ζαραδούκας του Ολυμπιακού Βόλου ή ο Τσιμίκας της Λίβερπουλ. Οσο έχει σημασία, κοινωνός ποιας εντός του γκρουπ νοοτροπίας γίνεται ο εκάστοτε Ζαραδούκας ή Τσιμίκας...