MENU

Το ζήτημα γεννήθηκε με πειθαρχικές αποφάσεις της Παγκόσμιας Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, οι οποίες οδηγήθηκαν στο CAS. Το αθλητικό δικαστήριο της Λωζάνης γέρνει περισσότερο προς την πλευρά της FIFA, παρά προς την πλευρά των ελληνικών ΠΑΕ. 

Βέβαια, σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχουν αντικρουόμενες δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες δεν παύουν να διατηρούν το πρόβλημα.

Η ελληνική κυβέρνηση είχε δεσμευτεί ότι θα αντιμετωπίσει νομοθετικά το ζήτημα, αλλά φάνηκε να σκοντάφτει στην απαίτηση των υπερεθνικών ποδοσφαιρικών ομοσπονδιών που ήθελαν δίκαιες οικονομικές διευθετήσεις για τους ξένους ποδοσφαιριστές και προπονητές.

Παρότι πέρασε πάνω από ένας χρόνος από τη συνάντηση Μητσοτάκη – Τσέφεριν, το πρόβλημα παραμένει. Δύο ελληνικές κυβερνήσεις επιχείρησαν να το διευθετήσουν και δεν τα κατάφεραν. Είναι αδύνατον να το πετύχουν χωρίς τη συναίνεση της FIFA και της UEFA.

Υπάρχει και η ουσία του ζητήματος: Ενας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής διαπιστώνει ότι χάνει τα χρήματά του γιατί μια ομάδα κατέφυγε σ’ ένα νομικό τέχνασμα. Αλλαξε ΑΦΜ, όμως διατήρησε το ίδιο όνομα, το ίδιο γήπεδο και την ίδια τοποθεσία.

Το θέμα αντιμετωπίστηκε και στην Ιταλία με την Πάρμα. Χρεοκόπησε και η νέα της ιδιοκτησία σύρθηκε στα δικαστήρια από τους ποδοσφαιριστές και τους προπονητές που ζητούσαν τα λεφτά τους. Το χειρίστηκε αλλιώς. Προχώρησε σε μονομερείς συμφωνίες, ψαλίδισε τις οφειλές και πέτυχε να είναι πλέον καθαρή από χρέη.

Όταν μιλάμε για ένα επιχειρηματικό περιβάλλον, είμαστε υποχρεωμένοι να εργαζόμαστε με τους κανόνες της αγοράς. Οι ακραίες λύσεις είναι αδύνατον να ευδοκιμήσουν. Δυστυχώς στην Ελλάδα υπάρχει η λογική του «ή γάμος ή κηδεία» και όπως έλεγε ο Ηράκλειτος «μοίρα μας, ο χαρακτήρας μας».

Οι ακραίες λύσεις των ελληνικών ΠΑΕ κόντρα στη λογική της FIFA