MENU

Το ελληνικό ποδόσφαιρο έχει κληρονομήσει όλα τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικογένειας. Έτσι όπως τα περισσότερα παιδιά (υπό τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί) αργούν να απογαλακτιστούν από τους γονείς τους και δεν ωριμάζουν τόσο γρήγορα όσο τα ξένα, στο ποδόσφαιρο ισχύει η ίδια… επιβράδυνση: Στα 23 του κάποιος, αντί για έτοιμος και έμπειρος ποδοσφαιριστής, θεωρείται ακόμα «ταλέντο», που «έχει να δείξει πράγματα στο μέλλον».

Ο Γιώργος Βαγιαννίδης ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία, αλλά μ’ έναν μεγάλο αστερίσκο. Ο 23χρονος μπακ-χαφ του Παναθηναϊκού, που συμφώνησε να συνεχίσει την καριέρα του στο τριφύλλι ως το 2027, δεν έχει ξεδιπλώσει όλες τις αρετές του στο χορτάρι. Τουλάχιστον έτσι λένε αυτοί που τον γνωρίζουν και τον ζουν. Από την άλλη, απλά «ταλέντο» δεν τον λες. Αν έχει ενδιαφερθεί για σένα προσωπικά ο Αντόνιο Κόντε και σ’ έχει πάρει στην Ίντερ, αν έχεις ζήσει δύο δύσκολα χρόνια (κορωνοϊός γαρ) εκτός Ελλάδας κι αν έχεις περάσει δύσκολα, συναισθηματικά και αγωνιστικά, μόνο άγουρο δεν μπορεί να σε αποκαλέσει κανείς.

Δεν είναι υπερβολή να γράψουμε ότι ο Βαγιαννίδης είναι ένα… έμπειρο ταλέντο. Δύο όροι που κουτουλάνε μεταξύ τους, αντιφατικοί, αλλά ταιριάζουν αμφότεροι στο προφίλ του.

Γεννημένος στις παρυφές της παλιάς «περιφέρειας πρωτευούσης» με τα σύνορα της νομαρχίας Ανατολικής Αττικής, στο Γέρακα, από αστική οικογένεια (πατέρας ελεύθερος επαγγελματίας, μητέρα γιατρός) έδειξε από νωρίς ενδιαφέρον για τη μπάλα, ως δραστηριότητα. Έτσι πέρασε το κατώφλι του Αίαντα Παλλήνης, συλλόγου που ειδικεύεται στο παιχνίδι 5Χ5 και το ποδόσφαιρο σάλας.

Προφανώς τότε η οικογένεια δελεάστηκε κυρίως από την προοπτική της προπόνησης και σε κλειστό χώρο, αλλά πρόσφερε και στον Γιώργο ένα σημαντικό προσόν: Έμαθε από ποδοσφαιρικό… βρέφος να κινείται γρήγορα και να αποφασίζει ακόμα πιο γρήγορα. Οι ταχύτητες στο ποδόσφαιρο περιορισμένου χώρου, άλλωστε, είναι πολύ μεγαλύτερες.

Ο μικρός ξεχώρισε από νωρίς κυρίως για την προσήλωσή του στη δουλειά. Αντιλαμβανόταν το χώρο, τις κατευθύνσεις των προπονητών, εκτελούσε σωστά τις ασκήσεις και… ρωτούσε μόνος του πότε ήταν η επόμενη προπόνηση. Και στην πορεία του χρόνου προσπαθούσε και μόνος του να βελτιώσει τεχνικά χαρακτηριστικά. Όσοι τον γνωρίζουν κάνουν λόγο για ένα έξυπνο παιδί που βάζει στόχους και δεν φοβάται τη δουλειά για να τους πετύχει. Μοιραίο ήταν, ήδη από την ηλικία των 10 ετών, να περάσει την πόρτα των ακαδημιών του Παναθηναϊκού.

Όσοι ξέρουν πια πώς παίζεται το παιχνίδι του διεθνούς scouting καταλαβαίνουν ότι η δουλειά των λεγόμενων «κυνηγών ταλέντων» αρχίζει πολύ νωρίτερα από τη στιγμή που ένας μικρός ντεμπουτάρει στην πρώτη ομάδα. Οι επαφές με τους προπονητές των ακαδημιών είναι συνεχείς, το «τσεκάρισμα» και η αξιολόγηση συνεχείς. Έτσι, λοιπόν, από νωρίς το όνομα του Βαγιαννίδη άρχισε να κυκλοφορεί στη διεθνή πιάτσα, μάλιστα στα σημαντικά ματς της Κ17 (όπου ήδη συμμετείχε από τα 15 του) έρχονταν σκάουτερ από διάφορα μεγάλα διεθνή brands (Μάντσεστερ Σίτι, Παρί Σεν Ζερμέν, Πόρτο, Ίντερ).

Τότε έγινε και η πρώτη κουβέντα για να φύγει ο μικρός στο εξωτερικό, αλλά η οικογένεια δεν ήθελε καν να το ακούσει. Θεωρούσαν, άλλωστε, ότι θα μπορούσε να αναπτυχθεί και στην Ελλάδα, με δουλειά στο ίδιο επίπεδο. Η πρώτη… χυλόπιτα, λοιπόν, σερβιρίστηκε στην Πόρτο.

Ο Παναθηναϊκός φρόντισε να υπογράψει συμβόλαιο με τον παίκτη ήδη από το Νοέμβριο του 2017, δείχνοντας ότι τον υπολογίζει και θέλει να επενδύσει πάνω του. Το επαγγελματικό του ντεμπούτο το έκανε σ’ ένα ματς κυπέλλου τον Δεκέμβριο του 2019 εναντίον της Παναχαϊκής (2-0) και στο πρωτάθλημα στις 16/2/2020 στο ματς με τον Παναιτωλικό (3-1), όπου σκόραρε και έδωσε και ασίστ. Ήταν η εποχή που ο Γιώργος Δώνης ανέβαζε συνεχώς ταλέντα. Δύο εβδομάδες αργότερα η χώρα μπήκε σε καραντίνα λόγω του COVID-19.

Εκείνη την περίοδο βρισκόταν σε συζητήσεις με τον Παναθηναϊκό για την υπογραφή του πρώτου του μεγάλου επαγγελματικού συμβολαίου, όταν τον Μάιο του 2020 «έσκασε» η πρόταση της Ίντερ. «Ο μικρός που μάγεψε τον Κόντε», έγραψαν οι ιταλικές εφημερίδες, ο προπονητής ξεκαθάριζε ότι ο Βαγιαννίδης προοριζόταν για την πρώτη ομάδα, και όπως φαινόταν τότε, ανοιγόταν μπροστά του όχι μονοπάτι, αλλά… αυτοκινητόδρομος. Έβαλε την υπογραφή του σε τετραετές συμβόλαιο και ο Παναθηναϊκός εξασφάλισε «μόλις» ένα ποσό 400.000 ευρώ ως τροφεία.

Για το αν είχε την Ιταλία ούτως ή άλλως ως πρώτη επιλογή, μίλησε και η… εξωαγωνιστική του προετοιμασία: Θέλησε μόνος του να μάθει ιταλικά πριν καν εκδηλωθεί το ζωηρό ενδιαφέρον των νερατζούρι. Στην προετοιμασία πήγε, βεβαίως γνώριζε από νωρίς ότι ήταν πολύ δύσκολο να πιάσει, αλλά άρπαξε την ευκαιρία. Αυτό που αρνήθηκε ήταν να συμβιβαστεί με χρόνο συμμετοχής στην πριμαβέρα της Ίντερ, αφού είχε ήδη ξεκαθαρίσει ότι δεν θα άφηνε τις ακαδημίες του Παναθηναϊκού για να παίξει σε ακαδημίες άλλης ομάδας.

Η Ίντερ ανακοίνωσε την τελευταία ημέρα του Σεπτεμβρίου ότι τον παραχωρεί δανεικό στη Σιντ Τρούιντεν του Βελγίου. Ο Αυστραλός προπονητής Κέβιν Μάσκατ τον καλοδέχτηκε, αλλά… χαιρέτησε δύο μήνες αργότερα λόγω κακών αποτελεσμάτων (2-5-7). Ανέλαβε ο Πέτερ Μάες, ο οποίος φάνηκε από την αρχή ότι δεν τον πίστευε. Ο Βαγιαννίδης χρησιμοποιήθηκε μόλις για δύο λεπτά σ’ ένα ματς κυπέλλου με ομάδα μικρότερης κατηγορίας τον Φεβουάριο του 2021.

Η προοπτική επιστροφής στην Ίντερ δεν ήταν τόσο ζωηρή, δεδομένου ότι πλέον είχε περάσει και το ηλικιακό όριο της πριμαβέρα, οπότε το εκ νέου ενδιαφέρον του Παναθηναϊκού το καλοκαίρι του 2021 ήλθε την κατάλληλη στιγμή. Οι πράσινοι, βέβαια, ξεκαθάρισαν στον μικρό ότι υπήρχε χρόνος στην Β’ ομάδα, απ’ όπου θα ξεκινούσε πάλι. Στη Super League 2 έπαιξε για 13 ματς, ενώ συμμετείχε σε αποστολές σε κανονική περίοδο και κύπελλο χωρίς να αγωνιστεί. Είχε μόνο δύο ολιγόλεπτες συμμετοχές στα πλέι οφ.

Οι δύο επόμενες σεζόν, πάντως, ήταν τελείως διαφορετικές. Το 2022-23 έπαιξε 22 ματς σε όλες τις διοργανώσεις και το 2023-24 ανέβηκε στα 33. Με κορυφαία στιγμή, βέβαια, το… buzzer beater γκολ του στον τελικό κυπέλλου με τον Άρη, το οποίο χάρισε στους «πράσινους» το τρόπαιο και σ’ αυτόν τον τίτλο του MVP.

Οι κουβέντες των δύο πλευρών για συμφωνία είχαν αίσιο τέλος. Προηγουμένως, βέβαια, υπήρξε αρκετό παρασκήνιο, που έφερε τον Βαγιαννίδη μέχρι και στο στόχαστρο της Μποταφόγκο, να γινόταν δηλαδή Έλληνας ποδοσφαιριστής που θα έπαιζε στο βραζιλιάνικο πρωτάθλημα.

Γιώργος Βαγιαννίδης: Το έμπειρο «ταλέντο» που τρέχει όλο το δρόμο