MENU

Υπάρχουν δύο τρόποι για να απαλλαγείς από μία αμαρτία με το πέρασμα του χρόνου. Δύο δρόμοι για να αδειάσεις και να καθαγιάσεις την ψυχή σου. Ο πρώτος, ο πιο δύσκολος, είναι η εξομολόγηση, η αποφόρτιση, η μετάνοια, που θα οδηγήσει στην λύτρωση. Ο δεύτερος είναι πιο απλός, πολύ πιο ανώδυνος. Η παραποίηση της αλήθειας, η λήθη, ένα νέο εξαγνισμένο αφήγημα που θα διώξει από το μυαλό ότι νοσηρό συνέβη. 

Τέτοιες καταθέσεις ψυχής όπως η συνέντευξη του Γιώργου Αμανατίδη στην ιστοσελίδα Sport24, τέτοια φλας - μπακ, τέτοιες καταθέσεις ψυχής είναι πάντα χρήσιμες. Χρήσιμες διότι απεικονίζουν την νοοτροπία των πρωταγωνιστών μιας ολόκληρης εποχής, η οποία στην λαϊκή συνείδηση είναι βαμμένη με μελανά χρώματα και μπορεί να περιγραφεί με επικεφαλίδες μέσα από τα λόγια του Αλέξη Αλεξανδρή σε μία άλλη μνημειώδη συνέντευξη: «Εντάξει, εγώ έπεσα για πέναλτι. Εσύ έπρεπε να το δώσεις; Αν θες να είσαι πρωταθλητής δεν υπάρχουν fair play και μαλακίες. Κλέβω ακόμα και το παιδί μου! Φέρνω έξι-πέντε στα ζάρια και του λέω πως έφερα εξάρες».

Ο παλαίμαχος αμυντικός του Ολυμπιακού άνοιξε την καρδιά του, ξετύλιξε της αναμνήσεις του σε μία -ομολογουμένως- εξαιρετική δημοσιογραφική δουλειά. Ωστόσο, όταν η κουβέντα έφτασε στην «Ριζούπολη» και στο θρυλικό απόγευμα της 11ης Μαΐου του 2003, το fair-play, η συναδελφικότητα, η αλληλεγγύη, το ευ αγωνίζεσθαι πήγε περίπατο στα στενοσόκακα του Ρέντη:  «Και για όσους μιλούν για «αίσχος», δεν άκουσα κανέναν παίκτη του Παναθηναϊκού να πει ότι κάποιος τον άγγιξε. Όχι τον χτύπησε, έστω να τον αγγίξει. Το ότι πετάχθηκαν πολλές φωτοβολίδες, ισχύει. Ας μας πουν, ας βγει ένας να πει αν φίλαθλος του Ολυμπιακού ή άνθρωπος της ομάδας άγγιξε παίκτη του Παναθηναϊκού. Κανένας!».

Σύμφωνα με τον Γιώργο Αμανατίδη το μόνο που έγινε εκείνο το απόγευμα ήταν… μερικές φωτοβολίδες. Τίποτα άλλο. Κανείς δεν άγγιξε κανέναν, όσοι μιλούν για «αίσχος» είτε έχουν παραισθήσεις είτε είναι εγκάθετοι. Ένα πραγματικό ξέπλυμα της Ριζούπολης και όσων έγιναν εκείνο το βράδυ. 

Μερικές αράδες πιο κάτω, ο Γιώργος Αμανατίδης αναιρεί τα ίδια του τα λεγόμενα, την δική του αλήθεια: «Από την άλλη, όμως, για να τα λέμε όλα, σε εκείνο το παιχνίδι οι παίκτες του Παναθηναϊκού ήρθαν μόνοι τους. Δεν υπήρχε πουθενά διοίκηση. Ξέρεις πόσες φορές παίξαμε εμείς στη Λεωφόρο με τέτοιες συνθήκες; Για πήγαινε στην Τούμπα ή στο γήπεδο του Άρη. Πήγαινε στην Ξάνθη. Στην Καβάλα, στην Καλαμάτα. Να δεις τι γινόταν. Όπου κι αν πηγαίναμε, έπρεπε να παίξουμε ποδόσφαιρο. Καλό ποδόσφαιρο για να πάρουμε τη νίκη. Ομαδάρες φίλε. Καλοί παίκτες, καλές ομάδες, κόσμος στο γήπεδο, χαμός στις εξέδρες, πάθος. Όχι άδειες κερκίδες». 

Ας αφήσουμε στην άκρη τα λεγόμενα του για γήπεδα - κολαστήρια στις έδρες του Άρη, της Ξάνθης, της Καβάλας ή της Καλαμάτας, όπου δεν υπάρχει ούτε ένα καταγεγραμμένο σκηνικό βίας εις βάρος του Ολυμπιακού και ας εστιάσουμε στο σημαντικό. Αφού δεν έγινε τίποτα στην Ριζούπολη, παρά μόνο μερικές φωτοβολίδες που έπεσαν, τότε γιατί ο Παναθηναϊκός χρειαζόταν την διοίκηση του στο γήπεδο Γιώργο Αμανατίδη; Για να κάνει τι; Αφού το γήπεδο ήταν… εκκλησία. Τι θα μπορούσε να κάνει η διοίκηση του; Με ποιο πάτημα; Έγινε κάτι;

Μάλιστα, για τον Γιώργο Αμανατίδη, αυτοί που έφταιγαν εκείνο το απόγευμα δεν ήταν άλλοι από τους παίκτες του Παναθηναϊκού, τους οποίους έδειξε μάλιστα και με το δάχτυλο: «Θα έχω εγώ έξι χρόνια να πάρω πρωτάθλημα, θα έχω ένα παιχνίδι σε οποιοδήποτε γήπεδο, θα παίζω για τρία αποτελέσματα και θα χάσω; Τι λες ρε φίλε; Δεν υπάρχει περίπτωση. Να παίζω για τρία αποτελέσματα, ακόμη και για να το πάω σε μπαράζ, να φάω τρία και να είμαι για εφτά; Να είναι ο καλύτερός μου παίκτης ο τερματοφύλακας; Όχι ρε φίλε».

Σύμφωνα με το αθλητικό ιδεώδες του Γιώργου Αμανατίδη το «αίσχος» σε ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο λογίζεται μόνο αν… σε ακουμπήσει κάποιος. Αν δεν σε ακουμπήσει κανείς, τότε δεν τρέχει τίποτα.

Δεν τρέχει τίποτα αν σε αναγκάζουν να μπεις τρέχοντας σαν κλέφτης στα αποδυτήρια υπό βροχή αντικειμένων.

Δεν τρέχει τίποτα αν τα τζάμια από το λεωφορείο της αποστολής γίνουν θρύψαλα από πέτρες, τούβλα και διάφορα λογής ιπτάμενα αντικείμενα.

Δεν τρέχει τίποτα αν η φυσούνα είναι σκισμένη, πάει πέρα - δώθε και βλέπεις χέρια από παντού την ώρα που βγαίνεις για ζέσταμα.

Δεν τρέχει τίποτα αν δέχεσαι μία βροχή από φωτοβολίδες που μπορεί και να σε κάψει ζωντανό.

Δεν τρέχει τίποτα, όταν δεν καταφέρνεις να κάνεις ζέσταμα πριν τον αγώνα.

Δεν τρέχει τίποτα όταν οι ξένοι μιας ομάδας κλαίνε στα αποδυτήρια και λένε ότι το μόνο που θέλουν είναι φύγουν ζωντανοί από το γήπεδο για να ξαναδούν τις οικογένειες τους.

Δεν τρέχει τίποτα αν διάφοροι «φουσκωτοί» μπουν στα αποδυτήρια απειλώντας και βρίζοντας. 

Δεν τα λέει κάποια αυθαίρετη δημοσιογραφική φωνή, αλλά οι παίκτες που τα βίωσαν όλα αυτά στο πετσί του. Επώνυμες, καταγεγραμμένες δηλώσεις από παίκτες του Παναθηναϊκού που βίωσαν από πρώτο χέρι αυτά που έγιναν στην Ριζούπολη. 

Ναι, δεν χτύπησε κανείς τους. Όλοι οι παίκτες του Παναθηναϊκού πήγαν σώοι στα σπίτια τους, το τελικό 3-0 συνέβαλλε σε αυτό, στην αποκλιμάκωση της έντασης. Έχεις ακούσει όμως Γιώργο Αμανατίδη την φράση «ψυχολογική βία»; Ξέρεις τι σημαίνει «τρομοκρατία», «τραμπουκισμός», «εκφοβισμός», «οχλοκρατία»; Θα ξεκινούσε ένα ευρωπαϊκό παιχνίδι του Ολυμπιακού υπό τέτοιες συνθήκες; Θα μπορούσες να κοιτάξεις στα μάτια παίκτες με τους οποίους μοιράστηκες την φανέλα με το εθνόσημο και να τους πεις στα ίσα ότι: «το μόνο που έγινε εκείνο το απόγευμα στην Ριζούπολη ήταν μερικές φωτοβολίδες και τίποτα άλλο»; 

Ο Γιώργος Αμανατίδης υποστηρίζει ότι δεν άκουσε κανέναν παίκτη του Παναθηναϊκού να καταγγέλλει ότι τον άγγιξαν, αλλά πιθανώς δεν διάβασε ποτέ τις μαρτυρίες τους. Ο Γιούρκας Σεϊταρίδης τα περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια: «Με το που φτάνουμε στο γήπεδο, βλέπουμε ότι είμαστε περικυκλωμένοι από οπαδούς. Η αστυνομία δεν έκανε τίποτα απολύτως. Από την κερκίδα μας πέταγαν τεράστια τούβλα. Μερικά από αυτά βρήκαν τα τζάμια του πούλμαν και τα έσπασαν. Επαναλαμβάνω ότι οι αστυνομικοί απλώς κοίταγαν και είχαν κατεβασμένες τις ασπίδες. Ο φροντιστής της ομάδας τους φώναζε δεν ντρέπεστε; Γιατί δεν βάζετε τις ασπίδες να περάσουν οι παίκτες και αυτοί τον κοίταζαν. Δεκαπέντε λεπτά αφού είχαμε μπει στα αποδυτήρια, σπάει η πόρτα και μπαίνουν μέσα τέσσερις φουσκωτοί με διακριτικά εταιρίας σεκιούριτι που αρχίζουν να μας βρίζουν με φράσεις όπως θα σας γ.......ε. Τα υπόλοιπα τα είδατε. Μπήκαμε στο γήπεδο και μας σημάδευαν με πιστόλια με φωτοβολίδες. Ούτε προθέρμανση κάναμε, ούτε παιχνίδι παίξαμε. Είχαμε το μυαλό μας στην κερκίδα. Μη μας πάρει καμιά φωτοβολίδα στο μάτι ή στο λαιμό. Πώς να παίξεις μπάλα μετά;».

Ο Γιούρκας μπορεί να τα έβγαλε από το μυαλό του. Ας δούμε τι θυμάται ο Άγγελος Μπασινάς από εκείνο το απόγευμα: «Το έχω πει 100 φορές. Τι να πω παραπάνω… Το παιχνίδι αυτό δεν έπρεπε να γίνει ποτέ. Μόνο ποδόσφαιρο δεν παίχθηκε. Δεν είχε καμία σχέση με το ποδόσφαιρο. Πόλεμος ήταν. Πόρτες σπασμένες, φωνές, μας σημάδευαν συνεχώς με στιλό. Θυμάμαι ότι πηγαίναμε να βγούμε στον αγωνιστικό χώρο και έσβηνα την μπλούζα του Γιούρκα που είχε πιάσει φωτιά. Θυμάμαι να λέω “κάτσε να βγω στο χορτάρι να το δω λίγο” και τότε έριξαν τη φυσούνα. Ο Τζόρτζεβιτς μου λέει “πάμε μαζί”, αλλά ακόμη κι εκείνον πήγαν να τον χτυπήσουν. Τότε ναι, πήγαμε ορφανοί. Είναι ευθύνη όλων αυτό. Της Διοργανώτριας Αρχής, της Αστυνομίας. Δεν μπορώ να καταλάβω. Η αστυνομία έβλεπε τι γινόταν και έλεγε ότι δεν παίρνει την ευθύνη να αναβάλλει το παιχνίδι. Ε, δεν γίνεται αυτό. Στα αποδυτήρια οι ξένοι έλεγαν “δεν μας ενδιαφέρει το ματς, θέλω να δω την οικογένειά μου”. Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα κίνδυνο. Δεν ξέρω που ήταν ο Φιλιππίδης. Κακά τα ψέματα. Δεν μπορούν να υπάρχουν τέτοιες συνθήκες. Εγώ δεν μπορούσα να πω “δεν παίζουμε”. Αν ήμουν γενικός αρχηγός, θα ήταν άλλο. Μας είχαν δύο ώρες στο πούλμαν και περιμέναμε. Εγώ θα έλεγα “πάμε πίσω, δεν κάνουμε αυτό το παιχνίδι. Ας μας τιμωρήσετε…».

Ο Εμάνουελ Ολισαντέμπε χαρακτήρισε τις συνθήκες ως μία οργανωμένη τρομοκρατική επίθεση, μιλώντας για σοκαρισμένους παίκτες που δεν μπορούσαν ούτε να μιλήσουν: «Ήταν η χειρότερή μου εμπειρία. Αυτά έχει η Ελλάδα… Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον Κόλκα και τον Μικαέλσεν, είχαν πάθει σοκ, δεν μπορούσαν να μιλήσουν. Δεν έπρεπε να γίνει ποτέ αυτό το παιχνίδι. Απορώ… Αυτό που συνέβη με τον Ολυμπιακό δεν ήταν στους κανόνες του φερ πλει. αυτό που συνέβη με τους φίλους του Ολυμπιακού δεν είχε να κάνει με ποδόσφαιρο, έμοιαζε περισσότερο σαν τρομοκρατική επίθεση».

Ο Κριστόφ Βαζέχα ξεκαθάρισε ότι το παιχνίδι δεν έπρεπε να ξεκινήσει ποτέ: «Πιστεύω πως οι ξένοι φοβήθηκαν το παιχνίδι με όλη αυτή τη φασαρία που γινόταν εκεί. Νομίζω ότι σε αυτές τις συνθήκες δεν έπρεπε να γίνει το παιχνίδι. Εντάξει θα μου πει κάποιος τώρα, τώρα το λες; Αλλά πραγματικά πρώτη φορά έβλεπα κάτι τέτοιο. Έβλεπα και τους ποδοσφαιριστές φοβισμένους. Ήταν ο Κόλκα τότε, ο Χένρικσεν, ο Μικάελσεν. Αυτοί οι τρεις σχεδόν δεν ήξεραν που να τρέξουν και τι να κάνουν».

Ακόμα και παίκτες που πέρασαν αργότερα από το λιμάνι και τον Ολυμπιακό, όπως ο Μιχάλης Κωνσταντίνου, δεν κρύφτηκαν πίσω από το δάχτυλο τους:  «Σίγουρα έγιναν άσχημα πράγματα στην Ριζούπολη. Κάποιοι ποδοσφαιριστές μπήκαν, για να δουν τον αγωνιστικό χώρο και μετά δεν μπορούσαν να γυρίσουν στα αποδυτήρια, διότι υπήρχε κόσμος πάνω από τη φυσούνα. Δεν είναι κρυφό, ότι μπήκε κόσμος ακόμα και μέσα στα αποδυτήρια. Συνέβησαν αρκετά πράγματα, δεν πήγαμε εκεί και μας υποδέχτηκαν με τα... λουλούδια. Ήταν μία μάχη και δεν ήταν εύκολο παιχνίδι. Έγιναν πολύ σοβαρά πράγματα στη Ριζούπολη. Όταν έφτασε το πούλμαν στο γήπεδο υπήρχαν 3.000-4.000 οπαδοί και δεν μπορούσαμε να κατέβουμε από το λεωφορείο. Τώρα το να πούμε, ότι ήταν λάθος που αγωνιστήκαμε δεν είναι σωστό, γιατί μπορεί να γύριζαν να έλεγαν, ότι αυτοί φοβηθήκαν και δεν έπαιξαν. Δεν μπορείς να πεις, ότι ήταν λάθος ή σωστή η απόφαση».

Θα περίμενε κανείς με την πείρα της ζωής που έχει πια στα 49 του χρόνια και με πιο καθαρό το βλέμμα, μακριά από την αδρεναλίνη του πρωταθλητισμού, ο Γιώργος Αμανατίδης θα καταδίκαζε όσα έγιναν στην Ριζούπολη εκείνη την ημέρα ή θα έπαιρνε μία απόσταση. Αντιθέτως, επέλεξε να τα υποβαθμίσει. Να τα καθαγιάσει. Να τα εξαγνίσει. «Συνέβαιναν κι αλλού», η ρητορική η δική του, αλλά και πολλών συμπαικτών του από εκείνη την ομάδα, όπως ο Αλεξανδρής, ο Γιαννακόπουλος, ο Ελευθερόπουλος όπως εκφράστηκε με συνεντεύξεις τους.

Όταν εξαγνίζεις τέτοια γεγονότα, σημαίνει ότι τα αποδέχεσαι. Τα υιοθετείς. Σε λίγα χρόνια ενδεχομένως να ακούσουμε για τον «υπέροχο κόσμο» που πήρε μόνος του εκείνο το ντέρμπι / πρωτάθλημα. Το ξέπλυμα της Ριζούπολης καλά κρατεί...

 

 

Ξεπλένοντας την Ριζούπολη