MENU

Στο κατώφλι του νέου millenium ένας νεαρός προπονητής από το Κιλκίς παρακολουθεί καθημερινά τις προπονήσεις του ΠΑΟΚ στο νεότευκτο παλατάκι της Πυλαίας. Η σύνδεσή του με τον Δικέφαλο οφείλεται εν πολλοίς στα δύο αστέρα της γενέτειράς του, Κώστα Βασιλειάδη και Λουκά Μαυροκεφαλίδη, που έχουν πάρει μεταγραφή, ωστόσο η βασική του επιδίωξη δεν είναι η ένταξη στο τεχνικό τιμ του (τότε προπονητή και νυν προέδρου) Μπάνε Πρέλεβιτς, αλλά η αναζήτηση μιας εφηβικής ομάδας για να κυνηγήσει το όνειρό του.

«Επί αρκετούς μήνες, φοιτώντας παράλληλα στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου, παρακολουθούσα τις προπονήσεις του ΠΑΟΚ και έχοντας ήδη γνωριστεί κάπως καλά, παίρνω το θάρρος να ζητήσω τη βοήθεια του Γιάννη Σφαιρόπουλου, που ήταν εκείνη τη σεζόν βοηθός του Μπάνε Πρέλεβιτς. ‘Θέλω να αναλάβω μια εφηβική ομάδα στη Θεσσαλονίκη για να ξεκινήσω’, του είπα και η απάντησή του όχι μόνο ήταν αφοπλιστική, αλλά μου άνοιξε διάπλατα την πόρτα της προπονητικής: ‘Θα είσαι μαζί μας στην πρώτη ομάδα του ΠΑΟΚ’! Μου φάνηκε απίστευτο και για αυτό ακόμη και τώρα χρωστάω πολλά στον Σφαιρόπουλο. Για παράδειγμα, όταν μερικά χρόνια αργότερα ανεβήκαμε κατηγορία με τον ΟΦΗ, του είχα στείλει μήνυμα και του είχα γράψει: ‘Εσύ με πίστεψες πρώτος. Και να που μπορώ να σταθώ ως πρώτος προπονητής. Σε ευχαριστώ για όλα’», εξομολογείται ο 34χρονος κόουτς, ο οποίος -πλάκα-πλάκα- μετρά αισίως 15 χρόνια στο επάγγελμα.

«Ουσιαστικά από 19 ετών εργάζομαι σε επαγγελματικές ομάδες, αν και είχα υπάρξει προπονητής και νωρίτερα, όταν ακόμη ήμουν μαθητής Λυκείου και είχα αναλάβει την παιδική ομάδα του Κιλκίς. Θυμάμαι ότι ανέκαθεν ήμουν ο πιο ατίθασος παίκτης. Μάλωνα με τους προπονητές, είχα άποψη. Και για αυτό διάλεξα διαφορετικό δρόμο από αυτόν που πήραν ο αδερφός μου Γιώργος, ο Κώστας και ο Λουκάς. Αυτή ήταν η παρέα. Με αυτά τα παιδιά μοιραζόμασταν την ίδια αγάπη, το ίδιο όνειρο. Ο αδερφός μου ήταν πάντα σουτέρ. Εκανε καριέρα, πήγε στην Ισπανία, όταν η κατηγορία LEB ήταν πολύ ανταγωνιστική και τα τελευταία έξι χρόνια αγωνίζεται στον ΠΑΟΚ. Ο Κωστάκης, έτσι τον φωνάζαμε πάντα, ήταν αντράκι. Είχε έναν συνδυασμό, που δεν μπορούσε να αποτύχει. Είχε cojones, για να το πω στα ισπανικά, και φοβερό σουτ. Και πολλή πειθαρχεία από το σπίτι. Ο Λου ήταν ο πιο προικισμένος, ο πιο ταλαντούχος με το μεγαλύτερο potential και το μόνο που είχε να κάνει ήταν να παλέψει με τον εαυτό του. Ο ένας έδινε κίνητρο στον άλλον για να πετύχει. Αυτή η άμιλλα ευεργέτησε και τους τέσσερις της παρέας του Κιλκίς», αναπολεί ο Στέφανος Δέδας.

«Μπορώ να πω ότι στο Φάιναλ Φορ της Μπολόνιας άρχισα να παρατηρώ με προσοχή τις λεπτομέρειες. Σε αυτό τον τομέα ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς είναι αυθεντία. Και άλλες φορές του έχω σφίξει το χέρι, στα χρόνια που εργάστηκα ως ασίσταντ στην Α1, ωστόσο πριν από τρία χρόνια τον γνώρισα και προσωπικά σε ένα πιο χαλαρό περιβάλλον. Με τον Γιούρι (σσ. Ζντοβτς) ήταν συγκάτοικοι στο ίδιο δωμάτιο στις αποστολές της Εθνικής και όταν τους είχαμε αντιμετωπίσει με την Γκαζιαντέπ την πρώτη χρονιά στην Πόλη, μας έβγαλε έξω για φαγητό και ποτό σε ένα εστιατόριο, που το λένε ‘Zuma’ και βρίσκεται στον Βόσπορο. Για να είμαι ειλικρινής, δεν μιλούσα πολύ, αλλά άκουγα, ωστόσο πριν από λίγο καιρό, όταν ο Γιούρι πήγε στην ΑΕΚ και εγώ έμεινα ως πρώτος προπονητής στην Γκαζιαντέπ, με φώναξε στο γραφείο του και μιλήσαμε για λίγη ώρα. Ξέρετε, στο τουρκικό πρωτάθλημα, ο φιλοξενούμενος δικαιούται να κάνει μια προπόνηση στην έδρα του γηπεδούχου και ο Ομπράντοβιτς είναι πολύ φιλόξενος άνθρωπος».

Αυτά που έχουν συμβεί στον Στέφανο Δέδα, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, είναι για… κινηματογραφική ταινία! Ξέχωρα από το γεγονός ότι ακόμη δεν έχει κλείσει τα 34 και είναι πρώτος προπονητής στην έβδομη ομάδα της Τουρκίας, έχοντας πίσω του 15χρονη προϋπηρεσία σε συλλόγους, καθώς και στην Εθνική Σλοβενίας, μόλις ανέλαβε την Γκαζιαντέπ νίκησε στο ντέρμπι την Εφές Αναντολού και πάλεψε σκληρά στην έδρα της Φενέρμπαχτσε. «Η πιο έντονη στιγμή ήταν όταν νικήσαμε την Εφές και έσφιξα το χέρι στον Ντούσαν Ιβκοβιτς. Προ ημερών νικήσαμε την πρωταθλήτρια Καρσίγιακα βάζοντας 20 τρίποντα (σσ. όντως: 20/36 τρ.) και αυτή τη στιγμή είμαστε σε τροχιά πλέι οφ. Οσο για το νεαρό της ηλικίας; Ουσιαστικά πιστώνομαι την απόφαση, που πήρα ως μαθητής, να γίνω προπονητής και με βοήθησαν κάποιοι άνθρωποι να κυνηγήσω το όνειρό μου».

Εχει μεγάλη πλάκα και ο τρόπος με τον οποίο έγινε η γνωριμία με τον Ζντοβτς, ο οποίος όταν είχε αναλάβει τον Ηρακλή τη σεζόν 2005-06 έψαχνε να κλείσει ένα φιλικό. «Εγώ τότε εργαζόμουν ως πρώτος προπονητής στη ΜΕΝΤ και έπειτα από προτροπή του αδερφού μου, που έπαιζε τότε στον Ηρακλή, έτυχε να μιλήσουμε στο τηλέφωνο για να συνεννοηθούμε για το παιχνίδι. Κάποια στιγμή ο Γιούρι μου είπε ότι αναζητούσε βοηθό και εκείνη τη χρονική περίοδο, έχοντας χάσει εμείς δύο ματς από Ηλυσιακό και ICBS και παρότι ήμασταν δεύτεροι στην Α2, η τότε διοίκηση μου είχε αποκαλύψει ότι σκεφτόταν να φέρει έναν πιο έμπειρο τεχνικό από μένα. ‘Εγώ θα έλθω βοηθός σου!’, απάντησα χωρίς να το πολυσκεφτώ και από τότε είμαστε σχεδόν κάθε χρόνο μαζί, εκτός από τις σεζόν που εργάστηκα ως πρώτος στον ΟΦΗ και ως βοηθός στον Αρη και στο Ρέθυμνο. Δόξα τω Θεώ έχω δουλέψει με σπουδαίους ανθρώπους. Με Μπλατ, Κουφό, Κατσικάρη, Σούμποτιτς, Πρίφτη και φυσικά με τον Σφαιρόπουλο, που μου άνοιξε την πόρτα».

Και από την τριετία του, όμως, στην Γκαζιαντέπ έχει να διηγηθεί πολλές ιστορίες ο έλληνας κόουτς. «Την πρώτη χρονιά, όταν ταξιδεύαμε στη Σμύρνη για να παίξουμε με την Καρσίγιακα, έκανα πλάκα στους δύο τούρκους συνεργάτες του Γιούρι ότι ‘σε ελληνική πόλη δεν χάνουμε’ λόγω της παρουσίας μου. Τελικά χάσαμε και όταν επιστρέφαμε μου έδειξαν και αυτοί για πλάκα ένα σκαλισμένο λόφο με το πρόσωπο του Κεμάλ. Πέρυσι, όμως, ήταν η χρονιά των αδερφών Δέδα, γιατί νικήσαμε και εμείς και ο ΠΑΟΚ μια ομάδα μάλιστα που λίγο καιρό αργότερα πήρε το πρωτάθλημα Τουρκίας και φέτος έπαιξε στην Ευρωλίγκα. Το κορυφαίο, όμως, το ‘έπαθα’ σε μια επίσκεψη της ομάδας στο Πανεπιστήμιο της Γκαζιαντέπ. Με πλησιάζει ένας κύριος και μου λέει: ‘Λέγομαι Ανδρέας Κότελης και είμαστε από το ίδιο χωριό, το Βαφειοχώρι, στο Κιλκίς.’ ‘Δεν είναι δυνατόν!’, σκέφτομαι. ‘Το χωριό μας έχει όλους κι όλους 50 κατοίκους. Τώρα έχουν μείνει… 48’, αποκρίθηκα και σκάσαμε στα γέλια. Πρόκειται για τον Επίκουρο Καθηγητή στο Τμήμα Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου της Γιαζιαντέπ. Δεν είναι απίστευτο;», αναρωτιέται ο Στ. Δέδας, ο οποίος τον τελευταίο καιρό δέχεται αρκετά τηλέφωνα από συγγενείς και φίλους, που ανησυχούν.

«Είναι απολύτως φυσιολογικό. Η Γκαζιαντέπ απέχει 50 χλμ από τη Συρία, όπου μαίνεται ο πόλεμος, οπότε είναι λογικό να με παίρνουν φίλοι από ενδιαφέρον για να μάθουν τι γίνεται και αν είμαστε καλά. Τους καθησυχάζω λέγοντας ότι δεν έχουμε αντιμετωπίσει το παραμικρό πρόβλημα. Εντάξει, για να είμαι ειλικρινής αποφεύγω όσο μπορώ το κέντρο, έπειτα και από το πρόσφατο τρομοκρατικό χτύπημα με τους τόσους νεκρούς στην Αγκυρα, αλλά γενικά είμαστε μια χαρά και η ζωή εδώ είναι ήσυχη. Εχουμε συνηθίσει, η οικογένειά μου είναι καλά, ο μεγάλος μου γιος, 3,5 ετών, πηγαίνει με άλλα παιδάκια στον παιδικό σταθμό, ο μικρός είναι ακόμη 7 μηνών, οπότε είναι στο σπίτι. Ολα καλά όμως!», μας λέει ο προπονητής της Γκαζιαντέπ, ο οποίος δέχεται πρόωρες πιέσεις για να ανανεώσει το συμβόλαιό του, ωστόσο ο ίδιος εκτιμά ότι πρώτα πρέπει να επιτευχθεί ο στόχος των πλέι οφ και μετά να προχωρήσει σε ουσιαστικές συζητήσεις με τη διοίκηση. Αλλωστε, τόσα χρόνια στα γήπεδα έχει μάθει ότι η δουλειά και η εικόνα στο παρκέ είναι τα μεγαλύτερα πειστήρια, όσο χρονών και αν είσαι!

Στέφανος Δέδας: «Χρωστάω πολλά στον Γιάννη Σφαιρόπουλο»