MENU

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο πλέι μπόι Βρετανός πιλότος Τζέιμς Χαντ μπαίνει στο θαυμαστό κόσμο της Φόρμουλα 1 και με το ριψοκίνδυνο στιλ του γρήγορα αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστή. Ανάμεσα σε αυτόν και στο παγκόσμιο πρωτάθλημα, ωστόσο, στέκεται ένας μεθοδικός και αλάνθαστος αντίπαλος, ο Αυστριακός Νίκι Λάουντα.

Ο Γερμανός ηθοποιός ήταν αυτός που ανέλαβε να υποδυθεί τον Λάουντα (στον ρόλο του Χαντ ήταν ο Κρις Χέμσγουορθ). Εκτός της εντυπωσιακής εμφανισιακής ομοιότητάς του με τον Λάουντα, πέτυχε να δείξει τόσο τον ιδιότροπο χαρακτήρα του όσο και την αξεπέραστη ιδιοφυία του.

Με άρθρο του στην ισπανική εφημερίδα «El Pais» ο Μπρουλ μιλά για πως έζησε ο ίδιος τον εμβληματικό Αυστριακό με το βιτριολικό χιούμορ και τη μεγάλη προσωπικότητα.

«Η πρώτη φορά που μίλησα στο τηλέφωνο με τον Νίκι Λάουντα ήταν μερικές εβδομάδες πριν από τα γυρίσματα της ταινίας «Rush». Ήταν έξι το πρωί. Μου είπε: «Πιστεύω ότι θέλεις να με γνωρίσεις. Έλα στη Βιέννη, απλά φέρε μόνο μια τσάντα με ρούχα. Αν δεν τα πάμε καλά, να φύγεις αμέσως». Εκείνη τη στιγμή ανακάλυψα αυτό το ιδιαίτερο χιούμορ του που τον συνόδευε σε όλη τη ζωή του. Αποδέχθηκα την πρόκληση και πήγα, μόνο με αυτά που φορούσα. Μετά από μισή ώρα κουβέντας μαζί του με είχε «αιχμαλωτίσει», δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω του. Τα δικά του μάτια ήταν θερμά.

Μετά από μερικές ημέρες έπρεπε να πάω να αγοράσω ρούχα και κατέληξα να μείνω σε ένα δωμάτιο στο ξενοδοχείο που έμενε κι αυτός. Με σύστησε στην οικογένειά του και με κάλεσε να πετάξω με το αεροπλάνο το οποίο ο ίδιος πιλοτάριζε στο γκραν πρι της Βραζιλίας, στο Σάο Πάουλο. Εκεί γνώρισα τους Γερμανούς πιλότους Σεμπάστιαν Φέτελ και Νίκο Ρόσζεμπεργκ κα θρύλους όπως ο σερ Τζάκι Στιούαρτ, παγκόσμιος πρωταθλητής τρεις φορές το 1969, το 1971 και το 1973. Στη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας του τηλεφώνησα πολλές φορές, κάποιες από αυτές στις τρεις, στις τέσσερις, στις πέντε το πρωί. Απαντούσε πάντα. Χάρη στη δουλειά μου μπόρεσα να γνωρίσω τον άνθρωπο πίσω από την προσωπικότητα.

Δεν θα ξεχάσω τι μου είπε όταν με είδε αγχωμένο επειδή έπρεπε να τον υποδυθώ. «Αδερφέ, ξέρω ότι μπορείς να νιώθεις κάπως. Ξέρω ότι είσαι Γερμανός και νιώθεις πίεση για εμένα, για τους Αυστριακούς, για τον κόσμο της Φόρμουλα 1. Μην σκέφτεσαι τόσο τη γνώμη του κόσμου, απλά κάνε το».

Κάναμε πολλές συζητήσεις, γεμάτες συναισθήματα, μιλήσαμε για τη ζωή, για τον πόνο, για τα ανθρώπινα δράματα, για τον φόβο και πως να τον ξεπερνάς, για την ματαιότητα της ζωής, για το χιούμορ που βοηθάει να ξεπερνάς τα προβλήματα. Η στάση του με εξέπληξε σε πολλές περιπτώσεις. Όταν ήμουν μαζί του σκεφτόμουν 'κοίτα τον, τι φοβερός τύπος είναι'.

Μου μιλούσε πολύ για το ατύχημά του και για το πως το ξεπέρασε. Αυτό το κομμάτι της ταινίας τον ανάγκασε να ανατρέξει ξανά σε εκείνη την περίοδο της ζωής του, να νιώσει και πάλι όπως τότε. Μου είπε ότι η επιστροφή του στη Μόντσα ήταν τόσο γρήγορη διότι δεν ήθελε να βυθιστεί σε συναισθηματικό σκοτάδι και να ξεπεράσει πιο γρήγορα το ψυχολογικό τραύμα. Τότε κατάλαβα ότι δεν ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Εγώ είμαι. Είμαι ένας άνθρωπος με φοβίες και εκείνος ήταν ένας τύπος που δεν λύγισε ποτέ.

Έζησα την πρεμιέρα της ταινίας δίπλα του. Δεν μπορούσα να σταματώ να τον κοιτάζω. Νομίζω ότι ήταν πολύ ευχαριστημένος με το αποτέλεσμα. Από την αρχή του πρότζεκτ έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον, ήταν φίλος του σεναριογράφου, Πίτερ Μόργκαν, και κάποιες φορές ήταν παρών και στη διαδικασία του μοντάζ. Περάσαμε πολύ καιρό μαζί για την προώθηση της ταινίας και δεν μπορούσα να σταματήσω να γελώ με τα αστεία του. Σε μια περίπτωση, κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης με μια Αμερικανίδα δημοσιογράφο, νομίζω ότι έκανε κάτι πολύ διασκεδαστικό. Η δημοσιογράφος τον ρώτησε: 'Κύριε Λάουντα, εσείς τι κάνατε σε αυτή την ταινία;'. Και αυτός της απάντησε: 'Τίποτα, οργάνωσα μόνο το μπάρμπεκιου στο τέλος των γυρισμάτων'.

Οι ερμηνείες που δίνουν οι κανονικοί άνθρωποι για να περιγράψουν την ευτυχία είναι διαφορετικές από αυτές που έδινε ο Νίκι. Αυτός έβρισκε την ευτυχία στη δράση, στην κίνηση, στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, στον συνεχή αγώνα. Ήταν πάντα μαχητής. Πίσω από τα στρώματα πάγου, που μπορεί να έβλεπαν οι άλλοι σε αυτόν, υπήρχε μια ανθρώπινη καρδιά που χτυπούσε δυνατά.

Κι αν ακόμα δεν έχει γίνει σαφές το μοναδικό χιούμορ που τον ξεχώριζε, αρκεί να αναφέρω αυτό που μου είπε όταν είδε την ταινία.

«Αδερφέ, τα πήγατε πολύ καλά με την ταινία και σε ευχαριστώ επειδή με παρουσιάζεις πιο συμπαθητικό από ό,τι είμαι πραγματικά».

Αναπαύσου εν ειρήνη, Νίκι».

Ο άνθρωπος που δεν λύγισε ποτέ - Ένας ξεχωριστός φόρος τιμής στη μνήμη του Νίκι Λάουντα (vids)