MENU

Η πυραμίδα των συμπερασμάτων για το βασικό στάδιο της προετοιμασίας του Παναθηναϊκού στην Αυστρτα δεν θα μπορούσε να μην έχει ως κορωνίδα το πλέον σαφές. 

Ο Παναθηναϊκός του Γιοβάνοβιτς πέρασε πέρυσι το πρώτο στάδιο της εκμάθησης των βασικών αρχών του παιχνιδιού.

Μετά τα μέσα της περασμένης σεζόν απέκτησε και ξεκάθαρη αγωνιστική ταυτότητα.

Φέτος, στο βασικό στάδιο της προετοιμασίας και στα φιλικά που δόθηκαν, πιστοποιήθηκε με σαφήνεια ότι η φετινή έκδοση της ομάδας αποτελεί συνέχεια της περυσινής. 

Καμία αποχώρηση παίκτη, ακόμα και των τριών βασικών (Βέλεθ, Βιγιαφάνιες, Γκατσίνοβιτς) που αποχώρισαν σε σχέση με την περυσινή ενδεκάδα, δεν επηρέασε την ποδοσφαιρική της εξέλιξη

Βασικός «κορμός» υπάρχει από τη στιγμή που η πλειονότητα της περσινής ενδεκάδας έχει διατηρηθεί.

Ο Σέρβος προπονητής του Παναθηναϊκού «χτίζει» φέτος σε εντελώς διαφορετική βάση. 

Τη βάση που ο ίδιος δημιούργησε, ουσιαστικά, στην πρώτη του σεζόν στη σύλλογο κι έφτασε μέχρι την κατάκτηση του Κυπέλλου και την επιστροφή της ομάδας στην Ευρώπη μέσω των πλέι οφ. 

Ο Γιοβάνοβιτς δεν μάθαινε στους παίκτες στην Αυστρία πώς να κάνουν «overlap», αλλά είχε την ευχέρεια να εστιάσει σε αρκετές βασικές τακτικές αρχές. 

Συγκεκριμένα έδωσε μεγάλο βάρος στους εξής τομείς:

-Σε εναλλακτικούς τρόπους «built up» μετά από πίεση ψηλά του αντιπάλου, δημιουργώντας προϋποθέσεις αντεπίθεσης.
-Στη σωστή κυκλοφορία με λίγες επαφές και την εκμετάλλευση του πλάτους και των ακραίων μπακ, στο «σετ» παιχνίδι απέναντι σε οργανωμένη άμυνα. 
-Στο πρέσινγκ ψηλά και το που πρέπει να πηγαίνει κάθε παίκτης σε συνάρτηση με το που βρίσκεται η μπάλα. 
-Στην σωστή οργάνωση για «κόντρα πρέσινγκ» προκειμένου να υπάρχουν προϋποθέσεις για άμεση ανάκτηση της μπάλας όταν αυτή χάνεται, αλλά και άμεσης αντεπίθεσης.  
-Στις αμυντικές (κυρίως) κι επιθετικές στατικές φάσεις και δη τα κόρνερ.
-Σε απανωτά διτέρματα σε μικρό χώρο, υψηλής πίεσης/έντασης, συνήθως με περιορισμό λίγων επαφών.

Το τελευταίο, πέραν του τακτικού, εντάσσεται και στο κομμάτι της φυσικής κατάστασης. 

Με τον εξαιρετικό συνεργάτη του/γυμναστή Δημήτρη Δανιηλίδη, να αναλαμβάνει τις ανάσες και την ένταση των τρεξιμάτων των παικτών, αν και μεγαλύτερη έμφαση στη φυσική κατάσταση δόθηκε στο πρώτο στάδιο πριν την Αυστρία, στο Πήλιο.  

Το πλέον θετικό συμπέρασμα που προέκυψε κατά τη διάρκεια της παραμονής μας στην Αυστρία -και συνάμα εξαιρετικά χρήσιμο για όσους παρακολούθησαν τις προπονήσεις Παναθηναϊκού- είναι η μεταδοτικότητα του προπονητή

Αυτό που έβλεπες να δουλεύεται στην προπόνηση, το έβλεπες και την επόμενη μέρα στους φιλικούς αγώνες. Ηταν εντυπωσιακό το πόσο καρμπόν έμοιαζε!  

Στις βασικές αρχές του παιχνιδιού, το τριφύλλι έδειξε υψηλό βαθμό ετοιμότητας στο κομμάτι της συνοχής και του αμυντικού τρανζίσιον, η ομάδα επέστρεφε σχεδόν πάντα οργανωμένη όποτε χρειαζόταν να γυρίσει γρήγορα στο δικό της «μισό» του γηπέδου. 

Μόνο από ατομικά λάθη προέκυπταν κίνδυνοι και στα αμυντικά στημένα δεν απειλήθηκε ιδιαίτερα σε κανένα ματς.  

Στο αμυντικό σκέλος, άλλωστε, υπάρχει ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση. 

Αποχώρησε ο Βέλεθ και ήρθε ο Μάγκνουσον, ο Σένκεφελντ έκανε εξαιρετική προετοιμασία ενώ πέρυσι ήταν εκτός, τη θέση του Χατζηθεοδωρίδη πήρε ο Γκάνεα, προστέθηκε ο Λοντίγκιν στις αξιόπιστες επιλογές κάτω από τα δοκάρια και ως εναλλακτικός αμυντικός «μπαλαντέρ» διατηρήθηκε ο Σάντσες. 

Ο Γιοβάνοβιτς έδωσε χώρο στον Βαγιαννίδη, τσεκάροντάς τον πέρυσι στις προπονήσεις με την πρώτη ομάδα και πιστεύοντας στο ταλέντο του, ο 20χρονος πλάγιος αμυντικός ανταποκρίθηκε και  μπήκε στην εξίσωση του ροτέισον. 

Είχε φανεί εδώ και δύο-τρία χρόνια ότι ο συγκεκριμένος παίκτης έχει προοπτική, πιστοποιήθηκε κι απ’ τις ομάδες που ενδιαφέρθηκαν για αυτόν όταν έμενε ελεύθερος στα 18 του χρόνια, ασχέτως εάν αποδείχθηκε πρόωρη η επιλογή της Ιντερ. 

Η παρουσία του εντάσσεται σαφώς στα ελπιδοφόρα μηνύματα της προετοιμασίας.

Οπως επίσης εντάσσεται και η περίπτωση του Γκάνεα που κοίταξε στα μάτια τον Χουάνκαρ και είπε στον Γιοβάνοβιτς «μην ανησυχείς για αριστερά, υπάρχω κι εγώ», με την εξαιρετική προσαρμογή, ανταπόκριση και ένταξή του στην ομάδα. 

Λες και βρισκόταν από πέρυσι στο ρόστερ. 

Στον άξονα της μεσαίας γραμμής, ξεκινώντας από την κυκλοφορία και κατοχή της μπάλας, όσο υπάρχει στην ενδεκάδα ο Πέρεθ και η ικανότητά του να την κρατάει και να τη μοιράζει σωστά ο Παναθηναϊκός μπορεί να αισθάνεται ασφαλής. 

Εχει διατηρηθεί σε καλά επίπεδα και παρότι απουσιάζουν παίκτες με βασικό χαρακτηριστικό την τεχνική και τα ποιοτικά μέτρα με τη μπάλα, σε ομαδικό επίπεδο φάνηκε να υπάρχει πιο γρήγορος ρυθμός και περισσότερη ταχύτητα στο συνδυαστικό σκέλος, σε σχέση με πέρυσι. 

Τουλάχιστον αυτό έδειξε η ακτινογραφία μετά το «κρας τεστ» με τη Λεβερκούζεν. 

Στο επιθετικό τρανζίσιον και το κόντρα πρέσινγκ, υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να βελτιωθούν

Ακόμα σημαντικότερο είναι να προστεθούν ταχύτητα και ποιοτικές αποφάσεις στο επιθετικό τρίτο. 

Εδώ ακριβώς υφίσταται η καρδιά του μεγαλύτερου προβληματισμού. 

Το έλλειμμα ποιοτικών εμπνεύσεων και ταχύτητας μεσοεπιθετικά είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι μεταγραφικά ο Παναθηναϊκός κινείται σε ρυθμούς χελώνας. 

Υπάρχει καθυστέρηση στον εντοπισμό παικτών που «κουμπώνουν» στα ποδοσφαιρικά «θέλω» του προπονητή, δίνεται έμφαση σε μικρές λεπτομέρειες και χάνονται επιλογές, υπάρχουν… δοκάρια επειδή παίκτες περιμένουν κι από αλλού προτάσεις και το αποτέλεσμα είναι αυτό που είχε πει ο Γιοβάνοβιτς μετά τον κερδισμένο τελικό με τον ΠΑΟΚ.

Η... ταλαιπωρία που είχε προαναγγείλει και κυρίως το ρίσκο ενόψει του στόχου των προκριματικών.

Οχι ότι έχει άδικο ο Σέρβος στη μεγάλη εικόνα, έχοντας υιοθετήσει τη λογική «δεν θα πάρουμε παίκτες για 2-3 μήνες, αλλά για 2-3 χρόνια, οπότε πρέπει να είμαστε όσο πιο σίγουροι γίνεται στις επιλογές μας», αλλά το διακύβευμα είναι σημαντικό για το σύλλογο και χάθηκε ήδη πολύτιμος χρόνος. 

Η κλεψύδρα έχει γυρίσει ανάποδα εδώ και καιρό. 

Οδεύουμε στην τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου, απ’ τον άξονα της μεσαίας γραμμής έχουν αποχωρήσει τέσσερις παίκτες (Βιγιαφάνιες, Γκατσίνοβιτς, Μαουρίσιο, Λούντγκβιστ) κι έχει αφιχθεί μόλις ένας (Τσέριν) συν τον Κουρμπέλη που έκανε φέτος προετοιμασία αλλά είχε ήδη ενταχθεί στην ομάδα λίγο πριν το φίνις της περασμένης σεζόν. 

Παρά ταύτα για τις θέσεις «6-8» υπάρχει επαρκής κάλυψη.

Ο Πέρεθ, ο Κουρμπέλης είναι δύο διαφορετικά αλλά αξιόλογα κλασικά «6άρια», ενόσω ο Αλεξανδρόπουλος και ο Τσέριν μπορούν να υποστηρίξουν, αν χρειαστεί, παρεμφερή ρόλο. 
 
Εκεί που δεν υπάρχει επαρκής κάλυψη είναι στις θέσεις «8-10». 

Στο πιο δημιουργικό «8άρι», αν προτιμάτε, στο 4-3-3 όπου εστίασε ο Γιοβάνοβιτς. 

Ο Σέρβος δοκίμασε εναλλάξ εκεί Τσέριν και Αλεξανδρόπουλο, ο 23χρονος Σλοβένος ήταν σε πιο ψηλά μέτρα κόντρα στη Λεβερκούζεν και ο 20χρονος Ελληνας απέναντι στη Γουότφορντ. 

Η χημεία στο φιλικό με τους Γερμανούς έδειξε να κουμπώνει καλύτερα στο σύνολο, πνευμόνια/τρεξίματα διαθέτουν αμφότεροι ως βασικά χαρακτηριστικά, αλλά δεν παύει να μην υπάρχει τίποτα άλλο εκτός αυτών των δύο και κυρίως χαρακτηριστικά παικτών με βασικό ατού τη δημιουργικότητα κοντά στην αντίπαλη περιοχή. 

Γενικώς μεσοεπιθετικά, με εξαίρεση τους Παλάσιος και Αϊτόρ είναι σπάνιες οι προσωπικές ενέργειες στο επιθετικό τρίτο, οι οποίες είναι απόλυτα καθοριστικές στη δημιουργία υποσχόμενων ευκαιριών. 

Στα δύο «φτερά» υπάρχει ζήτημα βάθους. Αποχώρησαν ο Βιτάλ και ο Χατζηγιοβάνης και έχουν μείνει μόνοι τους ο Παλάσιος με τον Αϊτόρ. Πίσω τους δεν υπάρχουν επιλογές. 

Μόνο αλχημείες μπορούν να γίνουν, αν χρειαστεί ανάγκη. Του τύπου να βαφτιστεί εξτρέμ κάποιος φουλ μπακ (π.χ. Χουάνκαρ, Βαγιαννίδης). Ασφαλώς, θα έπρεπε να ήταν διαφορετικά τα δεδομένα... 

Στην κορυφή της επίθεσης ο Ιωαννίδης είναι σαν την καλαμιά στον κάμπο. Ο Καρλίτος υπολογίζεται ως περιφερειακός και αλλάζει ο σχηματισμός σε 4-2-3-1 για να «χωρέσει», ο Μακέντα κούνησε μαντίλι και το κενό βγάζει μάτια. Ποιοτικά και ποσοτικά. 

Ο Ιωαννίδης προσφέρει στην ομάδα αξιόπιστο παιχνίδι με πλάτη -που δεν πρέπει να υποτιμάτε και δεν είναι εύκολο να το βρεις- και λειτουργεί καλά ως σκαλοπάτι για το επιθετικό και μεσαίο τρίτο, η μπάλα μπορεί να «ακουμπήσει» πάνω του. 

Ταυτόχρονα αφαιρείται ένταση στο πρέσινγκ, διάρκεια στα τρεξίματα κι έντονη πίεση στην αντίπαλη άμυνα. Η αθλητικότητα και τα τρεξίματά του επιβάλλεται να βελτιωθούν. 

Το λεγόμενο «εύκολο γκολ» είναι σε συνάρτηση με τις ποιοτικές ευκαιρίες που δημιουργούνται, αλλά από πλευράς ατομικής εκτελεστικής δεινότητας τα καλύτερα ποσοστά στα τελειώματα έδειξε (και φέτος) ότι τα έχει ο Καρλίτος και μετά ο… Μάγκνουσον. 

Συνολικά ο Παναθηναϊκός ως ομάδα απαιτείται να διαθέτει παίκτες με καλύτερα ποσοστά ευστοχίας μέσα στο «κουτί». 

Το μόνο σίγουρο είναι ότι το τριφύλλι έχει μπροστά του τα δύο καθοριστικά ματς με τη Σλάβια Πράγας και θα πορευτεί σ’ αυτά με στόχο να αναδείξει τα προσόντα του ως ομάδα και να κρύψει ταυτόχρονα τις αδυναμίες του για να προκριθεί. 

Οπως σίγουρο είναι επίσης ότι θα είναι καλά διαβασμένος και προετοιμασμένος απ' τον προπονητή του για να παλέψει στα ίσια τους Τσέχους.
 

Τα ποδοσφαιρικά συμπεράσματα για τον φετινό Παναθηναϊκό και το ρίσκο ενόψει Σλάβια