MENU

Το ποδόσφαιρο έχει τρεις κατηγορίες για να το αγαπήσεις. Πρώτα απ’ όλα μέσω του «δεσίματος» με μια ομάδα. Την παρακολουθείς, την γουστάρεις, γίνεσαι οπαδός, έστω και με αυτό τον τρόπο μαθαίνεις να αγαπάς και το άθλημα. 

Ο δεύτερος είναι το θέαμα. Διαφέρει απ’ το μπάσκετ που έχει διαρκές πάνω-κάτω και εναλλαγή φάσεων σε ελάχιστο χρόνο. Οπότε εκτιμάται σημαντικά το θέαμα που θα προσφέρει η κάθε ομάδα. 

Ο τρίτος είναι η ανάδειξη πρωταγωνιστών, ειδικά αν αυτοί είναι νεαροί σε ηλικία. Διότι εκεί βλέπεις την εκπλήρωση του δικού σου ονείρου. Οπότε όταν παιδιά κυρίως απ’ την ίδια χώρα με σένα και σε νεαρή ηλικία, εξελίσσονται και βελτιώνονται, «δένεσαι» περισσότερο μαζί τους. 

Απ’ αυτά τα στοιχεία, οι περισσότερες ομάδες της Super League δεν έχουν το πρώτο. Διότι οι «μεγάλες» ομάδες του τόπου μαζεύουν τεράστιο ποσοστό φιλάθλων σε επίπεδο προτίμησης. Άρα τί μένει; Κυρίως το τοπικιστικό στην επαρχία κι αυτό όχι πάντα. Ειδικά τα τελευταία χρόνια έχει χαθεί το συγκεκριμένο «δέσιμο», με εξαίρεση κυρίως τις παραδοσιακές δυνάμεις της επαρχίας (ΟΦΗ, ΠΑΣ Γιάννινα, ΑΕΛ). 

Όσο για τα νέα ταλέντα, η ανάδειξή τους και η πρόοδός τους, επίσης είναι αρκετά δύσκολη πλέον. Η προτίμηση πηγαίνει σε ξένους ποδοσφαιριστές. Γιατί υπάρχει το πιο άμεσο αποτέλεσμα. Ή θα σου παίξει ή δε θα σου παίξει και τέλος. Δε θα χρειάζεται να περιμένεις κάποια χρόνια για να εξελιχθεί. Διάστημα που μπορεί να αποβεί ποδοσφαιρικά μοιραίο με κάποιον υποβιβασμό. 

Τι μένει για να ποντάρουν οι λεγόμενες «μικρομεσαίες» ομάδες; Το θέαμα. Στοιχείο που εκτιμάται απ’ τους φιλάθλους. Όχι απαραίτητα αυτούς που θα πάνε στο γήπεδο, αλλά το σύνολο των φίλων του ποδοσφαίρου που θα παρακολουθήσουν κι έναν αγώνα που δεν παίζει η ομάδα τους. 

Ποιες ομάδες σέβεται και εκτιμά ο κόσμος τα τελευταία χρόνια; Τον Βόλο που βρίσκει παίκτες με ποιότητα και χαίρεσαι να τον βλέπεις χωρίς να κλείνεται σε όλα τα ματς, ανεξάρτητα απ’ το ποιον έχει απέναντι. Τον ΠΑΣ Γιάννινα του Γιαννίκη προ διετίας, που πίεζε ψηλά, «έπνιγε» τον αντίπαλο κι έπαιρνε αυτό που ήθελε. Χωρίς να έχει έντεκα παίκτες στην περιοχή του. Τον Παναιτωλικό του Αναστασίου. Που θα ψάξει το καλό ποδόσφαιρο, θα βασιστεί σε αυτό κι ας χάσει. Τον ΟΦΗ της πρώτης σεζόν του Γιώργου Σίμου στον πάγκο, όταν εξέπληξε τους πάντες φτάνοντας με άκρως επιθετική φιλοσοφία μέχρι τις ευρωπαϊκές θέσεις. 

Ο φίλαθλος κόσμος δε θέλει πλέον πούλμαν. Δε θέλει κατενάτσιο. Δεν τον ενδιαφέρει η δικαιολογία πως μπορεί να έπαιζες με «μεγάλο» αντίπαλο. Αναφέραμε ήδη τα παραδείγματα κλαμπ που σέβονται το θέαμα και το άθλημα το ίδιο, ανεξάρτητα με το ποιον έχουν απέναντι. 

Πρακτικές όπως αυτή που παρουσίασε ο Αστέρας Τρίπολης στη Λεωφόρο και όπως θα την παρουσιάσει και σε άλλες αναμετρήσεις φυσικά, δεν πείθουν κανέναν. Ούτε καν τους κατοίκους της Αρκαδίας. Ο κόσμος θέλει να βλέπει προσπάθεια ποδοσφαιρική κι όχι ηρωισμούς, κλωτσιές, καθυστερήσεις, συνέχεια φάουλ για να «σπάει» ο ρυθμός. Ίσως να είναι πιο εύκολο έτσι, όμως δεν είναι ωραίο για κανέναν. Και κυρίως, δε θα το θυμάται κανείς στο τέλος. 

Ίσα-ίσα που τα περισσότερα ματς δεν είναι κόντρα σε «μεγάλους». Ακόμη κι αν έρθει μία ή δύο ισοπαλίες σε αυτά τα παιχνίδια, δεν επιτυγχάνεται κάποιος στόχος. Γιατί απέναντι σε αυτούς που είναι της ίδιας δυναμικής, θα χρειαστεί δημιουργία. Θα χρειαστεί να παιχτεί ποδόσφαιρο. Όταν δεν το έχεις μάθει, σκούρα τα πράγματα… 

Οι πρακτικές του πούλμαν, το να έχεις κακό αγωνιστικό χώρο, ή να τον αφήνεις απότιστο για να μην έχει ταχύτητα το ματς, ανήκουν σε άλλες δεκαετίες. Ο κόσμος πλέον έχει ανοίξει τους ορίζοντές του. Παρακολουθεί ξένο ποδόσφαιρο. Δε ζει στα στενά πλαίσια της χώρας, θεωρώντας πως αυτό είναι το σωστό. 

Ποιοτικές διαφορές υπάρχουν παντού. Σε κάθε πρωτάθλημα. Υπάρχει τρόπος να «χτιστούν» σωστά ομάδες. Με σωστές επιλογές. Να βασιστούν στο ποδόσφαιρο και το υπηρετήσουν. Είναι σίγουρο πως ο κόσμος θα το σεβαστεί, θα το εκτιμήσεις, θα το «αγκαλιάσει» ευκολότερα. Ακόμη κι αν δεν είναι οπαδός. Έτσι προκύπτει και κέρδος προφανώς. 

Ο Βόλος πόσα πλήρωσε για να φέρει τον Φαν Βέερτ και τον Πάολο Φερνάντες; Το κέρδος του απ’ τις πωλήσεις τους, σημαντικότατο. Πριν κάποια χρόνια, ο Αστέρας Τρίπολης πόσα πλήρωσε για να φέρει τον Ντε Μπλάσις και τον Ράγιο που άφησαν όλη την Ελλάδα με ανοιχτό το στόμα; Μηδέν ευρώ. Πόσα έβγαλε με την πώλησή τους αφού έκαναν μεγάλα ματς δημιουργικά/επιθετικά; 2.000.000 ευρώ. Απ’ το τωρινό ρόστερ, κανείς δεν μπορεί να πλησιάσει τέτοια ποσά. Κι όταν αυτό συνέβαινε ήταν πάντα για δημιουργία, σκοράρισμα, θέαμα. Όχι για καταστροφή, κατενάτσιο και δυναμισμό. 
 

Δώστε ποδόσφαιρο στο λαό και θα σας εκτιμήσει