MENU

Ο Εμίλ Ραΐκοβιτς ξεκινώντας ως παίκτης κατάφερε να κατακτήσει αρκετούς τίτλους, ενώ πέρασε και από την Ελλάδα για λογαριασμό την Νήαρ Ηστ. Αφού αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, αποφάσισε να ασχοληθεί με την προπονητική και μπόρεσε να γράψει την δική του ιστορία από τις ομάδες που πέρασε.

Ο 45χρονος κόουτς αναφέρθηκε στην αρχή της καριέρας του ως μπασκετμπολίστας και στα όσα κατάφερε με την Ραμποτνίσκι, ενώ μίλησε και για την Νήαρ Ηστ, τονίζοντας πως έμαθε αρκετά πράγματα από τους ανθρώπους του συλλόγου της Καισαριανής. Μάλιστα, υπογράμμισε πως αγάπησε την Ελλάδα και περνάει αρκετό χρόνο στο σπίτι του στην Χαλκιδική.

Ακόμη, είπε πως ήταν αρκετά εύκολη απόφαση να πάει στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας και έκανε γνωστό τον λόγο που τα πράγματα κύλησαν άσχημα και οδήγησαν στην αποχώρησή του από την ρωσική ομάδα.

Τέλος, αναφέρθηκε στην δουλειά που έχει κάνει ο Εργκίν Αταμάν στον Παναθηναϊκό, στον Γιώργο Μπαρτζώκα και έκανε τις δικές του εκτιμήσεις για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και την Euroleague της επόμενης σεζόν.

Θα θέλαμε λοιπόν κόουτς να ξεκινήσουμε με την καριέρα σου ως παίκτης. Κέρδισες πολλούς τίτλους με τη Ραμποτνίτσκι, δημιουργώντας μια δυναστεία στα τέλη της δεκαετίας του 1990 στη Βόρεια Μακεδονία. Πώς ένιωσες που ήσουν μέλος μιας τόσο επιτυχημένης ομάδας;

«Η Ραμποτνίτσκι ήταν μια πραγματικά ανταγωνιστική ομάδα. Ως κληρονομιά από εκείνες τις εποχές, είχαμε μια καλή δομή του συλλόγου που παρήγαγε πολύ καλούς παίκτες, ήμουν προϊόν αυτού του συστήματος. Ως ταλαντούχος παίκτης και αρχηγός όλων των κατηγοριών των νέων μέχρι την ανδρική ομάδα του συλλόγου μου, όπου είχα 5-6 σεζόν ως επαγγελματίας, συνέβαλα στην κατάκτηση πολλών τίτλων. Νομίζω ότι εκείνα τα χρόνια ως παίκτης, η συνεργασία με όλους τους παλαιότερους παίκτες και προπονητές από εκείνο το παλιό σύστημα και όλη αυτή η διαδικασία μου έδωσε πολύτιμα μαθήματα και διαμόρφωσε αρχές για τη ζωή και το μπάσκετ και σίγουρα δημιούργησε τη βάση του χαρακτήρα μου σήμερα. Η σοβαρή δουλειά που κάναμε για να κερδίζουμε κάθε χρόνο το πρωτάθλημα μου εμφύσησε τα κομμάτια μιας κουλτούρας νικητή, όπου χρειάζεται μια συγκεκριμένη μοναδική νοοτροπία για να ξεπεράσεις τους άλλους στο τέλος».

Δεν έμεινες στην Νήαρ Ηστ για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τι θυμάσαι από το διάστημα που ήσουν στην Ελλάδα; Σου άρεσε η θητεία σου στην ομάδα παρά τον περιορισμένο χρόνο και πώς σου φάνηκε η Ελλάδα γενικότερα; Τα μέρη που είδες, οι άνθρωποι. Έχεις κρατήσει επαφή με κάποιον;

«Μου τηλεφώνησε ο τότε ατζέντης μου κ. Κώστας Κυριακίδης και μου είπε ότι ο Τόλης Καρνέσης που ήταν τότε προπονητής χρειαζόταν έναν shooting guard. Έκανα ένα επιτυχημένο δοκιμαστικό (τότε έπρεπε να περάσουμε δοκιμαστικό) και υπέγραψα συμβόλαιο με τον σύλλογο μέχρι το τέλος της σεζόν. Μετά το πρώτο παιχνίδι έγινε αλλαγή προπονητή και ανέλαβε την ομάδα ο Ηλίας Ζούρος και βοηθός του έγινε ο Ηλίας Καντζούρης με τον οποίο είμαι σε επαφή μέχρι σήμερα και τον σέβομαι πολύ. Αν και δεν έπαιζα πολύ έμεινα μέχρι το τέλος της σεζόν και εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία να μάθω από τους προπονητές μου και τους παίκτες εκείνη την εποχή. Η παραμονή μου στην Αθήνα ήταν μια μεγάλη εμπειρία ζωής για μένα, εκείνη η ομάδα είχε παίκτες όπως οι Λιν Γκριρ, Λι Μπένσον, Φράνκο Νάκιτς, Βασίλης Ξανθόπουλος, Κώστας Καϊμακόγλου, Νίκος Παπανικολόπουλος που τώρα είναι και προπονητής και είμαστε σε επαφή. Νομίζω ότι εκείνες ήταν οι εποχές που ερωτεύτηκα την Ελλάδα, τον ελληνικό πολιτισμό και τη μουσική και γι' αυτό σήμερα έχω σπίτι στη Χαλκιδική και ουσιαστικά ζω εδώ στn Χανιώτη μεταξύ των μπασκετικών σεζόν».

Η Νήαρ Ηστ δεν είναι από τους μεγαλύτερους συλλόγους στην Ελλάδα αλλά είναι από τους πιο ιστορικούς και ένας από τους παλιότερους. Είναι ωραίο να γνωρίζεις πως αποτελείς κομμάτι της ιστορίας του;

«Φυσικά, γνωρίζοντας την ιστορία της Νήαρ Ηστ και της Καισαριανής ως γειτονιά θα μου μείνει πάντα ως μια ευχάριστη ανάμνηση. Η διοίκηση του συλλόγου είχε πραγματικά καλούς και ειλικρινείς ανθρώπους».

Ποιες οι μνήμες σου από το Ευρωμπάσκετ του 1999 στην Γαλλία;

«Θυμάμαι ότι μετά την "έκρηξη" στους τελικούς του πρωταθλήματός μας και αφού πέτυχα 21 πόντους στο καθοριστικό πέμπτο παιχνίδι για την κατάκτηση του πρωταθλήματος απέναντι στον μεγαλύτερο αντίπαλο και το φαβορί ΚΚ ΜΖΤ Σκοπίων στο γήπεδό τους, ο προπονητής της Εθνικής ομάδας Ζάρε Μαρκόφσκι μου έδωσε την ευκαιρία να συμμετάσχω στην προετοιμασία και την ομάδα του Ευρωμπάσκετ του 1999 στη Γαλλία. Θυμάμαι ότι είχαμε μια καλή ομάδα με επικεφαλής τον Πέταρ Ναουμόσκι, είχαμε τους Βρμπιτσα Στεφάνοφ, Τόντορ Γκετσέφσκι, Μίρτσα Κούρτοβιτς, Βλάντο Ιλιέφσκι και κάναμε ένα καλό παιχνίδι εναντίον της Σερβίας και του Μαυροβουνίου με τους Ντίβατς, Τζόρτζεβιτς, Ντανίλοβιτς χάνοντας με μονοψήφια διαφορά και ένα παιχνίδι που χάσαμε με το Ισραήλ χάνοντας ένα προβάδισμα νομίζω 20 πόντων από το πρώτο ημίχρονο αφού ο Ναουμόφσκι γύρισε τον αστράγαλο του και δεν μπορούσε να συνεχίσει να παίζει, καταλήξαμε να χάνουμε από ένα buzzer beater του Οντέντ Κάτας στο τελευταίο δευτερόλεπτο αν θυμάμαι καλά».

«Αποκορύφωμα της καριέρας μου ως παίκτης ήταν η κατάκτηση των πρωταθλημάτων με τη Ραμποτνίτσκι, καθώς η συμβολή μου ήταν σημαντική»

Ποια είναι η καλύτερη στιγμή σου ως παίκτης και σε ποια ομάδα είχες την καλύτερη εμπειρία;

«Νομίζω ότι το αποκορύφωμα της καριέρας μου ως παίκτης ήταν η κατάκτηση των πρωταθλημάτων με τη Ραμποτνίτσκι, καθώς η συμβολή μου ήταν σημαντική και γι' αυτό έμεινε στις αναμνήσεις μου και στις αναμνήσεις των οπαδών της Ραμποτνίτσκι. Σταμάτησα να παίζω σχετικά νωρίς αφού κατάλαβα ότι για διάφορους λόγους δεν θα φτάσω στο κορυφαίο επίπεδο που ήθελα, έτσι έβαλα τον εαυτό μου στην επόμενη αποστολή να γίνω ένας επιτυχημένος προπονητής και νομίζω ότι πήγε καλά».

Ως προπονητής έχεις καταφέρει ήδη σημαντικά πράγματα. Με τη Φένι Ίνταστρις κατάφερες να κατακτήσεις τρεις φορές το πρωτάθλημα και επίσης το βαλκανικό πρωτάθλημα το 2010-11. Τι θα άλλαζες στη σεζόν 2008-09 για να καταφέρεις να κατακτήσεις τέσσερις συνεχόμενες φορές το πρωτάθλημα Βόρειας Μακεδονίας; Επίσης, θα άλλαζες μία από τις κατακτήσεις πρωταθλήματος Βόρειας Μακεδονίας για μία ακόμη κατάκτηση της βαλκανικής λίγκας;

«Όταν μιλάμε για τη Φένι, δεν θα άλλαζα τίποτα, καθώς όλες αυτές οι μάχες με βοήθησαν να μεγαλώσω και να γίνομαι καλύτερος κάθε χρόνο. Η Φένι ήταν ένα έργο που πήραμε από τη δεύτερη κατηγορία και την καταφέραμε να τη κάνουμε την καλύτερη ομάδα της χώρας και κερδίσαμε πολλούς τίτλους, μεταξύ των οποίων και ο πρώτος διεθνής τίτλος στην ιστορία. Τα 7 χρόνια εκεί με βοήθησαν να αποκτήσω πολύτιμες εμπειρίες και να εξελιχθώ ως άνθρωπος και ως προπονητής».

Έχεις επίσης διάκριση και με την Αστάνα. Υπό την καθοδήγησή σου η ομάδα έκανε την καλύτερη σεζόν στη VTB League, το 2018-19. Θα έλεγες ότι αυτό είναι το μεγαλύτερο επίτευγμά σου ως προπονητής;

«Κοίτα, πριν από την Αστάνα ήταν η Φένι και η Ραμποτνίτσκι, στη συνέχεια είχα 4 πολύ επιτυχημένα χρόνια στην Πολωνία ως προπονητής της Σλασκ Βρότσλαβ και της Σταλ Όστροφ και σε αμφότερους αυτούς τους συλλόγους νομίζω ότι άφησα το στίγμα μου. Στην Αστάνα είχα 3 υπέροχες σεζόν και στην τελευταία σεζόν προπόνησα και την Εθνική ομάδα στα προκριματικά στην Ασία, τα οποία ολοκληρώσαμε με επιτυχία. Εκεί είχα τη χαρά να δουλέψω με έναν εξαιρετικό άνθρωπο, τον ολυμπιονίκη Βαλέρι Τιχονένκο που ήταν ο GM μου. Μετά την Αστάνα ήμουν επικεφαλής της Αβτοντόρ Σαράτοφ με μεγάλη επιτυχία, η οποία ήταν πρώτη στη VTB League νομίζω μέχρι τον Φεβρουάριο και πρώτη στο FIBA CUP και στη συνέχεια μετά την έναρξη του πολέμου μας ζητήθηκε να φύγουμε από τον σύλλογο. Οπότε όπου δούλεψα υπήρχε επιτυχία για τις ομάδες που δεν είχε επιτευχθεί πριν καθόλου ή στην πρόσφατη ιστορία αυτών των ομάδων. Η κατάκτηση τίτλων, μεταλλίων, mvp για τους παίκτες, τα βραβεία προπονητή για μένα ήταν μια φυσιολογική συνέπεια.

Αλλά για να απαντήσω στην ερώτησή σου σχετικά με το ποια είναι η μεγαλύτερη επιτυχία μου ως προπονητής, νομίζω ότι είναι στις σχέσεις που έκανα και τη συμβολή που άφησα στους ανθρώπους που εργάστηκα και έζησα μαζί τους (συμπεριλαμβανομένης της οικογένειάς μου). Δεν υπάρχει μεγαλύτερο κομπλιμέντο για μένα από όταν ένας πρώην παίκτης ή συνάδελφος με καλεί για μια συμβουλή ή για κάποια γιορτή στην οικογένειά του. Αυτό είναι ένα σημάδι ότι έχεις επηρεάσει θετικά τη ζωή κάποιου και κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχουν πολλά μεγαλύτερα πράγματα που μπορείς να κάνεις ως προπονητής από αυτό».

«Το να γίνεις προπονητής της ΤΣΣΚΑ είναι μια εύκολη απόφαση, αλλά το να ηγηθείς της ΤΣΣΚΑ, είναι ένας από τους πιο δύσκολους συλλόγους»

Έγινες ο προπονητής της ΤΣΣΚΑ αφού έφυγε ο Ιτούδης. Ήταν εύκολη απόφαση;

«Το να γίνεις προπονητής της ΤΣΣΚΑ είναι μια εύκολη απόφαση, αλλά το να ηγηθείς της ΤΣΣΚΑ, είναι ένας από τους πιο δύσκολους συλλόγους. Όχι επειδή κάτι δεν πάει καλά, αντιθέτως είναι ένας άριστα οργανωμένος κορυφαίος σύλλογος, αλλά επειδή είναι ένας σύλλογος όπου δεν υπάρχει ανοχή σε καμία απώλεια. Η ίδια η ιστορία, οι οπαδοί, τα ΜΜΕ δεν έχουν συνηθίσει καθόλου να χάνουν και υπάρχει μια συνεχής πίεση για τους παίκτες και τους προπονητές, πρέπει να αποδίδουν στο υψηλότερο επίπεδο με πλήρη αφοσίωση σε κάθε δευτερόλεπτο της παρουσίας τους εκεί. Για μένα αυτό δεν ήταν καθόλου πρόβλημα και νομίζω ότι έκανα πολύ καλή δουλειά στα 2 χρόνια εκεί».

Κέρδισες το βραβείο VTB Coach of the Year το 2022-23, έχοντας κάνει τα ρεκόρ πρωταθλήματος για το καλύτερο ξεκίνημα σε μια σεζόν, το μεγαλύτερο σερί νικών, τις 30 νίκες σε μια κανονική περίοδο, τα 14 παιχνίδια με 100 ή περισσότερους πόντους και τον καλύτερο μέσο όρο σκοραρίσματος στην κανονική περίοδο. Φέτος ο πρώτος γύρος του πρωταθλήματος ήταν εξαιρετικός, αλλά αυτό άλλαξε ριζικά και η ομάδα αποφάσισε να χωρίσουν οι δρόμοι σας πριν από τα playoff. Ποιος ήταν ο λόγος για αυτό; Πιστεύεις ότι θα μπορούσες να είχες ανατρέψει τα πράγματα αν είχες παραμείνει;

«Περάσαμε υπέροχα αυτά τα 2 χρόνια ,αλλά απλά δεν είχαμε την εύνοια των θεών με τραυματισμούς βασικών παικτών σε καίριες στιγμές της σεζόν, αυτό είναι όλο. Είχαμε επιτυχίες σε πολλούς τομείς όπως η διάρθρωση του έμψυχου δυναμικού της ομάδας, η δημιουργία ενός ρόστερ που κερδίζει, η υπογραφή παικτών που ταιριάζουν στην ομάδα με μειωμένο μπάτζετ από το συνηθισμένο. Ο κ. Βατούτιν είχε δώσει συνεντεύξεις για το θέμα αυτό και εξήγησε καλά ότι η ομάδα μετά τους τραυματισμούς και μερικές ήττες χρειαζόταν μια σπίθα, μια νέα ενέργεια και αποφάσισε ότι μια αλλαγή προπονητή θα μπορούσε να το κάνει αυτό. Κατάλαβα και αποδέχτηκα την απόφασή του αν και όπως είπα και στη συνέντευξη εξόδου μου στη Μόσχα πίστευα ότι η ομάδα θα πάρει το πρωτάθλημα καθώς είναι καλά δομημένη, προετοιμασμένη σωματικά και απλά χρειάζεται να επιστρέψει ο Κάσπερ Ουέαρ που ήταν ο ηγέτης εντός και εκτός παρκέ. Αποδείχτηκε ακριβώς όπως είπα στο τέλος, ο σύλλογος πήρε το πρωτάθλημα με τον Ανδρέα Πιστιόλη που έκανε πολύ καλή δουλειά για να τελειώσει την αποστολή με επιτυχία».

Θα προπονούσες μία ελληνική ομάδα αν είχες την ευκαιρία;

«Φυσικά, είχα κιόλας προτάσεις στο παρελθόν να προπονήσω μια ελληνική ομάδα, αλλά δυστυχώς καμία από αυτές δεν ήταν αρκετά καλή για να αφιερωθώ σε αυτό. Αφού ηγήθηκα της ΤΣΣΚΑ για 2 χρόνια δεν υπάρχουν πολλοί σύλλογοι όπου μπορείς να προπονήσεις και να έχεις παρόμοιες συνθήκες εργασίας οπότε ακόμα και αν δεν ξεκινήσω τη σεζόν τον Αύγουστο θα είναι μια καλή ευκαιρία για μένα να αφοσιωθώ στην οικογένειά μου και να αναβαθμίσω τις γνώσεις και τις ικανότητές μου».

«Είναι μια σεζόν που πρέπει να γίνει ταινία»

Θα ήθελες να κάνεις ένα σχόλιο για τη δουλειά που έκανε ο Εργκίν Αταμάν στον Παναθηναϊκό και την προσθήκη του Λορένζο Μπράουν στο ρόστερ;

«Μπορώ μόνο να εκφράσω τεράστια συγχαρητήρια στον κ. Γιαννακόπουλο, πρώτον που επέλεξε και έδωσε στον κ. Αταμάν το μπάτζετ και την ελευθερία στη δημιουργία του ρόστερ, που έμεινε μαζί με την ομάδα, που είχε πίστη και υπομονή με τον προπονητή ακόμα και όταν τα πράγματα δεν έδειχναν καλά για αυτούς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το μεγάλο πάθος προπονητών και παικτών, την επιστροφή στη σειρά με τη Μακάμπι, τη μεγάλη πορεία στο Final Four και τη Euroleague και στο τέλος να βρίσκουν κίνητρο να παίζουν σαν να εξαρτάται η ζωή τους από αυτό και να επιστρέφουν από το 0-2 για να κερδίσουν απέναντι στον Ολυμπιακό. Είναι μια σεζόν που πρέπει να γίνει ταινία. Ειλικρινά, ζηλεύω θετικά τη σχέση του Αταμάν με τον Σλούκα και τις εκφράσεις αλληλοσεβασμού μεταξύ του προπονητή και του ηγέτη της ομάδας, κάθε προπονητής θα ήθελε να έχει αυτή τη σχέση με τον βασικό του παίκτη. Η προσθήκη του Μπράουν ή οποιαδήποτε άλλη κίνηση από τον Αταμάν πρέπει να θεωρηθεί ως κίνηση ενός ανθρώπου που ξέρει τι κάνει και έχει πίστωση χρόνου να κάνει ακόμα και λάθη μερικές φορές. δεν αμφιβάλλω ότι ο Μπράουν θα είναι σπουδαία προσθήκη αν αναλογιστεί κανείς τη διάρκεια της σεζόν και τον αριθμό των αγώνων που θα έχει ο Παναθηναϊκός».

Πώς μπορεί ο Γιώργος Μπαρτζώκας να επαναφέρει τον Ολυμπιακό στην κορυφή της Ελλάδας και της Ευρώπης;

«Ο Μπαρτζώκας είναι ένας προπονητής που έχω γνωρίσει στο πρωτάθλημα VTB όταν ήταν προπονητής της Χίμκι και τον σέβομαι πολύ ως συνάδελφο. Ως ανταγωνιστής που είναι, δεν αμφιβάλλω ότι ακόμα και αυτή τη στιγμή ψάχνει παίκτες για να υπογράψει και δουλεύει πάνω στο σχέδιο για το πώς θα τα κατακτήσει όλα του χρόνου. Αυτή είναι η ομορφιά του αθλήματος όταν 2 ομάδες, προπονητές, παίκτες έρχονται αντιμέτωποι και με κάθε τρόπο προσπαθούν να ξεγελάσουν, να ξεπεράσουν τον άλλον. Το ελληνικό και το ευρωπαϊκό μπάσκετ ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό έχει μια αντιπαλότητα που για τους φιλάθλους του σημαίνει πολλά περισσότερα από τον αθλητισμό και γι' αυτό έχει ενδιαφέρον για όλο τον μπασκετικό κόσμο. Περιμένω με ανυπομονησία τις μεταξύ τους μάχες».

Ποιες είναι οι προβλέψεις σου για την Euroleague της επόμενης χρονιάς και για τους φετινούς Ολυμπιακούς Αγώνες;

«Πραγματικά δεν είμαι καλός στις προβλέψεις, ειδικά αφού δεν γνωρίζουμε ακόμα τα ρόστερ των ομάδων, καθώς δεν έχουν σχηματιστεί πλήρως ακόμα. Αλλά θα είναι πολύ ενδιαφέρουσα σεζόν σίγουρα καθώς αισθάνομαι ότι ο Παναθηναϊκός, ο Ολυμπιακός, η Φενέρ, η Παρτιζάν, η Ρεάλ, θα έχουν πολύ καλά ρόστερ.

Όσον αφορά τους Ολυμπιακούς Αγώνες θα απολαύσουμε τους αγώνες, καθώς οι ΗΠΑ θα έχουν πολύ καλό ρόστερ, και η Σερβία, η Ελλάδα, η Γαλλία, ο Καναδάς έχουν δυνατές ομάδες, η Γερμανία μπορεί επίσης να είναι επικίνδυνη».

Εμίλ Ραΐκοβιτς στο SDNA: «Η εκπληκτική σεζόν του Παναθηναϊκού πρέπει να γίνει ταινία»