MENU

Μειδιάς καθώς η εικόνα χορεύει μπροστά σου: είναι εκείνος, χαμογελαστός, στο κέντρο του κατάμεστου γηπέδου, αγκαλιά μ’ ένα τρόπαιο. Ένας συμπαίκτης του- πρέπει να είναι ο Βράνκοβιτς (αδυνατείς να πεις με βεβαιότητα εξαιτίας του γενικού χαμού)- τον περιλούζει με σαμπάνια. Ο Πάσπαλι με τον Αλβέρτη τον σηκώνουν ψηλά στα χέρια, κομφετί πέφτουν από την οροφή του σταδίου και από τα μεγάφωνα ακούγεται το “The Final Countdown”, που λειτουργεί σαν ηχητική αγκαλιά στην οποία κάθε Έλληνας μπασκετικός αισθάνεται ζεστασιά.

Είσαι ένας αμετανόητος αιθεροβάμων που του αρέσει να περνάει αμέτρητες ώρες στο άυλο, πορτοκαλί απόχρωσης, συννεφάκι του και για σένα, το να παίζεις ξανά και ξανά στο μυαλό σου το ιδανικό φινάλε της καριέρας του Νίκου Γκάλη αποτελεί τον ορισμό της «επίπλαστης ευτυχίας». Όμως, μετά από λίγο…

«Γκάλης, μπαίνεις»- απότομη προσγείωση στην παρελθοντική πραγματικότητα. Σαν σήμερα, 21 χρόνια πριν, στο γήπεδο του ΜΕΤΣ οι Αμπελόκηποι υποδέχονταν τον Παναθηναϊκό στα πλαίσια της δεύτερης αγωνιστικής της Α1 για τη σεζόν 1994/1995.

Ο Κώστας Πολίτης δεν είχε ξεκινήσει στην πεντάδα του «Τριφυλλιού» τον Γκάλη (ατόπημα παρεμφερές με το να προσπαθείς να σβήσεις μια ανεξέλεγκτη φωτιά ρίχνοντάς της μεγάλες ποσότητες οινοπνεύματος) και με τη διαφορά να έχει φτάσει στους 24 πόντους τού λέει: «Γκάλη, μπαίνεις».

Ο Γκάλης, παραδόξως, δεν μπαίνει («μπήκες, Πολίτη;», θα μπορούσε να είναι η ερμηνεία του βλέμματός του), επικαλείται αδιαθεσία και στο ημίχρονο του αγώνα παίρνει τα πράγματά του και αποχωρεί από το γήπεδο. Ο Παύλος Γιαννακόπουλος προθυμοποιείται να τον πάει σπίτι του και στη διαδρομή του λέει να κάνει λίγη υπομονή προκειμένου να λύσει ο ίδιος ο πρόεδρος την παρεξήγηση.

Όμως, διάολε, για ποιο λόγο θα έπρεπε να υπάρχει παρεξήγηση; Αν σε τούτη την εφιαλτικά ονειρική κασέτα που παίζει στο μυαλό σου θελήσεις να βρεις τα προηγούμενα στιγμιότυπα, θα δεις τον ίδιο τον Παύλο Γιαννακόπουλο να διαμηνύει στον Κώστα Πολίτη- στα μέσα, περίπου, της σεζόν 1992/1993- πως θα προσληφθεί σαν προπονητής του Παναθηναϊκού μόνο αν δώσει την συγκατάθεσή του ο Γκάλης.

Έλα, τρέξε στο επόμενο καρέ: ο Πολίτης επισκέπτεται τον «Γκάνγκστερ» στη Χαλκιδική το καλοκαίρι πριν την έναρξη της χρονιάς 1994-1995 και του ζητά την άδεια για να ντύσει στα πράσινα τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Ο Νικ, παρά τις περί του αντιθέτου ιστορίες γι’ αγρίους (πως ήθελε να είναι ο μόνος σταρ στην ομάδα, δηλαδή), συμφωνεί και ο άλλοτε συνοδοιπόρος του στη μαγική ομάδα του Άρη σβήνει αυτό το «άλλοτε» και ξαναγίνεται συμπαίκτης του.

Στην προετοιμασία ο Πολίτης βάζει τον Γκάλη κοντά στο καλάθι από τη δεξιά πλευρά, ο παίκτης εκφράζει την απορία του για το τι στο καλό κάνει στα πέριξ του low-post, όμως ο coach τον διαβεβαιώνει πως χάρη σ’ αυτό το εμπνευσμένο τρικ οι αντίπαλοι δε θα ξέρουν τι τους χτύπησε. Μάλιστα, του λέει για νιοστή φορά πως τα κλειδιά στη ομάδα τα κρατά ο Νικ και κανένας άλλος.

Η σεζόν ξεκινά με το δεξί, καθώς ο Παναθηναϊκός επικρατεί στο ντέρμπι του κυπέλλου κόντρα στον Ολυμπιακό, σ’ εκείνο το αλήστου μνήμης- για όσους συγγενεύουν με τους ελέφαντες και δεν ξεχνάνε τίποτα- παιχνίδι στην στρούγκα του Σπόρτινγκ με τελικό σκορ 40-42. Ο Γκάλης είναι ο πρώτος σκόρερ (11 πόντοι) και πασέρ της ομάδας του (5 ασίστ) και άπαντες δείχνουν ευτυχισμένοι.

Στον επόμενο γύρο, όμως, το Περιστέρι πετάει πολύ ψηλά ακόμα και για τον φιλόδοξο ΠΑΟ, τον «κουτσουλάει» και η ήττα μοιάζει ν’ ανάβει ένα κόκκινο λαμπάκι στο κέντρο του εγκεφάλου του Πολίτη: «Δεν καταλαβαίνεις πως είσαι πρόβλημα και πρέπει να φύγεις;», λέει στον εμβρόντητο Γκάλη, ο οποίος αρκείται να του απαντήσει «Έπρεπε να μου το έχεις πει αυτό πριν την προετοιμασία. Όχι τώρα».

Χάρη στη χιλιοστή παρέμβαση του πυροσβέστη Γιαννακόπουλου ο προπονητής ζητάει συγγνώμη από τον παίκτη του στην περιβόητη συνάντηση στο ξενοδοχείο Χίλτον (παρόντες, εκτός από τους 3 προαναφερθέντες, και ο Μάνος Παπαδόπουλος με τον Γιώργο Ραμπότα- τότε προσωπικό γυμναστή και κουμπάρο του Γκάλη), λέγοντάς του «Νικ, ήταν απλά μια κακιά στιγμή. Δε θα επαναληφθεί». Το θέμα θεωρείται λήξαν, μόνο που δεν είναι.

«Παρεμβάλλεται» ένα ματς κόντρα στη Δάφνη- το τελευταίο που έπαιξε ποτέ ο Γκάλης- κι έπεται ο μοιραίος αγώνας στο Μετς. Το κραταιό δίδυμο Γιαννάκη- Γκάλη μένει εκτός πεντάδας, με την ειδοποιό διαφορά να έγκειται σε μια λεπτομέρεια που δείχνει, όμως, τα πάντα: «Πάνο, μπαίνεις» λέει ο Πολίτης στον Γιαννάκη όταν τον σηκώνει από τον πάγκο, «Γκάλης, μπαίνεις» στην περίπτωση του «Γκάνγκστερ»- η σχέση, δηλαδή, μεταξύ Ευρωκόουτς και Νίκου είναι εξίσου θερμή με αυτές που είχαν Η.Π.Α. και Ε.Σ.Σ.Δ. την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.

Τα υπόλοιπα είναι καταγεγραμμένη ιστορία: ο Γκάλης φεύγει για τη λατρεμένη του Θεσσαλονίκη ζητώντας 30 μέρες άδεια, η διοίκηση του Παναθηναϊκού προσπαθεί να τον μεταπείσει, απολύεται ο Πολίτης και προσλαμβάνεται ο Κουμουρτζόγλου σε μια κίνηση καλής θέλησης, έπεται διακοπή συμβολαίου μετά την άρνηση του «Γκάνγκστερ» να επιστρέψει στην ομάδα, ακολουθούν φήμες για προτάσεις ΑΕΚ και ΠΑΟΚ στον παίκτη που τις αρνείται, η παρέμβαση ακόμα και του τότε υφυπουργού αθλητισμού Γιώργου Λιάνη προκειμένου να τα βρει με τον Άρη ο Γκάλης και να τελειώσει τη πασπαλισμένη με χρυσόσκονη καριέρα του όπως του αξίζει, όμως ο Παναθηναϊκός δε λύνει το συμβόλαιο του Νικ.

Την επόμενη σεζόν ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς (νέος προπονητής του «Τριφυλλιού») λέει πως δε θέλει τον Γκάλη στην ομάδα, αλλά δε τον θέλει και για αντίπαλο και, κάπως έτσι, με μια λιτή ανακοίνωση στις 29/9/1995 ο Νίκος ρίχνει κι επίσημα την αυλαία.

Χρόνια μετά το βλακωδώς ατυχές συμβάν της Τρίτης 18 Οκτωβρίου 1994, ο Κώστας Πολίτης δήλωσε αναφορικά με το ματς στο ΜΕΤΣ «Πάλι τα ίδια; Ποιος είναι ο Γκάλης; Θα έπρεπε να ξεκινάω στην πεντάδα έναν 37χρονο; Εγώ είμαι προπονητής, όχι τροχονόμος. Εγώ θα πω ποιοι θα παίξουν. Ο Γκάλης είναι ο Γκάλης και ο Πολίτης είναι ο Πολίτης».

Κι ακόμα κι αν στην καρδιά του ζητήματος ο Ευροκόουτς μπορεί να είχε δίκιο- προπονητής είναι, αυτός αποφασίζει και οι απόψεις του πρέπει να είναι σεβαστές- και παρόλο που ο Νικ μόνο επαγγελματικά δε φέρθηκε φεύγοντας εν μέσω αγώνα από το γήπεδο, οι απαντήσεις στα ερωτήματα του κ. Πολίτη είναι απλές:

Ποιος είναι ο Γκάλης; Ο λόγος για τον οποίο κάποτε, όχι και τόσο μακριά από το 1994, η εθνική μας ομάδα σκαρφάλωσε στην κορυφή της Ευρώπης και ο Πολίτης επαναβαπτίστηκε κι από απλός “coach” έγινε “Ευρωκόουτς”. Ο λόγος για τον οποίο προσλήφθηκε στον Παναθηναϊκό, παρόλο που την τελευταία φορά που επέδειξε σημαντική επιτυχία σε συλλογικό επίπεδο στην καριέρα του το ημερολόγιο έλεγε «Εποχή του Χαλκού».

Θα έπρεπε να ξεκινάω στην πεντάδα έναν 37χρονο; Ναι. Γιατί την περασμένη σεζόν, ο 37χρονος Νικ είχε βρει το μεγάλο ρολόι του Χρόνου και είχε αναγκάσει τους δείκτες να γυρίσουν προς την αντίθετη φορά, τελειώνοντας τη σεζόν στην Ευρωλίγκα με 24 πόντους και 6 ασίστ μέσο όρο, όντας πρώτος και στις δύο σχετικές κατηγορίες.

Ο Γκάλης είναι ο Γκάλης και ο Πολίτης είναι ο Πολίτης. Ναι, ακριβώς. Και μπορεί ο εγωισμός του πρώτου να τρυπούσε το ουράνιο ταβάνι (αλήθεια, ποιος τεράστιος παίκτης δεν υπήρξε εγωιστής;), όμως η δική του τοποθέτηση επί του συμβάντος ήταν απείρως πιο πειστική.

Αλλά, έι, εσύ είναι ένας ακραιφνής φαντασιόπληκτος, σωστά; Δε σου αρέσει να θυμάσαι εκείνο το καταραμένο ματς. Δε θέλεις να είναι αυτή η τελευταία σκηνή του έργου πριν το πορτοκαλί “The End”. Θέλεις εκείνη την εικόνα της αρχής, με τον Γκάλη στα χέρια των συμπαικτών του να πανηγυρίζει. Αυτό είναι το ιδεατό τέλος.

Όμως, ξέρεις κάτι; Κλείσε για λίγο τα μάτια σου και σκέψου: πόσο πιο μελαγχολικά ιδεατό ήταν αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα; Στον Γκάλη δε θα ταίριαζε το ονειρώδες φινάλε που θέλουν όλοι, αλλά κάτι ξεχωριστό- ναι, ακόμα κι αυτή η άδοξη κατάληξη μιας ολόλαμπρης καριέρας είναι προτιμότερη.

Βλέπεις, φίλε μου, ο Γκάλης είναι ο Γκάλης.

Το πικρό ποτήρι με τη ένδειξη “18/10/1994” μπορεί να έχει γεύση πολυκαιρισμένου ξυδιού, ωστόσο ύψωσέ το και πιες στην υγειά του.

Είναι το νέκταρ του δικού σου, προσωπικού Θεού.

http://www.youtube.com/embed/Spmvpc8fnZw
Νίκος Γκάλης “The End” (pics, vids)