MENU

Η παρτιτούρα ήταν καθαρογραμμένη με καλλιγραφικά γράμματα, οι νότες έδεναν μεταξύ τους στο χαρτί. Η μπάντα όμως έμοιαζε ασυγχρόνιστη, αραιά και που άκουγες φάλτσα, ο ήχος απείχε πολύ από το να χαρακτηριστεί αρμονικός. Ο μαέστρος έδειχνε ανήμπορος πάνω στην σκηνή να καλύψει τις ανορθογραφίες. Κάθε του διορθωτική οδηγία, δημιουργούσε ακόμα μεγαλύτερο ηχητικό πρόβλημα. Αυτό που στα χαρτιά έμοιαζε με ένα έργο τέχνης, κατέληγε να είναι μία ανερμάτιστη μπάντα που προσπαθούσε μάταια να καταλάβει τι και ποιος φταίει.

Το ασπρόμαυρο ρέκβιεμ του Αμπέλ Φερέιρα στον πάγκο του ΠΑΟΚ ήταν μία μικρογραφία όλης του της θητείας. Μία ομάδα overperforming, αλλά underachieving. Ένα σύνολο που ήταν διαβασμένο στο γήπεδο, μία ομάδα που έδειχνε άρτια προετοιμασμένη, με τακτική υπεροχή, με σωστή δομή και αρχές, μα η οποία δεν μπορούσε να ρευστοποιήσει σε γκολ, βαθμούς, νίκες, αποτελέσματα, όλη αυτή την δουλειά που υπήρχε από πίσω.

Στο παλκοσένικο του «Εστάδιο Νουέβο Λος Κάρμενες», ο Αμπέλ Φερέιρα έδειξε και πάλι πως πρόκειται για έναν συνθέτη υψηλής αισθητικής. Οι παρτιτούρες που σχεδίασε, το σχέδιο μάχης, η τακτοποίηση των παικτών στο γήπεδο ήταν για μία ακόμα φορά εξαιρετικά άρτιες. Όπως σχεδόν σε όλα τα πρώτα ημίχρονα επί των ημερών του, ο ΠΑΟΚ αιφνιδίασε τον αντίπαλο. Τον ακύρωσε. Τον έπαιξε στα μέτρα που ήθελε. Στόχευσε τον αντίπαλο εκεί που είχε σχεδιάσει. Για μία ακόμα φορά όμως έπαιρνε λιγότερα από όσα άξιζε με βάση το πλάνο, την προσπάθεια, τον ιδρώτα, την υπεροχή του στο χορτάρι. 

Στο ποδόσφαιρο -και ειδικά σε βάθος χρόνου- δεν υπάρχουν τυχαιότητες. Όλα τα αριθμητικά δεδομένα κρύβουν πίσω τους ανθρώπινες ατέλειες ή ανθρώπινες χάρες. Οι αριθμοί λένε ότι με τον Αμπέλ Φερέιρα στον πάγκο του, ο ΠΑΟΚ κέρδισε 31 από τα 57 παιχνίδια, το 54,38% δεν είναι καθόλου κακό ποσοστό νικών στο σημερινό ποδόσφαιρο. Ωστόσο, μαζί του ήταν ελλειμματικός σχεδόν σε όλα τα ντέρμπι, λιγόψυχος και αναποτελεσματικός σε όλες τις μεγάλες στιγμές. Ένας διαβασμένος μαθητής, που τα έχανε και τα ξεχνούσε όλα στην ώρα της εξέτασης.

Η αξιολόγηση του έργου ενός προπονητή είναι κάτι πολύπλοκο και πολυεπίπεδο. Δεν αρκούν μία και δύο λέξεις για να χαρακτηριστεί κάποιος. Ο Αμπέλ Φερέιρα δεν υπήρξε απατεώνας, μα ούτε και διαφωτιστής. Δεν κρίθηκε ανεπαρκής από τον εργοδότη του -εξάλλου δεν απολύθηκε- μα ούτε και έπεσε κανείς στα πόδια του για να εξαντλήσει το συμβόλαιο του. Το αποτύπωμα που αφήνει είναι θαμπό και δυσανάγνωστο αυτή τη στιγμή. Διότι, ποτέ, ούτε μία μέρα, δεν... λύθηκε. Κανείς δεν κατάλαβε, δεν έμαθε, δεν είδε ποτέ τον πραγματικό Αμπέλ Φερέιρα, μα μία προπονητική περσόνα που εκτελούσε μία αποστολή καριέρας.

Τα πάντα ξεκίνησαν στραβά από την αρχή. Πολύ στραβά. Η τεράστια ρήτρα που πλήρωσε ο ΠΑΟΚ στην Μπράγκα για να τον φέρει στην Τούμπα δημιούργησε στρεβλές εντυπώσεις. Ο Δικέφαλος είχε τις καλύτερες των προθέσεων. Μετά την βίαιη αποχώρηση του Ραζβάν Λουτσέσκου, βγήκε με λευκή επιταγή στην αγορά και ζήτησε να του υποδείξουν τον καλύτερο, τον πιο εξελίξιμο, ελπιδοφόρο Πορτογάλο προπονητή της νέας γενιάς. Αυτόν του υπέδειξαν, αυτόν πήρε. Χωρίς παζάρια, χρονοτριβές, μα και μου. 

Ο κόσμος (και ο ΠΑΟΚ) πίστεψε ότι πήρε μία καλύτερη έκδοση του Ζοσέ Μουρίνιο, έναν τύπο που θα έκανε την ομάδα να περπατάει πάνω στο νερό. Μόνο που η αλήθεια ήταν πολύ διαφορετική. Ο Αμπέλ Φερέιρα παρέλαβε ένα ρόστερ ταβανιασμένο από όρεξη, κίνητρα, αντοχές, επιθυμία να ακούσει, να δει, να δοκιμάσει νέα πράγματα. Μόλις ήρθε ο αποκλεισμός από τον Άγιαξ, ο ΠΑΟΚ ξεφούσκωσε σαν μπαλόνι. 

Ο Αμπέλ δεν είναι κομπογιαννίτης, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή Πορτογάλος προπονητής που να μην είναι άρτια καταρτισμένος σε τακτικό επίπεδο και ενημερωμένος για τις εξελίξεις στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Υστερεί όμως σε επίπεδο μεταδοτικότητας και καθημερινού man management. Για να πάρεις τους καλύτερους χυμούς από έναν ποδοσφαιριστή δεν αρκεί πια να του γεμίσεις το μυαλό με data, βελάκια και τακτικούς σχηματισμούς. Πρέπει τον «ψήσεις». Να τον κερδίσεις ως προσωπικότητα. Να τον κάνεις δικό σου. Να τον κάνεις να αισθανθεί μοναδικός. 

Ο Πορτογάλος δεν το ‘χει (ακόμα). Δεν το βρήκε ποτέ. Σε αποδυτήρια γεμάτο από μεγάλα, χορτάτα και established στο σύλλογο παιδιά, ο Φερέιρα δεν κατάλαβε ποτέ την σημαντικότητα της προσωπικής επαφής. Σταδιακά, έγινε ένας καταρτισμένος, μα αδιάφορος καθηγητής, που παρέδιδε μάθημα σε βαριεστημένα αυτιά μαθητών.

Ο Αμπέλ ήταν τυχερός. Μα και άτυχος συνάμα. Ήρθε σε μία μεταβατική περίοδο ενός οργανισμού που είχε ζήσει κάτι μοναδικό στα τελευταία 35 χρόνια και ο οποίος έπρεπε να περάσει σε ένα άλλο επίπεδο αυτό του εξορθολογισμού. Το πρώτο του χρόνο δούλεψε με μία ομάδα που δεν ήταν δική του. Τον δεύτερο δούλεψε με μία ομάδα που ναι μεν ήταν δική του, αλλά δεν υπήρχαν οι οικονομικές συνθήκες για να την χτίσει, με τα υλικά που θα ήθελε.

Μαζί του, ο ΠΑΟΚ δεν πιάστηκε σχεδόν ποτέ τακτικά αδιάβαστος. Έδωσε μερικές εντυπωσιακές παραστάσεις τακτικής ανωτερότητας (συνήθως χωρίς να κερδίσει!) σε γήπεδα «καταραμένα» για αυτόν όπως το ΟΑΚΑ, αλλά πάντα έμοιαζε με καλομαγειρεμένο φαγητό που πάντα κάτι του έλειπε. Συνήθως το αλάτι. Το νεύρο. Η νοοτροπία του νικητή.

Μαζί του ο ΠΑΟΚ εξελίχθηκε, απέκτησε ταυτότητα, παίκτες όπως ο Γιαννούλης, ο Μίσιτς, ο Ίνγκασον, ο Λημνιός έπαιξαν το καλύτερο ποδόσφαιρο της καριέρας τους. Θα έβαζα στην εξίσωση τον Μιχαηλίδη και τον Τζόλη, αλλά προσωπικά ποτέ δεν πείστηκα ότι η άνοδος τους στην πρώτη ομάδα ήταν προϊόν σχεδίου, πλάνου, προγραμματισμού, αλλά περισσότερο μία απόπειρα ενός πνιγμένου να πιαστεί από τα μαλλιά του, ελλείψει άλλης σανίδας σωτηρίας.

Μαζί του όμως, σχεδόν όλα τα «μεγάλα παιδιά» ευνουχίστηκαν, παραμερίστηκαν, κάποια αποστρατεύτηκαν, πιθανώς μέρος ενός σχεδίου σταδιακής ανανέωσης και οικονομικής εξομάλυνσης. Ο τρόπος που έγινε όμως ήταν συχνά άκομψος, τα αποδυτήρια είχαν συνεχώς μία αίσθηση βαβούρας, μουρμούρας, μία δυσάρεστη αύρα. 

Ακόμα και σήμερα, έχω την εντύπωση ότι ο Αμπέλ υποτίμησε την ομάδα που ήρθε, την χώρα που ήρθε. Ενδεχομένως, να θεώρησε τον εαυτό του προπονητική αυθεντία που ήρθε να διδάξει ποδόσφαιρο σε ένα υποανάπτυκτο ποδοσφαιρικά μέρος. Προσπάθησε να γίνει αρεστός, χωρίς να δείξει ποτέ τον αληθινό του εαυτό. Τον θυμάμαι να λαϊκίζει, να οπαδίζει αναίτια, δίνοντας χέρια στην εξέδρα και κάνοντας ότι χτυπάει ένα υποτιθέμενο τύμπανο μετά από ένα διπλό στον Βόλο πέρσι τέτοια εποχή, ψάχνοντας για λαϊκό έρεισμα, να μετατρέπει τα πρώτα του παιχνίδια σε ένα προπονητικό σόου, με χειρονομίες, εκφράσεις, παραστάσεις. Στον δημόσιο λόγο του μιλούσε πολύ, αλλά σχεδόν πάντα έλεγε λίγα.

Αρνούμαι να δαιμονοποιήσω το 3-4-2-1 που καθιέρωσε από πέρσι στα πλέι-οφ, πιθανώς να είναι το πιο σύγχρονο, μοντέρνο, αλλά απαιτητικό σύστημα. Όχι μόνο δεν έχει αμυντική λογική, με αυτό το σχηματισμό ομάδες όπως η Αταλάντα και η Λειψία βάζουν 100 και 120 γκολ τη σεζόν. Ωστόσο, ο Πορτογάλος έδειξε πολλές φορές αγκυλωμένος στην αρχική του ιδέα, δεν υπήρξε ευέλικτος στο κοουτσάρισμα σε πραγματικό χρόνο, συνήθως οι παρεμβάσεις του από τον πάγκο έκαναν την ομάδα χειρότερη, όχι καλύτερη.

Τελικά, ο Αμπέλ Φερέιρα πέτυχε ή απέτυχε στον ΠΑΟΚ; Εγώ, θα πω πως όπως όλοι οι γάμοι από προξενιό ή από μία γρήγορη γνωριμιά στο πόδι, έτσι κι αυτός, ήταν ένας μίζερος γάμος. Ο Αμπέλ χρυσοπληρώθηκε ήταν ο ακριβότερος προπονητής στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου και με βάση το κασέ του απέτυχε οικτρά. Δεν το δικαιολόγησε ποτέ. Εντούτοις όμως, αν το πάμε σε οικονομικό επίπεδο, τα έβγαλε τα λεφτά του! Οι προκρίσεις επί των Μπεσικτάς και Μπενφίκα και οι πωλήσεις επί των ημερών του επανέφεραν τον σύλλογο σε ασφαλή οικονομικά μονοπάτια. 

Ήταν ένα από τα πολλά λάθη που γίνονται στο casting. Ο Αμπέλ δεν ήταν φτιαγμένος για τον πάγκο του ΠΑΟΚ και ο ΠΑΟΚ δεν ήταν φτιαγμένος για να υποδεχθεί έναν προπονητή όπως ο Αμπέλ. Ο Πορτογάλος δεν είχε την σπίθα, την σπίντα, την καπατσοσύνη, την πονηριά, δεν υπήρξε ποτέ «τσάκαλος» στοιχεία απαραίτητα για έναν τόσο δύσκολο και απαιτητικό οργανισμό. Ο ένας δεν ήταν φτιαγμένος για τον άλλον.

Αμφότεροι το κατάλαβαν από νωρίς, συμβιβάστηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, προσπάθησαν να κάνουν προσαρμογές μήπως και δουλέψει, αλλά τελικά το πλήρωμα του χρόνου έφερε ένα συναινετικό, φιλικό, αναίμακτο διαζύγιο. Με αυτά που βίωσε, έζησε, πέρασε, έμαθε, θαρρώ πως ο Φερέιρα φεύγει πολύ πιο ολοκληρωμένος προπονητής από ότι όταν ήρθε, κέρδισε πολύ περισσότερα από όσα έδωσε.

Φεύγοντας από τον ΠΑΟΚ, ο Φερνάντο Σάντος πήρε Euro, ο Βλάνταν Ίβιτς δύο πρωταθλήματα Ισραήλ και ο Ραζβάν Λουτσέσκου το Champions League Ασίας. Δεν θα μου φανεί καθόλου παράξενο, αν ο Αμπέλ πάρει το Κόπα Λιμπερταδόρες με την Παλμέιρας. Στο ποδόσφαιρο, η χημεία ανάμεσα σε ένα κλαμπ και έναν προπονητή παίζει τις περισσότερες φορές πολύ μεγαλύτερο ρόλο από την θεωρητική γνωστική επάρκεια του αντικειμένου από τον ίδιο.

Και η χημεία ανάμεσα στον Φερέιρα, τον ΠΑΟΚ, την διοίκηση, τους παίκτες, τον κόσμο του δεν βρέθηκε ποτέ. Ναι, θα μπορούσε να είχε απολυθεί ουκ ολίγες φορές αυτό τον ενάμιση χρόνο, έτσι όπως φτάσαμε όμως δεν θα ήταν και τρελό να ολοκληρώσει το (παχυλό) τριετές συμβόλαιο που είχε υπογράψει. Η σχέση όμως είχε κορεστεί, είχε γίνει πια μία ρουτίνα. Για όλους.

Δεν θα μάθουμε ποτέ αν όντως ο Αμπέλ Φερέιρα στο τέλος της τριετίας θα είχε να παρουσιάσει έναν ΠΑΟΚ μοντέρνο, σύγχρονο, ελκυστικό, νικητή. Η φιγούρα του όμως είχε γίνει έντονα διχαστική στον κόσμο του συλλόγου, η φθορά ήταν καθημερινή.

Ο ΠΑΟΚ βάζει στο συρτάρι τις καλογραμμένες παρτιτούρες και αλλάζει ρότα. Θα αρχίζει να σολάρει, να τζαμάρει, να παράγει πιο εκρηκτικό, πιο βίαιο ήχο. Δεν είναι τυχαίο πως η ομάδα μπαίνει στο γρασίδι υπό τους ήχους του Hell’s bells και όχι ενός πένθιμού κατατονικού πορτογαλικού fado…

Ο Αμπέλ δεν ήταν για τον ΠΑΟΚ, ούτε ο ΠΑΟΚ για τον Αμπέλ