MENU

Το κλάσικο, το υψηλότερο παιγνίδι, του ελληνικού youth football είναι ΠΑΟΚ-Ολυμπιακός, Κ-19. Δόθηκε τηλεοπτική δυνατότητα, προ ημερών να δούμε ένα. Ηταν, επιεικώς, απογοητευτικό. Μη επιεικώς, ήταν αντιποδοσφαιρικό. Ακόμη χειρότερα, αντιεκπαιδευτικό. Δεν θέλω να το χρεώσω, ούτε στον Γαρσία ούτε στον Νικοπολίδη. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος καν, να πω γιατί αυτό συνέβη. Αλλ' είμαι βέβαιος ότι συνέβη. Εάν ο ΠΑΟΚ θέλει κι άλλον Τζόλη, Μιχαηλίδη, Τσιγγάρα, Κούτσια, και ο Ολυμπιακός επίσης, εάν θέλει κι άλλον Ρέτσο, Τσιμίκα, Τζολάκη, Σουρλή, μία φορά προσοχή στη στελέχωση του σταφ των Ανδρών, δύο φορές προσοχή στη στελέχωση του σταφ των Νέων. Εψαχνα μια ευκαιρία, να το σημειώσω. Μου την έδωσε, η αναρρίχηση του Γαρσία στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας.

Η προαγωγή του Γαρσία ήταν τόσο σιγουράκι που, και δίχως την παραμικρή εσωτερική πληροφόρηση από το κλαμπ, πάλι μπορούσες να το παίξεις άφοβα. Δεν είναι κάτι το πρωτότυπο, πανευρωπαϊκά, από την εποχή που το έκαναν μόδα πρώτα ο Πεπ κι ύστερα ο Ζιζού. Ο ΠΑΟΚ άλλωστε, παλαιότερα το είχε επιλέξει και με τον Ιβιτς. Εάν ο Βλάνταν κατάφερε τη μετάβαση τότε (διότι το youth football είναι ένα παντελώς άλλο ποδόσφαιρο...) κι έχει φτάσει τώρα να προπονεί ομάδα στην Τσάμπιονσιπ, πουθενά δεν προκύπτει αποχρών λόγος γιατί να μη καταφέρει τη μετάβαση και ο Πάβλο. Για την ιδιοσυγκρασία του Πάβλο δε, το youth παραείναι ήρεμο γήπεδο. Είναι σίγουρο ότι, τόσα χρόνια, θα έχει λείψει στον φλογερό Ουρουγουανό η έξαψη ενός αληθινού πεδίου μάχης.

Σκέφτομαι τον Ρέμπε. Σ' ένα καλοκαίρι (και ολίγο φθινόπωρο) μέσα, του έκατσαν να διαχειριστεί όσα ένας τεχνικός διευθυντής καλείται φυσιολογικά να διαχειριστεί...σε βάθος πενταετίας. Ολοι οι άθλοι του Τσακ Νόρις, μαζεμένοι. Το τελευταίο ήταν, επιτέλους να πέσει σε μια τρύπα η μπίλια με τις παλινωδίες περί τον Λέο Μάτος, τον Μίσιτς, τον Μαουρίσιο, τον Βιεϊρίνια. Ευτυχώς, αυτά με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο τελείωσαν. Αποδείχθηκε ωστόσο, πως δεν ήταν "το τελευταίο". Ηταν...το προτελευταίο. Το τελευταίο, είναι αυτό εδώ με τον προπονητή. Ο Ολαφ δεν είναι ο Τσακ Νόρις, για να έχει στις 30 Οκτωβρίου έτοιμη, κάπου στο εξωτερικό, την ιδεατή λύση. Ενας λόγος παραπάνω, για την προσφυγή στο σιγουράκι-Γαρσία. Ενα σιγουράκι, συμβατό με τον τρέχοντα προσανατολισμό του κλαμπ.

Φυσικά, ένα πολύ καλό νέο για τα παιδιά της ακαδημίας. Οχι όμως, πως τα παιδιά θα μπορούσαν να έχουν σε αυτό κάποιο παράπονο από τον Αμπέλ. Στην πραγματικότητα, κανείς στον ευρύτερο περίγυρο δεν μπορεί να έχει σοβαρά παράπονα από τον Αμπέλ. Ο Πορτογάλος ως το τελευταίο λεπτό του τελευταίου ματς, τίμησε τη δουλειά που πέρυσι του προσφέρθηκε. Αφησε, σχόλια (του προπονητή και παικτών της Γρανάδα) για "μεγάλη ομάδα". Αφησε αντίπαλους, ευχαριστημένους ότι δεν ηττήθηκαν. Αφησε το πρώτο, μες στη σεζόν, ματς που η Γρανάδα δεν σκόραρε. Αφησε ομάδα στην οποία εν τέλει μπόρεσε να δώσει, ομολογουμένως αφού τον τυράννησε αρκούντως, διακριτή ταυτότητα.         

Ας είμαστε όσο γίνεται, όσο αντέχουμε, ειλικρινείς. Τον Αμπέλ στη Θεσσαλονίκη, δεν τον αγάπησε/αγκάλιασε κανείς. Ο Αμπέλ δεν είναι ηλίθιος ή χαζοχαρούμενος. Το ένιωσε. Ξένος ήλθε, ξένος παρέμεινε, ξένος έφυγε. Κατά βάθος βέβαια, δεν αντιπάθησαν τον άνθρωπο. Αντιπάθησαν...τα αποτελέσματα μετά τον ανεπανάληπτο θρίαμβο του 2019. Εφαγε τα απόνερα που ο οποιοσδήποτε, μετά τον Λουτσέσκου, αναπόφευκτα θα τα έτρωγε μες στα μούτρα. Δεν είναι απλά πράγματα, αυτές οι σκυταλοδρομίες. Θυμηθείτε τι έγινε μετά τον Ιβιτς, με τον Στανόεβιτς. Για να μη το φτάσουμε ως το μετά τον Φερνάντο Σάντος, με τον Μπερέτα!

Κι όμως ο Αμπέλ στον ΠΑΟΚ, υπό τις πιο δυσμενείς περιρρέουσες συνθήκες από την πρώτη ημέρα κιόλας, παρά ταύτα εξάντλησε το όριο του εφικτού. Κάτι περισσότερο από τη δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα πέρυσι, ήταν ουτοπία. Ο Ολυμπιακός, και ισχυρή ομάδα είχε/έχει και πέτυχε να εμβολίσει ανεπανόρθωτα τον ΠΑΟΚ μες στη μέση της χρονιάς (με την πολυϊδιοκτησία). Και στον Ραζβάν εδώ που τα λέμε, τα αποτελέσματά του αγαπήθηκαν. Πριν από αυτά, ο Ραζβάν υπήρξε εξαιρετικά αντιπαθής φιγούρα στις επισκέψεις του με την Ξάνθη στην Τούμπα. Θα ήταν by far τελευταίος και καταϊδρωμένος, σε κατάταξη διαγωνισμού δημοφιλίας. Μετά από αυτά, τα αποτελέσματα δηλαδή, αγαπήθηκε ακόμη και το χειμωνιάτικο σκουφί του!

Πανηγυρτζήδες, λοιπόν; Να απαντήσω, με ερώτηση. Και ποιος δεν είναι; Είπαμε, θα είμαστε όσο ειλικρινείς αντέχουμε. Να μη γράψω για άλλους (...κι έχει γεμίσει ο τόπος παρεξηγιάρηδες), να γράψω για τον δικό μου μικρόκοσμο κι ας παρεξηγήσουν. Τελευταία φορά που θυμάμαι να γέμισε το γήπεδο στη γειτονιά μου, τη Νέα Σμύρνη, ήταν όταν ο Κωνσταντίνος Τσακίρης άνοιξε μια τρύπα στο νερό κι έφερε τον Ρεκόμπα και τον Εστογιάνοφ. Δεν μας συγκίνησαν ποτέ έκτοτε, ο Τζαβέλλας, ο Σάμαρης, ο Κολοβός, ο Μπακασέτας, ο Σιόβας, ο Ρισβάνης, ο Κόρμπος, ο Σιώπης, ο Μασούρας, ο Ντούρμισαϊ. Κανείς!

Στο τέλος της ημέρας. Ο ΠΑΟΚ αντιμετωπίζει δεύτερη φορά μέσα σε 16 μήνες, το ίδιο πράγμα. Ο προπονητής του, και όχι σε φάση να αισθάνεται την καρέκλα του ασταθή, φεύγει. Στο άκουσμα της "πρώτης τυχούσης" Σειρήνας. Δίχως δεύτερη σκέψη. Μέσα σε μια νύχτα. Και δεν φεύγει όπως είχε φύγει από μας ο Μιλόεβιτς (για να πάει, χαλάλι λες, στον Ερυθρό Αστέρα) ή ο Ουζουνίδης (που νόμιζε πως θα πήγαινε στον Ολυμπιακό εκείνο το καλοκαίρι). Τον Λουτσέσκου δεν τον ζήτησε η Ιντερ, τον Αμπέλ δεν τον ζήτησε η Μπενφίκα, δεν έφυγαν για κάπου αλλού, πιο ψηλά, στην Ευρώπη. Κι όμως είδαν, στην Αλ-Χιλάλ ο ένας στην Παλμέιρας ο άλλος, ακαταμάχητα κίνητρα που τους έκαναν με το πρώτο νεύμα να θέλουν να πάνε.

Είναι κάτι που ο ΠΑΟΚ οφείλει, και ωφελεί, να το κοιτάξει. Μακρυά από βολικούς εξωραϊσμούς και εύκαιρες δικαιολογίες.   

Δεύτερη φορά σε 16 μήνες, ο προπονητής (τους) φεύγει. Να το κοιτάξουν!