MENU

Την ώρα που oι συζητήσεις επικεντρώνονται στο αν είναι καλύτερος ο Πεπ Γκουαρδιόλα ή ο Ζοσέ Μουρίνιο, ο Κάρλο Αντσελότι είναι μακράν ο πιο επιτυχημένος προπονητής στον κόσμο. Ο μοναδικός με τίτλο και στα 5 μεγάλα πρωταθλήματα της Ευρώπης, ο μοναδικός με 4 κατακτήσεις Champions League, δύο με την Μίλαν και δύο με την Ρεάλ Μαδρίτης. Αν όμως ρωτήσεις τον ίδιο, κανένα από τα δύο επιτεύγματα δεν αποτελεί το peak της αδιανόητης καριέρας του.

Οπως όλες οι μεγάλες ιδέες, έτσι κι εκείνη ένα φθινοπωρινό απόγευμα του 2002, προέκυψε από έναν συνδυασμό τύχης και ανάγκης. Οταν ο Αντρέι Σεβτσένκο τραυματίστηκε, ο Καρλέτο είχε στη διάθεσή του μόνο έναν επιθετικό κλάσης, ενώ ταυτόχρονα έπρεπε να βρει τρόπο να χωρέσει στην 11άδα ένα κάρο playmakers όπως ήταν οι Αντρέα Πίρλο, Κλάρενς Ζέεντορφ, Ρούι Κόστα, Ριβάλντο. Οταν σχεδίασε στον πίνακα το σύστημα 4321, ήρθε αμέσως στο μυαλό του. «Είναι σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο».

Ισως ο πιο υποτιμημένος προπονητής των ημερών μας, έδειξε από νωρίς ικανότητες στο man-management με τη διαχείριση όλων αυτών των αστεριών, ενώ παράλληλα παρουσίασε μια γκάμα τακτικών επιλογών. Στα 8 του χρόνια στο San Siro ο Αντσελότι προσαρμόστηκε απόλυτα στο υλικό που είχε στα χέρια του και με όπλο τις καλές σχέσεις, έπεισε υπερπαίκτες να αλλάξουν ρόλους εφαρμόζοντας ένα σύστημα που συνδύαζε θέαμα με αποτελέσματα που άφησαν εποχή.

Η θητεία του την Μίλαν ξεκίνησε στις 5 Νοεμβρίου του 2001. Η διοίκηση τον επέλεξε για αντικαταστάτη του Φατίχ Τερίμ και το ντεμπούτο του ήταν το εντός έδρας 0-0 με την Πιατσέντζα με σύστημα 442. Στις 28 Απριλίου του 2002 ήρθε η νίκη με ανατροπή κόντρα στην Βερόνα (2-1) χάρη σε γκολ του Πίρλο στο φινάλε. Ηταν και το φινάλε του Maestro σαν 10άρι στην Μίλαν. Από τότε ο Αντσελότι τον επανέφερε μπροστά από την άμυνα σε έναν ρόλο που του είχε δώσει πρώτα ο Κάρλο Ματσόνε στην Μπρέσια επειδή στην ομάδα υπήρχε ο Ρομπέρτο Μπάτζιο.

Η άφιξη του Αλεσάντρο Νέστα το καλοκαίρι του 2003, από την Λάτσιο, προσέφερε απίστευτη ποιότητα σε κάθε γραμμή των Rossoneri, οι οποίοι στο Riazor κόντρα στην Ντεπορτίβο έδωσαν με 0-4 μια εκπληκτική παράσταση με το 4321. Το 2004 αποκτήθηκε ένας ακόμα υπερπαίκτης μεσοεπιθετικός, ο Ρικάρντο Κακά από την Σάο Πάουλο, ο οποίος βοήθησε τα μέγιστα στο Scudetto. Σε αυτή την πορεία ο Αντσελότι χρησιμοποίησε κυρίως το 4312 με τον Βραζιλιάνο ως 10άρι, ενώ υπήρχαν και ματς που ήταν μαζί με τον Ρούι Κόστα πίσω από τον φορ σε 4321.

Χαρακτηριστικό ήταν το derby με την Ιντερ στις 21 Φεβρουαρίου, όταν όντας πίσω στο σκορ με 0-2 στο ημίχρονο, άλλαξε το σύστημα βγάζοντας τον Ρούι Κόστα και βάζοντας τον Τόμασον για να έρθει η μεγάλη ανατροπή με 3-2 και η δικαίωση στο αιώνιο κόλλημα του Μπερλουσκόνι. «Η Μίλαν πρέπει να παίζει πάντα με δύο επιθετικούς».

Αυτή η επιθυμία του Σίλβιο αποτέλεσε μέσα στα χρόνια και τον λόγο που αγόραζε πανάκριβους φορ στον Αντσελότι, έτσι ώστε να τον αποτρέπει από το να μην παίζει αμυντικά. Προφανώς, δεν θα σταματούσε εκεί την προσπάθειά του. Συχνά έδινε «χαρτάκι» στον allenatore για το πως ‘πρέπει’ να παρατάξει την ομάδα, όμως όλα είναι μια ιδέα. Και αυτό το ήξερε καλά ο Καρλέτο. «Απλά έλεγα στον Κακά να παίξει πιο μπροστά στα δέκα πρώτα λεπτά, μετά όλα ήταν καλά».

Σκοπός της διάταξης ήταν το σύνολο να παραμένει συγμπαγές και στις δύο φάσεις του παιχνιδιού και να είναι δύσκολο στον αντίπαλο να περάσει ανάμεσα στις γραμμές του. Μπροστά από την άμυνα υπήρχαν τρεις μέσοι. Ενας από αυτούς όριζε το tempo, σαν deep-lying-playmaker, ένας είχε καθαρά αμυντικά καθήκοντα, οπότε η δουλειά του απαιτούσε αντοχή και δυναμικά τάκλιν ενώ ο τρίτος ήταν επίσης πολύ σημαντικός, καθώς μπορούσε να πάρει και man-to-man ή έβγαινε στα πλάγια για να καλύψει το μπακ όταν δεχόταν overlap.

Οι τρεις επιθετικογενείς είχαν πολύ λιγότερα καθήκοντα όταν η ομάδα δεν είχε την μπάλα και γι’ αυτό ήταν φωτιά στην κόντρα. Ενα κλικ πιο μπροστά από την 3άδα των χαφ ήταν οι δύο επιθετικοί μέσοι, εκείνοι που είχαν τον ρόλο που οι Ιταλοί λένε ‘trequartista’. Πέρα από τη δεδομένη ικανότητα στις πάσες, τα δύο 10άρια είχαν γκάζια και τελειώματα, όπως φυσικά και ο μοναδικός φορ. Αυτός για τον οποίο τα «έσκαγε» πάντα ο Σίλβιο. Το 2006 ο Αντρέι Σεβτσένκο πουλήθηκε αντί 45 εκατ. ευρώ στην Τσέλσι, σε μια εξέλιξη που έπαιξε τεράστιο ρόλο για τη σταθεροποίηση του 4321 το 2007.

Αφού ο [υποτιθέμενος αντικαταστάτης του Σέβα] Ρικάρντο Ολιβέιρα και ο τότε νεαρός, Αλμπέρτο Τζιλαρντίνο, δεν ήταν στο level του Ιντζάγκι, αποφάσισε να έχει έναν φορ και πήγε σταθερά με το «δέντρο» κάνοντας ένα άλλο τακτικό τρικ. Αυτή τη φορά ήταν ο Ζέεντορφ που άλλαξε ρόλο στο κέντρο. Ο Αμπροζίνι έγινε βασικός δίπλα στον Γκατούζο στους «φρουρούς» του Πίρλο και ο Ολλανδός πέρασε σαν 10άρι δίπλα στον Κακά.

Χωρίς να έχει πλέον Μαλντίνι-Καφού στα άκρα, σε μια διάταξη που απαιτούσε επιθετικογενή μπακ, η Μίλαν έκανε τη δουλειά με τους Μάρεκ Γιανκουλόφσκι (αριστερά) και Μάσιμο Οντο (δεξιά) και φτάνοντας στον τελικό της Αθήνας, πήρε την εκδίκηση που χρωστούσε στην Λίβερπουλ. Η ιταλική ομάδα με την πιο βαριά φανέλα νίκησε 2-1 στο Ολυμπιακό Στάδιο και κατέκτησε το 7ο Champions League της ιστορίας της και τελευταίο μέχρι σήμερα.

Σαφώς, ήταν το generational ταλέντο αυτής φουρνιάς που έδωσε στον Αντσελότι τη δυνατότητα να έχει επιτυχίες τα χρόνια 2003-2007, όμως η πολυπλοκότητα του συστήματος και η τακτική πίσω από αυτό, πολλές φορές υποτιμάται. Οπως και να ‘χει, όταν ο κορυφαίος αμυντικός όλων των εποχών, Πάολο Μαλντίνι, έβαλε τέλος στην καριέρα του, όταν ο Γκατούζο είπε addio, όταν ο Κακά πωλήθηκε στην Ρεάλ Μαδρίτης, τίποτα δεν ήταν πια το ίδιο. Ακολούθησαν πολύ δύσκολα χρόνια για την Μίλαν, όμως το «Χριστουγεννιάτικο δέντρο» δεν βγήκε ποτέ ξανά από την αποθήκη…

Κωδικός «Χριστουγεννιάτικο δέντρο»: Το άγνωστο τρικ που άλλαξε τη μοίρα της Μίλαν