Στις 26 Μαίου 2013 η Βιτόρια Γκιμαράες κατέκτησε έναν ανέλπιστο τίτλο. Τον σπουδαιότερο στην υπεραιωνόβια ιστορία της. Με τον νυν τεχνικό του Παναθηναϊκού, Ρουί Βιτόρια στον πάγκο της πέτυχε επική ανατροπή στον τελικό του Κυπέλλου κόντρα στη Μπενφίκα κατακτώντας το Κύπελλο Πορτογαλίας (2-1).
Μάλιστα μέχρι το 80΄ έχανε 1-0, όμως με πρωταγωνιστές τον πρώην παίκτη του Ολυμπιακού Χιλάλ Σουντανί και τον Περέιρα μέσα σε δύο λεπτά πέτυχε ιστορική ανατροπή.
Ο Ρουί Βιτόρια από εκείνο τον τελικό βρέθηκε στο «μικροσκόπιο» των ανθρώπων της Μπενφίκα και δύο χρόνια αργότερα προσελήφθη στον πάγκο των «Αετών της Λισαβόνας».
Ο 54χρονος προπονητής είχε κάνει αποκαλύψεις για τον τρόπο που προετοίμασε τους παίκτες του προκειμένου να κάνουν την μεγάλη έκπληξη.
«Είχαμε ετοιμάσει ένα βίντεο έκπληξη για τους παίκτες μας με μηνύματα ενθάρρυνσης που έστειλαν οι οικογένειές τους. Στήσαμε μια οθόνη στο booth του γηπέδου και προβάλαμε το βίντεο, δίχως να το περιμένουν, λίγα λεπτά πριν βγουν στον αγωνιστικό χώρο. Οι παίκτες παρακολουθούσαν τα μηνύματα συμπαράστασης που έστελναν με αγάπη τα παιδιά, οι γυναίκες, οι γονείς και οι φίλοι τους.
Φυσικά, το συναίσθημα που γεννήθηκε εκεί ήταν εξαιρετικά ισχυρό. Μερικοί παίκτες είχαν δάκρυα στα μάτια τους, άλλοι είχαν απλά εξαιρετικό κίνητρο, νιώθοντας περηφάνια που οι αγαπημένοι άνθρωποι τους, τους επευφημούσαν. Όλοι συγκινήθηκαν από αυτό το φανταστικό κύμα ενέργειας. Στην πραγματικότητα, η ενέργεια ήταν τόσο μεγάλη που αν είχαμε 'ελευθερώσει' τους παίκτες στο γήπεδο εκείνη τη στιγμή, πιθανότατα θα είχαν διαλύσει τον αντίπαλο, σαν εξαγριωμένοι ταύροι, με παράλογο τρόπο» είχε πει χαρακτηριστικά ο Ρουί Βιτόρια συνεχίζοντας την διήγηση του:
«Μόλις τέθηκε σε εφαρμογή το στρατηγικό πλαίσιο, αρχίσαμε να προετοιμαζόμαστε για τον τελικό. Και, ειλικρινά, νομίζω ότι εκεί, προβλέψαμε τα σενάρια που θα μπορούσαν να προκύψουν.
Ξεκινήσαμε παρουσιάζοντας όλα τα ενδεχόμενα που θα μπορούσαν να συμβούν στο παιχνίδι και τις αντίστοιχες λύσεις από την πλευρά μας: πιθανότητα νίκης, πιθανότητα ήττας, δυνατότητα παιχνιδιού με έναν παίκτη λιγότερο.
Υπήρχαν έξι πολύ σαφείς λύσεις για οτιδήποτε μπορεί να συμβεί στο ματς. Νομίζω ότι αυτή ήταν μια από τις πιο σημαντικές πτυχές αυτής της νίκης.
Δεχθήκαμε ένα πολύ περίεργο γκολ στο πρώτο ημίχρονο και πήγαμε στο δεύτερο ημίχρονο όντας σε μειονεκτική θέση. Αλλά για τους παίκτες, το γεγονός ότι δέχθηκαν ένα γκολ δεν ήταν μεγάλη υπόθεση. Διότι οι διάφορες επιλογές είχαν σχεδιαστεί και επεξεργαστεί.
Μια ομάδα μπορεί να προχωρήσει πιο ήρεμα, ακόμα και σε μειονεκτική θέση, αν θυμάται ότι αυτή ήταν μια από τις υποθέσεις σε έναν αγώνα και ότι, ακόμα κι έτσι, παίζοντας το παιχνίδι της, διατηρώντας την πορεία της, είναι δυνατόν να ανατρέψει το αποτέλεσμα και να κερδίσει.
Αυτό ακριβώς είπα στους παίκτες στο ημίχρονο. Ένιωσα ότι δεν ήξεραν πραγματικά σε ποιο επίπεδο βρίσκονταν. 'Αν είχαμε κάνει ό,τι είχε συμφωνηθεί, πώς θα χάσουμε;' Αυτό πέρασε από το μυαλό πολλών από αυτούς. Σκέφτηκα πολλά πράγματα σε εκείνο το σημείο. Έπρεπε να ήμουν πιο παρορμητικός, να κάνω έκκληση για σκληρότητα, για μάχη και επιμονή;
Έπρεπε να αποφασίσω γρήγορα και επέλεξα άλλη λύση. Ξεκίνησα σχολιάζοντας την απόδοσή τους. Είχαν κάνει ό,τι τους είχα ζητήσει, οπότε αν ήταν ήρεμοι δεν θα υπήρχε τίποτα να κατακρίνουν. Στη συνέχεια, πάντα με πολύ σίγουρο και ήρεμο τόνο φωνής, τους είπα ότι για το δεύτερο ημίχρονο θα τους ζητούσα μόνο να συνεχίσουν να κάνουν το ίδιο γιατί αυτό που έκαναν, το είχαν κάνει καλά.
Δεν ήταν κάτι που δεν είχαμε αντιμετωπίσει, οπότε έπρεπε να συνεχίσουμε γιατί όλα πήγαιναν καλά. Άλλωστε ήξεραν ότι υπήρχαν κάποια χαρτιά που έπρεπε να παίξουμε. Στο δεύτερο ημίχρονο έγιναν όλα αυτά.
Συνεχίσαμε να κάνουμε το παιχνίδι μας χωρίς προβλήματα, αλλά δεν καταφέραμε να ανατρέψουμε το αποτέλεσμα. Πέρασε η ώρα και δεν έγινε τίποτα. Αρχίσαμε να κάνουμε την πρώτη αλλαγή που είχαμε σχεδιάσει και, λίγο μετά, τη δεύτερη.
Σε τρία λεπτά καταφέραμε να πετύχουμε δύο γκολ και να ανατρέψουμε το αποτέλεσμα. Καταφέραμε μάλιστα να εφαρμόσουμε μία από τις έξι λύσεις κοντά στο τέλος. Καταλήξαμε να κερδίσουμε. Ήταν σαν να αγγίξαμε τον παράδεισο. Ήταν κάτι απερίγραπτο».