MENU

«Το πρωτάθλημα τώρα αρχίζει» γράφαμε μετά το τέλος της κανονικής περιόδου του πρωταθλήματος και την ισοπαλία του Παναθηναϊκού απέναντι στον ΟΦΗ στο «Γεντί Κουλέ». 

Κόντρα στο ρεύμα, ενδεχομένως, και υπό τον κίνδυνο να φανεί… οξύμωρη μία τέτοια πρόβλεψη στα μάτια της πλειονότητας του φίλαθλου κόσμου, η συγκεκριμένη ποδοσφαιρική εκτίμηση δεν βγήκε από την κοιλιά μας.  

Αλλά από την πολύ καλή αγωνιστική εικόνα του Παναθηναίκού στο Ηράκλειο, παρά την απώλεια βαθμών και την απόσταση τεσσάρων πόντων από την κορυφή, το διαχωρισμό της εμφάνισης με το αποτέλεσμα και τη μεγάλη εικόνα του τριφυλλιού επί των ημερών του Φατίχ Τερίμ. 

Μία εικόνα που δείχνει ότι οι πράσινοι έχουν μετεξελιχθεί σε ένα σύνολο που μεταμορφώνεται προς το καλύτερο στα «μεγάλα» παιχνίδια, έχοντας πλέον επαρκείς προσωπικότητες στο χορτάρι για να κοντράρει στα ίσια οποιοδήποτε εγχώριο ανταγωνιστή του. 

Ιδίως μετά την τεράστια μεταγραφική προσθήκη του Τάσου Μπακασέτα στα χειμερινά ψώνια της διοίκησης, τη… ψυχική απελευθέρωση του Μπερνάρ και τη μονιμοποίησή του σε θέση αριστερού «inside winger», αλλά και την επιστροφή/παρουσία του κορυφαίου Ελληνα στράικερ, Φώτη Ιωαννίδη.

Στην πλέον κομβική θέση, αυτή του στράικερ, για μία ομάδα που θέλει να κάνει με αξιώσεις πρωταθλητισμό. 

Το ζητούμενο για τον Παναθηναϊκό του σήμερα δεν είναι τα ντέρμπι.

Σε αυτά είναι δεδομένο ότι θα αποτελέσει κακό μπελά για όλους τους αντιπάλους του, είτε πιάσει καλή απόδοση είτε όχι. Το έχει αποδείξει στις προκρίσεις του επί του Ολυμπιακού και του ΠΑΟΚ στο Κύπελλο, στην αγωνιστική παρουσία του στη Νέα Φιλαδέλφεια απέναντι στην ΑΕΚ, στο ντέρμπι με τους Πειραιώτες στη Λεωφόρο… 

Το διακύβευμα για τον Παναθηναϊκό είναι στα ματς που λογίζεται ως ξεκάθαρο φαβορί. Ενα συμπέρασμα που επίσης έχει αποδειχθεί στην πράξη και ως εκ τούτου θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη σημασία στα διπλά ματς με τη Λαμία και τον Αρη εάν θέλει να κόψει πρώτος το νήμα και να ανακτήσει τα εγχώρια σκήπτρα μετά από πολλά χρόνια ανομβρίας. 

Στις ισχυρές προσωπικότητες που διαθέτει ο Παναθηναϊκός εντάσσεται και ο προπονητής του. Ο Φατίχ Τερίμ είναι ένας μύθος στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο κι ένας θρύλος στην Τουρκία, εξαιτίας της ικανότητάς του στα μεγάλα τουρνουά και στα νοκ άουτ ματς. Αυτού του είδους οι αγώνες αποτελούν βούτυρο στο ψωμί του. 

Στο πνευματικό/ψυχολογικό κομμάτι, αλλά και στην προετοιμασία των αγώνων υψηλού δείκτη δυσκολίας έχει πάρει άριστα στο διάβα της καριέρας του. Εκεί που υπάρχει θέμα είναι όταν «υποτιμά» αντιπάλους. Ασορτί με όσα αναφέραμε προηγουμένως για τον Παναθηναϊκό των τελευταίων μηνών. 

Το τριφύλλι εμφανίστηκε από το πρώτο λεπτό του ντέρμπι απολύτως συγκεντρωμένο στο χορτάρι και με ξεκάθαρο αγωνιστικό προσανατολισμό. Να έχει την κυκλοφορία της μπάλας, να πιέσει στο μεσαίο μπλοκ με ένταση, αλλά και να δημιουργήσει υπεραριθμίες από την αριστερή του πλευρά. 

Το τρίγωνο των Μλαντένοβιτς, Τσέριν και Μπερνάρ είχε θέματα ανασταλτικά από τα ανεβάσματα του Ροντινέι, αλλά ταυτόχρονα προκαλούσε διαρκώς ρήγματα στην αντίστοιχη δεξιά πλευρά του Ολυμπιακού. Από εκείνη την πλευρά άνοιξαν το σκορ οι Πειραιώτες, στην πρώτη τους υποσχόμενη ευκαιρία, κόντρα στη ροή του αγώνα, από την ίδια πλευρά στην απέναντι περιοχή προήλθαν τα δύο πρώτα του Παναθηναϊκού που γύρισαν το ματς σε 1-2. 

Το εντυπωσιακό της υπόθεσης είναι ότι ο Παναθηναϊκός έφτασε στο θρίαμβο μέσω εμφατικής. ανατροπής ενόσω οι οιωνοί του αγώνα ήταν εις βάρος του από το ξεκίνημα. 

Αναγκαστική αλλαγή τερματοφύλακα πριν ακόμα συμπληρωθεί το τέταρτο λεπτό, γκολ στην πρώτη τελική του αντιπάλου σε εκτός έδρας ντέρμπι, δεν ήταν καθόλου εύκολο να υπάρξει αντίδραση. 

Κι όμως υπήρξε. Κι ήταν αποστομωτική και κρυστάλλινη. Αψεγάδιαστη. Πέρα για πέρα. Ηταν τέτοια η εικόνα στο χορτάρι που δεν άφησε καμία… δικαιολογία στον αιώνιο αντίπαλό του. Θα γελούσαν και τα τσιμέντα εάν γινόταν οποιασδήποτε μορφής προσπάθεια μη αποδοχής της ανωτερότητας του Παναθηναϊκού, με τη διαιτησία να πετάει χαρταετό σε καθοριστικές στιγμές και με το 1-0 να γίνεται 1-3 κόντρα σε όλα τα προγνωστικά.  

Ο Τερίμ έδωσε ρεσιτάλ από τον πάγκο. Δικαιώθηκε πανηγυρικά για την ενδεκάδα που παρέταξε. Τον Ακαϊντίν που δίπλα στον Αράο ήταν κέρβερος (ο Βραζιλιάνος αποτελεί λαχείο απ’ τα λίγα και στο πλευρό του δεν υπάρχει στόπερ του Παναθηναϊκού που να μην έχει ανταποκριθεί, προσφέροντας τη δέουσα ασφάλεια στους παρτενέρ του). 

Τον Πέρεθ που επίσης έχει ακούσει πολλά. Τη διαχείριση του αγώνα στην εξέλιξή του, με την αλλαγή του συστήματος σε 5-4-1 από το 75’ και μετά που κλείδωσε οριστικά το πολυπόθητο τρίποντο, όταν μπήκε στο ματς ο Ούγκο αντί του Παλάσιος. 

Ισως να έγινε πιο νωρίς απ’ ό,τι υπαγόρευαν οι συνθήκες να προστεθεί τρίτος στόπερ στην καρδιά της πράσινης άμυνας, πλην όμως στην πράξη αποδείχθηκε… ταμάμ. 

Κι αν η μεσοαμυντική γραμμή της ομάδας στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, με τον σταθερότατο και πάλι Λοντίγκιν, τον εξαιρετικό Κώτσιρα (του αξίζουν όλα τα μπράβο για τη φετινή του εικόνα όπως και στον Τερίμ για τη μεταμόρφωσή του τους τελευταίους μήνες), τους Αράο, Ακαϊντίν και Μλαντένοβιτς (είχε μεν προβλήματα ανασταλτικά, αλλά ήταν μέσα και στα τρία γκολ του Παναθηναϊκού στο Φάληρο), το ασταμάτητο μηχανάκι Τσέριν και τον εγκέφαλο Πέρεθ, ειδική αναφορά σε επίπεδο παικτών πρέπει να γίνει στους τέσσερις μεσοεπιθετικούς της ομάδας. 

Τον ηγέτη Τάσο Μπακασέτα, που πιστοποίησε γιατί η διοίκηση δαπάνησε ένα σκασμό λεφτά για να τον ντύσει στα πράσινα στα μέσα της σεζόν. 

Τον τούρμπο μαχητή Σεμπαστιάν Παλάσιος που δικαιούται νέο συμβόλαιο για την κατάθεση ψυχής που πραγματοποιεί σε κάθε ματς. 

Τον «μάγο» Μπερνάρ που προσφέρει σπάνιες στιγμές ποδοσφαιρικής ευφυΐας με ασίστ σαν αυτή του τρίτου γκολ. 

Και φυσικά τον Φώτη Ιωαννίδη, που έγινε ο πρώτος Ελληνας στράικερ του Παναθηναϊκού μετά από 64 ολόκληρα χρόνια που πέτυχε δύο γκολ στο Καραϊσκάκη, από τον Ιούλιο 1960 όταν το είχε επαναλάβει ο Ανδρέας Παπαεμμανουήλ στο θριαμβευτικό 4-1 των πράσινων στο Φάληρο. 

Ο Ιωαννίδης είναι το σημείο αναφοράς του τριφυλλιού. Η απουσία του όταν ήταν τραυματίας κι ενόσω έψαχνε να βρει αγωνιστικό ρυθμό μετά την επιστροφή του, κόστισε στην ομάδα. Αλλά πλέον είναι πανέτοιμος να οδηγήσει τον Παναθηναϊκό στις επιτυχίες, δημιουργώντας μία τριπλέτα φωτιά με τον Μπερνάρ και τον Μπακασέτα, που γίνεται... «καρέ» λάβρας με την προσθήκη του Παλάσιος.

Παιχνίδι με πλάτη και με πρόσωπο, εξαιρετικό κράτημα της μπάλας, δύναμη, ταχύτητα, ικανότητα στο ένας εναντίον ενός,  αντίληψη του παιχνιδιού και έφεση στο συνδυαστικό ποδόσφαιρο. Ενα πλήρες πακέτο και μάλιστα γεμάτο αλτρουισμό. Μετά από τέτοια ματσάρα μέσα στο σπίτι των Πειραιωτών και οι πρώτες του δηλώσεις μετά τη «μητέρα των μαχών» του ελληνικού ποδοσφαίρου ήταν αποθεωτικές για τον… Μπερνάρ. Ολα τα «σπέκια» του ανήκουν.

Η επίθεση δίνει τους τίτλους και η άμυνα την ευρωπαϊκή καταξίωση (προς γνώση και συμμόρφωση ενόψει της νέας σεζόν). 

Οπως ακριβώς είχαμε αναφέρει στο φινάλε της κανονικής περιόδου ότι «το πρωτάθλημα τώρα αρχίζει», έτσι λέμε και τώρα ότι δεν άλλαξε κάτι επειδή ο Παναθηναϊκός νίκησε τον Ολυμπιακό μέσα στο Φάληρο με ανατροπή αλλά και με εμφατικό και πεντακάθαρο τρόπο. 

Εκανε το πρώτο βήμα. Εχει ακόμα εννέα για να διεκδικήσει το απόλυτο των βαθμών και στο τέλος της διαδικασίας να δει πόσα απίδια έπιασε ο σάκος του. 

Οι διαφορές των ανταγωνιστών δεν είναι μεγάλες. Η διαχείριση των συναισθημάτων,  επιτυχημένων και αποτυχημένων, όπως αυτά θα προκύψουν από τα αποτελέσματα, των ομάδων που διεκδικούν τον τίτλο θα κάνει τη διαφορά. 

Το ρεσιτάλ του Τερίμ και οι προσωπικότητες που δίνουν τίτλους