MENU

Διαβάζεις Ελληνοαμερικανός. Διαβάζεις NCAA. Διαβάζεις τίτλους. Διαβάζεις διακρίσεις. Διαβάζεις ρεκόρ. Διαβάζεις για project. Διαβάζεις για μικρά παιδιά. Διαβάζεις για προοπτική.

Να μια καλή ιδέα, σκέφτεσαι.

αλλά μετά διαβάζεις αυτό…

«Θυμάμαι ότι για εκείνες τις λίγες ώρες τα έχασα. Ήμουν πεπεισμένη ότι θα με στείλουν σπίτι. Έπαθα νευρικό κλονισμό και πήρα υπερβολικά πολλά χάπια. Υπερβολικά πολλά… Θυμάμαι ότι ξύπνησα στο νοσοκομείο. Και θυμάμαι ότι δεν ήμουν καθόλου χαρούμενη που ξύπνησα».

Και σωπαίνεις. Και πονάς. Και δεν μπορείς καν να σκεφτείς. Να λειτουργήσεις. Μουδιάζεις. Σκέφτεσαι. Συνέρχεσαι. Παρεμβαίνεις. Όχι ξανά. Όχι σε άλλον. ΟΧΙ, αυτό δεν μπορεί να είναι μια καλή ιδέα.

Η Τζέσικα Ογκουνορίν γεννήθηκε στην Ελλάδα. Αλλά θα μπορούσε να έχει γεννηθεί σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου. Η Τζέσικα Ογκουνορίν μεγάλωσε στο Γαλάτσι. Αλλά θα μπορούσε να έχει μεγαλώσει σε οποιαδήποτε γειτονιά του κόσμου. Η Τζέσικα Ογκουνορίν πήρε μεταγραφή στον Παναθηναϊκό, πήρε μεταγραφή στις Εσπερίδες. Αλλά θα μπορούσε να είχε πάρει μεταγραφή σε οποιαδήποτε ομάδα του κόσμου. Η Τζέσικα Ογκουνορίν έπαιξε στην Εθνική Ελλάδας κορασίδων και νεανίδων. Αλλά θα μπορούσε να έχει παίξει σε οποιαδήποτε Εθνική ομάδα του κόσμου. Η Τζέσικα Ογκουνορίν έχει καταγωγή από τη Νιγηρία. Αλλά θα μπορούσε να κατάγεται από οποιαδήποτε χώρα του κόσμου. Η Τζέσικα Ογκουνορίν δεν είναι ξένη. Η Τζέσικα Ογκουνορίν δεν είναι άγνωστη. Αλλά θα μπορούσε και να είναι.

Η ιστορία της, άλλωστε, είναι. Και είναι γιατί δεν έγινε ποτέ γνωστή στην Ελλάδα, τουλάχιστον όχι με τη μορφή που θα έπρεπε. Όχι με τη δύναμη που θα έπρεπε. Όχι με την ένταση που θα έπρεπε. Ίσως και γι’ αυτό να μπορεί – έστω – και τώρα η ιστορία της να διορθώσει ή να αλλάξει κάτι το οποίο από την Κυριακή το βράδυ φαντάζει ως δεδομένο. Ο Τζον Μαργαρίτης είναι ο νέος προπονητής της ομάδας μπάσκετ γυναικών του ΠΑΣ Γιάννινα. Η Τζέσικα, όμως, έχει μια ιστορία να πει για εκείνον. Και δεν είναι μόνη της. Την είχε πει από το 2019. Και δεν ήταν μόνη της.

Το μοτίβο ήταν εκεί. Γιατί πάντα υπάρχει μοτίβο. Και εναποτίθεται σε όσους γνωρίζουν να το σταματήσουν. Σε όσους το βιώνουν να μιλήσουν. Σε όσους το μαθαίνουν να το σταματήσουν. Σε όσους το υποψιάζονται να το ερευνήσουν. Σε όσους το βλέπουν να μην κοιτάζουν στην άλλη πλευρά. Σε όσους ακούν να μην σωπαίνουν. Δεν υπάρχει διαφορετικός δρόμος. Όχι πια. Όχι σε έναν κόσμο που παλεύει για να αλλάξει. Όχι σε έναν κόσμο που οφείλουμε να αλλάξουμε.

«Ο Μαργαρίτης χρησιμοποιούσε την κατάσταση κάθε ανθρώπου εναντίον του. Ήθελε να σε γνωρίσει καλά, να μάθει τα πάντα για σένα μόνο και μόνο για να βρει το αδύνατό σου σημείο. Και μετά να σε ελέγχει με αυτό. Με έπαιρνε τα βράδια τηλέφωνο και μου μιλούσε με τις ώρες για το προφίλ μου και για το πώς δεν ταιριάζει στο πανεπιστήμιο επειδή είμαι γκέι. Ένιωθα ότι όλοι ήταν εναντίον μου, μέχρι που κατάλαβα ότι απλά μου έβαζε λόγια».

Το μοτίβο. Συνηθισμένο όπλο και ελάττωμα ενός ανθρώπου με τάσεις κοινωνιοπάθειας. Ακόμα κι αν αυτός ήταν ο πιο πετυχημένος προπονητής στην ιστορία ενός προγράμματος. Ακόμα κι αν κουβαλάει προσωπικές διακρίσεις και ένα κάρο γαλόνια για να γεμίζει σελίδες βιογραφικού. Αυτό, εξάλλου, του έδινε δύναμη. Αυτό δίνει εξουσία στους ανθρώπους για να την ασκούν σε συνανθρώπους τους. Κι αν οι άνθρωποι είναι αθλητές, αυτό γίνεται ακόμα χειρότερο. «Εμείς οι παίκτριες είμαι καλές να κρύβουμε την κακοποίηση», θα πει μια άλλη παίκτριά του. «Δίδασκε την ιδέα της πνευματικής δύναμης για να μας ελέγχει. Όμως η σκληράδα δεν είναι ένα πιόνι που μπορείς να χρησιμοποιείς εναντίον των ανθρώπων».

Το 2019 – δε μιλάμε για κάνα αιώνα πριν, ούτε για μια δεκαετία που ξεπλένει αμαρτίες και αλλάζει χαρακτήρες – ο Τζον Μαργαρίτης έκανε ένα λάθος. Με δική του παρέμβαση τερματίστηκε από το πρόγραμμα μια συνεργάτιδά του. Η Τζουλιάνα Μεντιόλα, η οποία έχει αγωνιστεί και στη χώρα μας την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα και φόρεσε τη φανέλα της Ακαδημίας Ηλιούπολης, του Σπόρτιγκ, του Άρη Χολαργού, του Παγχιακού και του Παναθηναϊκού ήταν συνεργάτιδά του. Ήταν το τελευταίο οχυρό για τις παίκτριες. Ήταν το καταφύγιό τους. Όταν το γκρέμισε, το οικοδόμημα κατέρρευσε. Ο ίδιος παραιτήθηκε πριν απολυθεί. Οι καταγγελίες για κακοποίηση γέμισαν σελίδες.

Alleged… θα σπεύσουν να σου πουν. Ναι, ναι, υποτιθέμενες κατηγορίες. «Μην πέφτετε θύματα αυτών των πραγμάτων που λένε οι άνθρωποι», ήταν η λιτή υπερασπιστική δήλωση του Μαργαρίτη για τον εαυτό του. Ας δούμε και την υπερασπιστική γραμμή που είχε η Μεντιόλα… 1.032 πρώην και νυν φοιτητές του Riverside υπέγραψαν κατά του τερματισμού του συμβολαίου της και κατά της κακοποίησης που έχουν υποστεί οι παίκτριες από τον προπονητή τους. Alleged, είπαμε! Ναι, ναι, alleged!

Alleged και ο τίτλος «Το μοτίβο της κακοποίησης που οδήγησε τον Τζον Μαργαρίτη μακριά από το UCR». Γιατί ο νέος τεχνικός του ΠΑΣ Γιάννινα έχασε τη δουλειά του. Αρχικά τέθηκε σε 20μερη υποχρεωτική άδεια έπειτα από ένα ταξίδι (ω, τι σύμπτωση) σε Κύπρο και Ελλάδα και μέσα στον Σεπτέμβριο του 2019 έφυγε από το πανεπιστήμιο στο οποίο δούλευε για 16 χρόνια. 16 χρόνια είναι πάρα πολλά. Και σε τέτοιες περιπτώσεις όταν ανοίξει ο ασκός του Αιόλου είναι δύσκολο να συγκρατήσεις τον αέρα… Και καλύτερα να μην προσπαθήσεις καν.

«Είναι τόσο κρίμα… Κατέστρεψε το μπάσκετ για τόσα κορίτσια, τόσες ταλαντούχες παίκτριες που δεν έπαιξαν πουθενά», αναλογίζεται η Αναλίζ Ίτο, σε μια πιο light διήγηση όσων πραγματικά συνέβαιναν στο γήπεδο και στο δωμάτιο του βίντεο. Ω, αυτό το δωμάτιο του βίντεο. «Όποτε μιλούσε για μια παίκτρια δε θα την ανέφερε με το όνομά της ή το νούμερό της. Θα ήταν η «χοντρή» ή η «κοντή» ή εκείνη με τα τατουάζ. Τόσο για μας όσο και για τις άλλες ομάδες. Τότε ήταν η ώρα που μας μείωνε περισσότερο. Στόχευε όλες τις ανασφάλειές μας, έκανε πολύ αγενή σχόλια».

Η Ίτο ήταν ένα από τα θύματα των σχολίων του. Ακόμα και μετά από έναν πολύ σοβαρό τραυματισμό στο γόνατο, ο οποίος τερμάτισε την καριέρα της. «Έβαλε το βίντεο και το βλέπαμε ξανά και ξανά. Εφτά φορές! «Δεν ξέρω πώς το κατάφερες αυτό», μου έλεγε. Έκλαιγα. Είχα μόλις μάθει ότι η καριέρα μου έχει τελειώσει, ότι δεν ξέρω αν θα παίξω μπάσκετ ξανά και με κορόιδευε. Ήμουν σε σοκ. Δε μπορούσα καν να του απαντήσω».

Οι πρώην παίκτριές του συμφωνούσαν και σε ένα ακόμα μοτίβο. Τις πίεζε. Δεν υπήρχε πόνος. Δεν υπήρχε τραυματισμός. Δεν υπήρχε διάλειμμα. Και εδώ επιστρέφει η Τζέσικα. Η ιστορία της Τζέσικα. Η σκληρή πραγματικότητα που αναγκάστηκε να ζει.

Ο επόμενος τίτλος άρθρου, όπως δημοσιεύτηκε το 2019:

Πώς η Τζέσικα Ογκουνορίν επιβίωσε του UCR…

Το 2010 έφτασε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. 18 ετών. Με υποτροφία. Με ένα όνειρο.

Μπορούν, άραγε, και τα όνειρα να είναι alleged;

«Το όλο νόημα της επιλογής του κολεγίου ήταν με βάση ότι ο Τζον Μαργαρίτης μιλούσε ελληνικά και θα ήταν ευκολότερο για μένα».

Εφιάλτης…

«Της μιλούσε ελληνικά στην προπόνηση και ένας Θεός ξέρει τι της έλεγε», εξιστορεί η συμπαίκτριά της Νατάσα Χάντλεϊ. Καλύτερα που δεν ήξερε. Καλύτερα που δεν καταλάβαινε κανείς. Ή πάλι ίσως όχι καλύτερα. Γιατί ίσως κάποιος θα μπορούσε να το έχει σταματήσει. Κι αν όχι αμέσως, τότε νωρίτερα. Γιατί η Τζέσικα θα έφτανε πολύ κοντά στο πολύ αργά…

«Ήξερε πολλά για το παρελθόν μου. Αυτό κάνει όταν σε συναντάει για πρώτη φορά. Παρουσιάζεται ως ο τύπος που νοιάζεται και θέλει να ξέρει για σένα. Σκάβει στο παρελθόν και το κάνει προσωπικό. Του μίλησα για μένα. Του είπα ότι ο πατέρας μου έφυγε όταν ήμουν τριών μηνών, του είπα ότι με είχαν παρενοχλήσει σεξουαλικά όταν ήμουν παιδί. Ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν να χάσω την υποτροφία μου και να πρέπει να επιστρέψω σε αυτή την κατάσταση. Από την αρχή της πρώτης μου χρονιάς άρχισαν τα σχόλια. Έχανα ένα λέι απ και μου φώναζε «γι’ αυτό σε άφησε ο μπαμπάς σου». Έφτασα σταδιακά σε ένα σημείο που δεν μπορούσα να πιάσω τη μπάλα. Έτρεμα. Κι απλά ερχόταν και μου έλεγε «φαίνεται ότι απλά ήρθε ο καιρός να γυρίσεις πίσω και να κάτσεις σπίτι σου». Και τα έλεγε όλα στα ελληνικά. Κανείς δεν καταλάβαινε τι μου έλεγε».

Η Τζέσικα, σε περίπτωση που δεν έχει αναφερθεί ως τώρα, ήταν 18 ετών. Μακριά από το σπίτι της. Μακριά από την οικογένειά της. Σε ένα περιβάλλον που πίστευε ότι θα καλλιεργήσει τα όνειρά της. Μετά την πρώτη χρονιά, επέστρεψε στην Ελλάδα και δεν είχε σκοπό να συνεχίσει να φοιτά σε κολέγιο. Όση δύναμη κι αν χρειάζεται για να κυνηγήσεις το όνειρό σου, χρειάζεται η πολλαπλάσια για να το δεις να φεύγει… Για να το εγκαταλείπεις. Ίσως εκείνοι που τα παρατούν να μην είναι οι αδύναμοι, αλλά οι πιο δυνατοί. Ο Μαργαρίτης, όμως, δε θα την άφηνε. Όχι έτσι απλά. Όχι βέβαια. Μίλησε μαζί της στο τηλέφωνο, μίλησε και με τη μητέρα της. Η Τζέσικα επέστρεψε στο Riverside.

«Με έκανε να νιώθω ότι χάρη σε εκείνον τα έχω όλα. Καιρό αργότερα έμαθα ότι δεν είχε καμία εξουσία και κανένα λόγο πάνω στην υποτροφία μου. Τότε δεν ξέρεις όσα μαθαίνεις μετά. Νόμιζα ότι ήλεγχε τα πάντα: Το φαγητό μου, τις σπουδές μου, όλα. Προερχόμουν από μια πολύ φτωχή οικογένεια και αυτή η υποτροφία ήταν όλη μου η ζωή. Ήταν το μόνο που είχα».

Η Τζέσικα γύρισε στην Καλιφόρνια. Σε μια πρωινή προπόνηση υπέστη διάσειση. Στις τρεις μέρες τής είπε να μπει στο γήπεδο. Μετά από τρεις μέρες έπαθε και δεύτερη διάσειση. Την πίεσε να επιστρέψει στις προπονήσεις. Μέσα σε λίγες μέρες υπέστη και τρίτη διάσειση. «Θυμάμαι ότι έμπαινε στα αποδυτήρια και έτρεμε, ρουθούνιζε και τιναζόταν. Δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε πώς κάποιος που την έβλεπε σε αυτή την κατάσταση μπορεί να σκεφτόταν «μμμ, μπορούμε να την πιέσουμε λίγο ακόμα»».

Αυτός ο κάποιος το έκανε. Και η Τζουλιάνα Μεντιόλα (σ.σ. η οποία έχει καταθέσει μήνυση κατά του Μαργαρίτη και του πανεπιστημίου από τον Απρίλιο του 2020 για φυλετική διάκριση) είχε εξηγήσει το λόγο: «Συχνά έλεγε «μου αρέσει να κάνω τους ανθρώπους να νιώθουν άβολα». Ήθελε να τους δοκιμάζει, να τους τεστάρει με διαφορετικές καταστάσεις. Ήταν πραγματικά πολύ περίεργο, προσπαθούσε να μας πείσει ότι έπρεπε να αποδεχτούμε τον τρόπο του. Ήταν σχεδόν σα να απολάμβανε να συμπεριφέρεται έτσι».

Επιστρέφοντας στη Τζέσικα, η κατάστασή της επιδεινώθηκε. Δε μπορούσε να παρακολουθήσει μαθήματα, παράτησε τη δουλειά που είχε στο ανθρώπινο δυναμικό και κατρακυλούσε. Επισκέφτηκε νευρολόγο που της συνταγογράφησε πολύ δυνατή φαρμακευτική αγωγή. Σταμάτησε να επικοινωνεί με την οικογένειά της στην Ελλάδα. «Δε μπορούσα να μείνω ξύπνια. Είχα μπει σε μια φάση κατάθλιψης». Προσπάθησε να ξεκινήσει έναν έρανο για να πάει η μητέρα της στην Αμερική. Ήταν ενάντια στην πολιτική του NCAA και αναγκάστηκε να το σταματήσει. Ο Τζον Μαργαρίτης την πήρε τηλέφωνο…

«Μου είπε τα ίδια πράγματα: Δεν αξίζω την υποτροφία, δεν είμαι ευγνώμων για την ευκαιρία που έχω… Πανικοβλήθηκα. Δεν άντεχα να χάσω την υποτροφία μου. Για εκείνες τις ώρες τα έχασα. Ήμουν πεπεισμένη ότι θα με στείλουν πίσω στο σπίτι. Κατέρρευσα και πήρα υπερβολική δόση. Πολύ υπερβολική δόση. Θυμάμαι ότι ξύπνησα στο νοσοκομείο. Και εκείνη τη στιγμή δεν ήμουν χαρούμενη που ξύπνησα».

Η Τζέσικα ήταν γενναία. Αρκούντως γενναία για να ξεπεράσει όσα μετέτρεψαν το όνειρό της σε εφιάλτη. Όσα έκαναν το κρησφύγετό της να μοιάζει αφιλόξενο. Εχθρικό. Αγνώριστο. Επικίνδυνο. «Στο μπάσκετ ένιωθα ότι κάπου άνηκα. Ήταν η στιγμή που ξέφευγα από όλα, η στιγμή που ένιωθα ότι κάτι αξίζω και ότι με σέβονται. Και αυτό άλλαξε. Ο Μαργαρίτης έφερε στην επιφάνεια όσα με πλήγωσαν. Όσα με φόβισαν. Όσα με τραυμάτισαν όταν μεγάλωνα. Και τα έφερε στο μπάσκετ».

Στην ιστορία της Τζέσικα το τέλος είναι θριαμβευτικό. Πήρε μεταγραφή στο Stony Brook στη Νέα Υόρκη, αποφοίτησε, έπαιξε στην Ευρώπη και απολαμβάνει μια ζωή μακριά από τον εφιάλτη που παραλίγο να της την αφαιρέσει. Ήταν γενναία σε κάθε βήμα αυτής της πορείας. Στο να κυνηγήσει το όνειρό της, αλλά και ακόμα περισσότερο στο να αποδεχτεί ότι πρέπει να το αφήσει να γλιστρήσει από το χέρι της. Ήταν γενναία όταν σηκωνόταν, αλλά πιο γενναία αποδεχόμενη την πτώση της. Ήταν γενναία που τα κατάφερε, ακόμα κι αν ο δρόμος άλλαξε λίγο στην πορεία. Ήταν γενναία που τόλμησε να βρει ένα άλλο κρησφύγετο. Ήταν γενναία που έζησε. Ήταν γενναία που μίλησε.

«Μοιράζομαι την ιστορία μου επειδή θέλω να δώσω δύναμη σε άλλους. Να ξέρετε ότι δεν είστε αδύναμοι. Είστε άνθρωποι και έχετε το δικαίωμα να είστε κάπου που θα σας φέρονται καλά, έχετε το δικαίωμα να μιλάτε».

Προ επιλόγου ή αντί επιλόγου…

Υπάρχει πάντα η υπεράσπιση. Ο αντίλογος. Το τεκμήριο της αθωότητας. Το alleged να καλύπτει όλες τις αμαρτίες. Η δεύτερη ευκαιρία. Όλοι την αξίζουν, έτσι δεν είναι;

ΝΑΙ…

Αρκεί να γνωρίζει εκείνος που είναι διατεθειμένος να τη δώσει, τι ρισκάρει. Τι κινδυνεύει να χαθεί. Και δεν χρειάζεται να φτάσουμε καν στην υπόθεση ότι μπορεί να χαθεί μια ζωή.

Αξίζει να χαθεί μια ψυχή;

Όχι πια. Όχι σε έναν κόσμο που παλεύει για να αλλάξει. Όχι σε έναν κόσμο που οφείλουμε να αλλάξουμε.

ΟΧΙ, αυτό δεν μπορεί να είναι καλή ιδέα…

ΟΧΙ, αυτό δεν μπορεί να είναι καλή ιδέα!