MENU

Προτού χαθούμε σε άλλες  αναφορές, μην ξεχνάμε το βασικό:  ο Στάθης Παναγιωτόπουλος κατηγορείται για κακοποιητική συμπεριφορά απέναντι σε μια πρώην σύντροφό του – μάλλον «κατηγορείται» πια, αφού και ο ίδιος το παραδέχθηκε. Το «revenge porn» δεν είναι μια απλή υπόθεση.  Αποτελεί βιασμό του θύματος, σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα και έτσι θα έπρεπε να το αντιμετωπίζει και η δικαιοσύνη (το πρόβλημα ξεκινάει βέβαια από την αντίληψη της κοινωνίας για τα δικαιώματα των γυναικών και στο σεξ, όμως αυτή είναι μια άλλη, μεγάλη και θλιβερή συζήτηση) .

Το λέω διότι μέσα στις χρήσιμες συζητήσεις περί ηθικών αυτουργών και προσπαθειών συγκάλυψης , κινδυνεύει να περάσει σε δεύτερη μοίρα ο φυσικός αυτουργός και το γεγονός ότι κυκλοφορούσε για δυο - τρία χρόνια ατιμώρητος.

Το επίκεντρο της υπόθεσης λοιπόν είναι και πρέπει να είναι ο Παναγιωτόπουλος, ο οποίος έγινε αυτοστιγμεί cancelled και απομακρύνθηκε με συνοπτικές διαδικασίες από το «Ράδιο Αρβύλα».

Ωστόσο από το βράδυ της Δευτέρας κι έπειτα επίκεντρο έγιναν ο Αντώνης Κανάκης και οι δυο εναπομείναντες συμπαρουσιαστές του. Τα social media τους ξέσκισαν περίπου με το ίδιο μένος που ξέσκισαν τον Παναγιωτόπουλο. Το βασικό επιχείρημα ήταν ότι «αποκλείεται να μην ήξεραν». Το βιντεάκι με τον Κανάκη να κατακεραυνώνει την Λίνα Μενδώνη, να λέει ότι «είχε την υποχρέωση να ξέρει (σ.σ. για τον Λιγνάδη), εδώ εμείς έναν συνεργάτη καινούργιο παίρνουμε και τον τσεκάρουμε τι καπνό φουμάρει πριν τον βάλουμε στο μαγαζί μας» και να ζητάει την παραίτησή της για λόγους ευθιξίας, εξελίχθηκε στο viral της βραδιάς.

Μοιάζει κάπως άδικο. Ή μήπως όχι;

Προσωπικά είμαι απολύτως διατεθειμένος να πιστέψω ότι σε πρώτο επίπεδο δεν ήξεραν τα γεγονότα αυτά – καθ΄ αυτά. Και έχει μεγάλη σημασία να τονιστεί ότι η αντίδραση του Κανάκη και των συνεργατών του ήταν άμεση και η ενδεδειγμένη. Ακούστηκαν πράγματα που έπρεπε να ακουστούν, χωρίς «ναι μεν αλλά» και στρογγυλεύσεις. Ας το πιστώσουμε στα υπέρ τους.

Διότι από εδώ κι εμπρός αρχίζουν τα προβλήματα και οι αμφιβολίες μου.

Το «Ράδιο Αρβύλα» έχει παρελθόν με βιντεάκια σεξιστικά και ομοφοβικά, με βιντεάκια που έκαναν body shaming, βιντεάκια χοντροκομμένης κοροϊδίας της εμφάνισης απλών ανθρώπων. Θα μου πείτε, ήταν άλλες εποχές, τα τελευταία χρόνια μαζεύτηκε και προσαρμόστηκε. ΟΚ, πάμε παρακάτω.

Το «Ράδιο Αρβύλα», όπως συνήθως συμβαίνει στην Ελλάδα, κάνει κατά τη γνώμη μου επιφανειακή σάτιρα, κουνώντας το δάχτυλο. Αρκείται στα προφανή, παίρνει σταθερά μια θέση ηθικής ανωτερότητας και κρίνει αφ΄υψηλού τους πάντες και τα πάντα.

Η σάτιρα ασφαλώς και πρέπει να κρίνει τους πάντες και τα πάντα. Πρέπει όμως επίσης να εμβαθύνει, να ερευνά τα πράγματα για τα οποία μιλάει, να τσακίζει κόκκαλα χωρίς να είναι διδακτική, να είναι δίκαιη μέσα στην αγριότητά της.

Η σάτιρα δεν χρειάζεται ιεροκύρηκες. Χρειάζεται οξυδερκείς παρατηρητές του παραλογισμού της ανθρώπινης καθημερινότητας, της πολιτικής, των media, οι οποίο να διαθέτουν το ταλέντο να μετατρέπουν την παρατήρηση σε διαβρωτικό, ακόμα και βιτριολικό σχόλιο , αλλά τον απαραίτητο αυτοσαρκασμό που θα τους αποτρέψει να πάρουν τον εαυτό τους πολύ στα σοβαρά και να αναπτύξουν μεσσιανικά σύνδρομα.

Στις ΗΠΑ, οι σατιρικές εκπομπές παράγουν δημοσιογραφία υψηλότατου επιπέδου (το «The Daily Show» όταν το έκανε ο Τζον Στιούαρτ ήταν ίσως η πιο επιδραστική πολιτική εκπομπή στην αμερικάνικη τηλεόραση, το «Last Week Tonight» με τον Τζον Όλιβερ βγάζει σχεδόν κάθε εβδομάδα μικρά, σατιρικά διαμάντια).

Στην Ελλάδα παράγουν κατά κανόνα λαϊκισμό, γυμνασιακό χαβαλέ και παρουσιαστές - τιμητές των πάντων.

Συνοψίζοντας, το «Ράδιο Αρβύλα» υπήρξε εκπομπή με χονδροειδές, πολυεπίπεδα προσβλητικό «χιούμορ» επί πολλά χρόνια. Και για πολλά χρόνια επίσης, οι παρουσιαστές (ο Κανάκης κυρίως, όμως η νοοτροπία διαχέεται) μιλούσαν με την αλαζονεία του επιτυχημένου ο οποίος βρισκόταν περίπου στο απυρόβλητο.

Δεν έχω ιδέα τι υπάρχει στο κεφάλι του Στάθη Παναγιωτόπουλου. Υποψιάζομαι πάντως ότι ζώντας μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον επί σειρά ετών, δεν ήταν πολύ δύσκολο να αναπτυχθούν, σχεδόν ανεξέλεγκτα οι νοσηρές συμπεριφορές του.

Κι όσο κι αν όπως είπα ήδη, μπορώ να δεχτώ πώς σε πρώτο επίπεδο ουδείς εκ των συνεργατών του γνώριζε κάτι για την συγκεκριμένη υπόθεση, αδυνατώ να πιστέψω πως σε δεύτερο επίπεδο δεν καταλάβαιναν, έβλεπαν, υποψιαζόταν ότι κάτι δεν πάει καλά και ότι ίσως να έχουν και οι ίδιοι - μεγάλο – μερίδιο ευθύνης.

Η πιθανότερη εκδοχή είναι δεν ήθελαν να ξέρουν.

Και τούτο καθιστά την δική τους αποκαθήλωση σκληρή, μα όχι και τόσο άδικη.

Να πω βεβαίως ότι το πρόβλημα ήταν και παραμένει συνολικό. Η τηλεόραση, μιας και για τηλεόραση μιλάμε, εξακολουθεί να επενδύει και να κολακεύει τα χειρότερα ένστικτα των τηλεθεατών και να διαιωνίζει προβληματικά στερεότυπα. Να κανακεύει Παναγιωτόπουλους δηλαδή.

Το βράδυ της Δευτέρας ο ΑΝΤ1 έβγαλε μια ανακοίνωση με την οποία συνέχαιρε τον Κανάκη για τα αντανακλαστικά του και τόνιζε ότι «διαχρονικά καταδίκαζε και πάντοτε θα καταδικάζει απερίφραστα, κακοποιητικές συμπεριφορές, πράξεις και πρακτικές που προσβάλλουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και την ιδιωτικότητα».

Λίγες ώρες νωρίτερα την ίδια μέρα, στο ίδιο κανάλι, ο Αλέξης Κούγιας καθόταν στον καναπέ του «Πρωϊνού» και ξερνούσε ως συνήθως ομοφοβία, σεξισμό και τοξικό ματσίσμο.

Αυτό δεν είναι «διαχρονική καταδίκη». Αυτό είναι διαχρονική, χειροπιαστή υποκρισία.

Η τηλεόραση που κανακεύει τους «Παναγιωτόπουλους»