MENU

Η σημερινή είναι η ημέρα της επιστροφής ενός από τα μεγαθήρια του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση της ηπείρου. Η τρεις φορές πρωταθλήτρια Ευρώπης Ίντερ γυρνά στο Champions League μετά από έξι ολόκληρα χρόνια. Πολλά αν μη τι άλλο για την ομάδα, η οποία βρίσκεται στην έβδομη θέση με τις περισσότερες κατακτήσεις στην ιστορία του θεσμού μαζί με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ποια είναι λοιπόν η Ίντερ για την κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση και γιατί της έλειψε τόσο πολύ;

ΤΗ ΣΤΙΓΜΑΤΙΣΑΝ ΔΥΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΟΡΥΦΑΙΟΥΣ ΠΡΟΠΟΝΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ

Ενίοτε κάποιες ομάδες καταφέρνουν να βρεθούν στην κορυφή της Ευρώπης, με τον προπονητή τους να μην έχει ρόλο πρωταγωνιστή. Η Μπαρτσελόνα που κατέκτησε το Champions League το 2006, δεν προσδιορίζεται ως η μεγάλη ομάδα του Ράικαρντ. Η Τσέλσι το 2012 δεν ήταν το σπουδαίο... δημιούργημα του Ντι Ματέο.

Αυτά δεν ισχύουν στην περίπτωση των «νερατζούρι», στην περίπτωση των οποίων οι προπονητές, όχι μόνο είναι σε πρώτο πλάνο, αλλά «κλέβουν» και από την δόξα των εντός του αγωνιστικού χώρου αστεριών της. Η ιστορία της Ίντερ στιγματίστηκε από δύο τεράστιους προπονητές, οι οποίοι μάλιστα, παρότι ανάμεσα στις εποχές τους υπάρχει ένα χάσμα 40 και πλέον χρόνων, είχαν παρεμφερές ποδοσφαιρικό στυλ και παρεμφερείς προσωπικότητες. Ο λόγος για τον Αργεντινό Ελένιο Ερέρα και τον Πορτογάλο Ζοζέ Μουρίνιο.

Ο ΕΛΕΝΙΟ ΕΡΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟ «ΚΑΤΕΝΑΤΣΙΟ» ΠΟΥ ΣΑΡΩΣΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Ο Ελένιο Ερέρα ή αλλιώς «ο μάγος», όπως ήταν το παρατσούκλι του, ήταν ο άνθρωπος που άλλαξε για πάντα την ιστορία της Ίντερ. Ο Αργεντινός ήταν άσημος ως ποδοσφαιριστής, όμως όταν αφίχθηκε στο Μιλάνο το 1960 ήταν ήδη ένας φτασμένος προπονητής, με 4 πρωταθλήματα Ισπανίας (2 με την Ατλέτικο Μαδρίτης και 2 με την Μπαρτσελόνα). Μέχρι τότε η Ίντερ δεν είχε πραγματοποιήσει συμμετοχή στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, ενώ είχαν περάσει και χρόνια από τα τελευταία της πρωταθλήματα. Υπό τις οδηγίες του Ερέρα, η Ίντερ κατέκτησε τρία πρωταθλήματα, αλλά το πιο σημαντικό ήταν ότι αναδείχθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης δύο συνεχόμενες χρονιές, το 1964 και το 1965. Μέχρι σήμερα η Ίντερ του Ερέρα από το 1960 μέχρι το 1968 έχει ονομαστεί ως «η μεγάλη Ίντερ» (Grande Inter).

Το όνομα του Ερέρα έχει ταυτιστεί με τον όρο «κατενάτσιο», το οποίο στην κυριολεξία σημαίνει «αμπαρωμένη πόρτα» και ποδοσφαιρικά αναφέρεται σε μία άκρως αμυντική τακτική, στην οποία χρησιμοποιείται ένας παίκτης λίμπερο ως τελευταίος αμυντικός και μαρκαρίσματα «man-to-man». Ο Ερέρα δεν ήταν ο εφευρέτης του «κατενάτσιο», ήταν όμως εκείνος που το έκανε διάσημο σαρώνοντας τους ευρωπαϊκούς τίτλους με τη χρήση του. Παράλληλα, το εξέλιξε εισάγοντας το στοιχείο του γρήγορου και άμεσου παιχνιδιού στις αντεπιθέσεις, καθώς και τα ανεβάσματα από τους πλάγιους αμυντικούς.

Παρότι, πολλοί ήταν εκείνοι που σιχαίνονταν το ποδόσφαιρό του, κατηγορώντας τον «μάγο» ότι «δολοφονεί» το άθλημα, εντούτοις θεωρείται ένας πρωτοπόρος της προπονητικής. Ήταν πολύ σκληρός σε θέματα πειθαρχίας και δεν δίσταζε να διώξει από τις ομάδες του μεγάλα ονόματα, αν δεν ακολουθούσαν τις εντολές του. Ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε τη διανυκτέρευση των ομάδων σε ξενοδοχεία πριν από τους αγώνες, προκειμένου να διατηρεί τους ποδοσφαιριστές συγκεντρωμένους στις υποχρεώσεις τους. Ήταν μετρ της ψυχολογίας και ιδιαίτερα επικοινωνιακός με τον τύπο της εποχής. Είχε αντιληφθεί ήδη από εκείνη την περίοδο τη σημασία της «κατασκοπείας» του αντιπάλου, διαμορφώνοντας δίκτυα συνεργατών-κατασκόπων σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ταυτόχρονα, γνώριζε πόσο σημαντική μπορεί να είναι η βοήθεια της εξέδρας και προσπαθούσε να την ξεσηκώνει κατά τη διάρκεια των αγώνων.

Ένα από τα αστέρια της Ίντερ εκείνης της εποχής, ο Σάντρο Ματσόλα είχε πει για τον Ερέρα πως «ήταν έτη φωτός μπροστά. Συνήθιζε να δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην προπόνηση του μυαλού από εκείνη των ποδιών. Πριν φτάσει στην Ιταλία, στην πραγματικότητα κανείς δεν ήξερε τα ονόματα των προπονητών». Ο Ιταλός δημοσιογράφος Τζιάνι Μπρέρα είχε δηλώσει για τον «μάγο» ότι «κανείς στον κόσμο δεν θαυμάζει τον Ελένιο Ερέρα περισσότερο από τον ίδιο. Κανείς στον κόσμο δεν αγαπά και δεν εκτιμά τον Ελένιο Ερέρα περισσότερο από τον ίδιο. Ο Ελένιο Ερέρα είναι πάντα αληθινός, ακόμα και αν αυτό δεν είναι πάντα της αρεσκείας μας».

Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Ερέρα μπήκε το 2017 στη λίστα της UEFA με τους 10 κορυφαίους προπονητές από την ίδρυσή της το 1954 και ύστερα. Μερικές από τις ατάκες του, που έχουν μείνει στην ιστορία του ποδοσφαίρου, είναι ότι «θέλω τους παίκτες να φεύγουν μπροστά ταχύτατα, χωρίς περισσότερες από τρεις πάσες για να μπουν στην αντίπαλη περιοχή. Εάν χάσες την μπάλα πηγαίνοντας μπροστά δεν είναι πρόβλημα. Εάν τη χάσεις παίζοντας παράλληλα, θα το πληρώσεις με ένα γκολ». Επίσης ότι «εάν παίζεις για τον εαυτό σου, παίζεις για τους αντιπάλους. Εάν παίζεις για την ομάδα, παίζεις για εσένα». Τέλος, έχει πει πως «εγώ κύριοι ξέρω να παίρνω τίτλους και να γεμίζω κάθε Κυριακή το γήπεδο. Όποιος θέλει θέαμα, ας πάει στη Σκάλα του Μιλάνου».

ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΤΗΣ «ΜΕΓΑΛΗΣ ΙΝΤΕΡ»

Φυσικά, για να παίξει η Ίντερ το ποδόσφαιρο που ήθελε, ο Ελένιο Ερέρα χρειαζόταν και τους κατάλληλους ποδοσφαιριστές. Ένας από αυτούς, ήταν ο Ισπανός μέσος Λουίς Σουάρεθ, τον οποίο ο Ερέρα είχε ήδη προπονήσει όταν εργαζόταν στην Μπαρτσελόνα και έφερε στην Ίντερ το 1961. Για να κατανοήσουμε το μέγεθος της κίνησης αυτής, πρέπει να σημειώσουμε ότι επρόκειτο για την ακριβότερη μεταγραφή που είχε γίνει στο ποδόσφαιρο τότε φτάνοντας τα 250 εκατομμύρια ιταλικές λίρες (ή 142.000 βρετανικές λίρες). Ο Σουάρεθ ήταν ένας οργανωτής από το βάθος της μεσαίας γραμμής, στο στυλ του Πίρλο αν θέλουμε να βρούμε ένα σύγχρονο συγκρίσιμο μέγεθος και ήταν κομβικός για να μπορεί η Ίντερ να βγαίνει αποτελεσματικά στην αντεπίθεση με 2-3 πάσες, όπως επιθυμούσε ο Ερέρα. Δύο φορές βραβεύτηκε με την «ασημένια μπάλα» και μία με τη χάλκινη.

Εξίσου σημαντικός θεωρούνταν και ο Τζιακίντο Φακέτι. Ο αριστεροπόδαρος αμυντικός εξελίχθηκε υπό τις οδηγίες του Ερέρα σε ένα από τα πρώτα φουλ-μπακ στην ιστορία του ποδοσφαίρου και μέχρι σήμερα θεωρείται ένας από τους καλύτερους αριστερούς μπακ-χαφ όλων των εποχών. Χαρακτηριστικό είναι πως παρότι μπακ, σημείωσε στην καριέρα του 67 γκολ. Φόρεσε τα μπλε και μαύρα χρώματα για 18 χρόνια, από το 1960 μέχρι το 1978, ενώ ήταν και αρχηγός της Εθνικής Ιταλίας.

Για έναν χρόνο λιγότερο (1960-1977) «νερατζούρι» ήταν ο Σάντρο Ματσόλα. Ο παλαίμαχος μεσοεπιθετικός μέχρι σήμερα συγκαταλέγεται στους κορυφαίους ποδοσφαιριστές που έβγαλε ποτέ το ιταλικό ποδόσφαιρο. Για λογαριασμό της Ίντερ πέτυχε 140 γκολ και μια φορά αναδείχτηκε δεύτερος καλύτερος ποδοσφαιριστής στην Ευρώπη (1971).

Λατρεμένος παίκτης για τους φίλους της Ίντερ εκείνη την εποχή ήταν ο εξτρέμ Μάριο Κόρσο, γνωστός ως «το Αριστερό Πόδι του Θεού». Παρότι είχε έρθει σε ρήξη με τον Ερέρα, ο πρόεδρος Άντζελο Μοράτι είχε αρνηθεί το αίτημα του τελευταίου να τον διώξει.

Κάθε καλή ομάδα διαθέτει και τους «χαμάληδές» της και για την «Μεγάλη Ίντερ», εκείνος ήταν ο Ταρκίζιο Μπέργκνιχ. Ιδιαίτερα δυναμικός ποδοσφαιριστής, ο οποίος έτρεχε ακατάπαυστα και κάλυπτε τις θέσεις του δεξιού μπακ και του λίμπερο. Αγωνίστηκε στην Ίντερ από το 1962 έως το 1974.

Τέλος, αναπόσπαστο κομμάτι για το παζλ του Ερέρα ήταν ο Βραζιλιάνος Ζαΐρ. Ταχύτατος εξτρέμ, ο οποίος διέλυε τους αντιπάλους στις αντεπιθέσεις.

ΟΙ ΤΕΛΙΚΟΙ ΤΗΣ «ΜΕΓΑΛΗΣ ΙΝΤΕΡ»

Το πρώτο της Κύπελλο Πρωταθλητριών η Ίντερ το κατέκτησε στην πρώτη της συμμετοχή στη διοργάνωση, το 1964. Για να φτάσει στον τελικό, η Ίντερ χρειάστηκε να αποκλείσει την Έβερτον, τη Μονακό, την Παρτιζάν και την Ντόρτμουντ. Στον τελικό της Βιέννης αντιμετώπιζε την Ρεάλ των Ντι Στέφανο και Πούσκας, την οποία και νίκησε με 3-1 χάρη σε δύο τέρματα του Ματσόλα και ένα του Μιλάνι. Ο Ματσόλα σημείωσε συνολικά 7 γκολ στη διοργάνωση και μαζί με τους Πούσκας και Βλάντιτσα Κοβάσεβιτς αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ.

Το δεύτερο τρόπαιο της Ίντερ στη διοργάνωση ήταν και συνεχόμενο. Οι «νερατζούρι» απέκλεισαν τις Δυναμό Βουκουρεστίου, Ρέιντζερς και Λίβερπουλ, για να φτάσουν στον τελικό, ο οποίος θα διεξαγόταν στο γήπεδό τους, το «Σαν Σίρο». Εκεί αντίπαλος θα ήταν η Μπενφίκα του Εουσέμπιο, την οποία η Ίντερ θα νίκαγε με 1-0, με τον Ζαΐρ να πετυχαίνει το νικητήριο τέρμα.

Ο τελευταίος τελικός Κυπέλλου Πρωταθλητριών για την ομάδα του Ερέρα θα ερχόταν το 1967, αλλά αυτή τη φορά θα έφευγε με σκυμμένο το κεφάλι. Σ' ένα ματς που έγινε στη Λισσαβόνα, η Ίντερ παρότι προηγήθηκε της Σέλτικ με πέναλτι του Ματσόλα, εντέλει ηττήθηκε από τους Σκωτσέζους με 2-1.

Με άλλο προπονητή, τον Τζιοβάνι Ινβερνίτσι, όμως με τους περισσότερους από τους παίκτες που ήταν πρωταγωνιστές στη «Μεγάλη Ίντερ», οι «νερατζούρι» έφτασαν σε έναν ακόμη τελικό το 1972. Εντούτοις, στον τελικό του Ρότερνταμ δεν μπόρεσαν αντισταθούν στην ανωτερότητα του Άγιαξ, που νίκησε 2-0 με τον Γιόχαν Κρόιφ να σημειώνει και τα δύο γκολ.

ΛΙΓΕΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ ΣΕ 80s & 90s

Μόλις τρεις συμμετοχές είχε η Ίντερ στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Η κορυφαία παρουσία της σε αυτό το διάστημα ήταν το 1980-81, όταν έφτασε στα ημιτελικά, όπου αποκλείστηκε από τη Ρεάλ Μαδρίτης. Ίσως το μεγαλύτερο όνομα εκείνης της Ίντερ ήταν ο Αλεσάντρο Αλτομπέλι, ο οποίος με 209 γκολ παραμένει μέχρι σήμερα δεύτερος σκόρερ όλων των εποχών για τους «νερατζούρι» πίσω μόνο από τον θρυλικό Τζουζέπε Μεάτσα. Στην άμυνα ξεχώριζαν οι παρουσίες των Τζουζέπε Μπαρέζι (μεγάλου αδερφού του σπουδαίου Φράνκο Μπαρέζι της Μίλαν) και Τζουζέπε Μπεργκόμι, ο οποίος τότε ξεκινούσε μια καριέρα, που θα τον έφτανε στη δεύτερη θέση όλων των εποχών σε συμμετοχές με τη φανέλα της Ίντερ.

Αξιοπρόσεκτη ήταν και η πορεία της Ίντερ τη σεζόν 1998-99, κατά την οποία αποκλείστηκε στα προημιτελικά από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Το ρόστερ της Ίντερ τότε ήταν γεμάτο αστέρες όπως το «φαινόμενο» Ρονάλντο, ο «μικρός Βούδας» Ρομπέρτο Μπάτζιο, ο Χιλιανός στράικερ Ιβάν Ζαμοράνο, ο Ντιέγκο Σιμεόνε, οι Ζανέτι, Μπέργκομι και στο τέρμα ο Παλιούκα.

ΟΙ ΣΥΝΕΧΟΜΕΝΕΣ ΠΑΡΟΥΣΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ 2002 ΚΑΙ ΜΕΤΑ

Η κατάσταση διαφοροποιήθηκε άρδην κατά την προηγούμενη δεκαετία, καθώς η Ίντερ συμμετείχε από το 2002 μέχρι το 2012 κάθε χρόνο στο Champions League. Μάλιστα, στην πρώτη από αυτές τις σεζόν, το 2002-03 η Ίντερ έφτασε μια ανάσα από το να βρεθεί ξανά στον μεγάλο τελικό, όμως στα ημιτελικά αποκλείστηκε από τη Μίλαν λόγω του εκτός έδρας γκολ, αφού το τυπικά εντός έδρας ματς για τους «νερατζούρι» είχε λήξει 1-1 και το εκτός έδρας 0-0.

Παρατηρώντας το ρόστερ εκείνης της αγωνιστικής περιόδου, θα μπορούσε να το κρίνει λιγότερο λαμπερό συγκριτικά με εκδόσεις της ομάδας τα προηγούμενα και τα επόμενα χρόνια. Μολαταύτα, ο μετέπειτα προπονητής του Άρη, Έκτορ Ραούλ Κούπερ, είχε κάποια σπουδαία αστέρια στη διάθεσή του, που οδήγησαν τον σύλλογο μέχρι τα ημιτελικά. Ο Αργεντινός σέντερ φορ Ερνάν Κρέσπο ήταν ο μπροστάρης στην επίθεση, πετυχαίνοντας 9 τέρματα στη διοργάνωση. Συμπαραστάτης του στην επίθεση ήταν ο Κριστιάν Βιέρι, που συνολικά με τη φανέλα της Ίντερ πέτυχε 123 γκολ σε 190 εμφανίσεις . Στην άμυνα φυσικά όλα αυτά χρόνια υπήρχε πάντα ο Χαβιέ Ζανέτι, όπως και οι Ιβάν Κόρντομα και Μάρκο Ματεράτσι. Βεβαίως, ξεχώριζε και η παρουσία του Φάμπιο Καναβάρο, ενός από τους ελάχιστους αμυντικούς, που έχουν κατακτήσει ποτέ τη χρυσή μπάλα (2006). Τερματοφύλακας ήταν ο σταθερός στο υψηλό επίπεδο Φραντσέσκο Τόλντο.

Από εκεί και έπειτα, παρότι το ρόστερ της Ίντερ ήταν συνήθως ένα από τα ακριβότερα στην Ευρώπη, δεν πέτυχε σπουδαίες επιτυχίες μέχρι την έλευση του Ζοζέ Μουρίνιο. Το 2003-04 η ομάδα αποκλείστηκε ήδη από τη φάση των ομίλων. Τα επόμενα δύο χρόνια έφτασε μέχρι τα προημιτελικά. Από το 2007 έως το 2009 κάθε χρόνο αποκλειόταν στη φάση των «16». Από το 2004 ξεχωρίζει κανείς στην Ίντερ την ανάδειξη του «Αυτοκράτορα» Αντριάνο, ο οποίος όμως δεν κατάφερε να παίξει με συνέπεια στο πιο υψηλό επίπεδο και δεν εκμεταλλεύτηκε όπως θα έπρεπε το πλούσιο ταλέντο του. Οι προσδοκίες για τον επόμενο μεγάλο σέντερ φορ της Βραζιλίας μετά τον Ρονάλντο διαψεύστηκαν παταγωδώς.

Από την άφιξη του Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς στο Μιλάνο το καλοκαίρι του 2006 μέχρι την αποχώρησή του το 2009, ο Σουηδός ήταν ο απόλυτος σούπερσταρ του συλλόγου. Παρότι όμως ο Σουηδός σάρωνε τα πάντα εντός Ιταλίας, όπως συνέβη καθ' όλη τη διάρκεια της καριέρας του, ποτέ δεν μπόρεσε να οδηγήσει ομάδα του σε μια μεγάλη επιτυχία στο Champions League.

Κατά τα λοιπά στο διάστημα 2003-2009 τα μπλε και τα μαύρα φόρεσαν και άλλα σπουδαία αστέρια του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, όπως ο κάτοχος της χρυσής μπάλας του 2000, Λουίς Φίγκο, ένα από τα κορυφαία δεξιά χαφ που έχουν περάσει από τα γήπεδα ή ο σπουδαίος Γάλλος αμυντικός χαφ, Πατρίκ Βιεϊρά. Παρόλα, αυτά η πολυπόθητη ευρωπαϊκή διάκριση δεν ήρθε εκείνα τα χρόνια.

Ο «SPECIAL ONE» ΚΑΙ ΟΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΕΛΕΝΙΟ ΕΡΕΡΑ

Την Ίντερ έμελλε να επαναφέρει στην κορυφή του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, ο προπονητής, που ίσως περισσότερο από κάθε άλλον, μοιάζει με τον Ελένιο Ερέρα. Όπως, ο Ερέρα έτσι και ο Μουρίνιο έχει κατηγορηθεί πολλάκις ότι «καταστρέφει» το ποδόσφαιρο με την αμυντικογενή προσέγγιση, που διατηρεί απέναντι στο παιχνίδι. Ωστόσο, οι καλύτερες εκδοχές των ομάδων του, παίζουν ένα ταχύτατο ποδόσφαιρο αντεπιθέσεων, που μπορεί να σμπαραλιάσει κάθε αντίπαλο. Έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και δεν το κρύβει, αφού έχει αποκαλέσει τον εαυτό του ως τον «Special One» (ο εκλεκτός - ο ξεχωριστός). Δεν διστάζει να έρθει σε ανοιχτή αντιπαράθεση με οποιονδήποτε ποδοσφαιριστή δεν καλύπτει τα θέλω του ανεξάρτητα από το αν είναι κάποιος σούπερσταρ ή η «σημαία» μίας ομάδας. Θεωρείται αυθεντία στα «mind games», παίζοντας συχνά με την ψυχολογία των αντιπάλων του και είναι ένας από τους πιο επικοινωνιακούς προπονητές, που έχει γνωρίσει το ποδόσφαιρο. Εκφράζει πάντα ανοιχτά τη γνώμη του, ακόμη κι αν αυτή προκαλεί πλήθος αρνητικών σχολίων. Είναι εκδηλωτικός στις αντιδράσεις του και παρακινεί τους οπαδούς να «συμμετέχουν» στο παιχνίδι.

Ο Ζοζέ Μουρίνιο, όπως και ο Ελένιο Ερέρα έχει μπει στη λίστα της UEFA με τους 10 κορυφαίους προπονητές από την ίδρυσή της μέχρι σήμερα. Όπως και ο Αργεντινός δεν έκανε αξιόλογη καριέρα ως ποδοσφαιριστής. Δίνει τρομερή έμφαση στην ανάλυση του εκάστοτε αντιπάλου του. Θέλει να έχει ο κάθε του ποδοσφαιριστής νοοτροπία νικητή. Χαρακτηριστικά ο Ντιντιέ Ντρογκμπά έχει πει πως «αυτό που έμαθα από τον Μουρίνιο είναι να μην αποδέχομαι ποτέ την ήττα. Αφότου με προπόνησε ο Μουρίνιο, έγινα πολεμιστής. Μετέδωσε σε όλη την ομάδα το μικρόβιο της επιθυμίας του για τη νίκη».

Σελίδες ολόκληρες μπορούν να γεμίσουν οι ατάκες που έχει εκστομίσει κατά καιρούς ο Πορτογάλος. Ας δούμε μερικές, οι οποίες είναι χαρακτηριστικές της νοοτροπίας του: «όταν φτάνεις το επίπεδό μου δεν μαθαίνεις από τους άλλους. Πρέπει να μαθαίνεις από τον εαυτό σου. Έτσι, μαθαίνω κάθε μέρα». «Το Champions League είναι κομμάτι της ιστορίας μου και εγώ κομμάτι της δικής του. Πόσοι σπουδαίοι προπονητές φτάνουν στο τέλος της καριέρας του χωρίς να το έχουν κατακτήσει δύο φορές; Ακόμα και αν δεν κερδίσω ποτέ ξανά άλλο ματς στη διοργάνωση, έχω ήδη γράψει ιστορία». «Οι ομάδες μου είναι χτισμένες για να νικάνε».

ΠΩΣ ΈΦΤΙΑΞΕ ΤΗΝ ΙΝΤΕΡ ΤΟΥ ΤΡΕΜΠΛ

Ο Μουρίνιο, όταν έφτασε στην Ίντερ το καλοκαίρι του 2008 θεωρούταν εκ των κορυφαίων προπονητών στον πλανήτη. Είχε ήδη οδηγήσει την Πόρτο στην κατάκτηση του Champions League και του Europa League (το 2003 και το 2004) και είχε κατακτήσει δύο πρωταθλήματα Αγγλίας με την Τσέλσι. Λογικό ήταν λοιπόν, η άφιξή του στο Μιλάνο να δημιουργήσει την προσδοκία για την ευρωπαϊκή διάκριση, που η Ίντερ τόσο λαχταρούσε. Η προσδοκία δικαιώθηκε, όχι όμως αμέσως.

Η πρώτη χρονιά του Μουρίνιο στο Μιλάνο ήταν κυρίως αναγνωριστική. Ναι μεν το 2009 η Ίντερ κατέκτησε το πρωτάθλημα Ιταλίας, όμως αυτό ήταν κάτι που είχε πετύχει και τις δύο προηγούμενες χρονιές με τον Ρομπέρτο Μαντσίνι στον πάγκο της. Στο Champions League επίσης για τρίτη συνεχόμενη χρονιά οι «νερατζούρι» θα αποκλείονταν στη φάση των «16». Ωστόσο, η σεζόν αυτή του έδωσε τη δυνατότητα να αξιολογήσει την ομάδα του και να αποφασίσει τι έπρεπε να αλλάξει, για να φτάσει στην κορυφή του Ευρωπαϊκού Ποδοσφαίρου μετά από 45 χρόνια.

Για να συμβεί αυτό ο Μουρίνιο πήρε γενναίες αποφάσεις, που ίσως άλλος προπονητής να μην τολμούσε. Η πιο σημαντική ήταν η πώληση του Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς στην Μπαρτσελόνα. Όπως αναφέραμε και προηγουμένως, για μια τριετία τα πάντα στην Ίντερ κινούνταν στους ρυθμούς του Σουηδού. Ο Μουρίνιο αποφάσισε να το αλλάξει αυτό και να μετατρέψει την Ίντερ από ένα σύνολο που παίζει για να αναδείξει έναν σούπερσταρ, σε μια ομάδα στην οποία ο κάθε ποδοσφαιριστής δίνει και την ψυχή του για τον συμπαίκτη του. Ο Μουρίνιο έδιωξε και άλλα μεγάλα ονόματα όπως ο Αντριάνο, ο Βιεϊρά και ο Κρέσπο. Ο Λουίς Φίγκο σταμάτησε το ποδόσφαιρο το καλοκαίρι του 2009. «Δαντελένιοι» εξτρέμ όπως ο Κουαρέσμα και ο Μαντσίνι δεν είχαν ρόλο στη σπουδαία Ίντερ που δημιούργησε ο Πορτογάλος. Αντί των παραπάνω, το καλοκαίρι του 2009 ο Μουρίνιο απέκτησε ποδοσφαιριστές, οι οποίοι ανταποκρίνονταν πλήρως στις επιθυμίες του. Ο Γουέσλεϊ Σνάιντερ από τη Ρεάλ Μαδρίτης, ο Σαμουέλ Ετό από την Μπαρτσελόνα, ο Λούσιο από την Μπάγερν, ο Ντιέγκο Μιλίτο και ο Τιάγκο Μότα από την Τζένοα, ο Γκόραν Πάντεφ από τη Λάτσιο, ήταν όλοι βασικοί στην πορεία προς την κατάκτηση του τρεμπλ.

ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΤΗΣ ΊΝΤΕΡ ΤΟΥ ΤΡΕΜΠΛ

Ο Χαβιέ Ζανέτι σίγουρα δεν ήταν ο πιο φαντεζί ποδοσφαιριστής της Ίντερ. Επίσης, υπήρχαν πολυτιμότεροι στον δρόμο για την κατάκτηση του «Champions League». Παρόλα αυτά, ήταν ο αρχηγός και η ψυχή της ομάδας. Παρότι η κανονική του θέση ήταν δεξί μπακ, εκείνη τη χρονιά έπαιξε κυρίως αριστερό μπακ και αμυντικό χαφ, αφού το δεξί άκρο της άμυνας κάλυπτε ο εκπληκτικός Μαϊκόν. Βιονικός και αέναος είναι τα επίθετα που μπορούν να αποδοθούν στον Αργεντινό, αφού τότε σε ηλικία 37 χρονών δεν έχασε λεπτό από κανένα ματς του Champions League και σε όλη τη σεζόν δεν αγωνίστηκε μόνο σε ένα ματς πρωταθλήματος και ένα ματς κυπέλλου! Έπαιξε ποδόσφαιρο μέχρι τα 41 και αγωνιζόμενος με την Ίντερ για 19 χρόνια είναι ο πρώτος σε συμμετοχές στην ιστορία του συλλόγου, φορώντας τη φανέλα του σε 860 επίσημα παιχνίδια.

Σε μια ομάδα, που προτεραιότητα είχε το αμυντικό κομμάτι, ένας παίκτης κοίταζε πάντα μπροστά. Ο Γουέσλεϊ Σνάιντερ ήταν το «10» της Ίντερ και κοίταζε πάντοτε πώς να βγάλει άμεσα στην αντεπίθεση την ομάδα του με μια μπαλιά. Θα λέγαμε πως κατά κάποιον τρόπο ο ρόλος του έμοιαζε με εκείνον του Λουίς Σουάρεθ στη «Μεγάλη Ίντερ» του Ερέρα. Ο Σνάιντερ είχε επίσης εξαιρετικά χτυπήματα στις στημένες φάσεις και στο Champions League εκείνης της χρονιάς κατέγραψε 3 γκολ και 6 ασίστ. Στη χρονιά της ζωής του, κατά την οποία ήταν πρωταγωνιστής και στην πορεία της Εθνικής Ολλανδίας μέχρι τον τελικό του Μουντιάλ, θεωρήθηκε από πολλούς μεγάλη αδικία ότι δεν του δόθηκε η χρυσή μπάλα.

Τη σεζόν της ζωής του έκανε το 2009-2010 και ο Ντιέγκο Μιλίτο. Ο «Πρίγκιπας», όπως είναι το παρατσούκλι του, πέτυχε 6 τέρματα στο Champions League εκείνης της σεζόν, μεταξύ των οποίων τα δύο στο 2-0 της Ίντερ επί της Μπάγερν στον τελικό του Champions League. Παλαιού τύπου σέντερ φορ, κινούταν διαρκώς στο όριο του οφσάιντ, αποτελώντας πονοκέφαλο για τους αντίπαλους αμυντικούς. Συνολικά μέσα στη σεζόν πέτυχε 30 γκολ.

Απίστευτος ήταν την ίδια σεζόν ο Ντάγκλας Μαϊκόν. Ο Βραζιλιάνος δεξιός οπισθοφύλακας έκανε μια χρονιά, που αν μπορούσε να επαναλάβει κι άλλες φορές, πιθανώς να θεωρούταν το κορυφαίο δεξί μπακ όλων των εποχών. Ιδιαίτερα ταχυδυναμικός, ήταν παραπάνω από αξιόπιστος αμυντικά και προκαλούσε πανικό σε κάθε του επέλαση.

Όταν ο Λούσιο πήγε στην Ίντερ ήταν ήδη 31 ετών. Θεωρούταν ένας πολύ καλός αμυντικός, όμως ως Βραζιλιάνος καμιά φορά το παραέκανε με ντρίμπλες και τσαλιμάκια, με αποτέλεσμα να θεωρείται λίγο πίσω συγκριτικά με τους κορυφαίους στόπερ του πλανήτη. Με τον Μουρίνιο ο Λούσιο σοβαρεύτηκε και ήταν καθοριστικός για την Ίντερ.

Ίσως το κορυφαίο αμυντικό χαφ στον πλανήτη για το 2010 να ήταν ο Εστεμπάν Καμπιάσο. Ο μετέπειτα ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού ήταν απροσπέλαστος στον χώρο της μεσαίας γραμμής, ενώ ενίοτε βοηθούσε και στο παραγωγικό κομμάτι. Ο υπαρχηγός της Ίντερ, όπου έπαιξε για 11 χρόνια (2004-2014), αδικήθηκε κατάφορα από τον Ντιέγκο Μαραντόνα, ο οποίος δεν τον κάλεσε καν στην αποστολή της Εθνικής Αργεντινής για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010.

Τέλος, ο Σαμουέλ Ετό μετατράπηκε στην Ίντερ από ένας από τους κορυφαίους σέντερ φορ του πλανήτη σε έναν «χαμάλη πολυτελείας» στα άκρα της επίθεσης. Πολλοί είναι εκείνοι που μπορεί να οικτίρουν τον Μουρίνιο, που «ευνούχισε» έναν τόσο μεγάλο φορ, όμως το σίγουρο είναι ότι ο Ετό βάζοντας το «εγώ» του κάτω από το σύνολο βοήθησε την Ίντερ να φτάσει στην κορυφαία σεζόν της σύγχρονης ιστορίας της.

ΤΟ CHAMPIONS LEAGUE ΤΟΥ 2010

Για να φτάσει η Ίντερ να κατακτήσει την κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση μετά από 45 χρόνια στον τελικό του Μπερναμπέου το 2010, έπρεπε να πετύχει κάποιες σπουδαίες προκρίσεις. Στους «16» ο Μουρίνιο θα αντιμετώπιζε το ίδιο του το δημιούργημα, την Τσέλσι, την οποία και θα υπέτασε με σχετική ευκολία, αφού την νίκησε εντός και εκτός έδρας με 2-1 και 1-0 αντίστοιχα.

Ίσως τα ματς της χρονιάς για τους «Νερατζούρι» περισσότερο και από τον τελικό με την Μπάγερν να ήταν εκείνα για τα ημιτελικά κόντρα στην Μπαρτσελόνα. Την εποχή που η Μπαρτσελόνα του Γκουαρντιόλα και του Μέσι βρισκόταν στα καλύτερά της, η Ίντερ κατάφερε να την αποκλείσει. Στην επιστροφή του Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς ως αντιπάλου στο «Τζουζέπε Μεάτσα» η Ίντερ επεφύλασε μια από τις κορυφαίες ποδοσφαιρικές παραστάσεις της ιστορίας της. Μολονότι βρέθηκε πίσω στο σκορ με γκολ του Πέδρο, εντέλει πέτυχε την ανατροπή και νίκησε 3-1 με τα τέρματα των Σνάιντερ, Μαϊκόν και Μιλιτό. Ήταν μία πραγματικά σαρωτική εμφάνιση. Στη ρεβάνς του Καμπ Νου ο Μουρίνιο χρειάστηκε να επιστρατεύσει το... «πούλμαν» του, αφού η Ίντερ έμεινε από το 28' με δέκα παίκτες εξαιτίας αποβολής του Μότα. Στο τέλος γνώρισε «γλυκιά ήττα» με 1-0 από γκολ του Πικέ και προκρίθηκε στον τελικό.

https://www.youtube.com/embed/li5oXgD1zzw?modestbranding=0&showinfo=0&playsinline=1

Ο τελικός κόντρα στην Μπάγερν του Λουίς Φαν Χάαλ αποδείχτηκε αρκετά εύκολη υπόθεση, με τον Ντιέγκο Μιλίτο να το παίρνει πάνω του και με δύο προσωπικά του τέρματα να διαμορφώνει το τελικό 2-0. Ιδιαίτερης ομορφιάς ήταν το δεύτερο γκολ, με τον Μιλίτο να κάνει θαυμάσια ντρίμπλα στον Φαν Μπούιτεν και να πλασάρει άψογα. Την ίδια σεζόν η Ίντερ κατέκτησε τόσο το πρωτάθλημα Ιταλίας, όσο και το Κύπελλο. Μέχρι σήμερα παραμένει η μοναδική ομάδα στην ιστορία του ιταλικού ποδοσφαίρου που πετυχαίνει το «τρεμπλ».

Η ΠΑΡΑΚΜΗ

Το καλοκαίρι του 2010 ο Μουρίνιο αποφάσισε να αποχωρήσει από το Μιλάνο αναλαμβάνοντας την πρόκληση της Ρεάλ Μαδρίτης. Ο Ράφα Μπενίτεθ, ο οποίος αντικατέστησε τον Πορτογάλο δεν μπόρεσε σε καμία περίπτωση να αντέξει το βάρος της σύγκρισης, όπως και κανείς άλλος προπονητής από τότε. Είναι χαρακτηριστικό πως αφότου έφυγε ο Μουρίνιο, στη διετία 2010-2012 η Ίντερ άλλαξε 5 προπονητές (Μπενίτεθ, Λεονάρντο, Γκασπερίνι, Ρανιέρι και Σταματσιόνι).

Το 2011 οι “νερατζούρι”, έφτασαν μέχρι τα προημιτελικά του Champions League, όπου αποκλείστηκαν όμως από τη Σάλκε με βαριά ήττα 5-2 στη Γερμανία και ήττα ξανά με 2-1 στην Ιταλία. Έναν χρόνο αργότερα η αποτυχία ήταν ακόμη πιο μεγάλη για την ομάδα του Μιλάνου, καθώς αποκλείστηκε στη φάση των “16” από τη Μαρσέιγ, με ήττα 2-1 εντός έδρας και νίκη με 1-0 στη Μασσαλία. Αυτή ήταν και η τελευταία συμμετοχή της Ίντερ στο Champions League μέχρι σήμερα. Άλλωστε, σταδιακά από την ομάδα αποχώρησε και ο Μάσιμο Μοράτι, στα χέρια της οικογένειας του οποίου βρισκόταν η Ίντερ τόσο κατά τη χρυσή εποχή του Ελένιο Ερέρα, όσο και κατά την εποχή του Μουρίνιο.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ

Στο σήμερα, η Ίντερ κάνει την επανεμφάνισή της στη διοργάνωση απέναντι στην Τότεναμ και σε έναν όμιλο, ο οποίος περιλαμβάνει επίσης την Μπαρτσελόνα και την Αϊντχόφεν. Για την προερχόμενη από το 4ο γκρουπ δυναμικότητας ομάδα του Λουτσιάνο Σπαλέτι και μόνο η πρόκριση στους 16 θα είναι σημαντική επιτυχία μετά από μία τόσο μακρά απουσία.

Στη νέα εποχή ο ηγέτης εντός αγωνιστικού χώρου είναι ο Μάουρο Ικάρντι. Ο 25χρονος Αργεντινός στράικερ βρίσκεται στην Ίντερ ήδη εδώ και 5 χρόνια μετρώντας 107 γκολ σε 185 συμμετοχές. Βασικοί του συμπαραστάτες είναι οι Ιβάν Πέρισιτς και Αντόνιο Καντρέβα στα άκρα της επίθεσης, ενώ στα στόπερ υπάρχουν ο πολύπειρος Βραζιλιάνος Ζοάο Μιράντα και ο ταλαντούχος Σλοβένος Μίλαν Σκρίνιαρ. Το καλοκαίρι έγιναν προσεγμένες κινήσεις με παίκτες όπως οι Βρσάλικο, Ναϊνγκολάν, Ντε Φράι και Λαουτάρο Μαρτίνεζ να προστίθενται στο δυναμικό της ομάδας.

Εντούτοις, αυτό που ίσως λείπει περισσότερο απ' όλα, προκειμένου η Ίντερ να ξαναφτάσει στις παρελθούσες δόξες είναι να βρει ξανά μια πολύ μεγάλη προσωπικότητα στον πάγκο της, στυλ αναλόγου των Ερέρα και Μουρίνιο. Πρόσφατα η αδερφή και ατζέντης του Ντιέγκο Σιμεόνε, δήλωσε ότι σίγουρα ο Τσόλο κάποια στιγμή θα αναλάβει την Ίντερ. Το 2020 το συμβόλαιό του με την Ατλέτικο λήγει. Τακτικά, φαντάζει σαν ένας συνεχιστής της φιλοσοφίας του Μουρίνιο. Ποιος ξέρει; ίσως σε μερικά χρόνια η Ίντερ να έχει σταθεροποιηθεί σε ένα αρκετά υψηλό επίπεδο και να έρθει ένας προπονητής σαν τον Σιμεόνε, προκειμένου να την απογειώσει ξανά.

Επιμέλεια Κειμένου: Σταύρος Μαρκουλάκης

Ίντερ: η επιστροφή ενός μεγαθήριου (vids+pics)