MENU

Τέσσερα-δύο συν δύο-μηδέν ίσον έξι-δύο, end of debate. Προκρίθηκε με τα τσαρούχια, ο καλύτερος από το 1' ως το 180' της παρτίδας. Η ομάδα που έπαιξε τρεις ώρες ποδόσφαιρο, μιάμιση εκεί μιάμιση εδώ, τηρώντας τη βασική ιδέα. Την ίδια προσέγγιση. Φυσικά, με τις απαραίτητες προσαρμογές. Αλλο, να ρισκάρεις για να κερδίσεις έδαφος. Αλλο, να υπερασπίζεσαι ό,τι κέρδισες (κι ό,τι πλέον "έχεις να χάσεις"). Σε αυτές τις τρεις ώρες όμως, σημασία είχε ότι το κλασικό στο ποδόσφαιρο κλάσμα (ρίσκο/ανταμοιβή) πάντοτε ήταν υπό τον κόκκινο έλεγχο.

     Οι άλλοι απέτυχαν, κατά την εκτίμησή μου, πρωτίστως επειδή δεν τήρησαν τη γραμμή τους με διαύγεια και συνέπεια. Μπερδεύτηκαν, πνευματικά. Πριν το Βίλα Παρκ, το ματς προλογιζόταν από τον προπονητή ως "ένα καλό τεστ". Give me a break! Πριν το Καραϊσκάκη, σε μία εβδομάδα μέσα δηλαδή, αίφνης το έργο έγινε "η μεγαλύτερη πρόκληση της χρονιάς". Πράγματι, αφού πρώτα κάηκαν στον χυλό βέβαια, τη ρεβάνς τη δούλεψαν καλύτερα στα κομμάτια που μπορούσαν να δουλευτούν. Στον σχηματισμό, αυτό το 3-2-4-1. Στο build-up, τώρα με την προσθήκη και του τερματοφύλακα σε αυτό. Στη νοητική προετοιμασία. Μια χαρά, για αρχή. Για βάση εκκίνησης.

     Αλλά...δεν κράτησε. Ο Φορτούνης άνοιξε στοχευμένα, την πρώτη μετάβαση της αναμέτρησης. Αφησε τη σκυτάλη στον Ντανιέλ Ποντένσε που έδειξε, στη μία εκείνη φάση του ένα-μηδέν, τι σημαίνει να είσαι γρήγορος και άμεσος δίχως να είσαι βιαστικός και τσαπατσούλης. Μετά, αντιλαμβανόταν κανείς πως δεν υπήρχε επιστροφή. Ο Ολυμπιακός συμπτύχθηκε στις τέλειες αποστάσεις, με το 150% της προσήλωσης στον σκοπό. Η Αστον Βίλα φύτεψε...όλη την ομάδα κοντά στον Τζολάκη, ωστόσο με πενιχρή συγκρότηση στην τελευταία ενέργεια. Με αρκετή αδεξιότητα και με ολίγη καθαρότητα, στις σημαντικές επαφές με τη μπάλα. 

     Την κυκλοφορούσαν δε, σε μια τέτοια ταχύτητα που οι παίκτες του Μεντιλίμπαρ μονίμως προλάβαιναν να είναι στις θέσεις τους. Δεύτερο ημίχρονο, δεν την κυκλοφορούσαν καν. Την πετούσαν ξανά και ξανά, όλο και πιο συχνά, αβίαστα στις πινακίδες. Κι ο λιανισμένος πάγκος πίσω από τον Εμερι, στην ουσία μία Αστον Βίλα βήτα, πρακτικά έκανε ανέφικτο το να υποστηριζόταν κάποιου τύπου plan b. Παραιτήθηκαν, αποδέχθηκαν, συνθηκολόγησαν, τελείωσαν. Από το καλό τεστ ως τη μεγαλύτερη πρόκληση της χρονιάς, είχες αργήσει ανεπανόρθωτα (να συνειδητοποιήσεις τι σε βρήκε), amigo!

     Οι φιναλίστ των τριών διοργανώσεων της ευρωπαϊκής σεζόν εφέτος, είναι οι εξής έξι. Δύο από τη Μπούντεσλιγκα, δύο από τη Serie A, η Ρεάλ Μαδρίτης, ο Ολυμπιακός, τελεία. Το λες...και είναι υπεραρκετό για να δείξει, να αναδείξει καλύτερα, το μέγεθος του επιτεύγματος. Οι τελικοί, είτε ο νιοστός (στην περίπτωση της Ρεάλ Μαδρίτης) είτε ο πρώτος (στην περίπτωση του Ολυμπιακού ή και της Αταλάντα), δεν είναι πίτσες να παραγγείλεις όποτε θέλεις. Ερχονται, η ακαταμάχητη γοητεία τους, απροειδοποίητα. Η Αταλάντα έφτασε στον πρώτο της, μετά από 76 παιγνίδια. Στον Ολυμπιακό πήρε 65 χρόνια, 355 παιγνίδια και 469 γκολ. Οσα και να παίρνει, αξίζει. Αποζημιώνει, νιώθεις. 

     Τις προάλλες ο Γιώργος Μασούρας αράδιασε μονοκοπανιά, στη χαρά για την πρόκριση επί της Φενέρμπαχτσε, όσα θυμόταν από "παραλίγο επιτυχίες" του Ολυμπιακού στα Κύπελλα Ευρώπης. Για μένα, όλα αρχίζουν...στο σημείο που άρχισαν. Στο καρβουνίδι του Ποδηλατοδρόμιου, το '59 με τη Μίλαν, έντεκα Ελληνες. Το πρώτο, από τα 355 ματς. Το πρώτο, από τα 469 γκολ. Το γκολ του Κώστα Παπάζογλου, του "μέσα δεξιά" της εποχής. Υστερα, το επόμενο γκολ. Του Ηλία Υφαντή. Σήμερα, ο Παπάζογλου δεν είναι στη ζωή. Ο Υφαντής, είναι. Ο Υφαντής στον τελικό, αρμόζει να είναι ο ambassador του Ολυμπιακού. Ει δυνατόν, να "οδηγήσει" την ομάδα στον αγωνιστικό χώρο εκείνο το βράδι.

     Με τον καιρό, έχω πάψει να πολυπιστεύω σε πράγματα που τάχα είναι written in the stars. Μιλώντας για ποδόσφαιρο, γηράσκων διδάχθηκα να πιστεύω...στο ποδόσφαιρο. Οσοι είστε στη συντροφιά, γνωρίζετε "από τον ανύποπτο χρόνο" (με αφορμή το περιστατικό στην Καισαριανή) πόση εκτίμηση τρέφω για την επαγγελματική υπόσταση και τον αυτοσεβασμό, πέρα από το αθλητικό χάρισμα, του γκρουπ των παικτών του Ολυμπιακού. Δίχως τον επαγγελματισμό και τον αυτοσεβασμό που "μπήκε μπροστά" τότε, κατ' ουσίαν ο σεβασμός τους στο κλαμπ Ολυμπιακός, πιθανότατα αυτή την ώρα η συζήτηση για τους ευρωπαϊκούς τελικούς του 2024 θα ήταν εντελώς διαφορετική.

     Το ποδόσφαιρο λοιπόν, όχι ο ουρανός με τα αστέρια, λέει ότι Ολυμπιακός-Φιορεντίνα είναι ένας ισοδύναμος τελικός. Η Φιορεντίνα υπηρετεί με σταθερότητα στον προσανατολισμό, τις σωστές αξίες. Από την περσινή ομάδα ο Αρτούρ Καμπράλ μεταπήδησε στη Μπενφίκα, ο Γιόβιτς στη Μίλαν, ο Αμραμπάτ στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ο Σαπονάρα στη Βερόνα. Συνέχισαν, σημαντικοί πυλώνες. Ο Γονσάλες, ο Μποναβεντούρα, ο Μαντράγκορα, ο Μαρτίνες, ο Μιλένκοβιτς, ο Τερατσάνο, ο Μπιράγκι. Προσλήφθηκαν, στη μεσαία γραμμή και στην επίθεση, άλλοι. Το ταμείο, βγήκε συν. Και η ομάδα, επέστρεψε. Ο προπονητής είναι ο εγγυητής (της τήρησης) των αξιών. 

     Δεν σε πηγαίνουν τα αστέρια, δύο σερί χρονιές στον τελικό. Σε πηγαίνει, το ποδόσφαιρο. Η υψηλή ευκρίνεια, στην στρατηγική. Το pressing και το counterpressing της Φιορεντίνα, παίκτης-σε-παίκτη α λα Αλμέιδα στην ΑΕΚ, είναι δακτυλοδεικτούμενο ως φωτεινό παράδειγμα. Ενας τρόπος παιγνιδιού, εξουθενωτικός και για την ομάδα...όσο και για τον αντίπαλο. Κάποτε ο τρόπος οδηγεί στην αναπόφευκτη στιγμή, κατά την οποία μετράει τι έχεις να φέρεις από την εφεδρεία ώστε να δώσεις την εκ νέου ώθηση και την εξτρά διάρκεια στη (φθίνουσα) πίεση ψηλά. Η εφεδρεία της Φιορεντίνα μοιάζει να είναι σε καλύτερο επίπεδο, ας πούμε από της Αστον Βίλα.

     Το αποτέλεσμα στο φινάλε, ιδίως στις φίφτι-φίφτι ιστορίες, είναι κάτι άλλο. Συμβόλαιο για το αποτέλεσμα, κανείς φιναλίστ δεν έχει πάρει ποτέ. Πέρυσι στην Πράγα, η Φιορεντίνα το έχασε από ένα γκολ (της Ουέστ Χαμ) στο 90'. Το πιο επικίνδυνο, κατά τη γνώμη μου, είναι ακριβώς αυτό. Η (εφετινή) δύναμη της (περσινής) ήττας. Ενα υπολογίσιμο, στον αθλητισμό, όπλο. Η διδαχή, της ομότιτλης αυτοβιογραφίας του Μπάνε Πρέλεβιτς. Η δύναμη της ήττας. Χίλιες φορές καλύτερα, να τα είχαν καταφέρει πριν ένα χρόνο με την Ουέστ Χαμ.       

     Στον δικό μου ανέφικτο κόσμο, ο ΠΑΟΚ την Κυριακή στην Τούμπα κάνει pasillo για την είσοδο του Ολυμπιακού στον αγωνιστικό χώρο. Τι θέλω να πω; Ο τελικός δίνει μια δυνατότητα, να βγάλουμε την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας. 'Η, πείτε το κι έτσι, να κρύψουμε τη χειρότερη εκδοχή του εαυτού μας. Τέλος πάντων να αλλάξουμε, προς στιγμήν έστω, την ατμόσφαιρα. Το Μίλκο Καπ, βλέπουμε, έγινε άξιος λόγου θεσμός. Η ΑγιαΣοφιά που κάναμε ό,τι μπορούσαμε στο διπλωματικό πεδίο ώστε να μη πάρει ευρωπαϊκό τελικό, έγινε "τα χώματά μας" στα οποία πάμε να κατακτήσουμε το τρόπαιο. Ακόμη και συγκυριακή ή επιτηδευμένη, είναι...μια κάποια πρόοδος. 

     Μένει πια, να μη βάλουμε το επάρατο αυτογκόλ. Ο ετήσιος τελικός του Κυπέλλου Ελλάδος, είναι ένα δικό μας ψυχόδραμα. Εσωτερικής καταναλώσεως. Δεν υπάρχει λόγος να διεθνοποιούμε τα ψυχοδράματά μας, με μια μοιραία ομολογία ότι "δεν μπορούμε" να κάνουμε ευρωπαϊκό τελικό σε γήπεδο της Σούπερ Λιγκ άμα παίζει σε αυτόν τον τελικό (άλλη) ομάδα της Σούπερ Λιγκ...      

Ο τελικός δίνει μια δυνατότητα, να βγάλουμε την καλύτερη εκδοχή μας