MENU

«Βαριέμαι», μου είπε με τον πιο βαριεστημένο τόνο, που θα μπορούσε να ακούσει κανείς από έναν συνομιλητή του. 

«Βαριέμαι», επανέλαβε βαριεστημένα και με την ίδια βαρεμάρα άρχισε να στροβιλίζει το πλαστικό καλαμάκι γύρω από το ποτήρι με τον καφέ του.

Γούρλωσα τα μάτια και προσπάθησα να συνέλθω από το σοκ: «Δεν έχω τρόπο να γεμίσω την ημέρα μου. Δεν έχω τι να κάνω. ΟΚ, το πρωί έχουμε προπόνηση. Μετά; Μένω μόνος μου, οι γονείς μου είναι επαρχία. Σχέση δεν έχω. Βαριέμαι!».

Πίστευα ότι ζει την τέλεια ζωή, εκείνη την εποχή θα τα παρατούσα πολύ ευχαρίστως όλα για να μπω στην θέση του. Είχε λύσει το οικονομικό του πρόβλημα, σε μία ηλικία που εγώ δεν είχα κολλήσει ούτε μισό ένσημα, ήμουν ακόμα φοιτητής. Είχε δικό του σπίτι -ακόμα δεν έχω και λογικά δεν θα αποκτήσω ποτέ-, είχε αμαξάρα, έπαιζε σε καλή ομάδα, τον ήξεραν όλοι στον δρόμο. Είχε πέραση στις γυναίκες. Ήταν νέος, είχε αθλητικό σώμα και ωραίο στιλάκι. Πως γίνεται να βαριόταν τη ζωή του;

Ήταν από τους καλούς επαγγελματίες. Πρόσεχε πολύ την διατροφή του, αν και ήταν λιχούδης. Ζοριζόταν όμως. Δεν άγγιζε το ποτό, αν και του άρεσε το ξενύχτι, όπως σε κάθε παιδί της ηλικίας του. Υπέφερε. Ζούσε σε ένα χρυσό κλουβί.

Δυσκολευόταν να εμπιστευτεί τις γυναίκες που τον πλησίαζαν, πίστευε ότι το κάνουν μόνο για τα λεφτά και την φήμη του. Έτρεμε τους παπαράτσι και την κακή δημοσιότητα. Ήταν αιχμάλωτος της επιτυχίας του.

Κουμάρι δεν έπαιζε, αλλά ανασύροντας στην μνήμη μου εκείνο τον βαριεστημένο καφέ μαζί του, μπορώ να καταλάβω τι ήταν αυτό που έκανε τον Νικολό Τζανιόλο, τον Σάντρο Τονάλι, τον Νικολό Φατζιόλι, τον Νίκολα Ζαλέφσκι να ρισκάρουν την καριέρα τους για να παίξουν λίγο διαδικτυακό πόκερ, λίγο μπλακ-τζακ ή να ρίξουν κανένα κουπόνι σε ένα από τα λίγα πράγματα που ξέρουν καλά: την μπάλα.

Το έκαναν για να καταπολεμήσουν αυτή την ανίατη βαρεμάρα που πλημμυρίζει τις ζωές τους. Το έκαναν για να βρουν λίγη αδρεναλίνη, λίγη ένταση, λίγη δράση. 

Δεν άρχισαν τον τζόγο για να βγάλουν λεφτά. Δεν τα χρειάζονται κιόλας. Δεν τους λείπουν. Πραγματικά δεν ξέρουν τι έχουν, οι βασικές τους ανάγκες για όλο τον χρόνο -ακόμα και οι πιο ακριβές- μπορούν να καλυφθούν με ένα τους μηνιάτικο. Το έκαναν απλώς… για την φάση!

Μόνο που αυτό που ξεκίνησε έτσι για να γεμίσουν λίγο το χρόνο τους, άρχισε να τους ρουφάει σε μία δίνη. Άρχισε να τους κυριεύει, να τους αιχμαλωτίζει, να τους αποστραγγίζει. Συνέβαινε, συμβαίνει και θα συνεχίσει να συμβαίνει με όλους τους τζογαδόρους που κυριεύονται από ένα ανεξέλεγκτο πάθος που δημιουργείται όχι από την προσδοκία της νίκης, αλλά από την απόγνωση της χασούρας. 

Είναι ακριβώς το μοντέλο των αποπροσανατολισμένων πάμπλουτων μοναχικών ανθρώπων, που αναζητούν αυτού του είδους οι παράνομες πλατφόρμες τζόγου, οι οποίες εγγυώνται ανωνυμία και παιχνίδι χωρίς χρηματικό όριο.

Ξεκινάει σαν χαβαλές: «όποτε θέλω το κόβω». Καταλήγει αιχμαλωσία. Ο Φατζιόλι έχασε πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ σε μερικούς μήνες. Ο Ζαλέφσκι, ένας από τους πιο φερέλπιδες νέους που έχει βγάλει η Ρόμα τα τελευταία χρόνια έφτασε στο σημείο να ποντάρει ότι θα πάρει κάρτα ο ίδιος -φυσικά την πήρε. Προφανώς για να ρεφάρει. Πόσο αφελής πρέπει να είσαι για να πιστεύεις ότι όλο αυτό θα μένει κρυφό για πάντα;

Δεν τους θυματοποιώ. Ούτε τους λυπάμαι. Μπορώ, όμως, να τους καταλάβω. Στην ηλικία τους υπήρξα εξαιρετικά πιο ανώριμος στις επιλογές μου, είναι αδύνατον να ζεις σε έναν γυάλινο θόλο και σε ένα  εντελώς αποστειρωμένο περιβάλλον. Ειδικά, αν δεν έχεις προλάβει να χτίσει μία ολοκληρωμένη προσωπικότητα κι αν δεν υποστηρίζεσαι από ένα ισχυρό οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον.

Πιθανότατα, όλοι τους θα πληρώσουν ακριβά αυτήν την νεανική τους αστοχία (ο νόμος μιλάει ακόμα και για τριετή τιμωρία από τους αγωνιστικούς χώρους) και θα κάνουν ένα  restart στις ζωές τους, πιθανώς με λιγότερη βαρεμάρα. Το μήνυμα όμως που στέλνουν σε όλο τον πλανήτη είναι πανίσχυρο. 

Όλο αυτό μοιάζει να βρίσκεται πολύ μακριά μας, μα στην πραγματικότητα είναι δίπλα μας. Αποτελεί κοινό μυστικό στην πιάτσα πως κάποιοι επαγγελματίες Έλληνες αθλητές έχασαν τα πάντα στον τζόγο. Κάποιοι χρωστάνε ακόμα. Κάποιοι (υποδύονται ότι) παίζουν ακόμα και ταλαιπωρούνται μέχρι τα βαθιά αθλητικά τους γεράματα για να ξεχρεώσουν. Δεν βοηθά σε τίποτα να υποκρινόμαστε ότι δεν υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις παικτών και στην χώρα μας. Ειδικά σε μία χώρα που εκτός της βαρεμάρας μπήκε από την εποχή της οικονομικής κρίσης και ο βιοπορισμός…

Κουβάς α λα ιταλικά…