MENU

Στη δουλειά αυτή, όλοι όσοι γράφουμε και μιλάμε για μπάλα, κρίνοντας καθημερινά τι κάνουν επαγγελματίες αθλητές, προπονητές και άνθρωποι που εμπλέκονται επαγγελματικά με τον αθλητισμό για δεκαετίες, υπάρχουν δύο δρόμοι: ο πρώτος είναι ο ασφαλής -κρίνεις τους πάντες βάσει αποτελέσματος. Ο δεύτερος είναι ο δύσκολος, γιατί αυτός και είναι που πραγματικά έχει νόημα για το κοινό. Αυτός που διαβάζει ξέρει ποιος νίκησε, ποιος πέτυχε, γιατί αυτά δεν θέλουν ιδιαίτερες εξηγήσεις, έτσι; Αντιθέτως, όταν προσπαθείς να εντοπίσεις τι συμβαίνει σε μια ομάδα, τα γιατί και τα πώς, οφείλεις να αφήνεις τα αποτελέσματα όσο περισσότερο γίνεται στην άκρη. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την σύγχρονη προπονητική θεωρία: πρώτα φτιάχνεις μια ομάδα που να παίζει «σωστό» ποδόσφαιρο και μετά, μέσω αυτού, προσπαθείς να φτάσεις στα επιθυμητά αποτελέσματα. 

Αντιστοίχως, οι κρίσεις για μια ομάδα, για το πώς συμπεριφέρεται, πώς αγωνίζεται, δεν μπορούν γίνονται εκ του αποτελέσματος. Αυτό -το αποτέλεσμα- δείχνει στο φινάλε μονάχα το πόσο αποτελεσματική ή επιτυχημένη ήταν. Μέχρι να φτάσει όμως η... τελική κρίση, μεσολαβούν μήνες ολόκληροι ποδοσφαίρου. Και οι φετινοί μήνες, έχουν οδηγήσει τον Ολυμπιακό σε μια σεζόν με περισσότερα πάνω-κάτω και από τρενάκι λούνα παρκ. Τρεις μέρες πίσω διαλύει αγωνιστικά τον ΠΑΟΚ, τρεις μέρες μετά δεν δημιουργεί ούτε μία κλασική ευκαιρία από οργανωμένο ποδόσφαιρο και χάνει με κάτω τα χέρια από τον Παναθηναϊκό. Όπως εκείνο το 3-1 δεν άλλαξε κάτι στην οικονομία της σεζόν που έχουν κάνει οι Πειραιώτες, το ίδιο ισχύει και για αυτό το 0-2 από τους «πράσινους». Δεν αλλάζει ούτε τη συνολική εικόνα της ομάδας, ούτε και ακόμη κρίνει κάτι, έστω κι αν τα περιθώρια στενεύουν. Η ουσία είναι ότι απ' όσα είδαμε στη Λεωφόρο, σαφέστατα και δεν γίναμε σοφότεροι. Αυτή τη βδομάδα είδαμε δύο ματς που για τον Ολυμπιακό είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ένα νόμισμα που ρίχνεται από Τετάρτη σε Κυριακή από τον περασμένο Ιούλιο και μετά...

Το κείμενο μετά το 3-1 επί του ΠΑΟΚ, κόντρα στο γενικότερο πανηγυρικό κλίμα είχε ξεκινήσει με την εξής πρόταση: «Οι φετινές παθογένειες του Ολυμπιακού ούτε ήρθαν, ούτε έφυγαν με τον Μίτσελ». Και είχε τελειώσει με την εξής παράγραφο: «Σε κάθε περίπτωση, Κυριακή κοντή γιορτή. Στην κυριολεξία. Πας με το μαχαίρι στα δόντια, παίζεις σαν καμικάζι ένα 90λεπτο, «περνάς» από τη Λεωφόρο κι έτσι μονάχα εξαργυρώνεις το come back του τελευταίου διμήνου. Όλα τα υπόλοιπα, ό,τι κι αν έχει προηγηθεί, ό,τι κι αν ακολουθεί, όλες οι πιθανές κουβέντες περί Μίτσελ, περί Ανιγκό, περί σχεδιασμών, πάνε περίπατο και είναι μόνο για να 'χουμε να λέμε και να γράφουμε». 

Οι τρεις (και πλέον) παθογένειες

Ακριβώς λοιπόν επειδή όλα τα προβλήματα του φετινού Ολυμπιακού, τόσο τα καθαρά αγωνιστικά όσο και τα πιο... δομικά, δεν λύθηκαν ούτε με την απομάκρυνση ενός ανθρώπου, ούτε με ένα ή δύο πραγματικά καλά ματς (σ.σ. με ΑΕΚ και ΠΑΟΚ), ήρθε η προσγείωση της Λεωφόρου. Σε αυτό το ματς, εμφανίστηκαν και πάλι οι περισσότερες από τις φετινές αγωνιστικές παθογένειές του. Μια ομάδα που ακριβώς επειδή χτίστηκε στην τύχη και... κατά λάθος, η διάθεσή της, η ψυχολογία της, εξαρτώνται μονάχα από το τελευταίο παιχνίδι. Ένα πνευματικό day to day, με το οποίο προφανώς δεν μπορείς να κάνεις πρωταθλητισμό. Ο συγκεκριμένος Ολυμπιακός, ψυχολογικά αδειάζει ακαριαία και αυτό ακριβώς έδειξε να συμβαίνει μετά το 3-1 επί του ΠΑΟΚ. Δεν ξέρω αν νόμιζε ότι θα έχει εύκολο έργο στη Λεωφόρο, αν νόμιζε ότι θα βρει τον τρόπο να νικήσει εύκολα ή δύσκολα, αν, αν, αν... Το θέμα είναι ότι εμφανίστηκε ανέτοιμος πνευματικά, με μηδενική συγκέντρωση και «άδειος». Επαναλαμβάνω: αυτό συμβαίνει όταν προετοιμάζεσαι ζώντας μονάχα μέρα με τη μέρα σαν ομάδα, χωρίς μια σταθερή φιλοσοφία, ένα πλάνο, μια κοινή ποδοσφαιρική λογική. Αυτά φέτος, προφανώς τα έχουμε ξεχάσει προ πολλού... Παθογένεια πρώτη

Παθογένεια δεύτερη: κέντρο άμυνας – μαύρη τρύπα. Όποιος και να έχει παίξει φέτος, από τον Μανωλά και τον Ντόη, μέχρι τον Σωκράτη, τον Ρέτσο και τους δύο Αφρικανούς, Μπα και Σισέ, δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα. Οι γκέλες που «γράφουν» γκολ για τον αντίπαλο συνεχίζονται και η σταθερότητα -το Νο1 προσόν μιας άμυνας- είναι άγνωστη λέξη. Ο Πεπ Γκουαρδιόλα είχε πει κάποτε ότι «η επίθεση είναι υπόθεση της διοίκησης» (εννοώντας φυσικά τα χρήματα που μπορούν να δαπανηθούν για να αγοραστεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ποιότητα). Και είχε συνεχίσει: «η άμυνα είναι δική μου υπόθεση». Η άμυνα χτίζεται και δουλεύεται. Με 4 αλλαγές προπονητή, με... τρία διαφορετικά ρόστερ και καμιά 50αριά διαφορετικές ενδεκάδες, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση στη φετινή δομική σταθερότητα της ερυθρόλευκης άμυνας. 

Παθογένεια τρίτη: επαναλαμβάνω και θα επαναλαμβάνω μέχρι να μαλλιάσει το πληκτρολόγιό μου. Η ποιότητα του φετινού Ολυμπιακού ΔΕΝ είναι επαρκής. Φορτούνης, Χάμες, Χουάνγκ και... τέλος. Κανείς από το υπόλοιπο ρόστερ -είτε λόγω ηλικίας, είτε ατομικών χαρακτηριστικών, είτε τραυματισμών, είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο- δεν μπορεί να προσφέρει σταθερή ποιότητα, σταθερή επιθετική δημιουργία σε αυτή την ομάδα. Αυτό αποδεικνύεται μήνες επί μηνών, με την συνολική εικόνα της. Αν για χ λόγους κανείς από τους τρεις παραπάνω δεν μπορεί να δημιουργήσει σε ένα 90λεπτο, ο Ολυμπιακός είναι μια επιθετικά ακίνδυνη ομάδα. Στη Λεωφόρο, ο γάτος Γιοβάνοβιτς τους έκλεισε άψογα και η δημιουργία του Ολυμπιακού αυτομάτως επέστρεψε στο «μηδέν». 

Κορώνα – γράμματα

Τα «θέματα» του φετινού Ολυμπιακού σαφέστατα δεν σταματούν εκεί, όμως η εβδομάδα αυτή, με τα δύο αυτά εντελώς διαφορετικά ματς για την εικόνα της ομάδας, δείχνουν και το μεγαλύτερο πρόβλημά της: η έλλειψη σταθερής φιλοσοφίας και η αστάθειά της που αγγίζει επίπεδα απόλυτου... randomness. 

Σε αυτό το ντέρμπι, ο Παναθηναϊκός δεν έκανε καμιά σπουδαία εμφάνιση, ωστόσο ήταν πιο έτοιμος τακτικά, πιο έτοιμος και ψυχολογικά και γι αυτό έφτασε σε μια εύκολη νίκη -δεν είναι πυρηνική φυσική το ρημάδι. Η ομάδα του Ανιγκό δεν μπήκε ποτέ στο ματς, ήρθε η γκέλα του Σωκράτη για το 1-0, ήρθε ένα αυτογκόλ για το 2-0 και έδεσε το γλυκό: ο Ολυμπιακός έμεινε πίσω στο σκορ από τον Παναθηναϊκό με 2-0 στο ημίχρονο μετά από 31 χρόνια. Να αφήσω στο σημείο αυτό και μια υποσημείωση για την ακατανόητη η αλλαγή Χάμες στο ημίχρονο (ο Κολομβιανός είχε το υψηλότερο rating του πρώτου 45λεπτου για παίκτες του Ολυμπιακού), ειδικά για να μπει ο μονίμως αρνητικός Μπιέλ. 

Όπως και να 'χει, ακολουθούν Ολυμπιακός – ΑΕΚ και ΠΑΟΚ – Παναθηναϊκός. Κοινώς, την επόμενη αγωνιστική και πάλι ο Ολυμπιακός μπορεί κάλλιστα να βρίσκεται ξανά στο -3 και από τους δύο με αρκετά ντέρμπι να απομένουν. Ανάλογα βέβαια το που θα κάτσει το επόμενο στρίψιμο του νομίσματος για αυτή την ομάδα. Μπορεί να κάτσει πάλι στην «καλή» πλευρά και να πάρει μια ακόμη μεγάλη νίκη. Μπορεί ως το τέλος των πλέι-οφ να πάνε όλα δεξιά και να πάρει ένα -κυριολεκτικά- απίθανο πρωτάθλημα. Το θέμα είναι ότι κάθε βδομάδα που περνάει, γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι η συγκεκριμένη ομάδα είναι αφημένη στην τύχη της και το ότι βρίσκεται έστω και σε θέση να διεκδικεί την παραμικρή πιθανότητα για τίτλο, έγκειται στο ότι υπάρχει μια ερυθρόλευκη φανέλα με τον δαφνοστεφανωμένο έφηβο στην καρδιά. 

Πετύχει δεν πετύχει, είτε το πάρει με ένα απίθανο ντεμαράζ είτε μείνει 4η, είναι ξεκάθαρο πως το καλοκαίρι χρειάζεται νέο ιστορικό ξήλωμα και πλήρης ανακατασκευή, με σοβαρό προπονητή, σοβαρό σχεδιασμό και μεγάλες ενέσεις ποιότητας σε όλες τις γραμμές. Καθότι σοβαρή ομάδα με πλάνο το «κορώνα-γράμματα» δεν φτιάχτηκε ποτέ και ποτέ δεν πέτυχε κάτι σε βάθος χρόνου. Αν ο Ολυμπιακός πετύχει οτιδήποτε φέτος, θα είναι δείγμα μονάχα της σοβαρότητας του ανταγωνισμού και συνολικά του ελληνικού πρωταθλήματος...

Τετάρτη-Κυριακή, δύο όψεις του ίδιου νομίσματος...