MENU

Το καλοκαίρι τελειώνει. Τουλάχιστον αυτό, που είχαμε στο μυαλό μας, όταν ήμασταν παιδιά. Το τέλος Αυγούστου δηλαδή. Μαζί τελείωσαν και τα δεκάδες ερωτήματα. Αν θα έρθει στον Ολυμπιακό ο Σλούκας, αν ο Λαπροβίτολα θα φορέσει την φανέλα του Παναθηναϊκού, αν θα πάρει δεύτερο κλασικό πλέι-μέικερ το «τριφύλλι», αν οι Πειραιώτες θα πάρουν έναν ακόμη ψηλό. Α, ξεχάσαμε και το «τι γίνεται με τον Ουίτινγκτον». Πλάκα, πλάκα ο Αμερικάνος φόργουορντ, που εντυπωσίασε με την Γαλατά, δεν έχει υπογράψει ακόμη. Κάτι ήξερε ο Βετάκης, όταν είπε πριν από καιρό στο «Rebound by Hellenic Coin» ότι ο Ουίτινγκτον έχει συνήθειο να υπογράφει προς το φθινόπωρο.

Τελείωσαν όλα αυτά, λοιπόν, (άντε ίσως μένει μία ακόμη μεταγραφή του Ολυμπιακού και ο λόγος γίνεται για τον Μαντζούκα) και εμείς έχουμε την ευκαιρία να ασχοληθούμε με το παρελθόν. Με τους παικταράδες, που έφτασαν πολύ κοντά στο να περάσουν τα σύνορά μας και να παίξουν για τις ελληνικές ομάδες. Ή αν θέλετε, που υπήρχε έντονο φλερτ, το οποίο δεν ευοδώθηκε. Την αφορμή ή μάλλον την ιδέα μας την έδωσε ο Νίκολα Βούτσεβιτς, βλέποντάς τον να κάνει πράγματα και θάματα στη σειρά των Μάτζικ με τους Μπακς. Και μας την έδωσε ο Μαυροβούνιος, γιατί το καλοκαίρι του 2011 είχε φτάσει αρκετά κοντά στον Ολυμπιακό. Ο Ντούσαν Ιβκοβιτς τον ήθελε, αλλά η ιστορία σκάλωσε στο ΝΒΑ. Ο Ντούντα τον ήθελε για όλη την χρονιά, ενώ ο μικρός, που μόλις είχε βγει από το κολλέγιο, ήθελε να επιστρέψει στο ΝΒΑ, αμέσως μόλις έληγε το λοκ-άουτ, που υπήρχε τότε. Τελικώς και οι δύο πλευρές έμειναν ικανοποιημένες υπό την έννοια ότι ο Βούτσεβιτς πήγε στην Μπουντούτσνοστ και καπάκι μόλις έληξε το λοκ-άουτ στους Σίξερς, ενώ οι Πειραιώτες θριάμβευσαν, παίρνοντας την Ευρωλίγκα.

 Ο Ολυμπιακός είχε φτάσει πολύ κοντά και στην απόκτηση του Τζορτζ Χιλ, που πλέον βλέπουμε με τους Μπακς. Ηταν Νοέμβριος του 2011 και οι Πειραιώτες είχαν συμφωνήσει με τον Αμερικάνο, ώστε να μπει στο αεροπλάνο. Ηταν η εποχή του λοκ-άουτ στο ΝΒΑ. Ημασταν στα γραφεία της Sportday και είχαμε διαφωνία για το πρωτοσέλιδο. Η δική μου άποψη ήταν να μην βάλουμε ότι έρχεται ο Χιλ, γιατί τα ξημερώματα ίσως και να έληγε το λοκ-άουτ. Δεν ανακάλυψα την Αμερική, αλλά το λοκ-άουτ έληξε εκείνη την βραδιά. Και ο Χιλ έμεινε εκεί, που ήταν, στους Πέισερς δηλαδή.

 Πιο παλιά, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ο Ολυμπιακός δεν είχε απλώς επικοινωνία με μεγάλο όνομα, το είχε φέρει κιόλας στην Ελλάδα. Δεν ήταν παίκτης του ΝΒΑ τότε ο Τομ Γκουλιότα, αλλά μόλις είχε επιλεγεί στο νο6 του ντραφτ και ετοιμαζόταν για το κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου. Ο Ολυμπιακός (του Σωκράτη Κόκκαλη) του προσέφερε πολλά χρήματα, τον έφερε στη χώρα μας για μία τριήμερη κρουαζιέρα μάλιστα, αλλά ο Γκουλιότα δεν φόρεσε ποτέ την «ερυθρόλευκη». Και αυτό, γιατί ο Αμερικάνος βρήκε τα λεφτά, που ήθελε στο ΝΒΑ, και έμεινε εκεί, που ανήκε, κάνοντας σε γενικές γραμμές καλή καριέρα στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου.

Στα χρόνια των Αγγελόπουλων και δη στα πρώτα τους χρόνια στον Ολυμπιακό είχε γίνει πάρτι. Υπό την έννοια ότι οι Πειραιώτες και πήραν μεγάλα ονόματα, αλλά και χτύπησαν την πόρτα ακόμη μεγαλυτέρων περιπτώσεων, χωρίς να τα καταφέρουν. Όπως είχε γίνει το 2007 με το μεγαθήριο Κρις Ουέμπερ. Οι «ερυθρόλευκοι» του έδωσαν γη και ύδωρ και πιο συγκεκριμένα 12 εκ. δολάρια για δύο χρόνια, αλλά ο Αμερικάνος σούπερ σταρ είχε διαφορετική άποψη: «Δεν πάω στην Ελλάδα. Χωρίς να θέλω να προσβάλω τον Ολυμπιακό, δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Είμαι άνθρωπος του ΝΒΑ. Δεν θέλω απλώς να κυνηγάω το χρήμα. Θέλω να σέβομαι το παιχνίδι. Για να είμαι ειλικρινής, είναι ανόητο να απορρίπτεις μια τέτοια τρελή πρόταση, όπως θα την αποκαλούσε ο πατέρας μου, αλλά δεν μπορώ να το κάνω μόνο για τα χρήματα. Αν είναι να συνεχίσω να αγωνίζομαι, θα το κάνω για τους Πίστονς, εκτός αν συμβεί κάτι άλλο τρελό. Σε αυτό το σημείο της καριέρας μου, ενδιαφέρομαι να αγωνιστώ μόνο σε μια ομάδα που θα διεκδικεί το πρωτάθλημα στο ΝΒΑ» είχε πει τότε ο Ουέμπερ.

Αμ ο Παναθηναϊκός δεν έχει ανάλογες περιπτώσεις; Έχει και παραέχει και ο λόγος γίνεται για το διάστημα, που δεν ήταν στον πάγκο ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Μιλάμε δηλαδή για την πρώτη δεκαετία του Παύλου και του Θανάση Γιαννακόπουλου στο τμήμα μπάσκετ (και για να ακριβολογούμε τα 12 πρώτα χρόνια), αλλά και για τα χρόνια του Δημήτρη Γιαννακόπουλου.

Ο Ντράζεν Πέτροβιτς είναι το πιο τρανό παράδειγμα. Ο «Μότσαρτ» του μπάσκετ έχει εκτενώς αναφερθεί ότι θα ερχόταν στην Ελλάδα για να φορέσει την φανέλα του Παναθηναϊκού, αλλά στις 7 Ιουνίου του 1993 κόπηκε το νήμα της ζωής του. Εκείνη την ημέρα ο «Μότσαρτ» έφυγε από κοντά μας, έπειτα από αυτοκινητιστικό δυστύχημα σε δρόμο της Γερμανίας.

Είχε μόλις ολοκληρώσει μία εντυπωσιακή σεζόν στο ΝΒΑ με τους Νετς με 22.3 πόντους ανά ματς, αλλά έδειχνε κάτι παραπάνω από αποφασισμένος να αλλάξει περιβάλλον. Να αλλάξει πρωτάθλημα και ήπειρο, επιστρέφοντας στην Ευρώπη. Δεδομένα και αναφορές μαρτυρούσαν ότι ήταν το πιο πιθανό να παίξει για τον Παναθηναϊκό, κάτι, που θα σήμαινε μία από τις μεγαλύτερες μεταγραφές όλων των εποχών. Η μοίρα, όμως, είχε διαφορετική άποψη. Με τους «πράσινους», πάντως, να κάνουν ακόμη μεγαλύτερη κίνηση δύο χρόνια μετά, το 1995, όταν σάρωσαν τα πάντα, φέρνοντας τον Ντομινίκ Ουίλκινς.

Οι αναφορές για Τσαρλς Μπάρκλεϊ και Ντιρκ Νοβίτσκι δεν έχουν ουσία, αντίθετα είναι πραγματικότητα ότι οι «πράσινοι» έφεραν στην Αθήνα τον αείμνηστο, Κέβιν Ντάκγουορθ, από τους πολύ δυνατούς σέντερ του ΝΒΑ, την δεκαετία του 80’ και του 90’. Ο Ντάκγουορθ, όμως, δεν έπαιξε ποτέ στον Παναθηναϊκό, καθώς κρίθηκε ότι δεν ήταν στην καλύτερη δυνατή σωματική και φυσική κατάσταση.

Στα χρόνια του Δημήτρη Γιαννακόπουλου στο τιμόνι της ΚΑΕ και κυρίως στα πρώτα οι «βόμβες» δεν ήθελε και πολύ να σκάσουν. Όπως τον Μάιο του 2015, όταν οι «πράσινοι» είχαν φτάσει μία ανάσα από τον Κένιον Μάρτιν, νο1 στο ντραφτ του 2000 και με πολύ καλή παρουσία στο ΝΒΑ.

Ο μεγάλος Άρης δεν θα μπορούσε κι αυτός να μην έχει φέρει τεράστια ονόματα από το εξωτερικό. Μόνο και μόνο να αναφέρουμε τον αείμνηστο Ρόι Τάρπλεϊ φτάνει και περισσεύει. Ακόμη και για ένα ματς, τον τελικό του Κυπέλλου του 1993 με τον Παναθηναϊκό, μεγάλο όνομα είχε φέρει, τον Ρίτζι Θίους.

Αλλά υπήρχαν και οι όχι πετυχημένες προσπάθειες. Ο Ολντεν Πόλινις, σέντερ με μακρά θητεία στο ΝΒΑ, ήταν ένας από τους σπουδαίους παίκτες, που κυνήγησε με πάθος ο «Αυτοκράτορας» στα τέλη της δεκαετίας του 90’, δεν κατόρθωσε, όμως, να τον πάρει. Έφερε επίσης στην Ελλάδα τον βαρύ από όλες τις πλευρές, Στάνλεϊ Ρόμπερτς, με θητεία στο ΝΒΑ αλλά και στην Ρεάλ. Ανθρακας, όμως, ο θησαυρός. Μηδέν εις το πηλίκον, που λένε, αφού ο θηριώδης σέντερ δεν στέριωσε.

Πάμε και στην ΑΕΚ. Η πιο τρανή ιστορία, που έχει αναφερθεί, ήταν πριν από περίπου 30 χρόνια και συνέδεε το τότε αφεντικό της ομάδας, Μάκη Ψωμιάδη, με τον Άρβιντας Σαμπόνις της Ζαλγκίρις, εκ των κορυφαίων σέντερ στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ: «Έγινε μία επίσημη πρόταση. Είναι θετική η απάντηση τους, απομένει η τελική συζήτηση με τον μεγάλο μπασκετμπολίστα του…μπάσκετ. Δεν είναι διατεθειμένοι η ομοσπονδία και η ομάδα του να τον αφήσουν να πάει στην Αμερική. Με λίγη τύχη και έχω τύχη, θα κάνουμε τη μεταγραφή» είχε πει ο αείμνηστος Ψωμιάδης. Ο Σαμπόνις δεν έπαιξε ποτέ στην ΑΕΚ, αλλά η «Ένωση» είχε φέρει ήδη μεγάλο όνομα, τον σπουδαίο Ντάνι Βρέινς.

Στα χρόνια, που ακολούθησαν, η ΑΕΚ έκανε τεράστια μπαμ, από τα κορυφαία ντιλ της Ευρώπης, με την απόκτηση του Ρολάντο Μπλάκμαν και του Ρίκι Πιρς. Στο μεταξύ έφερνε συνεχώς παίκτες από το ΝΒΑ, όχι, όμως, μεγάλα ονόματα. Έφερε τον αείμνηστο, Τζακ Χέιλι, έφερε και τον Ντέιβ Φάιτλ, που, όμως, δεν φόρεσε ποτέ την «κιτρινόμαυρη» φανέλα.

Το πιο πρόσφατο μπαμ, που δεν έσκασε από πλευράς ΑΕΚ, ήταν του Βρετανού, Μπεν Γκόρντον. Ήταν τον Αύγουστο του 2016, όταν οι «κιτρινόμαυροι» προσπάθησαν να φέρουν τον σπουδαίο γκαρντ του ΝΒΑ, χωρίς, όμως, να τα καταφέρουν.

Ο ΠΑΟΚ αυτός και αν πήγε να κάνει μπαμ. Το πιο πρόσφατο δεν είναι άλλο από αυτό του Κόρεϊ Μαγκέτι, σμολ φόργουορντ, που έκανε σημαντική καριέρα στο ΝΒΑ. Ο «Δικέφαλος του Βορρά» δεν τον ήθελε απλά. Τον έφερε και στην Ελλάδα και στην υποδοχή του είχε γίνει χαμός. Ηταν το 2011, όταν στο ΝΒΑ υπήρχε λοκ-άουτ. Ο Μαγκέτι ήρθε, είδε και απήλθε. Δεν έφυγε επειδή δεν του άρεσε η κατάσταση στον ΠΑΟΚ, αλλά επειδή αποφάσισε να μην παίξει καθόλου πριν επαναρχίσει το ΝΒΑ.

Στα ένδοξά του χρόνια ο ΠΑΟΚ είχε φέρει στην Ελλάδα και τον Τέρι Μιλς. Ηταν το καλοκαίρι του 1990, όταν ο Αμερικάνος πάουερ-φόργουορντ είχε βγει από το Μίσιγκαν και είχε επιλεγεί στο νο16 του ντραφτ του ΝΒΑ. Έψαχνε το καλύτερο δυνατό συμβόλαιο  με τον ΠΑΟΚ να μπαίνει στην μάχη. Στη άφιξή του στο αεροδρόμιο έγινε το έλα να δεις (με την καλή έννοια) από τον κόσμο της ομάδας. Ο Μιλς έπαιξε σε κάποια φιλικά, αλλά δεν έμεινε στην Ελλάδα. Επέστρεψε στην χώρα του και έπαιξε αρχικά στο Ντένβερ.

Ένα χρόνο πριν είχε γίνει κάτι ανάλογο με τον Ράντι Ουάιτ, που μόλις είχε επιλεγεί στο νο8 του ντραφτ του ΝΒΑ. Υποδοχές, χαμός, αλλά ο «μικρός ταχυδρόμος» δεν φόρεσε ποτέ την «ασπρόμαυρη» φανέλα. Μετά από χρόνια ήρθε στην Ελλάδα, έπαιξε στο Περιστέρι, στον Άρη και στην Νήαρ Ηστ, αλλά δεν ήταν ο ίδιος (αγωνιστικά) Ουάιτ.

Ο Πανιώνιος τα παλιά τα χρόνια έφερνε παικταράδες, που όλοι έμεναν με ανοιχτό το στόμα. Είχε φέρει και τεράστια ονόματα του ΝΒΑ, όπως τον Θερλ Μπέιλι, ο οποίος έκανε μεγάλη καριέρα, κυρίως με τους Τζαζ.

Εκείνες τις εποχές και με μπροστάρη τον σημερινό πρόεδρο της Διεθνούς Ελληνικής Ακαδημίας, Ισίδωρο Κούβελο, η ομάδα της Νέας Σμύρνης είχε κάνει ουσιαστικές επαφές με τεράστια ονόματα της εποχής. Με παίκτες του ΝΒΑ, που έκαναν σημαντική καριέρα, όπως τον συμπαίκτη του Μάικλ Τζόρνταν στους Σικάγο Μπουλς, Τζον Πάξον και τον Λάφαγιετ Φατ Λίβερ (με μέσο όρο 14 πόντων στο ΝΒΑ). Είχε φέρει εν τέλει τον Τράβις Μέις, που είχε επιλεγεί στο νο14 του ντραφτ του 1990, αλλά ποτέ δεν έκανε την καριέρα, που οι περισσότεροι πίστευαν ότι θα κάνει.

Την δεκαετία του 00’ ο Πανιώνιος είχε φέρει ένα ακόμη σπουδαίο όνομα του ΝΒΑ. Πρόκειται για τον Τζόνι Νιούμαν με παρουσία και στους Νικς των Πιτίνο και Γιούιν, ο οποίος, όμως, είχε παίξει σε ένα μόλις φιλικό. Οι Νεοσμυρνιώτες έψαχναν κάτι διαφορετικό από τον Τόμπι Μπέιλι, που είχαν στο ρόστερ τους, και είχαν φέρει στην Ελλάδα τον Νιούμαν. Στα 39 του χρόνια, όμως, ο σπουδαίος Αμερικάνος δεν τραβούσε πλέον, όπως είχε δείξει και στην μοναδική του εν Ελλάδι εμφάνιση, σε φιλικό με τον Ιωνικό Νικαίας. Έτσι πήρε τον δρόμο της επιστροφής και έμεινε στην θέση του ο Μπέιλι.

Στα χρόνια του Ηλία Λιανού και στο λοκ-άουτ του 2011 (με το οποίο σας έχουμε πρήξει λίγο…) οι Νεοσμυρνιώτες είχαν φτάσει κοντά σε συμφωνία με τον πολύ ταλαντούχο, Μαρίζ Σπάιτς, που το 2015 πήρε το πρωτάθλημα με τους Ουόριορς. Το «κοντά σε συμφωνία» δεν έγινε συμφωνία και έτσι δεν είδαμε τον Σπάιτς στην Ελλάδα.

Αν συνεχίσουμε και βάλουμε στο παιχνίδι όλες τις ομάδες, όλο και κάποιον παικταρά θα βρούμε, που δεν ήρθε. Άλλωστε ομάδες με όχι το όνομα του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού είχαν φέρει μπασκετικούς κολοσσούς, όπως ο ΒΑΟ, που είχε υπογράψει τον Τζεφ Μαλόουν. Γκαρντ, που είχε σχεδόν 20 πόντους ανά παιχνίδι στην πλούσια καριέρα του στο ΝΒΑ και δύο συμμετοχές σε όλ σταρ γκέιμ.

Αλήθεια επίσης είναι ότι δεν πρέπει να έχουμε παράπονο. Η μικρή πληθυσμιακά χώρα μας έχει ζήσει πράγματα στο μπάσκετ, που άλλες χώρες δεν θα τα ζήσουν ποτέ. Τι είπατε; Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις; Κάπως έτσι.

Η βιτρίνα του ελληνικού μπάσκετ (ή αν θέλετε του μπάσκετ στην Ελλάδα) για την εποχή παραμένει ικανοποιητική, αλλά το μπασκετικό οικοδόμημα μας θέλει γκρέμισμα και φτιάξιμο από την αρχή. Είναι ξεκάθαρο αυτό.

Κλαίμε, που δεν είδαμε αυτούς τους παικταράδες στην Ελλάδα