MENU

Μια συζήτηση με τον Νώντα Παπαντωνίου δεν θα μπορούσε παρά να έχει μπάσκετ, πολύ μπάσκετ. Σύμφωνοι! Λάρισα, ΑΕΚ, Εθνική ομάδα, Κώστας Σλούκας, Νίκος Παππάς μπαίνουν στο μικροσκόπιο του, δίνοντας ξεκάθαρες απαντήσεις. Μια συζήτηση μαζί του δεν είναι, όμως, μόνο αυτά.

Εκείνος απαντάει με άνεση σε οτιδήποτε τον ρωτήσεις χωρίς δισταγμό, επιβεβαιώνοντας πως εδώ και χρόνια τα έχει βρει με τον εαυτό του. Θυμάται εκείνη την απώλεια που τον στιγμάτισε και στάθηκε η αφετηρία μιας κοσμοθεωρίας που -πλέον- την ακολουθεί πιστά και τον κάνει ευτυχισμένο. Με τα σωστά και τα λάθη του. Με τα σημαντικά και ασήμαντα. Με όλα που συνθέτουν το δικό του παζλ ζωής.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή..

Ξεκίνησε από το Μαρούσι το οποίο έχει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά του και στην πορεία πέρασε από ΑΕΚ, Περιστέρι, Κολοσσό, Ισπανία, Προμηθέα, Πανιώνιο, ΠΑΟΚ, Λάρισα. Η «Ένωση» είναι ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο γι αυτόν και μας εξηγεί το γιατί. Οι μικρές Εθνικές στις οποίες υπήρξε συμπαίκτης με Σλούκα, Παππά, Σαρικόπουλο και τα άλλα... παιδιά, μόνο ευχάριστες αναμνήσεις, διακρίσεις και καλούς φίλους του έχουν αφήσει.

Τον Οκτώβριο του 2017 και ενώ αγωνιζόταν ΓΣΛ ένα τραγικό περιστατικό σημάδεψε τον ίδιο και την οικογένεια του για πάντα. Η εν ψυχρώ δολοφονία του θείου και νονού του Μιχάλη Ζαφειρόπουλου, μέσα στο γραφείο του, τον έκανε να αναθεωρήσει για πολλά πράγματα και κυρίως για το τι είναι σημαντικό και τι όχι στη ζωή του.

Έκτοτε οι ομάδες στις οποίες αγωνίστηκε του έδιναν κίνητρο, στόχους αλλά το βασικότερο, την δυνατότητα να ευχαριστιέται αυτό που κάνει. Φέτος στη Λάρισα έχει βρει μια ομάδα που την διοικούν συνεπείς και φερέγγυοι άνθρωποι με θέληση, όπως ο ίδιος λέει και περισσότερο τον εξιτάρει παρά τον αγχώνει το γεγονός ότι για ακόμα μια σεζόν πρέπει να παλέψει για την παραμονή στην κατηγορία.

Ακόμα, τον ρωτάμε αν έχει μετανιώσει την δημοσιότητα που πήρε η πρώην σχέση του και αν στο μέλλον θα είναι πιο επιφυλακτικός, με την απάντηση του να ανταποκρίνεται πλήρως στην εικόνα που έχουμε σχηματίσει γι’ αυτόν.

- Νώντα, φέτος επέστρεψες σε μια πόλη στην οποία είχες αγωνιστεί και πριν από δύο χρόνια. Τι διαφορετικό έχει αυτή η χρονιά από εκείνη;

«Την προηγούμενη φορά όταν έπαιξα στη Λάρισα ήταν η τελευταία μου επιλογή γιατί είχα τελειώσει την προηγούμενη χρονιά στον Προμηθέα, είχα έναν τραυματισμό στους κοιλιακούς, ήμουν σε μια μεταβατική χρονιά μετά από την ΑΕΚ που είχα πάει Ισπανία. Ήθελα να κάνω ένα «restart» στην καριέρα μου σε μια ομάδα που να έχει κοινούς στόχους, δηλαδή την παραμονή και να έχω την ευκαιρία να βρω πάλι τον ρυθμό μου αγωνιστικά και να δείξω τι παίχτης είμαι και πάλι στο μπασκετικό κοινό και στους ανθρώπους που ένιωσα ότι μπορεί να μην με πίστεψαν ή που πίστεψαν ότι πήγα ένα επίπεδο παρακάτω. Φυσικά και λόγω του κόουτς Σκουρτόπουλου που με έπεισε να πιστέψω στο πλάνο του και σε αυτό που έβλεπε αυτός στην ομάδα.

Παρότι είχαμε πολλά προβλήματα εκείνη τη σεζόν είχαμε μια πολύ καλή παρέα με Παπαμακάριο, Μουράτο, Διαμαντάκο, Μαραγκό, είχαμε έναν ελληνικό κορμό και περνούσαμε πολύ καλά εντός και εκτός γηπέδου. Ειδικά όταν είχαμε οικονομικά προβλήματα μέχρι τον ερχομό του κύριου Μπούμπουρα με τον οποίο ήρθε και η ηρεμία στην ομάδα, είχαμε πολλά θέματα και αγωνιστικά και αυτό που μας κρατούσε ήταν η παρέα, η βόλτα, το φαγητό και οι συζητήσεις που είχαμε μεταξύ μας.

Φέτος είναι μια τελείως διαφορετική προσπάθεια, υπάρχει ένας καινούριος άνθρωπος, ο κύριος Ριζούλης, που είναι αρκετά χρόνια στον Ερμή Αγιάς, που στηρίζει πάρα πολύ την ομάδα. Υπήρξε πολλά χρόνια φίλος μου ο Νέστορας ο Κόμματος που είναι πολλά χρόνια στον χώρο και με έπεισε να πιστέψω και εγώ σε αυτή την προσπάθεια που κάνουμε, να τους βοηθήσω και να με βοηθήσουν. Τα πράγματα είναι πολύ καλά, οι άνθρωποι έχουν μεγάλη θέληση. Μπορεί στην αρχή να μην ήταν όλα τέλεια οργανωμένα όμως έχουν πάρα πολύ θέληση και συνέχεια βελτιώνονται και νοιάζονται πάρα πολύ για τους αθλητές και την ομάδα. Οικονομικά που είναι και από τα πιο βασικά στην εποχή μας είναι πάρα πολύ φερέγγυος άνθρωπος και είναι όλα τακτοποιημένα στην ώρα τους, οπότε δεν υπάρχουν γκρίνιες και μουρμούρες, οι αθλητές είμαστε ευχαριστημένοι και κοιτάμε μόνο τη δουλειά μας.

Με τον ερχομό του κυρίου Αγγέλου σίγουρα μπορεί και να αλλάξαμε και ένα επίπεδο παραπάνω. Του αρέσει πολύ η πειθαρχία είναι αυστηρός προπονητής αλλά φαίνεται ότι μας ταιριάζει και μας κάνει καλό. Το σημαντικό είναι ότι τελευταία δίνουμε χαρά στον κόσμο της Λάρισας και ειδικά στον τελευταίο αγώνα στην έδρα μας με τον ΠΑΟΚ, η ατμόσφαιρα ήταν πάρα πολύ ζεστή και ελπίζω να συνεχίζουν έτσι να μας στηρίζουν».

- Κάνατε κάποιες καλές νίκες απέναντι σε Προμηθέα, Λάυριο και ΠΑΟΚ. Μετά από αυτά τα αποτελέσματα σας έφυγε ένα μέρος του άγχους που είχατε, δηλαδή αισιοδοξήσατε λίγο για τη συνέχεια;

«Φέτος είναι τελείως διαφορετικό το πρωτάθλημα. Υπάρχουν αρκετές ομάδες που απέχουν μια νίκη από το να πέσουν ή από το να βγούνε στην οκτάδα. Πιστεύω απλά ότι μετά από κάθε αγώνα που κερδίζει νιώθεις ηρεμία μέχρι την επόμενη εβδομάδα, δεν έχουμε ξεφύγει είμαστε μαζί 5-6 ομάδες που θα παλέψουμε για τη παραμονή στην κατηγορία, απλά νιώθουμε καλύτερα, ευχαριστιόμαστε πιο πολύ το μπάσκετ τελευταία, έχουμε μια καλή χημεία και έναν καλύτερο αγωνιστικό ρυθμό.

Έχουν ταιριάξει και οι παίκτες μεταξύ τους μετά από τις αλλαγές και με τον ερχομό του Ρας και του Χίκι και με τις προσθήκες των δύο τελευταίων παικτών του Γκάρετ και του Τόμας που τώρα τα παιδιά αρχίζουν να κατανοούν τη φιλοσοφία και μπαίνουν στο κλίμα της ομάδας. Παρόλα αυτά τώρα για παράδειγμα ήρθε η απώλεια του Παρκς. Εκεί που βρίσκεις ρυθμό και νιώθεις καλά πρέπει από την αρχή να βοηθήσεις έναν συμπαίκτη σου να ενταχθεί στην ομάδα σε μια δύσκολη περίοδο με δύσκολες έδρες».

 

«Υπάρχει αλληλοσεβασμός και αμοιβαία εκτίμηση με τους ανθρώπους του ΠΑΟΚ».

- Δεν σου λείπει να παίζεις σε μια ομάδα που συμμετέχει και σε κάποια ευρωπαϊκή διοργάνωση;

«Μου λείπει πάρα πολύ. Το καλοκαίρι είχαμε μια πολύ σοβαρή κουβέντα με τον ΠΑΟΚ, γιατί γνωρίζω τους ανθρώπους της ομάδας και με γνωρίζουν και πιστεύω υπάρχει αλληλοσεβασμός και εκτίμηση, εγώ ως προς την ομάδα και τον σύλλογο και αυτοί ως προς τις ικανότητες μου τις μπασκετικές. Όταν με χρειάστηκαν πέρσι για ένα μήνα ήμουν εκεί προκειμένου να καλύψω το κενό του Γκος. Μου αρέσει πάρα πολύ να παίζω σε δύο διοργανώσεις, σε όλους τους παίκτες αρέσει αλλά από κει και πέρα όταν είσαι 29 χρονών είσαι επαγγελματίας και κοιτάς πραγματικά το καλύτερο για την καριέρα σου και από οικονομικής άποψης και δυστυχώς επέλεξα με αυτά τα κριτήρια γιατί έχω παίξει και στο παρελθόν με την ΑΕΚ στην Ευρώπη ξέρω πως είναι, κατάφερα να παίξω και με τον ΠΑΟΚ το διάστημα που ήμουν.

Όσο μεγαλώνω καταλαβαίνω κάποια πράγματα και δεν έχω πλέον αυτά τα «ψώνια» που μπορεί να έχει ένας νεότερος αθλητής, που ενδεχομένως να είναι πιο «πεινασμένος». Νιώθω γεμάτος από αυτά που έχω κάνει τα τελευταία 10 χρόνια και στο πιο πάνω επίπεδο, κυρίως τα χρόνια που αγωνίστηκα με την ΑΕΚ και στις μεσαίες ομάδες που έχω αγωνιστεί και το μόνο που έχω να πω είναι ότι είναι πολύ πιο δύσκολο να παίζεις σε ομάδες που αγωνίζονται για την σωτηρία τους γιατί κάνουν τον δικό τους «πρωταθλητισμό», υπάρχει πολύ μεγαλύτερο άγχος, πολύ μεγαλύτερη πίεση. Το αν θα βγεις τρίτος ή τέταρτος το ίδιο είναι στην τελική γιατί και οι δύο Ευρώπη θα βγούνε, απλά θα πάρει κάποιος ένα μετάλλιο που πολλοί δεν το υπολογίζουν καν αν και εννοείται ότι έχει αξία. Όμως το να καταφέρνεις να σώζεις μια ομάδα με τον δικό σου κόπο και ιδρώτα και να κάνεις πολλούς ανθρώπους χαρούμενος, ειδικά μια πόλη, όπως εγώ το έζησα πρόπερσι με τη Λάρισα ή πέρσι με μια ιστορική ομάδα, τον Πανιώνιο είναι κάτι ανάλογο με το να καταφέρνεις να βγεις Ευρώπη».

- Κάνοντας έναν μικρό απολογισμό του πρωταθλήματος μέχρι στιγμής πως σου φαίνεται συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια και με δεδομένο ότι ο Ολυμπιακός απουσιάζει φέτος;

«Σίγουρα είναι στενάχωρο για το πρωτάθλημα να απουσιάζει ο Ολυμπιακός γιατί είναι λιγότερα τα έσοδα για τις ομάδες, λιγότερο το ενδιαφέρον για το κοινό. Από την άλλη όμως το καλό είναι ότι οι τριτοτέταρτες ομάδες παλεύουν να διεκδικήσουν κάτι εκ των πραγμάτων δύσκολο από τον Παναθηναϊκό, αλλά ελπίζουν. Η δεύτερη θέση είναι κίνητρο για να καταφέρουν οι ομάδες να φτάσουν μέχρι τους τελικούς με τον Παναθηναϊκό και να διεκδικήσουν ένα πρωτάθλημα. Είδαμε φέτος και το Κύπελλο πόσο ενδιαφέρον είχε με τον αποκλεισμό του Παναθηναϊκού από τον Προμηθέα. Φέτος θα διεκδικήσει μια άλλη ομάδα εκτός του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού το τρόπαιο, θα έχουμε έναν νέο κυπελλούχο όπως είχαμε την ΑΕΚ πριν από μερικά χρόνια.

Το επίπεδο σίγουρα δεν είναι το ίδιο με την προηγούμενη δεκαετία, γιατί δεν υπάρχουν τα ανάλογα μπάτζετ για να φέρνεις τόσο ποιοτικούς ξένους, εκεί είναι η διαφορά. Ελληνική παραγωγή υπάρχει γιατί φαίνεται και από τα παιδιά που συμμετέχουν στην Εθνική και βοηθάνε από τα «παράθυρα» μέχρι τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες διοργανώσεις μας.

Θεωρώ φέτος έχει μεγάλο ενδιαφέρον το πρωτάθλημα, το μόνο στενάχωρο είναι τα προβλήματα των δύο ομάδων τις Θεσσαλονίκης που τους έχουν οδηγήσει στις τελευταίες θέσεις. Είναι πολύ άσχημο και για τον κόσμο τους και για τη φανέλα και για το ελληνικό μπάσκετ γιατί είναι από τις μεγαλύτερες ομάδες, έχουν φέρει πολλές χαρές και είναι κρίμα. Για μας είναι πιο δύσκολη η φετινή προσπάθεια γιατί ουσιαστικά διεκδικούμε την παραμονή με αυτές τις δύο ομάδες και τον Πανιώνιο, δηλαδή με ομάδες που είναι πιο «δυνατές» σαν όνομα και σαν ιστορία από την Λάρισα».

- Τα τελευταία χρόνια είσαι σε ομάδες που διεκδικούν την παραμονή. Δεν σε αγχώνει αυτό μια και όλες αυτές τις χρονιές πρωταγωνιστούσες και είχες άλλη πίεση να διαχειριστείς;

«Μου αρέσει να παίρνω την ευθύνη, με εξιτάρει πολύ η πρόκληση. Θεωρώ ότι θα μου ήταν αδιάφορο να παίζω σε μια ομάδα που να μην είχε στόχο ούτε τις πρώτες θέσεις ούτε την παραμονή. Σίγουρα όταν κάνεις μια επιλογή δεν ξέρεις πως θα πάει μια ομάδα και σε ποιες θέσεις θα βρίσκεται, όλα είναι θέμα τύχης και αποτελεσμάτων. Ο Κολοσσός για παράδειγμα φέτος πήγαινε για κάτι καλύτερο με τον κόουτς Λυκογιάννη όμως τελικά είναι στις τελευταίες θέσεις, όπως και ο κόουτς Μανολώπουλος με πολύ μικρό μπάτζετ είναι στις πρώτες 5-6 θέσεις».

- Θα ήθελα τη γνώμη σου πάνω στο θέμα των προπονητών. Είδαμε ότι και φέτος έχουν γίνει αρκετές αλλαγές και ακόμα δεν έχει τελειώσει η σεζόν. Θεωρείς ότι είναι δικαιολογημένες οι αλλαγές αυτές ή ότι απλά είναι η εύκολη λύση να αντικαθίσταται ο προπονητής;

«Κοίταξε στην Ελλάδα έτσι είναι, όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Επειδή δεν έχουμε υπομονή και δεν υπάρχει και χρόνος πρώτα θα αλλάξεις κάποιον παίκτη και το επόμενο βήμα είναι ο προπονητής. Σίγουρα φταίνε όλοι όταν κάτι δεν πάει καλά, αλλά πάντα κάποιος πρέπει να πάρει την ευθύνη και να χάσει τη δουλειά του. Είναι κάτι στενάχωρο, αλλά είμαστε όλοι επαγγελματίες, έχουμε συνηθίσει, οι προπονητές είναι ακόμα πιο συνηθισμένοι σε αυτό στην χώρα μας, όπως και με τη δικιά μας ομάδα ο κόουτς Φραγκιάς αν και έκανε μια πολύ αξιοπρεπή προσπάθεια, ξεκίνησε αργά, δεν είναι 100% δικό του το λάθος. Αυτό το μπάτζετ είχε, αυτές τις επιλογές έκανε. Θα μπορούσε να είχε κάνει μια νίκη για παράδειγμα με τον Ιωνικό που κρίθηκε στο σουτ και να μην είχε φύγει. Το θέμα είναι τι συμβαίνει στην πραγματικότητα. Και αυτός φυσικά έχει συμβάλει γιατί το μεγαλύτερο μέρος του ρόστερ έγινε το καλοκαίρι, βέβαια έγιναν αρκετές αλλαγές γιατί έπρεπε. Άλλοι φύγαν γιατί το ήθελαν άλλοι γιατί έπρεπε να φύγουν. Και ο Μπερχανεμέσκελ και ο Παρκς για παράδειγμα είχαν το δικαίωμα να φύγουν και το εκμεταλλεύτηκαν γιατί έκαναν πολύ καλές εμφανίσεις».

- Έχεις μια ιδιαίτερη σχέση με το Μαρούσι εσύ Νώντα, έχεις πει πολλές φορές ότι είναι το «σπίτι» σου..

«Ναι έτσι είναι, εκεί ανδρώθηκα εκεί έζησα όλα μου τα νεανικά χρόνια, εκεί αγάπησα το μπάσκετ. Εκεί αγάπησα τον Σπανούλη πόση προπόνηση έκανε, εκεί είχα... ερωτευτεί το παιχνίδι του Μπλάκνεϊ, εκεί έβλεπα όλους τους αθλητές που είχα ως πρότυπα όπως τον Καϊμακόγλου, τον Μαυροειδή, τον Χαραλαμπίδη που κατάφερα στη συνέχεια να τους έχω και συμπαίκτες. Τον Μαυροκεφαλίδη, πάρα πολλούς μεγάλους αθλητές όπως ο Νίκος ο Μπουντούρης, που εγώ ήμουν 17 και εκείνος 37. Ο πατέρας μου δούλεψε πάρα πολλά χρόνια στην ομάδα, ζούσε η οικογένεια μου από αυτό και έχω μόνο αγάπη και θετικά συναισθήματα για αυτό τον σύλλογο. Κάθε χρόνο γίνεται η ίδια πλάκα με τους ανθρώπους της ομάδας, τους φροντιστές με ρωτάνε «πόσα χρήματα θέλεις για να σε φέρουμε φέτος».

Μακάρι κάποια στιγμή να επιστρέψει το Μαρούσι γιατί είναι και η γειτονιά μου και το μπασκετικό μου σπίτι. Με έχουν τιμήσει, έχουν τη φανέλα μου της Εθνικής ομάδας στο γήπεδο, το καλοκαίρι εκεί δουλεύω, μου παραχωρούν το γήπεδο, ο γυμναστής μου ο Γιάννης ο Σούμπης είναι σε αυτή την ομάδα. Εκεί γενικά περνάω τον περισσότερο μου χρόνο τα καλοκαίρια».

- Από τότε έχουν περάσει πολλά χρόνια. Τις τελευταίες σεζόν έχεις μια σταθερά καλή παρουσία στις ομάδες για τις οποίες αγωνίζεσαι. Θεωρείς ότι διανύεις την πιο ώριμη μπασκετικά τουλάχιστον περίοδο της ζωής σου;

«Έχω αλλάξει πολλές ομάδες, γενικά είμαι ένας χαρακτήρας περίεργος, δύσκολος, αληθινός. Όταν κάτι με ενοχλεί θα το πω και αυτό με έχει κάνει να αναζητώ επιλογές και να ψάχνω που θα είμαι και θα νιώθω εγώ καλά και χαρούμενος. Τα τελευταία χρόνια σίγουρα διανύω την καλύτερη περίοδο της καριέρας μου. Γενικά ο play maker όσο μεγαλώνει ωριμάζει, γνωρίζει καλύτερα το παιχνίδι, έχει περισσότερες εμπειρίες και εικόνες και μπορεί και ανταπεξέρχεται καλύτερα στη θέση του ηγέτη.

Σίγουρα με σημάδεψε κάτι που συνέβη, είχαμε μια απώλεια οικογενειακή το 2017 που μου άλλαξε πάρα πολύ τη νοοτροπία. Με έκανε να αναθεωρήσω για το τι είναι σημαντικό στη ζωή και τι πρέπει να σε στεναχωρεί. Θεωρώ ότι αυτή η απώλεια με «ξύπνησε» μέσα μου ώστε να δω πραγματικά πως πρέπει να βλέπεις τη ζωή σου και τον αθλητισμό και το πόσο σημαντικός είναι συγκριτικά με άλλα θέματα που έχουν μεγαλύτερη επιρροή στον άνθρωπο και την οικογένεια του».

- Προφανώς αναφέρεσαι στην εν ψυχρώ δολοφονία του θείου σου του κύριου Ζαφειρόπουλου. Αυτό ήταν ένα γεγονός το οποίο όλοι το σκεφτόμαστε μακριά από εμάς. Σκεφτόμαστε ότι συμβαίνει γενικά αλλά δεν θα συμβεί σε εμάς. Πως το ξεπέρασες όλο αυτό;

«Δεν το ξεπερνάς αυτό. Απλά μαθαίνεις να ζεις με την απώλεια, σκεπτόμενος τον άνθρωπο που έχεις χάσει. Σίγουρα για την μαμά μου, την γιαγιά μου, τη γυναίκα του είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο ακόμα και στην καθημερινότητα τους. Εγώ μπορεί να έχω τον αθλητισμό, να ξεχνιέμαι αλλά υπάρχουν άνθρωποι στην οικογένεια μου που στην καθημερινότητα τους νιώθουν την απώλεια. Ο αδερφός μου και ο ξάδερφος μου δουλεύουν στο δικηγορικό γραφείο που είχε χτίσει ο παππούς μου, πέρασε στον θείο μου και μετά τον χαμό του πέρασε σε αυτούς.

Είναι κάτι που νιώθεις ότι είναι πάρα πολύ μακριά όμως τελικά είναι πάρα πολύ κοντά. Απλά πλέον δεν μου κάνει εντύπωση τίποτα, οποιοδήποτε άσχημο γεγονός μπορεί να ακούσω δεν είναι κάτι που θα με σοκάρει. Θα με στεναχωρήσει φυσικά αλλά δεν θα με εκπλήξει. Εμείς περάσαμε κάτι που δεν ήταν ούτε αρρώστια, ούτε τροχαίο. Ήταν πάρα πολύ σκληρό αυτό που συνέβη για την οικογένεια μου και είναι κάτι που δεν μπορούμε να το ξεχάσουμε ούτε μπορεί κάποιος να μας δώσει απάντηση σε αυτό το «γιατί».

- Δυο μέρες μετά από αυτό το τραγικό συμβάν είχες αγώνα στον οποίο έπαιξες κανονικά. Πως βρήκες το κουράγιο μετά από κάτι τέτοιο για να βρεθείς στο γήπεδο;

«Ναι νομίζω είχα παίξει καλά, δεν θυμάμαι. Σίγουρα όλοι οι παίκτες τα προβλήματα μας τα ξεχνάμε μέσα στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Είναι το μόνο πράγμα που σε κάνει για 2-3 ώρες τη μέρα που περνάς στο γήπεδο να ξεχνάς ότι πρόβλημα έχεις στην οικογένεια σου, στο σπίτι σου. Επειδή το συζήτησα με την οικογένεια μου και τη σύζυγο του, μου είπε ότι και η δική του επιθυμία θα ήταν να είμαι στο γήπεδο, δεν θα ήθελε να είμαι στην κηδεία και να κλαίω. Θα ήθελε να είμαι στο γήπεδο και να κάνω αυτό που αγαπάω και αυτό για το οποίο ήταν περήφανη η οικογένεια μου όλα αυτά τα χρόνια και περίμεναν κάθε σαββατοκύριακο τα καλά νέα, να με πάρουν ένα τηλέφωνο και να μου πούνε ότι με είδαν που έπαιξα και να κάνουμε τα σχετικά σχόλια».

- Σε όποια ομάδα και να έχεις πάει δεν έχεις κάνει ποτέ τις κλασσικές δηλώσεις που συχνά ακούμε από αθλητές, ότι για παράδειγμα είμαι οπαδός αυτής της ομάδας από μικρός και ήταν όνειρο μου να αγωνιστώ με τη φανέλα της. Είναι κάτι που συνειδητά έχεις αποφασίσει;

«Σαν αθλητής «πορώνομαι» πολύ με την ενέργεια του κόσμου, μου αρέσει πολύ ακόμα και σε γήπεδα στα οποία ο κόσμος είναι με τους αντιπάλους, «φτιάχνομαι», μου αρέσει να παίζω σε ωραίες ατμόσφαιρες και να υπάρχει μπασκετικό κλίμα. Βέβαια εδώ κάποιες φορές ξεφεύγει ο κόσμος αλλά εμείς τα έχουμε συνηθίσει όλα αυτά και η άποψη μου είναι ότι υπάρχει εμπάθεια για τον μέσο Έλληνα που πετυχαίνει. Από τον... περιπτερά μέχρι τον μέσο μπασκετμπολίστα ή ποδοσφαιριστή έχουμε εμπάθεια και ζηλεύουμε γιατί έτσι είναι η παιδεία μας δυστυχώς. Η θεωρία μου είναι ότι η ομάδα την οποία υποστηρίζεις από παιδί δεν θα αλλάξει ποτέ. Όσα εκατομμύρια και να πάρεις, όσα λεφτά και να βγάλεις, σε όποια ομάδα με ιστορία και κόσμο και αν παίξεις. Μπορεί την ομάδα αυτή να την αγαπήσεις και να την εκτιμήσεις, γιατί κι εγώ έπαιξα στην ΑΕΚ που είναι μεγάλη ομάδα αρκετά χρόνια και έχω βγάλει καλά χρήματα και έζησα πολλά, φυσικά και την υποστήριζα και στεναχωριόμουν αλλά μέσα σου θα είσαι πάντα η ομάδα που υποστήριζες όταν ήσουν παιδάκι και φόραγες τη φανέλα της και πήγαινες στο σχολείο και τσακωνόσουν με τους φίλους σου. Εκτιμάω αυτούς που με εκτιμάνε και δίνω τα πάντα σε οποιαδήποτε ομάδα «υπηρετώ».

Ο Πανιώνιος ήταν μεγάλη ομάδα, ο ΠΑΟΚ που έπαιξα για λίγο και η ΑΕΚ φυσικά που έπαιξα παραπάνω καιρό και έζησα τις πιο έντονες στιγμές, πάντα προσπαθούσα να επιστρέφω το σεβασμό και την εκτίμηση που μου έδειχνε ο κόσμος. Όπως καταλάβαινα και την κακή του διάθεση σε ένα κακό αποτέλεσμα γιατί ο κόσμος που πληρώνει και έρχεται και σε βλέπει πονάει πολύ περισσότερο την ομάδα από οποιονδήποτε αθλητή που μπορεί να πουλάει και «οπαδιλίκι» για να είναι αρεστός ή όντως μπορεί να είναι ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός αλλά σαν τον άνθρωπο που ξοδεύει τα λεφτά από την τσέπη του και έρχεται να δει εμάς που παίζουμε μπάσκετ, ακόμα και στην κακή μέρα που θα σου πει μια κουβέντα παραπάνω πρέπει να το σεβαστείς και να το αποδεχτεί».

- Με βάση την καριέρα που είχες ως τώρα θεωρείς ότι σε έχουν αδικήσει ή ότι έχεις πάρει αυτό ακριβώς που σου άξιζε;

«Όλοι μας παίρνουμε αυτό που αξίζουμε στο τέλος. Έχω ακόμα μερικά χρόνια για να αποδείξω αν αξίζω τελικά να παίζω στην τρίτη ή στην δωδέκατη ομάδα. Πάντα έχω κάνει όμως συνειδητές επιλογές, δεν έχω μετανοιώσει. Όλοι έχουμε κάνει λάθη, από αυτά μαθαίνουμε και προσπαθούμε να γινόμαστε καλύτεροι. Μπασκετικά καθαρά θα μπορούσα σίγουρα να είμαι σε πιο πάνω ομάδα, υπάρχει και το θέμα τύχης και συγκυριών αλλά στο τέλος όταν θα κάνω... ταμείο σε 7-8 χρόνια όσα μπορώ να αντέξω και να είμαι υγιής και να έχω όρεξη θα πω τελικά αν ήμουν όντως για αυτές τις ομάδες, αλλά και πάλι θα είμαι χαρούμενος για όσα έχω καταφέρει. Γιατί παίζω τα τελευταία 10-12 χρόνια, τα τελευταία χρόνια είμαι πολύ συνεπής στατιστικά, είμαι μέσα στους καλύτερους στη θέση μου σε όλες τις κατηγορίες. Οπότε νιώθω καλά, είμαι χαρούμενος και το ευχαριστιέμαι το μπάσκετ πολύ περισσότερο σε αυτές τις ομάδα παρά όταν ήμουν λίγο πιο ψηλά».

- Αυτά τα χρόνια Νώντα έχεις δημιουργήσει κάποιες συμπάθειες αλλά και κάποιες αντιπάθειες. Αυτό γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει; Είσαι παρεξηγημένο... παιδί, αν μπορούμε να το πούμε έτσι;

«Δεν θα ήθελα να είμαι αρεστός σε όλους. Αν είσαι αρεστός σε όλους είσαι... προβληματικός. Δεν γίνεται, σημαίνει ότι είσαι ψεύτικος. Εγώ είμαι αληθινός, ότι έχω να πω θα το πω, ότι έχω να δειξω θα το δείξω, δεν θα κρυφτώ ποτέ και ούτε θα πω πράγματα πίσω από την πλάτη κάποιου. Εγώ όπως σου είπα θεωρώ ότι ο μέσος Έλληνας δεν χαίρεται με την επιτυχία σου. Έχουμε τέτοιο κόμπλεξ, τόση ζήλια και τόσα προβλήματα στη ζωή μας που ξεσπάμε και βγάζουμε όλη την ένταση μας σε τρίτους ανθρώπους. Έχω συνηθίσει πάρα πολλά χρόνια. Είμαι ένα παιδί που έχω εκτεθεί και στην προσωπική μου ζωή και στο μπάσκετ και δεν έχω φοβηθεί ούτε έχω κάνει πίσω. Νομίζω έτσι θα συνεχίσω την καριέρα μου και κυρίως τη ζωή μου γιατί μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό, δηλαδή η προσωπική ζωή του αθλητή να μπλέκεται με τη δουλειά του και να κρίνουμε έναν παίκτη με το ποια έχει γκόμενα και με ποια θα βγει.

Όπως είπε και ο Μπόγρης σε μια πρόσφατη συνέντευξη του αγαπάει το μπάσκετ γιατί τον κρίνουν γι αυτό που είναι. Θα κάνει την πλάκα του και δεν θα τον παρεξηγήσουν επειδή θέλει να είναι η ψυχή της παρέας και να κάνει τους ανθρώπους γύρω του να γελάνε και δεν θα τον αποκαλέσουν ασόβαρο γι αυτό ούτε θα ασχοληθούν με ποια κοπέλα θα έχεις δίπλα του».

- Έχει υπάρξει κάποιο σχόλιο για εσένα που σε στεναχώρησε ή το θεώρησες άδικο;

«Το μόνο που με είχε στεναχωρήσει πριν χρόνια ήταν όταν είχα φύγει από το Περιστέρι τη χρονιά που πέσαμε σε τριπλή ισοβαθμία με πόντους και διαφορές και τα σχετικά που είχε ακουστεί ότι εγώ πήρα τα χρήματα των συμπαικτών μου. Κάτι το οποίο δεν ισχύει, έχω εξηγήσει στους παλιούς μου συμπαίκτες τι έχει συμβεί. Είναι το μοναδικό πράγμα στην καριέρα μου που έχει ακουστεί και με έχει ενοχλήσει επειδή ήταν ψέμματα. Από κει και πέρα ότι και να λέει ο κάθε τρίτος άνθρωπος που μπορεί να σχολιάζει αρνητικά το παπούτσι, το μαλλί, το τατουάζ ή οτιδήποτε τέτοιο είναι κάτι που δεν με απασχολεί και δεν με επηρεάζει εδώ και πολλά χρόνια στη ζωή μου. Τα έχω πάρα πολύ καλά με τον εαυτό μου».

- Αυτά τα 12 χρόνια που είσαι στον χώρο, φίλους πραγματικούς έχεις κάνει;

«Σίγουρα κάνεις φίλους, γιατί γνωρίζεις πολλούς ανθρώπους. Έχω κάνει φίλους, με τον Βλαδίμηρο (σ.σ Γιάνκοβιτς) έχουμε αδελφική σχέση, γνωριζόμαστε από τα 15, τον πάντρεψα και είναι ο καλύτερος μου φίλους. Η λέξη φίλος για μένα είναι κάτι ιδαίτερο. Γνωρίζεις πολλά παιδιά τα οποία μπορεί να μην τους θεωρείς φίλους σου αλλά έχεις το σεβασμό τους και αυτοί τον δικό σου, έχετε μια ωραία σχέση, έχετε περάσει καλά σε μια ομάδα, οπότε δημιουργείς πολλές τέτοιες σχέσεις στον αθλητισμό. Σίγουρα εμείς η γενιά του 90 που περάσαμε πολλές όμορφες στιγμές με τις Εθνικές ομάδες, είμαστε όλοι κοντά. Ας μην είμαστε κολλητοί αλλά έχουμε μοιραστεί όλοι πολλές ωραίες στιγμές από τα πρώτα μας χρόνια που ήταν και τα πιο όμορφα».

- Με τον Σλούκα και τον Παππά που ήσασταν μαζί στις μικρές Εθνικές έχετε διατηρήσει καλές σχέσεις δηλαδή;

«Με τον Κώστα επειδή έκανα το καλοκαίρι στο γυμναστήριο του προπόνηση είχαμε αρκετά συχνή επικοινωνία, συζητούσαμε πολύ. Είναι πολύ ενδιαφέρον να συζητάς με παιδιά που βρίσκονται στο τοπ επίπεδο και έχουν κατακτήσει τα πάντα. Ειδικά ο Κώστας που είναι τόσο ταπεινός γι αυτά που έχει καταφέρει και αν ακούσεις πως μιλάει καταλαβαίνεις ότι είναι πολύ αξιόλογο παιδί και το αξίζουν τα καλύτερα.

Ο Παππάς είναι ένας χαρακτήρας πιο κοντινός στον δικό μου, θα κάνουμε ακόμα περισσότερη πλάκα, είναι πολύ αυθεντικός άνθρωπος. Πολλές φορές βρισκόμαστε στην Αθήνα γιατί γνωριζόμαστε πολλά χρόνια, θα κάνουμε την βόλτα μας, θα πάμε το καλοκαίρι να παίξουμε τα μονά μας, θα δούμε τους αγώνες μας. Με τον Κασελάκη, τον Κατσίβελη και τον Σαρικόπουλο το ίδιο. Με αυτά τα παιδιά έχουμε περάσει πάρα πολλές στιγμές οπότε όταν βρισκόμαστε είναι σαν να μην έχει περάσει ούτε μια μέρα από τότε που ήμασταν 19 στο ξενοδοχείο Τζόουνς στη Γλυφάδα και ετοιμαζόμασταν για το Πανευρωπαϊκό!».

- Θα ήθελες να σε καλέσουν στην Εθνική;

«Νομίζω τα τελευταία χρόνια, αν εξαιρέσουμε τα παιδιά που παίζουν στο τοπ επίπεδο αξίζω κι εγώ μια ευκαιρία. Πιστεύω αγωνιστικά είμαι από τους Έλληνες που αξίζουν μια ευκαιρία. Αν δεν υπήρχαν τα παράθυρα δεν θα είχα ποτέ την ευκαιρία να φορέσω τη φανέλα της Εθνικής Αντρών γιατί ευτυχώς έχουμε... παιχταράδες. Είναι τιμή για όλους τους αθλητές έστω και στα παράθυρα να φορέσουν τη φανέλα και για μένα θα ήταν ανάλογη χαρά, τιμή και συγκίνηση να εκπροσωπήσω και πάλι τη χώρα μου».

- Υπάρχει κάτι στην καριέρα σου που το έχεις μετανοιώσει και θα ήθελες να το είχες κάνει διαφορετικά;

«Αν γυρνούσα τον χρόνο πίσω τώρα, δεν θα έφευγα από την ΑΕΚ. Επειδή είχα κάνει και μια συζήτηση με τον πρόεδρο τότε και ήξερα τι θα συμβεί με τον προπονητή, ήξερα ότι δεν θα συνεχιστεί η συνεργασία τους, θα μπορούσα να παραμείνω χωρίς να παίζω μέχρι να φύγει ο προπονητής γιατί ήταν δικιά του επιλογή να φύγω από την ομάδα. Γιατί στην πορεία η ΑΕΚ είχε πολύ μεγάλες επιτυχίες και «ζήλεψα» με την καλή έννοια που είδα τους φίλους μου να σηκώνουν ευρωπαϊκά κύπελλα και όχι μόνο. Πιστεύω ότι ήμουν και εγώ σε αυτή τη διαδρομή και ο Σαρικόπουλος και ο Κασελάκης που ξεκινήσαμε αυτή τη διαδρομή με την ΑΕΚ και είχαμε βάλει και εμείς ένα λιθαράκι σε αυτή την προσπάθεια. Στην αρχή ήταν το δύσκολο, γι αυτούς δηλαδή που πήγαν την πρώτη χρονιά που ανέβηκε η ΑΕΚ και πίστεψαν σε αυτή την προσπάθεια.

Αλλά κατά τ' άλλα δεν έχω μετανιώσει κάποια από τις άλλες αποφάσεις μου, όλες τις έχω κάνει συνειδητά με σκοπό το πως θα νιώθω εγώ καλύτερα, γιατί σημασία έχει να το ευχαριστιέσαι. Μόνος μου τις έχω κερδίσει τις ευκαιρίες που είχα, δεν μου έχει δοθεί κάτι απλόχερα και κάθε χρόνο προσπαθώ σε δύσκολες καταστάσεις μόνος μου να ανταπεξέλθω. Οπότε δεν θεωρώ ότι έχω κάνει κάποιο λάθος ή έχω μετανιώσει για κάποια επιλογή που έκανα».

 

-Ταλέντο, δουλειά και τύχη. Εσένα ποιο από τα τρία σε έχει καθορίσει ως τώρα στην καριέρα σου;

«Δουλειά ξεκάθαρα. Ούτε ο πιο αλτικός είμαι, ούτε ο πιο γρήγορος, ούτε ο καλύτερος σκόρερ είμαι. Πάντα δούλευα, πάντα ήμουν ταπεινός, ξόδευα πάρα πολλές ώρες στο γήπεδο. Μπορεί κάποιος να πει τα χειρότερα για μένα αλλά δεν μπορεί κανείς να πει ότι είμαι τεμπέλης ή ότι δεν δουλεύω και δεν κάνω προπόνηση. Είναι το μοναδικό πράγμα που έχω κερδίσει στην καριέρα μου που δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Ήταν αυτό που πάντα ακολουθούσα, κάθε καλοκαίρι δουλεύω πάρα πολύ, κάθε χρόνο θέλω να βελτιώνω και κάτι στο παιχνίδι μου και αυτό μου αρέσει στις ομάδες που βρίσκονται σε αυτό το επίπεδο όπως η Λάρισα, ότι είχα τα τελευταία χρόνια την ευκαιρία να δείξω μπορώ να κάνω μέσα στο γήπεδο. Παλιά ήμουν ένας ρολίστας παίκτης με αμυντικογεννή ρόλο περισσότερο, που έβγαζε ενέργεια, θα είχα κάποιες προσπάθειες στην επίθεση αλλά ότι έχω δείξει τα τελευταία χρόνια δεν το έδειχνα πιο παλιά».

- Σκέφτεσαι καθόλου το μετά; Δηλαδή το τι θα ήθελες να κάνεις μετά το μπάσκετ;

«Έχω έναν πάρα πολύ έξυπνο αδερφό ο οποίος με κατευθύνει και κάνουμε ήδη κάποια πράγματα. Ούτως ή άλλως είμαι ακόμα ενεργός στο άθλημα, έχω χρόνια ακόμα αλλά δεν θέλω να είμαι ένας βαρετός άνθρωπος, θέλω να κινούμαι και να προσπαθώ να γίνομαι καλύτερος και έξω από την μπασκετική μου ζωή. Επειδή το μπάσκετ τελειώνει κάποια στιγμή, έχω κάνει κάποια βήματα ήδη και έχω κάτι έξτρα στη ζωή μου. Σίγουρα και τώρα δηλαδή αν σταματούσα το μπάσκετ δεν θα... πεινούσα».

-Είχες μια πρόσφατη σχέση, η οποία καλώς ή κακώς πήρε δημοσιότητα. Τώρα που έχει τελειώσει το έχεις μετανιώσει;

«Όχι ήμουν συνειδητοποιημένος. Ήταν κομμάτι της δουλειάς της και της ζωής της που το είχα αποδεχτεί. Όπως και αυτή είχε αποδεχτεί ότι μπορεί να ερχόταν στο γήπεδο και να την έβριζε όλο το γήπεδο. Έτσι κι εγώ είχα αποδεχτεί ότι κάποια πράγματα που ωφελούν τη δουλειά της γιατί με αυτό ασχολείται και σε αυτόν το χώρο ανήκει. Δεν μας επηρέαζε, δεν έμπαινε στη ζωή μας και την καθημερινότητα μας. Στα μάτια του κόσμου μπαίναμε εμείς στην καθημερινότητα τους όχι αυτοί στη δική μας ζωή».

- Αν έκανε τώρα άλλη σχέση δηλαδή θα ακολουθούσες την ίδια «τακτική» ή θα ήσουν πιο προσεκτικός;

«Εγώ δεν είχα σχέση έτσι κι αλλιώς με τον χώρο της showbiz, εξαιτίας της πρώην συντρόφου μου συνέβη αυτό. Τώρα αν τύχει να ξανακάνω σχέση με κάποια κοπέλα που μπορεί να είναι πιο γνωστή από μένα, δεν είναι κάτι που με προβληματίζει ή με αγχώνει αυτό το κομμάτι. Δεν έχω κόμπλεξ σαν άντρας, αν νιώθω ότι της αξίζει όπως ένιωθα ότι άξιζε και στην πρώην σχέση μου θα έκανα κάποιες παραχωρήσεις εν γνώση μου. Πάντα στο πλαίσιο του να μην επηρεάζει τη δική μου δουλειά και να μην ξεπερνάει τα όρια και να μην δημιουργούνται προβλήματα με τις ομάδες στις οποίες αγωνίζομαι».

 

Παπαντωνίου στο SDNA: «Η απώλεια που βίωσα με... ξύπνησε, δεν με σοκάρει τίποτα πλέον»