MENU


Δύο ήταν οι βασικότεροι λόγοι που ο Παναθηναϊκός την (ξανα)πάτησε στα Γιάννενα, ανεξαρτήτως του συσσωρευμένου ξενερώματος από τα προηγούμενα χρόνια.  

Ο πρώτος βασικός λόγος αφορά το φόβο. Το φοβικό σύνδρομο, αν προτιμάτε, και την ευμετάβλητη ψυχολογία που εξακολουθεί να υφίσταται από πέρυσι στο τριφύλλι και που τροποποιείται ανάλογα με τις συγκυρίες που θα επικρατούν στη ροή ενός ματς. 

Προηγείται στο σκορ η ομάδα, αίφνης αρχίζει να παίζει με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, σαφώς πιο απελευθερωμένα και κατ’ επέκταση καλύτερα. 

Δέχεται γκολ, «μπλοκάρει», βαραίνουν μυαλό και πόδια, χάνεται η αυτοπεποίθηση, ελαχιστοποιούνται οι πρωτοβουλίες και κατ’ επέκταση η εικόνα γίνεται από ανούσια έως προβληματική. 

Ακόμη και στα φιλικά ματς υπήρχε το συγκεκριμένο φαινόμενο, ο Γιοβάνοβιτς το είχε εξ αρχής εντοπίσει και ουκ λίγες ομιλίες του στα αποδυτήρια εμπεριείχαν προτροπές και «γκάζια» για το γεγονός ότι επηρεαζόταν η ομάδα σε υπερβολικό βαθμό. 

Από κάποια ατομικά/τακτικά λάθη, από γκολ των αντιπάλων, από χαμένες ευκαιρίες τους, από πράγματα που συμβαίνουν και θα συμβαίνουν στο ποδόσφαιρο και αποτελούν δοκιμασίες που πρέπει να ξεπεράσεις για να φτιάξεις «μέταλλο». 

Είναι ίδιον των ομάδων με «μέταλλο» το να παραμένουν εντός… τροχιάς και αγωνιστικής φιλοσοφίας, ανεξαρτήτως του αν θα τους… πάει ένα ματς ή όχι. 

Ο Παναθηναϊκός έχει δρόμο ακόμα να διανύει για να μοιάζει με «ρομπότ» στον αγωνιστικό χώρο και να έχει ισορροπία στη ψυχολογία του ως σύνολο. 

Διότι ως σύνολο πρέπει να κρίνεται, να διαμορφώνεται και να πορεύεται, όχι ως ξεχωριστές μονάδες.

Προφανώς αυτό δεν μπορεί να αλλάξει από την μία μέρα στην άλλη μ’ ένα μαγικό ραβδάκι, αλλά τα χρονικά περιθώρια είναι ελάχιστα και κατά συνέπεια επιβάλλεται να προκύψει άμεσα η καλύτερη δυνατή «χημεία», με όσο το δυνατόν πιο δυνατούς, πνευματικά και ποιοτικά, παίκτες στην ενδεκάδα. 

Ο Παναθηναϊκός ποδοσφαιρικά είναι σαφές ότι έχει κάνει βήματα προόδου σε σχέση με την περυσινή αθλιότητα. 

Με γκολ στο 5’, πέρυσι, στο ίδιο γήπεδο, είναι αμφίβολο εάν θα έβγαζε έστω μία υποτυπώδης αντίδραση, ενόσω είναι ξεκάθαρο ότι η μετάβαση στο ποδόσφαιρο ελέγχου και πρωτοβουλίας, ανεξαρτήτως των αποτελεσμάτων στα δύο πρώτα ματς του πρωταθλήματος, δεν θα μπορούσε να γίνει αναίμακτα. 

Ακόμη είμαστε στην αρχή του ξεκινήματος της σεζόν και όλες οι ομάδες, όχι μόνο ο Παναθηναϊκός, βρίσκονται σε φάση διαμόρφωσης της ποδοσφαιρικής τους ταυτότητας. 

Θα έχουν τα πάνω και τα κάτω τους και το κυρίαρχο ζητούμενο είναι η απόκτηση διάρκειας, βελτίωσης, ισορροπίας συναισθημάτων κατά τη διάρκεια των αγώνων και μεταξύ αυτών και κυρίως η διαχείριση των άσχημων αποτελεσμάτων. 

Η ανασύνταξη ενόψει του ματς με τον Αρη στη Θεσσαλονίκη είναι επιβεβλημένη και ταυτόχρονα πολύ σημαντική για την εξέλιξη και την αυτοπεποίθηση της ομάδας. 

Ο δεύτερος βασικός λόγος που ο Παναθηναϊκός την (ξαπα)πάτησε στα Γιάννενα είναι αμιγώς ποδοσφαιρικός. Ο ΠΑΣ είναι μία ομάδα που έχει αλλάξει φιλοσοφία σε σχέση με πέρυσι, αμύνεται πίσω από τη μπάλα με 4-4-2 και διπλή ζώνη άμυνας χώρου και προσπαθεί με μεγάλες μπαλιές προς τους δύο επιθετικούς να βγει απειλητικά στο επιθετικό τρανζίσιον. 

Ο Περέα είναι η βασική στόχευση των μεγάλων μπαλιών από την άμυνα προς το τελευταίο τρίτο (είναι ταμάμ ο Κολομβιανός σε τέτοιο στιλ παιχνιδιού, με δεδομένη τη μαχητικότητα, τη δύναμη και την ταχύτητά του, σε αντίθεση με το ποδόσφαιρο κατοχής όπου οι χτυπητές τεχνικές αδυναμίες του δεν του επιτρέπουν να ξεχωρίσει σε συνδυαστικό ποδόσφαιρο).

Ανασταλτικά, ο Παναθηναϊκός είχε σημαντικό πρόβλημα με την αναχαίτιση του συγκεκριμένου τρόπου παιχνιδιού και ο Σάρλια στο πρώτο ημίχρονο έμοιαζε με έρμαιο στις ορέξεις του Κολομβιανού στράικερ. Στο δεύτερο βελτιώθηκε αισθητά, αλλά η ζημιά είχε γίνει. 

Το μεγαλύτερο, εντούτοις, πρόβλημα του Παναθηναϊκού ήταν η αδυναμία δημιουργίας υποσχόμενων ευκαιριών, απέναντι σε οργανωμένη άμυνα, μια και: 

Α)ο ΠΑΣ είχε εξαιρετικές/άμεσες επιστροφές στο αμυντικό του τρίτο (αμυντικό τρανζίσιον) και ήταν σχεδόν πάντα άρτια οργανωμένος πίσω από τη μπάλα. 

Β)ο Παναθηναϊκός είχε αργό ρυθμό ανάπτυξης με τη μπάλα στα πόδια, καθυστερούσε να αλλάξει πλευρές για να δημιουργήσει καταστάσεις απομόνωσης και υπεραριθμίες. 

Οταν, όμως, συναντάς, οργανωμένη, διπλή ζώνη άμυνας και θέλεις να δημιουργήσεις ρήγματα και υποσχόμενες ευκαιρίες, θα πρέπει να διαθέτεις μεσοεπιθετικούς με ατομικές ενέργειες στο τελευταίο τρίτο του γηπέδου και με εμπνεύσεις.  

Ο Παναθηναϊκός στα Γιάννενα είχε σε καλή βραδιά μόνο έναν (στους τέσσερις), τον Ματέους Βιτάλ, κυρίως στο πρώτο ημίχρονο. Ο Λούντκβιστ και ο Αϊτόρ ήταν εκτός ματς, ο Καρλίτος το ίδιο, εκτός του ότι ήταν πλήρως αποκομμένος. 

Με έναν στους τέσσερις μεσοεπιθετικούς, δεν κερδίζεις εκτός έδρας, πολύ περισσότερο όταν δεν μπορείς να εκμεταλλευτείς έστω τις στατικές φάσεις, για να ισοφαρίσεις και να ξαναμπείς στο ματς με ανεβασμένη ψυχολογία. 

Προφανώς ο Γιοβάνοβιτς δεν ήθελε να αλλάξει την ομάδα μετά τη νίκη στην πρεμιέρα, αλλά δεν του βγήκε. Στην πράξη αποδείχθηκε ότι έπρεπε να είχε κάνει κάποιες αλλαγές στο αρχικό σχήμα. 

Το ελπιδοφόρο, μεσοεπιθετικά, είναι ότι υφίστανται ως έξτρα λύσεις στην ομάδα παίκτες όπως οι Παλάσιος, Βιγιαφάνιες και Χατζηγιοβάνης και άρα υπάρχει χώρος για άμεση ανακατανομή ρόλων προκειμένου να δημιουργηθεί ένα πιο αποδοτικό μείγμα ενόψει της δύσκολης συνέχειας και ανάλογα με τον εκάστοτε αντίπαλο. 

Η ανάγκη να αποκτήσει «μέταλλο» και να γίνουν μεσοεπιθετικές αλλαγές!