MENU
Χρόνος ανάγνωσης 8’

Όραμα του Φλορεντίνο Πέρεθ ήταν πάντα το χρήμα...

0

Τον Δεκέμβριο του 2015, μετά την ήττα από τη Μπαρτσελόνα στο clasico σύσσωμο το «Σαντιάγο Μπερναμπέου» του ζητούσε να σηκωθεί να φύγει. Τα συνθήματα και η γιούχα συνεχίστηκαν και στο επόμενο παιχνίδι πρωταθλήματος με τη Χετάφε. Ο Πέρεθ αγέρωχος από το πάλκο των επισήμων του γηπέδου, απλά έκανε ότι δεν άκουγε.

Το σκίτσο της καταλανικής εφημερίδας «Sport» μετά το παιχνίδι με τους «μπλαουγκράνα» ήταν τόσο καυστικό όσο και αντιπροσωπευτικό του ρόλου και της εξουσίας που έχει ο Πέρεθ, τουλάχιστον, στην ποδοσφαιρική Ρεάλ. «Μετά την ήττα από τη Μπαρτσελόνα έγινε σύσκεψη του προέδρου, του προπονητή και του τεχνική διευθυντή» έγραφε το σκίτσο που απεικόνιζε τον Πέρεθ και στους τρεις ρόλους.

Δεν ήταν μόνο οι 80.000 του «Σαντιάγο Μπερναμπέου», αλλά και οι εκατομμύρια οπαδοί των Μαδριλένων σε όλο τον κόσμο που ζητούσαν από τον Πέρεθ να πάρει τον τότε προπονητή της ομάδας, Ράφα Μπενίτεθ, και να φύγουν παρέα. Κι, όμως, είναι ο πρόεδρος που δημιούργησε τους «γκαλάκτικος» παίρνοντας όποιον σταρ της μπάλας υπήρχε από το κέντρο και μπροστά, μια ομάδα βέβαια που μπορεί να πήρε το Τσάμπιονς Λιγκ το 2002, αλλά στη συνέχεια έμεινε μακριά από τους ευρωπαϊκούς τίτλους, μέχρι να επιστρέψει το 2014. Έφτιαξε μια ομάδα με τους Μπέκαμ, Ζιντάν, Φίγκο, Ραούλ, Ρονάλντο, όπου όλοι έπρεπε να παίζουν βασικοί ακόμα και αν δεν αγωνίζονταν στη θέση τους, έδιωξε το μηχανάκι της μεσαίας γραμμής, Κλοντ Μακελελέ, επειδή ήταν αντιεμπορικός, σπατάλησε τελικά ένα σωρό εκατομμύρια για να μείνει με ένα Τσάμπιονς Λιγκ.

Δημιουργώντας τους galacticos

Έμαθε από το πάθημα; Όχι, βέβαια. Τέλη Φεβρουαρίου του 2006, ο Πέρεθ αποφάσισε να βοηθήσει την ομάδα της καρδιάς του να αποκτήσει μια νέα πνοή και παραιτήθηκε. Τον Μάιο του 2009 ανακοίνωσε την επιθυμία του να είναι και πάλι υποψήφιος. Με δεδομένο ότι ήταν και μοναδικός, επέστρεψε στην προεδρία της Ρεάλ το καλοκαίρι του 2009. Ο, γεννημένος το 1947 στη Μαδρίτη, πολιτικός μηχανικός είχε και άλλα πλάνα στο συρτάρι του. Ήθελε να χτίσει μια ομάδα δημιουργώντας μια δεύτερη γενιά «γκαλάκτικος». Τεχνικός διευθυντής δεν χρειάζεται, ο Πέρεθ ξέρει ποιους να πάρει. Κριστιάνο Ρονάλντο από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Κακά από τη Μίλαν, Καρίμ Μπενζεμά από τη Λιόν, Τσάμπι Αλόνσο από τη Λίβερπουλ, μεταξύ άλλων, το πρώτο καλοκαίρι της δεύτερης θητείας του. Και τον Μάιο του 2010, ίσως επειδή κουράστηκε να κάνει τον προπονητή, προσλαμβάνει έναν... καλύτερό του: τον Ζοζέ Μουρίνιο.

Στην πρώτη του σεζόν o «Special One» έφτασε την ομάδα στα ημιτελικά του Τσαμπιονς Λιγκ, όπου αποκλείστηκε από την Μπαρτσελόνα, αλλά κατέκτησε το κύπελλο Ισπανίας κόντρα στους «μπλαουγκράνα» και χάρη σε γκολ του Ρονάλντο. Τη σεζόν 2011-2012, κατέκτησε το πρωτάθλημα, αφού έσπασε αρκετά ρεκόρ. Ό,τι αρχίζει ωραίο τελειώνει με πόνο, όμως, και αν έρθεις σε κόντρα με τον Πέρεθ, ο χαμένος θα είσαι εσύ. Ο Πορτογάλος αποχώρησε το 2013 με τον πρόεδρο του συλλόγου να τον... σφάζει με το γάντι. «Επανέφερε την Ρεάλ στη θέση που της αξίζει. Στην Ρεάλ Μαδρίτης είμαστε συνηθισμένοι και περήφανοι με την ένταση, όμως με τον Μουρίνιο έφτασε σε ανυπόφορα επίπεδα».

Ο Πέρεθ συνέχιζε να κάνει εντύπωση ξοδεύοντας 100 εκατομμύρια ευρώ για να πάρει τον Γκάρεθ Μπέιλ και 80 εκατομμύρια ευρώ, το καλοκαίρι του 2014,για να αποκτήσει τον Χάμες Ροδρίγκες, ο οποίος ήταν εντυπωσιακός στο Μουντιάλ της Βραζιλίας. Τα... ψώνια του προέδρου - τεχνικού διευθυντή αφορούν καθαρά την μεσοεπιθετική γραμμή της ομάδας. Στις άλλες θέσεις περιορίζεται σε πιο οικονομικές λύσεις, ενώ φροντίζει να απομακρύνει και παίκτες που δεν καλύπτουν την αισθητική του. Έτσι, ο Άνχελ Ντι Μαρία γίνεται νέος Μακελελέ, χωρίς να έχει σημασία αν αυτές οι αποχωρήσεις στοιχίζουν αγωνιστικά.

Το καλοκαίρι του 2014 αποφάσισε να μην συνεχίσει τη συνεργασία του με τον Κάρλο Αντσελότι. Ναι, η Ρεάλ δεν είχε κατακτήσει εγχώριο τίτλο εκείνη τη σεζόν (το δέκατο Ευρωπαϊκό ξεχάστηκε γρήγορα), αλλά ποιος αμφέβαλε για τις ικανότητες του Ιταλού; Ρητορική είναι η ερώτηση. Αμφέβαλε ο Πέρεθ κι ας μην είχε ακουστεί κακή κουβέντα για τον Αντσελότι στα αποδυτήρια της ομάδας. Και ποιον πήρε στη θέση του; Όχι τον Κλοπ που ήταν ελεύθερος, όχι τον Έμερι, που μόλις είχε κατακτήσει το Γιουρόπα Λιγκ, αλλά τον Ράφα Μπενίτεθ.

Ο μεγάλος μεταγραφικός στόχος του προέδρου - τεχνικού διευθυντή - προπονητή ήταν ο Νταβίδ ντε Χέα. Ο Πέρεθ έκανε τα πάντα για να τον πάρει στη Μαδρίτη, διώχνοντας ακόμα και τον Ίκερ Κασίγιας. Η υπόθεση κατέληξε σε ένα κάζο (θα λέγαμε άνευ προηγουμένου αν δεν είχε ακολουθήσει το κάζο με την παράτυπη χρησιμοποίηση του Τσέριτσεφ στο παιχνίδι Κυπέλλου με την Κάντιθ) καθώς την τελευταία ημέρα των μεταγραφών, την ύστατη ώρα, η Ρεάλ δεν κατάφερε να δηλώσει τον ντε Χέα επειδή δεν άνοιγε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου... Ή δεν λειτουργούσε το φαξ στα γραφεία του συλλόγου. Δεν έχει σημασία, έτσι κι αλλιώς, ο ερασιτεχνισμός έμεινε στην ιστορία!

Αλλαγή προπονητών σαν τα... πουκάμισα

Με τους προπονητές, επίσης, έχει... θεματάκι. Κατά την πρώτη θητεία του (2000-2006), η ομάδα άλλαξε έξι προπονητές κι ας είχε επί τρία χρόνια τον ίδιο: ο... ήρωας ήταν ο Βιθέντε Ντελ Μπόσκε. Ο Κάρλος Κεϊρόζ, ο Χοσέ Αντόνιο Καμάτσο, ο Μαριάνκο Γκαρθία Ρεμόν, ο Βαντερλέι Λουξεμπούργκο και ο Χουάν Ραμόν Λόπεθ Κάρο ήταν οι υπόλοιποι. Κατά τη δεύτερη θητεία του Πέρεθ, δηλαδή από το 2009 μέχρι σήμερα, έχουν περάσει άλλοι τόσοι τεχνικοί: ο Μανουέλ Πελεγκρίνι, ο Ζοζέ Μουρίνιο, ο Κάρλο Αντσελότι και ο Ζινεντίν Ζιντάν ήταν πιο τυχεροί από τον Ράφα Μπενίτεθ και τον Ζούλεν Λοπετέγι, οι οποίοι απολύθηκαν. Ο Σαντάγο Σολάρι ήταν απλά υπηρεσιακός. 

Ουδείς, βέβαια, μπορεί να κατηγορήσει τον Πέρεθ ότι κρύβεται. Κάθε άλλο. Όποτε χρειαστεί, εμφανίζεται ενώπιον των δημοσιογράφων για να δικαιολογήσει τα (συνήθως) αδικαιολόγητα. Αγέρωχος, σαν να μην τον αγγίζει τίποτα, σαν να μην διαβάζει εφημερίδες, σαν να μη βλέπει τηλεοπτικά ρεπορτάζ, σαν να μην ακούει το «Σαντιάγο Μπερναμπέου» να δονείται από τις αποδοκιμασίες σε βάρος του. Αυτός είναι ο πρόεδρος, αυτός έχει την εξουσία, αυτός θα κάνει ό,τι θέλει. Ίσως είναι το απωθημένο του από τα χρόνια του σχολείου, ποτέ δεν ήταν στους πρώτους μαθητές και στη μπάλα δεν τον ήθελαν. Για να παίζει τους έλεγε ότι είναι καλός τερματοφύλακας, ώστε να έχει μια θέση στην ομάδα. Τελικά τα παράτησε και ασχολήθηκε με το χάντμπολ. Το απωθημένο, όμως, ήταν μέσα του. Ακόμα κι αν έφτασε στην 10η θέση των πιο πλούσιων Ισπανών κι αν μπήκε στην σχετική παγκόσμια λίστα του «Forbes» το απωθημένο του με τη Ρεάλ (και το ποδόσφαιρο) παραμένει.

Διαβάστε τι έχει αφηγηθεί ο Ρουίθ Θαραμπό, διευθυντής εφορίας, από το 1998 μέχρι το 2001, σε μια περίοδο που διεξαγόταν έρευνα από τη Δίωξη Οικονομικού Εγκλήματος για ένα οικονομικά σκάνδαλα στα οποία εμπλεκόταν ο μαδριλένικος σύλλογος. «Ο Πέρεθ είχε μπει στα γραφεία του υπουργείου Οικονομικών και ζήτησε να δει τον γενικό γραμματέα Ενρίκε Χιμένεθ-Ρέινα. Αυτός τον δέχθηκε με μεγάλη χαρά. Ο Πέρεθ εισέβαλε στο γραφείο και άρχισε να βρίζει θεούς και δαίμονες. Μιλούσε μάλιστα με τόσο υποτιμητικό τρόπο στον Ρέινα λες και δεν είχε μπροστά του κάποιο σημαντικό πρόσωπο αλλά τον τελευταίο υπάλληλο της εταιρείας του. Κάτι που και πάλι θα ήταν λάθος. Τον θυμάμαι, φεύγοντας, να απειλεί πως αν δεν σταματήσει αμέσως η έρευνα, θα πάρει την ομάδα και θα αποχωρήσει από το πρωτάθλημα».

Ο υπάλληλος που έγινε μεγιστάνας

Ο Πέρεθ σπούδασε στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Πολυτεχνείου της Μαδρίτης και εργάστηκε για το δημόσιο τα πρώτα χρόνια. Δούλεψε ως διοικητικός υπάλληλος στον δήμο της Μαδρίτης, αλλά προφανώς αυτή η δουλειά δεν ήταν καθόλου στα… μέτρα του. Κατάφερε να πάρει μια θέση στο υπουργείο Δημοσίων Έργων και Μεταφορών, αλλά ούτε αυτή η προαγωγή ήταν αρκετή. Μετά το αποτυχημένο πέρασμά του από την πολιτική, αποφάσισε να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις. 

Αρχικά αγόρασε μια μικρή χρεοκοπημένη κατασκευαστική επιχείρηση με την επωνυμία Padrós και κατάφερε να την κάνει κερδοφόρα. Ήταν το πρώτο βήμα για το χτίσιμο της αυτοκρατορίας του.  Το 1993, μετά τη συγχώνευση της Padrós με μια άλλη μεγάλη εταιρεία, ο Pérez έγινε ένας σημαντικός παράγοντας στις παγκόσμιες επιχειρήσεις και ίδρυσε την ACS, μια από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες του κόσμου. Επόμενο βήμα στην καριέρα του ήταν η εμπλοκή με το ποδόσφαιρο. 

Το 2016 τα εισοδήματά του έφτασαν τα έξι εκατομμύρια ευρώ, ενώ η συνολική περιουσία του ανέρχεται στα δύο δισεκατομμύρια ευρώ! Οι δουλειές, λοιπόν, πηγαίνουν καλά. Η κατασκευαστική εταιρεία του φτιάχνει από γήπεδα και ξενοδοχεία, μέχρι μουσεία, γέφυρες και ολόκληρες πολιτείες στο Μεξικό, στην Βραζιλία, στην Αργεντινή, στις ΗΠΑ, αλλά και στην νέα αγορά της Κίνα. Ο ίδιος έχει κύκλο εργασιών της τάξης των 2,8 δις ευρώ ετησίως!

Διατηρεί εξαιρετικές σχέσεις με τους δημοσιογράφους και αυτός είναι άλλος ένας παράγοντας της… επιτυχίας του. Συζητά μαζί τους, ακούει τη γνώμη τους, αλλά από την άλλη έχει τη δύναμη να λογοκρίνει ειδήσεις που αφορούν τον ίδιο ή τη Ρεάλ και αντίστοιχα μπορεί να «επιβάλει» τη δημοσίευση άλλων να επιβάλει, δηλαδή, την προπαγάνδα του. 

Θέλει να... σώσει το ποδόσφαιρο, λέει τώρα, με τη δημιουργία της European Super League. 

«Πρέπει να καταλάβουν ότι τα πράγματα δεν είναι όπως δέκα χρόνια πριν. Πρέπει να υπάρξει διάλογος. Λένε ότι το νέο Τσάμπιονς Λιγκ θα ξεκινήσει το 2024, αλλά έως τότε θα έχουμε πεθάνει! Αυτοί πιστεύουν ότι οι θεσμοί είναι δικοί τους αλλά δεν είναι. Δεν πρόκειται να μας πετάξουν ούτε από το Τσάμπιονς Λιγκ ούτε από το πρωτάθλημα, είμαστε πλήρως ασφαλείς. Αυτές οι ομάδες αντιπροσωπεύουν 2 δισεκατομμύρια φιλάθλους σε όλο τον κόσμο. Θα υπάρχει VAR στην Super League, financial fair play και σταθερότητα για τις ομάδες, οι διαιτητές θα επιλεγούν με επαγγελματικά κριτήρια. 

Θέλουμε να κάνουμε το ίδιο όπως στο μπάσκετ. Όταν δεν έχεις άλλο έσοδο από το τηλεοπτικό, η λύση είναι να δίνεις πιο ελκυστικούς αγώνες. Έτσι, αντί για το Τσάμπιονς Λιγκ θα έχουμε την Super League για να μειώσουμε τη ζημιά. Οι ομάδες έχουν χάσει 5 δισεκατομμύρια ευρώ. Μόνο η Ρεάλ Μαδρίτης τα δύο τελευταία χρόνια έχει 400 εκατομμύρια ευρώ. Περνάμε μία πολύ δύσκολη στιγμή. Το ποδόσφαιρο πρέπει να εξελιχθεί, όπως οι επιχειρήσεις, οι άνθρωποι και οι νοοτροπίες» λέει. 

Κι αν κάποιοι, τελικά, τον κατηγορούν δεν έχει σημασία. «Υπάρχουν και αυτοί που δεν μας αγαπούν» απαντά χρησιμοποιώντας πληθυντικό μεγαλοπρέπειας. Όπως, δηλαδή, θα απαντούσε ένας βασιλιάς. Ακόμα κι αν ο λαός ξεσηκώνεται εναντίον του… 

Όραμα του Φλορεντίνο Πέρεθ ήταν πάντα το χρήμα...