Ξέρω, ξέρω. Μεγάλη κουβέντα... Κουβέντα πάντα επίκαιρη στη δημοκρατική πατρίδα μας που αποδεδειγμένα δεν βγάζει ποτέ, πουθενά, καθότι εξ ορισμού η πλευρά στην οποία απευθύνεται ο διάλογος δεν θέλει να έχει καμία σχέση με τέτοιες παράξενες διαδικασίες: διαλόγους, δικαιώματα, ελευθερίες και τα λοιπά. Παρ' όλα αυτά, όπως είχε γράψει σε ένα από τα αριστουργήματά του με τίτλο «Τα Χαστουκόψαρα» ένας μεγάλος λόγιος των ημερών μας, μπορεί σε αυτή την κουβέντα να μην απαντηθούν τα ερωτήματα, όμως τουλάχιστον θα τεθούν, οπότε κάτι δεν είναι κι αυτό;
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν πάλι από την αλφαβήτα, από τα βασικά, μιας και τις τελευταίες μέρες ξαναπαίζεται... μπαλίτσα, με τη Δίκη της Χ.Α., με το προσφυγικό, με τα random παραληρήματα πατριωτών: κανείς σε αυτή τη χώρα δεν έχει περισσότερα δικαιώματα στη φυσιολογική ζωή από τον διπλανό του. Κανείς. Ούτε αυτός που έχει 100% αγνό, ατόφιο DNA από το γένος των «Ελ» και προέρχεται από το γενεαλογικό δέντρο του Πλάτωνα, ούτε εγώ που προέρχομαι από το Λιθοβούνι Αιτωλοακαρνανίας με γονείς τον μπαρμπα-Μήτσο και την κυρα-Γεωργία, ούτε εσύ που γεννήθηκες από Ελληνίδα μάνα και Αλβανό πατέρα, ούτε εσύ που γεννήθηκες εδώ, Έλληνας από Νιγηριανούς γονείς, ούτε ο Σύρος μετανάστης που έφυγε χθες από την πατρίδα του με το μωρό αγκαλιά για να επιβιώσει από τον πόλεμο στην πατρίδα, αλλά το μωρό δεν είχε την τύχη να επιβιώσει από το «τυχαίο» ναυάγιο στο Αιγαίο.
Ένα πρώτο εξαιρετικά προφανές συμπέρασμα για αυτή την υπέροχη, τη δημοκρατική τη φιλόξενη χώρα που ζούμε -διαφωνεί κανείς;- είναι ότι κανένας από τους παραπάνω δεν έχει το δικαίωμα να προάγει και να προωθεί την ιδεολογία, την κοσμοθεωρία, τις απόψεις και πεποιθήσεις του ως «καλύτερες» από του άλλου. Ειδικά όσοι έχουν πρόσβαση σε δημόσιο λόγο ή θεωρούνται δημόσια πρόσωπα -όπως κι αν ορίζεται αυτό. Οι συγκεκριμένοι είναι που δεν γίνεται να χρησιμοποιούν το προνόμιο αυτό ώστε να κάνουν κάλεσμα στα όπλα, ώστε να συντηρούν στην επικαιρότητα μια -μειοψηφική θέλω ακόμη να πιστεύω- ρητορική μίσους και ξενοφοβίας, θεωρώντας πως εκείνη τη στιγμή υπερασπίζονται την πατρίδα, τον συνάνθρωπο, την οικογένειά τους. Απέναντι σε έναν μονίμως αόρατο εχθρό.
Ακόμη χειρότερα, όταν το κάνουν αυτάρεσκα, ώστε να ικανοποιήσουν την βαθιά -σε κλινικό βαθμό- ανάγκη τους για προβολή και παραμονή στο επίκεντρο της επικαιρότητας, αγνοώντας φυσικά τους πιο βασικούς κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς, τους πιο βασικούς κανόνες ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αγνοώντας (;) τις συνέπειες των λεγομένων και των πράξεών τους σε μια κοινωνία που βράζει εδώ και χρόνια, αγνοώντας πόσο επικίνδυνοι γίνονται για την εύρυθμη λειτουργία της, ή ακόμη παραπάνω για την ίδια τη ζωή. Όχι μόνο τη ζωή των «κατώτερων μορφών ζωής», των μιασμάτων που θεωρούν ότι μολύνουν την πατρίδα τους, αλλά για τη ζωή των παιδιών τους που αύριο-μεθαύριο μπορεί να βρεθούν σε μια face to face τέτοιου είδους «συζήτηση».
Ένα επόμενο προφανές συμπέρασμα είναι λοιπόν ότι εγώ δεν μπορώ να πω στον Αλέκο Αλεξανδρή ότι κακώς είναι ρατσιστής. Σε μια δημοκρατική κοινωνία δεν πρέπει να ενοχλεί κανέναν αν ο Αλέκος θεωρεί ότι όλοι οι πρόσφυγες είναι εισβολείς, βρωμάνε, είναι κατά συρροή βιαστές ανηλίκων και συζυγοκτόνοι εκ πεποιθήσεως. Δηλαδή τι θα έπρεπε να γίνεται στη Γερμανία και την Αυστρία; Δείτε πως λειτουργούν εδώ και δεκαετίες οι κοινωνίες της κεντρικής Ευρώπης, από τις οποίες εννοείται και πως δεν ξεριζώθηκε ποτέ το φαινόμενο. Μια χαρά πολιτισμένα και αρμονικά ζουν όλοι μαζί. Εξαιρέσεις υπάρχουν; Φυσικά. Παραμένουν τέτοιες όμως.
Αν σε αυτά τα μυαλά λοιπόν κατοικούν αυτές οι σκέψεις, αν ο χ Αλέκος δυσκολεύεται ακόμη να ταΐσει τα παιδιά του επειδή έφαγε όλα τα λεφτά του ζάπλουτου αφεντικού του σε Ferrari, ώστε τώρα να πιστεύει ότι η λύση στα προβλήματά του είναι με κάποιο πραγματικά αόριστο και ασαφή τρόπο κάτι αντίστοιχο με την Τελική Λύση του Αδόλφου, πραγματικά δεν με πειράζει. Αρκεί να μην το προωθεί, αρκεί να μην το επιδιώκει και αρκεί να καταλαβαίνει που σταματούν οι δικές του ελευθερίες και που αρχίζει να δημιουργεί το παραμικρό πρόβλημα στον διπλανό του.
Άπαντες μπορούν να ακολουθούν σαν φιλοσοφία ζωής μια πολύ συγκεκριμένη πολιτική ή κοινωνική θεωρία. Καθένας έχει το δικαίωμα να είναι όσο αριστερός, δεξιός, ή ακόμη και όσο ακροδεξιός/ακροαριστερός θέλει. Μπορείς ακόμη να νομίζεις ότι ο κομμουνισμός είναι κάτι το ρεαλιστικό, ακόμη κι αν απέτυχε παταγωδώς παντού και πάντα. Μπορεί να θεωρείς ότι η κατάργηση των συνόρων, η κατάργηση των νόμων και των θεσμών, η αναρχία, είναι κάτι που θα σου επιτρέψει να ζεις πιο εύκολα. Μπορείς φίλε μου να θεωρείς ότι η πρόοδος και η ευημερία ενός τόπου, βρίσκεται στην αγάπη για την πατρίδα, τη θρησκεία, την οικογένεια. Ή μπορεί να θεωρείς ότι βρίσκεται στην ελεύθερη αγορά και τον κατά συρροή καπιταλισμό. Μπορείς ελεύθερα να πιστεύεις τόσο βαθιά στον απόλυτο συντηρητισμό που να κάνεις την ασπαρτάμη και όλη τη λίστα των Ε να φαντάζουν αγνό παρθένο ελαιόλαδο μπροστά σου. Δικαίωμά σου, από τη στιγμή που δεν ενοχλείς κανέναν, Αλέκο μου.
Το πρόβλημα αρχίζει και εμφανίζεται ξεκάθαρα μπροστά στα μάτια μου -και θέλω να πιστεύω κάθε φυσιολογικού ανθρώπου- όταν οι σκιές κρύβουν τα όρια. Όταν τα όρια χάνονται μέσα στο μίσος, μέσα στον οχετό της ανεξέλεγκτης, αφιλτράριστης παπαρολογίας των social media. Όταν η έλλειψη στοιχειώδους μόρφωσης, κοινωνικής παιδείας, οικογενειακής εκπαίδευσης, διεξόδων, ευκαιριών και εν τέλει μέλλοντος, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στο πιο σκοτεινό και επικίνδυνο κελί του ανθρώπινου μυαλού. Όταν ακόμη κι όταν βρεις το δρόμο για την άκρη του τούνελ, όταν σου δώσουν τον χάρτη για να βγεις από τον λαβύρινθο, εσύ θα χάσεις και το τελευταίο ελαφρυντικό που θα σου απομένει, κάνοντας τη συνειδητή επιλογή: Του φασισμού. Του ναζισμού. Ή όπως στην τελευταία περίπτωση που εμφανίστηκε στην επικαιρότητα, του ρατσισμού που δεν καταλαβαίνει καν ότι είναι ρατσισμός αυτοβαφτίζεται ως πατριωτισμός και ζει στο μικρό σπιτάκι που έχει κοινή αυλή με τις δύο παραπάνω «φιλοσοφίες».
Εκεί αγαπητέ Αλέκο, λυπάμαι, θα με βρεις απέναντί σου. Όχι, δεν θα προσπαθήσω να σε φιμώσω. Δεν θα προσπαθήσω να σε βλάψω ποτέ και για κανένα λόγο. Δεν θα προσπαθήσω καν να σε προσβάλω παραθέτοντας μια λίστα πραγμάτων που μπορεί να έχεις κάνει ή δεν έχεις κάνει στη ζωή σου και ως συνέπεια αυτών θα έπρεπε να είσαι ο τελευταίος που θα είχε δικαίωμα να μιλά για βιοπάλη, για χρέη σε τράπεζες, για επιδόματα, δεδουλευμένα και συντάξεις που δικαιούσαι και δεν θα τα πάρεις ποτέ, για τρόπο ζωής ανθρώπων που γεννήθηκαν σε εμπόλεμες ζώνες, για σεβασμό στη γυναίκα, για σεβασμό σε μια συγκεκριμένη στάση ζωής όπως η θρησκεία που επέλεξες να πιστεύεις. Και δεν θα το κάνω όχι επειδή μπορεί να με ενοχλεί η ύπαρξή σου στο 100% ή επειδή για αυτόν που κάνει copy-paste την άποψη κάποιου άλλου γνωρίζοντας ότι ο ίδιος δεν μπορεί να βάλει δύο λέξεις στη σωστή σειρά, εγώ μπορεί να θεωρώ πως η νοημοσύνη του δεν είναι επαρκούς βεληνεκούς όχι μόνο για να κάνουμε διάλογο, αλλά και για να αναπνέουμε τον ίδιο αέρα.
Αντιθέτως, το μόνο που θα προσπαθώ πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις να κάνω, είναι να συνεχίσω να προσπαθώ να σου εξηγώ.
Να σου εξηγώ ότι όλοι οι άνθρωποι γεννήθηκαν ίσοι, αλλά δεν είχαν ίσες ευκαιρίες για μια φυσιολογική ζωή.
Να σου εξηγώ τα αυτονόητα- ότι ο Αφγανός, ο Σύρος, ο Πακιστανός «μαλάκας» στον οποίο ουρλιάζεις τώρα σαν σχιζοφρενής, άκουγε τις ίδιες ακριβώς μαλακίες που μπορεί να άκουγε ο παππούς σου που έφυγε για την Αμερική το '20, η γιαγιά σου που εκδιώχθηκε από το σπίτι της στη Σμύρνη ή ο πατέρας σου που έφυγε το '60 για τη Γερμανία. Από κάποιον αντίστοιχο Νεοϋορκέζο, Τούρκο ή Βαυαρό μαλάκα.
Να σου εξηγώ ότι η αγαπημένη σου θρησκεία είναι αφενός η πρώτη που κατάσφαξε τους πάντες και τα πάντα στο διάβα της, αφετέρου, στην απόλυτη ουσία της, ότι κηρύττει έναν τρόπο ζωής που δεν έχει την παραμικρή σχέση με όλα όσα είσαι και όλα όσα πιστεύεις.
Να σου εξηγώ ότι όλες οι μαλακίες που κατά καιρούς γράφεις (ή κοπιάρεις) -και έχεις κάθε δικαίωμα να το κάνεις- είναι από άχρηστες έως εντελώς επικίνδυνες για τα παιδιά που μεγαλώνουν σε μια ήδη εξαιρετικά επικίνδυνη κοινωνία και εξακολουθούν να σε θεωρούν ίνδαλμά τους, επειδή κάποια στιγμή στη ζωή σου κλώτσησες ένα κομμάτι πανί γεμάτο αέρα, μέσα σε ένα δίχτυ κρεμασμένο από τρία σίδερα.
Να σου εξηγώ ακόμη και σήμερα, 9 Νοεμβρίου του 2019, ότι όλοι οι άνθρωποι, είτε βρωμάνε, είτε είναι χοντροί ή λεπτοί, είτε μαύροι ή κίτρινοι, είτε μπήκαν λαθραία, κατά λάθος ή αναγκαστικά στη χώρα σου, είτε πλούσιοι ή φτωχοί, θα έπρεπε επιτέλους να έχουν τα ίδια γαμημένα δικαιώματα, τις ίδιες υποχρεώσεις και ίση ευκαιρία με τον διπλανό τους για να ζουν αρμονικά, σαν άνθρωποι, ο ένας δίπλα στον άλλο.
Να σου εξηγώ ότι όλοι έχουν δικαίωμα στο λάθος, όλοι έχουν δικαίωμα στην βελτίωση του εαυτού και της ζωής τους και το δικαίωμα να κερδίζουν τον πατέρα τους δίκαια στο τάβλι.
Και για αυτό ακριβώς είναι που θα συνεχίσω να προσπαθώ να σου εξηγώ, με όλη τη δύναμη της φωνής και της ψυχής μου. Είτε είσαι ο Αλέκος ο γκολτζής που απλά τυγχάνει να είναι εν αγνοία του ρατσιστής, είτε ο Νίκος, ο αρχηγός πρώην ναζιστικής οργάνωσης και πρώην κόμματος που τώρα δηλώνει άγνοια για τα πάντα, είτε η μετεμψύχωση του Άντον Ντρέξλερ που αναζητεί τον επόμενο εύπλαστο Αδόλφο για να καταλάβει τον κόσμο.
Επαναλαμβάνω, όποιος δέχεται τη δημοκρατία, θα τη δέχεται στο 100% της και όχι όποτε ή όπως τον βολεύει. Ειλικρινά, δεν θα έπρεπε να ενοχλεί κανέναν αν ο διπλανός του επιλέγει να είναι φαν των Ναζί, αν είναι σατανιστής, αν είναι δρυΐδης του δάσους ή κοπρολάγνος-πυροβάτης-σαμάνος-νίντζα (ναι, όλα μαζί σε ένα πακέτο).
Αλέκο, δεν με ενοχλεί που είσαι ρατσιστής. Έχω όμως πρόβλημα με το ότι οι απόψεις σου, ως δημόσιο πρόσωπο, υποθάλπουν το μίσος και τη βία και έχουν ως αποτέλεσμα το να γίνουν απείρως χειρότερες οι ζωές ανθρώπων που ήδη δεν ζουν ακριβώς το όνειρο.
Με θλίβει ακόμη περισσότερο δε, ότι ο συγκεκριμένος πάλαι ποτέ πολιτισμένος λαός έχει πια χάσει κάθε συστολή, κάθε μέτρο, όριο και συναίσθηση. Και σου χτυπάει φιλικά την πλάτη, λέγοντάς σου «μπράβο καλά τους τα είπες, είμαστε όλοι μαζί σου», απλά επειδή το μόνο που μπορεί να αναγνωρίσει ως «διέξοδο», ως «λύση» είναι η οποιαδήποτε επικίνδυνη φιλοσοφία ή άποψη, μασκαρεμένη ως αντίδραση. Όχι αναγκαστικά με δική του ευθύνη. Κοινώς, επειδή τον έχουν οδηγήσει με επιστημονική ακρίβεια εδώ και δεκαετίες στο να μην βλέπει λίγο παραπέρα από τη μύτη του, τυφλωμένος πια από αόριστα μίση, από ανασφάλειες, από κοινωνικά συμπλέγματα, από κάθε λογής καθημερινά εμπόδια μιας χώρας, ενός κράτους που κάνει τα πάντα για να τον διατηρεί εν ζωή στα όριά του, με σωληνάκια, οριακά για να πληρώνει φόρους και εισφορές και ζώντας εις βάρος της οικογένειάς του σε σημείο που να κρεμιέται από τα δέντρα.
Αλέκο, δεν με ενοχλεί που είσαι ρατσιστής. Με ενοχλεί που είσαι αυτό που είσαι καθαρά από επιλογή αλλά δεν αντιλαμβάνεσαι καν τι είναι αυτό.
Παράδοξο; Ναι, εντελώς. Συμβαίνει αυτό με πλούσιους βιοπαλαιστές που μαθαίνουν στα παιδιά τους να ζουν κλέβοντας και πατώντας επί πτωμάτων, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούν να τα προστατεύσουν από εισβολείς, κλέφτες και βιαστές.