MENU

Υπήρχε αμηχανία. Και δάκρυα. Πολλά δάκρυα. Και καμία σιγουριά για την επόμενη ημέρα. Ο ήλιος ήταν λαμπερός εκείνο το απόγευμα στο Μέρσεϊσαϊντ, όμως όλα τα πρόσωπα ήταν συννεφιασμένα. 

Το μικρόφωνο έμοιαζε ασήκωτο στα χέρια του Γιούργκεν Κλοπ, ο λαιμός του είχε στεγνώσει. Του ήταν αδύνατον να βρει πέντε σωστές λέξεις να κολλήσει στην σειρά, για να αποχαιρετίσει το μέρος στο οποίο θεοποιήθηκε για περίπου 9 χρόνια. Το χαμόγελο του ήταν ψεύτικο, αμήχανο, τυπικό. 

Ένα γήπεδο κρέμονταν από τα χείλη του, χωρίς στην πραγματικότητα να νοιάζεται κανείς για τα λόγια του. Μέχρι που για πολλοστή φορά αποφάσισε να γεμίσει τον αέρα με αστερόσκονη.

Να, να, να, να, να…

Ήταν ο ρυθμός του τραγουδιού «Life is life», το κομμάτι που έγινε συνώνυμο με την παρουσία του, στο Άνφιλντ.

Το κοινό άρχισε να ακολουθεί, χωρίς να έχει ιδέα για αυτό που είχε σκαρώσει στο μυαλό του ο δαιμόνιος Γερμανός.

Να, να, να, να, να…

Άρνε Σλοτ!

Αυτό ήταν! Το γήπεδο τρελάθηκε!

Πλέον, δεν χρειάζονταν συστάσεις, λόγια, βιογραφικά, τυπικότητες. Δεν χρειαζόταν τίποτα άλλο.

Σιγοψυθιρίζοντας μερικές νότες, ο Γιούργκεν Κλοπ κατάφερε μέσα σε ένα δευτερόλεπτο να ενώσει νοητά δύο εποχές.

Την δική του και την επόμενη.

Σημειολογικά, ήταν σαν να έδινε την έγκριση του.

Ήταν σαν μία άτυπη υπόσχεση, μία άτυπη δέσμευση: «Μην ανησυχείτε. Αν υπάρχει κάποιος που να αξίζει το τραγούδι μου, αυτός λέγεται Άρνε Σλοτ».

Μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα το κλίμα άλλαξε. Το κλάμα διαδέχθηκαν τα πρώτα δειλά χαμόγελα. Η κατήφεια έδωσε την θέση της στην ελπίδα. Ίσως τελικά να μην είχαν τελειώσει όλα.

Μετά από 9 χρόνια, ο Γιούργκεν Κλοπ ένιωθε άδειος. Ένιωθε πως η Λίβερπουλ είχε ρουφήξει όλη του την ενέργεια. Βιώνοντας την δική του κρίση μέσης ηλικίας κατάλαβε πως το ρολόι μετράει πια αντίστροφα, κατάλαβε πως πρέπει να ζήσει και μακριά από την ποδοσφαιρική φούσκα. Να φύγει από όλο αυτό. Να ταξιδέψει. Να διασκεδάσει. 

Όταν η FSG του ζήτησε την γνώμη του για αυτόν που είχε προκριθεί ως διάδοχος, ο Γερμανός έγνεψε καταφατικά. Δεν χρειαζόταν ψήφος από το κονκλάβιο, ο λευκός καπνός είχε βγει από πολύ νωρίς.

Η ποδοσφαιρική ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα που η παχιά σκιά ενός θρύλου «έπνιξε» τον πρώτο που προσπάθησε να καλύψει το κενό.

Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ακόμα ψάχνει να βρει κάποιον ισοϋψή του Σερ Άλεξ. 

Η Άρσεναλ έζησε χρόνια παρακμής, μέχρι να εμφανιστεί στον δρόμο της ο Μίκελ Αρτέτα.

Κάθε Άγγλος εκλέκτορας συγκρίνεται ακόμα με τον Σερ Άλφ Ράμσεϊ.

Αυτός ο παντελώς άγνωστος στο «νησί» Ολλανδός τεχνικός έμοιαζε με έναν «αυτοφωράκια», που αναλάμβανε μία εντελώς χαμένη αποστολή.

Πολύ πριν το πρώτο επίσημο παιχνίδι στον κόκκινο πάγκο, είχαν αρχίσει τα πρώτα αστεία με τον αναγραμματισμό από το επίθετό του. Το Slot έγινε… Lost!

Το πείραμα έμοιαζε χαμένο από χέρι.

Ο Σλοτ δεν είχε να επιδείξει παρά μόνο 242 επίσημα παιχνίδια στους πάγκους. Ένα πρωτάθλημα Ολλανδίας και έναν χαμένο τελικό Conference League.

Ναι, ήταν κι αυτός της φιλοσοφίας Κλοπ, του 4-3-3 με ποδόσφαιρο έντασης, με επιθετικούς που αμύνονται και αμυντικούς που επιτίθενται, όμως κανείς δεν είχε υψηλές απαιτήσεις από εκείνον.

Οι πιο αισιόδοξοι περίμεναν απλώς μία μεταβατική σεζόν, οι απαισιόδοξοι αναρωτιόντουσαν αν θα βγάλει την σεζόν. Οι Αμερικανοί είχαν πάει για πολλοστή φορά μία low cost / high reward επιλογή, αναλύοντας καλά το ψυχολογικό προφίλ του Ολλανδού, μα κυρίως άπειρα data που έδειχναν ότι το στιλ ποδοσφαίρου του στην Φέγενορντ ήταν η πιο κοντινή προσομοίωση αυτού που είχε συνηθίσει να παίζει επί σειρά ετών η Λίβερπουλ.

Στην πρώτη συνάντηση με τους νέους του παίκτες, ο Σλοτ δεν προσπάθησε να δείξει ότι είναι special one, αλλά normal one. Εμφανίστηκε με ένα πάκο αναλυτικά στοιχεία, από προηγμένες αναλύσεις δεδομένων που έδειχναν ότι η Λίβερπουλ είχε συνολικά πέρσι πολύ λιγότερα σπριντ σε σχέση με την πρωταθληματική της χρονιά και πολλές φορές έμοιαζε να μην ξέρει που, πως και γιατί τρέχει στο γήπεδο.

Υποσχέθηκε ότι μαζί του η Λίβερπουλ θα μάθει να υπολογίζει το κάθε της σπριντ. Καλό το gegenpressing, όμως ο Σλοτ εκτιμούσε ότι οι κόκκινοι θα έπρεπε να πάνε σε πολύ πιο ελεγχόμενο τέμπο, αν ήθελαν να αντέξουν ως το τέλος.

Με τον Κλοπ η Λίβερπουλ έμαθε να πηγαίνει με το πόδι σανιδωμένο στο γκάζι no matter what. Με τον Σλοτ έμαθε την αξία του φρένου. Του σωστού φρένου που θα σε βγάλει με την ιδανική ταχύτητα από την στροφή.

Ο Ολλανδός θέλησε να βάλει την δική του πινελιά στην καθημερινή ρουτίνα. Κατήργησε το ξενοδοχείο παραμονές των εντός έδρας ματς. Καθιέρωσε το υποχρεωτικό κοινό πρωινό στις 9:15 στο προπονητικό κέντρο του Kirkby, αύξησε την διάρκεια των προπονήσεων, αλλά μείωσε τις εντάσεις για να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο τραυματισμών. Καθιέρωσε μία σειρά ειδικών ασκήσεων αναπνοής πριν από παιχνίδια και προπονήσεις, ώστε να ξυπνάει τα σώματα των παικτών του και φυσικά «πάτησε» πάνω στην γνωστή συνταγή.

Χωρίς να γίνει καμία (σοβαρή) μεταγραφή το καλοκαίρι, με αυτόν στο τιμόνι ο Μοχάμεντ Σαλάχ έκανε σεζόν… «Χρυσής Μπάλας», τα πατριωτάκια του (Χάκπο, Χράβενμπερχ) έμοιαζαν με κουρδιστά πορτοκάλια, ο Κονατέ έγινε το τέλειο συμπλήρωμα του Φαν Ντάικ και ο Άλισον ήταν ο… Άλισον.

Μα, το πιο σημαντικό. Η Λίβερπουλ δεν έχασε ποτέ τον βηματισμό της, την προσήλωση της, ακόμα και όταν μέσα σε πέντε μέρες έχασε δύο από τους στόχους της (Champions League, Carabao Cup).

Με 25 νίκες σε 34 παιχνίδια, μόλις δύο ήττες, δεν άφησε την κορυφή από τις 2 Νοεμβρίου και έφερε στο «Άνφιλντ» το δεύτερο πρωτάθλημα από την σεζόν 1989-90.

Είχαν περάσει μόλις 10 παιχνίδια στην σεζόν, όταν στο Kop εμφανίστηκε μία σημαία γεμάτη συμβολισμούς. Δίπλα από την ιστορική σημαία με τα πρόσωπα των τεσσάρων προπονητών που ανέβασαν την Λίβερπουλ στην κορυφή της Ευρωπης (συν τον Μπομπ Πέισλι), εμφανίστηκε ένα πανό με την φιγούρα του Ολλανδού και το μήνυμα Arne’s Slot Machine.

Τώρα πια δεν χρειάζεται ο Γιούργκεν Κλοπ για να δώσει το τέμπο στην εξέδρα. Εδώ και καιρό τραγουδά τον ίδιο σκοπό στον ρυθμό του Life is life των Opus.

Μόνο, που ο Άρνε Σλοτ δεν ξέχασε ποτέ. Λίγο μετά την μαθηματική κατάκτηση του τίτλου ήταν η δική του σειρά να ενώσει το παρόν με το παρελθόν.

Πήρε το ίδιο μικρόφωνο στα χέρια, στράφηκε στο Kop και έδωσε το έναυσμα....

Να, να, να, να, να…

Γιούργκεν Κλοπ!

Arne’s Slot machine!