MENU

Είναι περίεργο το επάγγελμα του προπονητή: Μπορεί να τα κάνεις όλα σωστά και να κριθείς από ένα λάθος αποτέλεσμα. Από ένα σουτ. Από ένα δοκάρι. Από μια άστοχη βολή ή ένα μπλοκ-άουτ. Μπορεί να δουλεύεις από το πρωί ως το βράδυ και ο κόσμος να νομίζει ότι η δουλειά σου είναι οι δύο ώρες της προπόνησης. Μπορεί να έχεις πέντε διαφορετικά πτυχία ή μεταπτυχιακά, αλλά να σε κρίνουν μερικά εκατομμύρια ανθρώπων που δεν έχουν την παραμικρή γνώση εις βάρος για το αντικείμενο. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί να μιλήσουν για τη δουλειά σου, μπορεί και κανένας. Μπορεί οι παίκτες να είναι απόδειξη της ικανότητάς σου, μπορεί και όχι. Μπορεί οι τίτλοι, αλλά μπορεί και να μην τους κατακτήσεις ποτέ. Τι θες, λοιπόν, και κάνεις τον προπονητή;

«Προπονητής είναι μια ιδιότητα, που ένα κομμάτι της μόνο είναι η επαγγελματική εξέλιξη. Σαν προσωπικό στόχο έχω το να εξελίσσομαι ως άνθρωπος και όταν αυτό γίνεται μέσα από την προπονητική διαδικασία, είναι κάτι πολύ θετικό». Ναι, αυτό είναι μια καλή απάντηση, έστω κι αν εκ των προτέρων δε μπορείς ποτέ να ξέρεις πώς θα εξελιχθεί.

Μια δεκαετία πίσω ο Σωτήρης Συλαϊδόπουλος ήταν είδηση στα τοπικά μέσα της Κω. Τον Ιούλιο του 2014 ανανέωνε τη συνεργασία του με τον Ανταγόρα Κω, μετά την πολύ πετυχημένη του σεζόν ως πρώτος προπονητής στην ομάδα. Το 2024 είναι πρωταθλητής Ευρώπης με την ομάδα Νέων του Ολυμπιακού. Η τύχη, η μοίρα, το σύμπαν, η επιμονή, οι σπουδές, οι γνώσεις και η διαρκής μάθηση τού έφεραν όσα ονειρευόταν ως ποδοσφαιριστής. Από τον Ανταγόρα στον Παναθηναϊκό, από τον Παναθηναϊκό στον Ολυμπιακό και από εκεί στην κορυφή της Ευρώπης. Εύκολο δεν ακούγεται; Ή μήπως να χρησιμοποιούσαμε εκείνο το πάντα επίκαιρο ελληνικό ρητό «αν έχεις τύχη διάβαινε»; Ας μιλήσουμε, λοιπόν, λίγο για τύχη…

Από Ανταγόρας… Αθηναγόρας!

Εκείνη η ανακοίνωση της 4ης Ιουλίου του 2014 έμελλε να είναι η τελευταία που θα συνέδεε τη γενέτειρα του Σωτήρη Συλαϊδόπουλου με τη δουλειά του. Τουλάχιστον, με αυτό τον τρόπο, αφού αργότερα θα ακολουθούσε η ακαδημία που άνοιξε μαζί με τον Στέργο Μαρίνο, ωστόσο αυτό είναι εκτός θέματος. Εντός θέματος είναι ο Παναθηναϊκός. Το 2015 επισκέπτεται τις εγκαταστάσεις της Παιανίας (σ.σ. ναι, τότε ακόμα ήταν η Παιανία), παρακολουθεί και παρακολουθείται για ένα εύλογο χρονικό διάστημα και οι δρόμοι ενώνονται. Οι θάλασσες, τέλος πάντων…

«Σαν ποδοσφαιριστής ήθελα να παίξω σε υψηλό επίπεδο, δεν τα κατάφερα, μάλλον η ζωή είχε αλλά σχέδια για εμένα και θέλησε να γνωρίσω το υψηλό επίπεδο από άλλο πόστο. Όταν έγινα προπονητής η αλήθεια είναι πως οι βλέψεις και φιλοδοξίες ήταν και συνεχίζουν να είναι πιο «προσγειωμένες», όμως τα πράγματα εξελίχθηκαν αρκετά καλά για μένα και από την στιγμή που μου δόθηκε αυτή η ευκαιρία προσπαθώ να είμαι αντάξιος της», εξομολογούταν στο Athlete’s Stories το 2018, ανίδεος ακόμα για το τι εμπεριείχαν τα σχέδια της ζωής για εκείνον. Δε θα μπορούσε και να το ελέγχει άλλωστε, ούτε να τον απασχολεί.

Εκείνο που μπορούσε να ελέγξει ήταν ο εαυτός του. Η δουλειά του. Η μέρα του. Ενίοτε ξεκινούσε – τις εποχές της Παιανίας – στις 9 το πρωί κι έφτανε μέχρι αργά το απόγευμα, ενίοτε – τις εποχές στο Ρέντη – στις 11 το πρωί κι έφτανε μέχρι το βράδυ. Οκτάωρο, δεκάωρο, δωδεκάωρο, ανάλογα με τη μέρα και την εποχή. Πάντα με συνέπεια, πάντα με ενημέρωση, πάντα με αφοσίωση, πάντα με γνώμονα την εξέλιξη και την ανάπτυξη. Ακριβώς όπως, θα σου πει ο Σωτήρης (ο Συλαϊδόπουλος) ότι το είχε πει ο Γιόχαν (ο Κρόιφ).

«Αρκετές δεκαετίες πριν ο Γιόχαν Κρόιφ, ίσως η μεγαλύτερη προσωπικότητα σε αντίληψη και επιρροή πάνω στο σύγχρονο ποδόσφαιρο και τον τρόπο που πρέπει να λειτουργούν οι ακαδημίες, είχε πει: «Αν γνωρίζεις μόνο από ποδόσφαιρο, ούτε ποδόσφαιρο δεν γνωρίζεις». Ποσό προφητικό και επίκαιρο και αυτό. Αλλά συνάμα και ποσό χαρισματικοί οι άνθρωποι που τα είπαν…».

Στην Παιανία ή εν γένει στον Παναθηναϊκό, αφού αργότερα ήρθε το Κορωπί, θα περάσει σχεδόν από όλα τα πόστα. Θα περάσουν από τα χέρια του και από το γραφείο του σχεδόν όλοι όσοι αργότερα εμφανίστηκαν στην πρώτη ομάδα του τριφυλλιού. Κάτω των 16 ετών, κάτω των 17 ετών, κάτω των 19 ετών, κύλησε το νερό κάτω από τη γέφυρα και το όνομά του άρχισε να ακούγεται όλο και περισσότερο. Αποθέωση το 2017 όταν οδηγούσε την ομάδα εφήβων του Παναθηναϊκού στον τελικό του Puskas Cup, απαξίωση πριν τρία χρόνια όταν αποφάσισε να αποχωρήσει.

Τουλάχιστον, για τον ίδιο δεν είχαν αλλάξει πολλά. «Αν θα μπορούσα να χαρακτηρίσω την συνεργασία μου με δυο λέξεις, σίγουρα αυτές θα ήταν όμορφη και δυνατή. Είναι πολύ σημαντικό να εργάζεσαι σε ένα τόσο μεγάλο οργανισμό όπως είναι ο Παναθηναϊκός, θεωρώ ότι μόνο θετικές εμπειρίες μπορείς να αποκομίσεις. Το να συναναστρέφεσαι με ανθρώπους που έχουν τόσο μεγάλη γνώση και εμπειρία στο αντικείμενο σε κάνει και σένα καλύτερο, είναι ένα κομμάτι της ζωής μου που θα με βοηθήσει να εξελιχθώ κυρίως σαν άνθρωπος και μετά σαν προπονητής», έλεγε σε συνέντευξή του, ενώ ήταν προπονητής στο τριφύλλι και περίπου τα ίδια είπε και στο «αντίο» του. «Είμαι ευγνώμων προς τον σύλλογο και τους ανθρώπους του (γιατί για μένα ο σύλλογος είναι οι άνθρωποι του) για την εμπιστοσύνη που εισέπραξα και την εξελικτική μου πορεία τόσο σαν προπονητής, αλλά πολύ περισσότερο σαν άνθρωπος, μέσα σε έναν τόσο μεγάλο οργανισμό. Σήμερα ολοκληρώνεται τυπικά η επαγγελματική μου σύνδεση με τον σύλλογο, σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορεί να αλλοιώσει ούτε το 1% της συναισθηματικής σχέση μου προς όλους εσάς».

Το πέρασμα στην… άλλη πλευρά!

Η δουλειά δεν σταμάτησε ποτέ. Γιατί η δουλειά του προπονητή είναι σαν το περίφημο παγόβουνο της επιτυχίας. Τι βλέπουν οι άλλοι και τι υπάρχει από κάτω… Βλέπεις την ομάδα, βλέπεις έναν περίεργο τύπο όρθιο κάτω από οποιασδήποτε καιρικές συνθήκες να κάνει χειρονομίες και να φωνάζει. Τι δεν βλέπεις; Ειδικά, όταν μιλάμε για παιδιά πολλά. Πάρα πολλά. «Προσπαθώ όσο μπορώ να γεμίζω τις μέρες μου παρακολουθώντας κάποια μαθήματα τα οποία με ενδιαφέρουν, όπως Εξελικτική Ψυχολογία στα ΤΕΦΑΑ και Αθλητική Ψυχολογία. Τα σπορ πλέον είναι ζωντανοί οργανισμοί μεταβάλλονται και εξελίσσονται συνεχώς, δεν μπορείς να μην παρακολουθείς και να μην ανανεώνεις τις γνώσεις σου. Προσπαθώ όσο μπορώ να ενημερώνομαι με τα δεδομένα και τις τάσεις της εποχής και να περνώ δημιουργικά τις μέρες μου όταν έχω ελεύθερο χρόνο».

Από τη δήλωσή του αφαιρέθηκαν τα «πέρυσι» και τα «φέτος», αφού σημασία έχει η ουσία. Η όλο και πιο απαιτητική νέα γενιά, εκείνη που ακόμα και στο βίντεο που κυκλοφόρησε μετά την κατάκτηση του τίτλου και από το γεύμα με τη Μίλαν, είχε δέκα κεφάλια σκυμμένα πάνω από το κινητό χρειάζεται διαχείριση. Και αν δε καταλάβεις, δε θα μπορέσεις να διαχειριστείς. Η απάντηση του Σωτήρη Συλαϊδόπουλου έρχεται και πάλι μέσα από το Athlete’s Stories, και παρότι είναι από το 2018 είναι άκρως προφητική.

«Μπείτε στη θέση ενός 18χρονου παιδιού που ξεκινά να αγωνίζεται σε έναν από αυτούς τους συλλόγους. Μετά το «ανέβασμα» μιας φωτογραφίας, βρίσκεται την επόμενη στιγμή να έχει 400 νέους followers στον προσωπικό του λογαριασμό. Η σύνδεση αυτή με τόσο πολύ κόσμο ασκεί μια εξωγενή επιρροή πάνω στα παιδιά που δεν υπήρχε πριν 10 χρόνια. Αυτό τις περισσότερες φορές έχει ως αποτέλεσμα να τα αποπροσανατολίσει ή ακόμα και να δημιουργήσει μια ψευδή πραγματικότητα σχετικά με το μέγεθος και την αξία του εκάστου ταλαντούχου ποδοσφαιριστή. Όλο και λιγότερα παιδιά της συγκεκριμένης γενιάς φαίνεται να έχουν αναπτύξει το στοιχείο της λεκτικής επικοινωνίας. Ένα στοιχείο που στο σύγχρονο ποδόσφαιρο (σε συνδυασμό με την υψηλή τεχνική, την ευφυΐα, τη διορατικότητα, και το να ανταποκρίνεται κάτω και από συνθήκες πίεσης) αποτελεί ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτει ένας ταλαντούχος ποδοσφαιριστής υψηλών προδιαγραφών.

Όλα τα παραπάνω καλούν όσους από εμάς ασχολούμαστε με το αναπτυξιακό ποδόσφαιρο και τα παιδιά, από όποιο πόστο και επίπεδο, να είμαστε σε μια συνεχή διαδικασία μάθησης και αυτοεξέλιξης. Όχι μόνο σε θέματα που αφορούν στο αγωνιστικό και το προπονητικό κομμάτι του επαγγέλματος, αλλά και σε τομείς που τις περισσότερες φορές συνδέονται με κοινωνικά ή ψυχολογικά φαινόμενα της εποχής που ζούμε και έχουν σχέση με την ολιστική προσέγγιση της εκπαίδευσης που πρέπει να λαμβάνουν οι αθλητές των ακαδημιών».

Ποια είναι η άμυνα του προπονητή, με την ιδιότητα του παιδαγωγού, σε αυτό; Η μουσική ίσως… Η λογοτεχνία. Κομμάτια που χρησιμοποιεί στην καριέρα του ο 45χρονος τεχνικός, κομμάτια που τον βοήθησαν να διατηρήσει ισορροπία όταν έπρεπε να προσέξει το κενό, ανάμεσα στον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό. Το περίφημο mind the gap, και την τάφρο με τους κροκόδειλους, που περιμένει να κατασπαράξει όποιον θελήσει να πάρει μια επαγγελματική απόφαση. Φυσικά και κατηγορήθηκε. Φυσικά και στιγματίστηκε, φυσικά και λοιδορήθηκε. Φυσικά όχι όταν έφυγε από τον Παναθηναϊκό, αλλά όταν ένα μήνα μετά αποφάσισε να πάει στον Ολυμπιακό. Έτσι δε γίνεται, άλλωστε, πάντα;

Τρία χρόνια μετά την απόφασή του, έχει κατακτήσει ένα πρωτάθλημα και ένα ευρωπαϊκό. Κυρίως, έχει κατακτήσει το δικαίωμα να μιλάει εξ ονόματος των παιδιών που δεν το κάνουν, να φωνάζει εξ ονόματος των αθλητών που έγραψαν ιστορία και για τους οποίους ελλοχεύει ο κίνδυνος να μείνουν σε αυτή τη σελίδα. «Είμαστε δίκαια νικητές και δείξαμε πως υπάρχει το ελληνικό ποδόσφαιρο, υπάρχει μεθοδική δουλειά, υπάρχει αυτό που σαν χώρα νομίζουμε ότι το υποβαθμίζουμε. Θα πρέπει αν πιστέψουμε σε αυτό το επίπεδο Έχουν να δώσουν πολλά αυτά τα παιδιά. Ας είναι αυτό αρχή να πιστέψουμε οι Έλληνες στους Έλληνες παίκτες».

Τελικά, έχει τη δική του πλάκα να κάνεις τον προπονητή!

Ο προπονητής που νίκησε τον εαυτό του!