MENU

Εάν ο Αλμπέρτο Μπρινιόλι έκανε το ντεμπούτο του με την πράσινη φανέλα στο «Κλ. Βικελίδης» ενδεχομένως να είχε «καεί» στις συνειδήσεις της πλειονότητας του φίλαθλου κόσμου. 

Είναι τέτοια η «ανθρωποφαγία» και το κούνημα του δαχτύλου στη χώρα μας που κανένα λάθος δεν λογίζεται ως μέρος του παιχνιδιού, πόσο μάλλον τόσο «χοντρό» και συνάμα καθοριστικό για την εξέλιξη ενός αγώνα, όπως αυτό που έκανε ο Ιταλός «πορτιέρε» απέναντι στον Αρη. 

Ο Μπρινιόλι, για καλή του τύχη, έχει αποδείξει τις ικανότητές του στο διάστημα της παρουσίας του στον Παναθηναϊκό και το να έχει υποπέσει σε δύο βαρβάτες γκέλες, συμπεριλαμβανομένης αυτής στη Γαλλία απέναντι στη Ρεν, σε σύνολο 83 εμφανίσεων στο τριφύλλι, εντάσσεται στο πλαίσιο του ανθρώπινου παράγοντα. 

Είναι, ασφαλώς, πολύ περισσότερα τα ματς στα οποία η απόδοσή του έχει υπάρξει ευεργετική για τον Παναθηναϊκό και ως εκ τούτου είναι τέρμα άδικο να πέσει το ανάθεμα πάνω του. 

Οσο οξύμωρο κι αν φαίνεται το γεγονός ότι η συγκεκριμένη γκέλα έγινε με τα πόδια, το σημείο υπεροχής του δηλαδή σε σχέση με τους υπόλοιπους τερματοφύλακες του ελληνικού πρωταθλήματος, επί της ουσίας είναι μάλλον σύνηθες να συμβαίνει, αραιά και που, σε όσους «κίπερ» διαθέτουν αυτήν ακριβώς την άνεση με τα πόδια. 

Τερματοφύλακες με αυτήν την ικανότητα είθισται να παίρνουν πολλές φορές παραπάνω ρίσκα με την μπάλα στα πόδια εξαιτίας της άνεσης και της εμπιστοσύνης που έχουν και είναι κάτι που το έχουμε δει στο παρελθόν να συμβαίνει και σε κορυφαία κλαμπ, όπως για παράδειγμα τη Λίβερπουλ και τη Μάντσεστερ Σίτι. 

Υπό αυτήν την έννοια, η γκέλα του Ιταλού στο ματς με την Ρεν ήταν ακόμα χειρότερη ή πιο σωστά λιγότερο κατανοητή. 

Από εκεί και πέρα, εάν ο Μπρινιόλι είναι επηρεασμένος πνευματικά από την εκκρεμότητα του συμβολαίου του που εκπνέει το καλοκαίρι ή εάν ήταν απλώς μία κακή μέρα στη δουλειά, είναι θέμα του Γιοβάνοβιτς να το διαχωρίσει/διακρίνει. 

Για αυτό άλλωστε έχει φροντίσει να διαθέτει μία αξιόπιστη/ισάξια εναλλακτική επιλογή κάτω από τα δοκάρια, τον Γιούρι Λοντίγκιν. 

Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να μην είχε πληρώσει τη γκέλα του Μπρινιόλι και να του κόστιζε, για παράδειγμα, το λάθος του Κώτσιρα που συνέβη δεκαπέντε λεπτά νωρίτερα, στο τετ α τετ με τον Παναγίδη που αποσόβησε ο Ιταλός. 

Τα λάθη είναι μέρος του ποδοσφαίρου. Πάντα θα γίνονται λάθη. Σε κάθε παιχνίδι. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις ποιο θα πληρώσεις και πότε. 

Αρα, το ζητούμενο είναι πώς αντιδράς ως ομάδα όταν το πληρώνεις, αλλά και σε ποιο βαθμό επηρεάζουν τον προσανατολισμό, τη στόχευση και τη συγκέντρωσή σου. Κι εδώ ακριβώς είναι που υπάρχει το «καμπανάκι» για τον Παναθηναϊκό… 

Οτι οι πράσινοι διαθέτουν καλύτερη ομάδα από τον Αρη δεν χρειαζόταν το ματς της Κυριακής για να το καταλάβουμε. Φάνηκε από την εικόνα του αγώνα στο πρώτο ημίχρονο η ποιοτική διαφορά που υφίσταται, από τις υποσχόμενες ευκαιρίες, τις ομαδικές συνεργασίες και τα χαρακτηριστικά των παικτών που αγωνίζονταν. 

Οπως φάνηκε στο δεύτερο ημίχρονο ότι το μάτι των παικτών του Αρη γυάλιζε παραπάνω και το πάθος στις μονομαχίες και τις δεύτερες μπάλες περίσσευε, ενόσω οι πράσινοι ήταν πιο σοφτ κι απ’ το βούτυρο και πνευματικά αλλού, πιθανώς στις… εθνικές τους ομάδες ή στο Γιουρόπα Λιγκ.

Με αναίτια και αβίαστα ατομικά λάθη, κάκιστες τοποθετήσεις τακτικά όταν χανόταν η μπάλα και κατ’ επέκταση τραγικό αμυντικό τρανζίσιον, χωρίς ψυχραιμία και συνέπεια στο πλάνο, με θολωμένο μυαλό και μηδενική, ανύπαρκτη αντίδραση. 

Το πλέον ανησυχητικό είναι ότι δεν εμφανίστηκαν παίκτες-προσωπικότητες για να βγουν μπροστά και να καθοδηγήσουν, δεν υπήρχε σημείο αναφοράς, ένας έστω παίκτης για να δώσει το έναυσμα, να παρακινήσει τους υπόλοιπους, να τους πωρώσει με κάποιον τρόπο και αυτοί να τον ακολουθήσουν. 

Ο Μπερνάρ χάθηκε από προσώπου γης στο δεύτερο ημίχρονο, ο Τζούρισιτς που μπήκε πρώτος ως αλλαγή ήταν εκτός τόπου και χρόνου, οι εξτρέμ βρίσκονταν σε άλλο γήπεδο και ο Παλάσιος με τον Αϊτόρ δεν πάτησαν καν το χορτάρι, ενώ ειδικά ο Αργεντινός, θεωρητικά τουλάχιστον, έμοιαζε να κουμπώνει ταμάμ στο ματς έτσι όπως εξελισσόταν. 

Ο Ιωαννίδης έχασε όσες ευκαιρίες του παρουσιάστηκαν και δημιούργησε ο ίδιος (με αποκορύφωμα το τετ α τετ από την πάσα του Βέρμπιτς στο 21’). 

Οι δύο πλάγιοι μπακ είτε άφηναν χώρους (Μλαντένοβιτς) είτε έκαναν αβίαστα λάθη (Κώτσιρας), οι στόπερ δεν ενέπνεαν σιγουριά (ο Γέντβαϊ άφησε αρκετές φορές το χώρο ευθύνης του για να κάνει ανούσιες κούρσες ψηλά), απέμεναν μόνο ο Αράο και ο Τσέριν να προσεγγίσουν τη μετριότητα. 

Το αρχικό πλάνο του Γιοβάνοβιτς να χτυπήσει την αριστερή πλευρά του Αρη, έφερε τα ρήγματα που επιθυμούσε όχι όμως και την ουσία που προσδοκούσε, κυρίως επειδή ο Μαντσίνι δεν ήταν επιδραστικός όπως με την Κηφισιά. 

Και οι παρεμβάσεις του από τον πάγκο δεν τον δικαίωσαν στην πράξη από τη στιγμή που η εικόνα της ομάδας αντί να βελτιωθεί χειροτέρεψε. 

Δεν χάθηκε τίποτα ασφαλώς επειδή ήρθε μία ήττα (η πρώτη μετά από επτά ματς απέναντι στον Αρη επί Γιοβάνοβιτς) στην κανονική περίοδο του πρωταθλήματος, μετά από έξι σερί νικηφόρα αποτελέσματα εκτός έδρας που αποτέλεσε ρεκόρ 20ετίας. 

Ο Παναθηναϊκός παραμένει πρώτος στη βαθμολογία, αλλά είναι σαφές ότι το πρωτάθλημα θα κριθεί στα πλέι οφ και θα είναι ακόμα πιο συναρπαστικό από πέρυσι στην εξέλιξή του με δεδομένο ότι άπαντες είναι στο κόλπο και έχουν καλύτερες ομάδες σε σχέση με την περασμένη σεζόν.

Θα πρέπει, ωστόσο, να προβληματίσει έντονα τον Παναθηναϊκό το... πελάγωμα και η αντίδραση της ομάδας όταν ένα ματς στραβώνει για οποιονδήποτε λόγο ή όταν συμβαίνει κάτι που τη βγάζει από τις συνήθειες, όπως είχε συμβεί στη Γαλλία με την Ρεν, και το πλάνο της. 

Οσο πιο έγκαιρα είναι δυνατόν.

Θολωμένο μυαλό, ανύπαρκτη αντίδραση και «καμπανάκι»...