MENU

Ήταν το θαύμα που αναζητούν κάθε μέρα, σε κάθε γωνιά της γης που η μπάλα κυλάει στο χορτάρι, οι απανταχού ζητιάνοι που ικετεύουν για λίγο καλό ποδόσφαιρο, οι μαθητές της ποδοσφαιρικής «αίρεσης» του Εδουάρδο Γκαλεάνο.

Εκείνη η μία και μοναδική στιγμή έμπνευσης, που μένει στην απόλυτη αθανασία. Εκείνη η στιγμή που η ανθρώπινη φαντασία αγγίζει την θεϊκή τελειότητα. Εκείνη η στιγμή που, όπως συμβαίνει και στην αρχαία ελληνική τραγωδία σε οδηγεί στην λύτρωση, στην κάθαρση, στην μέθεξη.

Εκείνη η ανεπανάληπτη στιγμή, που ο δημιουργός βρίσκεται στην δική του ζώνη, αψηφά τους νόμους της λογικής, της συμβατικότητας και δημιουργεί τέχνη από το τίποτα.

Από μερικά αγγίγματα της μπάλας, κάποια αυτοσχέδια χορευτικά βήματα δικής του έμπνευσης και ενός απροσδόκητου, ανεπανάληπτου φινάλε.

Δεν έχει καμία σημασία που στον καταληκτικό της προορισμό, η μπάλα δεν χάϊδεψε τα αντίπαλα δίχτυα, η τέχνη δεν μπορεί να περιχαρακώνεται από σκοπιμότητα και όρια, δεν υπόκειται σε μονάδες μέτρησης.

Εξάλλου, η ευφυέστερη στιγμή ποδοσφαιρικής τέχνης, που έμεινε στην απόλυτη αθανασία δεν ήταν παρά ήταν ένα άουτ! Το ομορφότερο άουτ όλων των εποχών! Αν η μπάλα κατέληγε στην κενή εστία, πιθανώς να είχε ευτελίσει την ευφυέστερη ντρίμπλα που έχει σκεφτεί άνθρωπος σε γήπεδο.

Οι περισσότεροι -αργά ή γρήγορα- πιθανότατα θα ξεχάσουν πόσο ήρθε αυτό το ματς, ποιος έβαλε το νικητήριο γκολ, ποια ήταν η διακύμανση του σκορ, όμως αποκλείεται να ξεχάσουν αυτή την στιγμή.

Διότι οι άνθρωποι θα ξεχάσουν αυτά που τους είπες, θα ξεχάσουν τι έκανες, αλλά δε θα ξεχάσουν ποτέ πώς τους έκανες να αισθάνονται. 

Αυτό το στιγμιαίο σκίρτημα της καρδιάς, η έκρηξη του μυαλού, το βλέμμα έκπληξης, θαυμασμού, αυτή η αίσθηση του ποδοσφαιρικού οργασμού που προσέφερε αυτός ο μποέμ αρτίστας δεν γίνεται να ξεχαστεί.

Αυτό το καρέ, είναι σαν ένας καμβάς, σαν μία αντισυμβατική ελαιογραφία του Γκόγια, στην οποία το εκτυφλωτικό φως έρχεται να νικήσει το σκοτάδι. Ο ένας που αποφασίζει να τα βάλει με όλους κι ας ξέρει ότι οι πιθανότητες είναι καταδικαστικά εναντίον του. 

Το βράδυ της Πέμπτης στο «Πιτόντρι», ο Γιάννης Κωνσταντέλιας είχε την δική του στιγμή ποδοσφαιρικής αθανασίας. Είχε την δική του στιγμή, που έγινε ήλιος έχοντας γύρω του διάφορους πλανήτες να περιστρέφονται γύρω του, να αντλούν φως εκείνον. Η στιγμή που ποτέ δεν χάνεται, όπως έγινε με ποδοσφαιρικά κλικ που έμειναν στην ιστορία με πρωταγωνιστές τον Ντιέγκο, τον Λίο, τον Αντρεσίτο. 

Για τους Σκωτσέζους εκφωνητές ήταν μία αληθινή ποδοσφαιρική αποκάλυψη. Ο τόνος της φωνής τους ήταν γεμάτος θαυμασμό και δέος. Το Konstantelias ήταν ένας αληθινός γλωσσοδέτης για εκείνους. Προτίμησαν να τον αποκαλούν σε όλο του παιχνίδι ως «dancing feet». Τα πόδια που χορεύουν! Όλους τους υπόλοιπους, τους αποκαλούσαν κανονικά με τα ονόματα τους.

Μία από τις πιο ιστορικές φράσεις αντιλογίας προς την τελειότητα του Λιονέλ Μέσι είχε γεννηθεί το 2010 από τον Άγγλο σχολιαστή Άντι Γκρέι, ο οποίος είχε αναρωτηθεί φωναχτά στον αέρα: «άραγε θα μπορούσε να κάνει τα ίδια και σε ένα κρύο και βροχερό βράδυ στο Στόουκ»; Θα μπορούσε να παράγει τέχνη με τον ίδιο τρόπο, έχοντας απέναντι του τα στοιχεία της φύσης και απέναντι σε ένα δάσος από ακονισμένα τσεκούρια; Το ερώτημα παρέμεινε ρητορικό. 

Ο «Ντέλιας» απέδειξε ότι μπορεί. Σε ένα γήπεδο, όπου ο αέρας έκανε την μπάλα να μοιάζει με μπαλόνι που πάει πέρα-δώθε, απέναντι σε αντιπάλους που μαζεύονταν σαν τις σφήκες γύρω του, έκανε… ότι κάνει συνήθως. Αυτό που κάνει δηλαδή από μικρό παιδί. 

Ο ΠΑΟΚ δεν κέρδισε χάρη στον «μικρό», άσχετα αν το σάλπισμα της επιστροφής ήρθε από μία δική του κούρσα «μόνος εναντίον όλων» και ένα πάρε-βάλε στον Ντεσπόντοφ. Κέρδισε, γιατί έχει σκληραγωγηθεί φέτος τόσο πολύ στις γειτονιές του κόσμου, που νιώθει ότι τίποτα δεν μπορεί να τον λυγίσει. Κέρδισε, γιατί έχει τόσο μεγάλη πίστη σε αυτό που κάνει, σε αυτό που χτίζει, σε αυτό που παίζει, που πιστεύει ότι μπορεί να τον πάει ως το τέλος του δρόμου.

Αυτό το 2-3 στο «Πιτόντρι» ήταν το δώρο του ΠΑΟΚ στον κόσμο του και κατ’ επέκταση στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Αυτή η στιγμή απόλυτης αρμονίας στο πρώτο μέρος είναι το δώρο του Γιάννη Κωνσταντέλια στους απανταχού ζητιάνους που ικετεύουν για λίγο καλό ποδόσφαιρο…

Όπου έμοιαζε με μια παλιά ελαιογραφία του Γκόγια…