MENU

Η ΑΕΚ είναι πρωταθλήτρια. Η ΑΕΚ είναι κυπελλούχος. Η ΑΕΚ κατέκτησε το νταμπλ. Τίτλοι μεγάλοι. Τίτλοι σπουδαίοι. Τίτλοι θριαμβευτικοί. Πόσο μακρά και πόσο μεγάλη είναι στ’ αλήθεια αυτή η σεζόν για όσους την έζησαν; Πόσο μακριά μοιάζει αυτή τη στιγμή η ΑΕΚ από την κατήφεια και τη μιζέρια; Την απογοήτευση και την εσωστρέφεια; Τόσο, ώστε κανείς να μην μπορεί να πιστέψει ότι η παρακάτω ιστορία είναι μόλις πριν οκτώ μήνες. Θα έλεγες μοιάζει από άλλη εποχή, από προηγούμενες σεζόν, από μια άλλη ΑΕΚ. 0-0 στο Αγρίνιο, μια εβδομάδα μετά την ήττα στην Λεωφόρο, με τους ώμους να είναι, ήδη, φορτωμένοι με την ήττα από τον Βόλο στην Ριζούπολη.

Νεύρα; Πολλά νεύρα; Ένταση; Χτυπούσε κόκκινο. Ο Γιώργος Τζαβέλλας χτυπάει ένα τζάμι και φεύγει με το ασθενοφόρο από το γήπεδο. Στη θέση του μπαίνει για πρώτη φορά στο πρωτάθλημα ο Αρόλντ Μουκουντί. Ήταν βέβαιο ότι θα έμπαινε στην ενδεκάδα κάποια στιγμή, ο Ματίας Αλμέιδα πίεζε για την απόκτησή του τον Αύγουστο. Χρειαζόταν, όμως, λίγος χρόνος παραπάνω. Δεν υπήρξε. Ο Γάλλος μπαίνει αλλαγή. Η ΑΕΚ, συμπτωματικά σκοράρει τρία λεπτά μετά την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου. Θα σκοράρει και λίγο αργότερα. Στο 75ο λεπτό. Ο Μουκουντί. 0-2 και ένας εκ των αφανών MVP της φετινής ομάδας ξεκινάει το ταξίδι του. Ο προορισμός είναι πάντα ίδιος για εκείνον. Ο ουρανός…

Το δισάκι του στον ώμο!

Το αντίο του δε διέφερε σε πολλά σημεία από τα περισσότερα αντίο. Η ομάδα που τον μεγάλωσε, οι παιδικές αναμνήσεις, το ντεμπούτο του, οι δύσκολες στιγμές, μπλα, μπλα, μπλα… Πόσες και πόσες φορές έχουν πει ποδοσφαιριστές τα ίδια λόγια; Τα πιστεύουν - δεν έχει κάτι κακό να το λένε. Τα πιστεύουν, όσο και οι δημοσιογράφοι που θα ντύσουν το θέμα με έναν συγκινητικό τίτλο και θα το πουλήσουν στους οπαδούς. Τα πιστεύουν, όσο και οι οπαδοί που με τη σειρά τους, θα γράψουν μερικές αράδες ευχαριστιών. Και μετά η ζωή συνεχίζεται. Και για τους μεν και για τους δε. Δε συνεχιζόταν, όμως, για όλους. Όχι σε αυτή την περίπτωση.

«Φεύγω από αυτό το σύλλογο με μια ξεκάθαρη αποστολή: Να τιμήσω τον μικρό μου αδερφό Σάμπα, ο οποίος από ψηλά με κοιτάζει, αλλά και με την πρόθεση να κάνω περήφανους όσους έχουν πιστέψει σε μένα».

Ο Σάμπα Ντιόπ ήταν 18 ετών. Ετοιμαζόταν να υπογράψει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο. Για να δώσουμε προοπτική στην ηλικία του, ήταν δύο χρόνια πιο μικρός από τον Αρόλντ. Έπαιζε αμυντικός. Πέθανε από πολλαπλή οργανική ανεπάρκεια. «Μαμά, θα πεθάνω από την ένεση», ήταν τα τελευταία του λόγια στο νοσοκομείο όπου μεταφέρθηκε εσπευσμένα, ωστόσο ήταν πολύ αργά για να αναστραφεί η κατάστασή του. Η ένεση ήταν μια αντιφλεγμονώδης που του είχε κάνει την προηγούμενη μέρα ο γιατρός. Οι γονείς του νεαρού θεωρούν ότι ο γιος τους υπέστη αναφυλακτικό σοκ και έχουν μηνύσει το γιατρό για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Η δίκη εκκρεμεί, ενδεχομένως να γίνει μέσα στο 2022 ή το 2023.

Τον Απρίλιο του 2018, ουδείς τα σκεφτόταν όλα αυτά. Και σίγουρα όχι ο Αρόλντ Μουκουντί που είχε χάσει τον φίλο του, τον μικρό του αδερφό. Η γαλλική ομοσπονδία ποδοσφαίρου έδωσε ειδική άδεια στην Χάβρη. Το επερχόμενο ματς με την Αζαξιό και παρά το γεγονός ότι η έδρα της ήταν τιμωρημένη, θα μπορούσε να γίνει με κόσμο! «Οφείλουμε να σηκώσουμε το κεφάλι μας. Οφείλουμε να έχουμε κάτι να αφιερώσουμε στον Σάμπα», έλεγε πριν το ματς ο κεντρικός αμυντικός της Χάβρης, και πραγματικά πώς τα φέρνει η ζωή; Πώς τα ορίζει η μοίρα – γιατί τι άλλο από θέλημα της μοίρας μπορεί να είναι αυτό;

Οι γονείς του Σάμπα ήταν στο γήπεδο. Οι μαύρες εμφανίσεις είχαν το όνομά του. Ο κόσμος πρόλαβε σε μικρό χρονικό διάστημα από την άρση της τιμωρίας ως την έναρξη του ματς να τυπώσει 1.500 πορτραίτα του νεαρού. Και η Χάβρη κέρδισε 2-1. Ο Αλιμανί Γκορί πέτυχε το πρώτο γκολ και ισοφάρισε 1-1. Ο Μουκουντί το δεύτερο – ήταν μόλις το δεύτερο γκολ στην καριέρα του.

«Κάποτε του είχα υποσχεθεί ότι θα καταφέρω συγκεκριμένα πράγματα. Θα κάνω τα πάντα για να τα καταφέρω. Ο Σάμπα ήταν ο μικρός μου αδερφός».

Εκεί που γεννιούνται οι ιστορίες…

Μην ψάχνετε για ανατροπή στην πλοκή. Δεν έχουμε τέτοια. Ο Αρόλντ μεγάλωσε στα προάστια του Παρισιού. Το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας, το μοναδικό αγόρι, μεταναστών από το Καμερούν. Ο πατέρας του λογιστής, η μητέρα του νοσοκόμος και αμφότεροι λάτρεις του ποδοσφαίρου. Εντάξει, ο μπαμπάς λίγο παραπάνω. Αδάμαστα λιοντάρια, Ροζέ Μιλά, ήθη κι έθιμα του Καμερούν, μουσική από την πατρίδα και ο Εθνικός Ύμνος της αφρικανικής χώρας έπαιζαν συνεχώς στο σπίτι. Μαζί με την Μασσαλιώτιδα. Και οι δύο, ώστε τα τέσσερα παιδιά να έχουν στην καρδιά τους τον τόπο που μεγαλώνουν, αλλά και τον τόπο από τον οποίο κατάγονται.

«Ο πατέρας μου έπαιζε ποδόσφαιρο μέχρι να σπουδάσει. Εκείνος ήταν ο πρώτος που με μύησε. Δεν έχανε παιχνίδι μου στη Χάβρη. Έκανε 200 χιλιόμετρα για να με δει και άλλα 200 να γυρίσει σπίτι», διηγείται ο Αρόλντ, που προσπάθησε να ξεκινήσει στην τοπική ακαδημία όταν ήταν τεσσάρων ετών. Δεν τον άφησαν λόγω ηλικίας, αλλά πήγε ξανά ένα χρόνο μετά. «Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν το ποδόσφαιρο. Ήξερα ότι αυτό θα γίνω, ποδοσφαιριστής. Και ήθελα να έχω γύρω μου μόνο ανθρώπους που το αγαπούσαν όσο κι εγώ»

Παρότι ήταν αρκετά καλός μαθητής, ώστε να πάρει απολυτήριο με έπαινο ουδέποτε εξόκειλε της αφοσίωσης του στο ποδόσφαιρο. Ήταν, μάλιστα, το σχολείο της Χάβρης εκείνο που από το 2009 φρόντισε και για τα δύο. Εκείνο που τον εντόπισε στη Chantilly και τον δελέασε να επενδύσει εκεί για το μέλλον του. Εκεί θα έφτιαχνε και τις καλύτερες αναμνήσεις της ζωής του. Πολλές εξ αυτών μαζί με τον Σάμπα. «Το ζέσταμα ήταν παιχνίδι για μας. Έπρεπε να κάνουμε όσο περισσότερη φασαρία μπορούσαμε για να τρομάξουμε τον αντίπαλο. Ήμασταν παιδιά, λατρεύαμε τέτοια παιχνίδια», θυμάται και προσθέτει: «Ήμασταν τέσσερις φίλοι και τα κάναμε όλα παρέα. Ήμασταν 24 ώρες την ημέρα στο προπονητικό κέντρο. Όταν ήταν η ώρα να πάμε στην τραπεζαρία, κάναμε αγώνα ποιος θα φτάσει πρώτος. Ο τελευταίος έπρεπε να σερβίρει τους υπόλοιπους. Ήταν χαζό. Αλλά ήταν η ιεροτελεστία μας. Ήταν το παιχνίδι μας».

Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, όμως, δεν είναι παιχνίδι. Και ο Αρόλντ Μουκουντί θα το μάθαινε σύντομα.

Κατηγορούμενος, ετών 21!

Θα έπρεπε να είναι στα καλύτερά του. Βασικά, ήταν στα καλύτερά του. Το όνομα του θηριώδους αμυντικού από τη Γαλλία, με συμμετοχές σε όλες τις μικρές Εθνικές ομάδες των τρικολόρ είχε παίξει στα σπουδαιότερα ρεπορτάζ. Αρσέν Βενγκέρ προεξέχοντος, οι καλύτεροι προπονητές είχαν σημειωμένο το όνομά του στο μπλοκάκι τους. Η Χάβρη αγρόν ηγόραζε. «Θυμάμαι το πρώτο παιχνίδι που έπαιξα ως βασικός. Αρκετοί από τη διοίκηση με κοιτούσαν με απορία, με έκπληξη θα έλεγα, σα να μην πίστευαν τι είχε μόλις συμβεί. Από τότε άρχισα να νιώθω άσχημα. Πώς είναι δυνατόν οι άνθρωποι της ίδιας της ομάδας μου να μη γνωρίζουν τις δυνατότητές μου;».

Στην πρώτη ομάδα της Χάβρης έπαιξε για πρώτη φορά στις 14 Οκτωβρίου του 2016. Ένα λεπτό! Περίμενε τη σειρά του, παρότι θεωρούσε ότι αργούσε. «Ήταν σχεδόν ένας χρόνος που ένιωθα ότι ήμουν έτοιμος να παίξω, αλλά ο προπονητής είχε διαφορετική άποψη. Ήταν δύσκολη περίοδος. Κράτησα θετική σκέψη και περίμενα». Στις 24 Απριλίου του 2017 έπαιξε για πρώτη φορά βασικός. «Περίμενα να περάσει πώς και πώς η ώρα για να αρχίσει το παιχνίδι. Πάντα ήξερα ότι αν μου δοθεί μια ευκαιρία θα την αρπάξω. Έπαιξα ένα σπουδαίο ματς κόντρα στη Λανς. Και από τότε όλα έγιναν πιο εύκολα».

Σχεδόν… Η επόμενη σεζόν, η σεζόν που καθιερώθηκε είχε την απώλεια του φίλου του και το τέλος του 2018 τον βρήκε σε κόντρα με τη διοίκηση της Χάβρης. Ο λόγος ήταν αυτό το καταραμένο στο ποδόσφαιρο «+1». «Ήταν απλό. Το συμβόλαιο ήταν για τρία χρόνια κι εγώ είχα παίξει τρία χρόνια. Ο επιπλέον χρόνος ήταν αν και εφόσον συμφωνούν και δύο πλευρές». Το καταφύγιο των παιδικών του αναμνήσεων μέσα σε ένα βράδυ μεταμορφώθηκε σε στοιχειωμένη σοφίτα. Στις 19 Δεκεμβρίου του 2018 παίζει για τελευταία φορά με τη Χάβρη.

«Ήρθε ο γενικός διευθυντής της ομάδας και μου είπε ότι δεν πρόκειται να παίξω ξανά. Ήμουν πολύ απογοητευμένος, αλλά έπρεπε να κρατήσω μια θετική στάση, να μείνω ήρεμος. Είναι πολύπλοκο να προπονείσαι κάθε μέρα και να ξέρεις ότι δεν έχεις καμία πιθανότητα να παίξεις το Σαββατοκύριακο, ωστόσο δεν έπρεπε να το αφήσω να με λυγίσει».

Ήρθε η Σεντ Ετιέν. Την προτίμησε από την Μαρσέιγ, τη Μονακό, τη Νις, τη Μπορντό και τη Ρεν, για χάρη του Ροζέ Μιλά. Στην πορεία θα προτιμούσε και το Καμερούν από την Γαλλία ή έστω την προοπτική της Γαλλίας. Έπαιξε τρεις σεζόν στη Ligue One, έζησε για μερικούς μήνες το όνειρό του να παίξει στην Αγγλία, υπήρξε πιστός σε όσα φανταζόταν το μικρό αγόρι που ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής. Υπήρξε πιστός σε όσα πρεσβεύει στη ζωή, ένας αμυντικός από επιλογή και όχι κατ’ ανάγκη. «Ποτέ δε με έλκυε η επίθεση. Μου αρέσει να σκοράρω για να δίνω το κάτι παραπάνω στην ομάδα μου, αλλά πάντα ήθελα να παίζω στην άμυνα», εξηγεί. Υπήρξε σταθερός και στην αρχή του «το ταλέντο δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη σκληρή δουλειά».

Μένει να μείνει πιστός και στην υπόσχεση που έδωσε στον αδικοχαμένο φίλο του. Στον μικρό του αδερφό. Ο Αρόλντ είναι ένας άντρας σε αποστολή. Και στην ΑΕΚ την εκπλήρωσε. Ο σωστός λοχίας φροντίζει πάντα για τους στρατιώτες του…

Κυρ λοχία, να μου ζήσεις!