Πλέον πέρασε σχεδόν μια εβδομάδα από την λήξη των επεισοδιακών τελικών με τον Ολυμπιακό να στέφεται πρωταθλητής και τον Παναθηναϊκό να έχει προχωρήσει ήδη στον σχεδιασμό της επόμενης μέρας. Σίγουρα η σεζόν κρίνεται αποτυχημένη για τους πράσινους, όπως είπε και ο ιδιοκτήτης της ΚΑΕ για αυτό την επόμενη χρονιά, θα πρέπει να δει τι δεν έκανε σωστά φέτος για αν τα διορθώσει, είτε με καλύτερη διαχείριση, είτε με μεταγραφές. Θα δούμε λοιπόν ποια πράγματα στοίχισαν στον Παναθηναϊκό και τι μπορεί να κάνει του χρόνου.
Πληγή όλη την χρονιά η άμυνα
Ο Παναθηναϊκός θεωρητικά, έχοντας το ίδιο ρόστερ σε μεγάλο βαθμό με πέρσι, θα έπρεπε να συνεχίσει στα ίδια επίπεδα στην άμυνα του. Για όποιον δεν θυμάται, θα πούμε ότι ένα μέρος της τεράστιας επιτυχίας των πρασίνων την περασμένη σεζόν, ήταν ότι από τον Ιανουάριο και μετά, παρουσίασε μια πολεμική μηχανή στο κομμάτι της άμυνας. Παρόλο που δεν είχε ξεκινήσει καλά και η σύνθεση των γκαρντ με τον Κάιλ Γκάι τότε ήταν αρκετά αδύναμη στο πίσω κομμάτι, εντούτοις με την είσοδο του Ναν και το ρολάρισμα όλης της ομάδας, άλλαξε εντελώς επίπεδο στο αμυντικό φίλτρο του Παναθηναϊκού.
Οι πράσινοι πέρσι ολοκλήρωσαν την σεζόν ως η δεύτερη καλύτερη άμυνα, δεχόμενοι μόλις 110.2 πόντους ανά 100 κατοχές, ενώ ταυτόχρονα είχαν και την έκτη επίθεση με 117.10 πόντους/100 κατοχές. Αυτό φέτος άλλαξε και τα πρώτα δείγματα φάνηκαν από το ξεκίνημα. Ο Παναθηναϊκός δεν μπορούσε να κρατήσει χαμηλά τους αντιπάλους του ακόμα και όταν ήταν ο Λεσόρ διαθέσιμος. Ο τραυματισμός του χειροτέρεψε ακόμα περισσότερο τα πράγματα, με τον Παναθηναϊκό να μετατρέπεται σε ομάδα που προσπαθούσε να κερδίσει από την επίθεση του. Στο ΟΑΚΑ αυτό γινόταν πιο εύκολα, με την όλη ατμόσφαιρα, όμως εκτός έδρας, ακόμα και η επίθεση του είχε πρόβλημα. Οι πράσινοι είχαν μακράν την πρώτη επίθεση στην έδρα τους, όμως εκτός έδρας έπεφταν στην μόλις 11η θέση, ανάμεσα σε 18 ομάδες. Όταν δε, δεν λειτουργούσε και η άμυνα ήταν λογικό να έχουν πρόβλημα στις εκτός έδρας αναμετρήσεις.
Το πλεονέκτημα έδρας ήρθε, γιατί ενώ υπήρχαν αυτά τα προβλήματα, είχε κάποιες αναλαμπές ως ομάδα, όταν καταλάβαινε ότι βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο και κατάφερε να κάνει κάποια σερί πέντε νικών που τον έφεραν στην τετράδα. Συνολικά ο Παναθηναϊκός ολοκλήρωσε την χρονιά ως η 9η άμυνα της διοργάνωσης, δεχόμενος 115.7 πόντους ανά 100 κατοχές, σχεδόν πέντε παραπάνω από πέρσι.
Το θέμα των περιστροφών, το έχουμε θίξει πολλές φορές και είναι κάτι που δεν μπόρεσε να βρει αντίδοτο ο Έργκιν Αταμάν. Κάθε φορά που δημιουργούταν ανισορροπία στην άμυνα, το ροτέισον των παικτών του Παναθηναϊκού, ήταν ένα με δύο κλικ πιο αργό από το επιθυμητό, με τους αντιπάλους να βρίσκουν πολλά ελεύθερα σουτ υπό καλές προϋποθέσεις. Οι πράσινοι ήταν οι 4η χειρότερη ομάδα στην άμυνα των σποτ σουτ, δεχόμενοι σχεδόν 1.2 πόντους ανά κατοχή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι αντίπαλοι να σουτάρουν απέναντι του, με το καλύτερο ποσοστό τριπόντων από όλες τις άλλες ομάδες της διοργάνωσης (38.9%).
Ένα επίσης σοβαρό πρόβλημα, ήταν η άμυνα μακριά από την μπάλα. Ειδικά σε παιδιά όπως ο Ναν, ήταν στόχος της αντίπαλης ομάδας να τον βάλουν σε off screen καταστάσεις, αφού πολλές φορές έχανε την συγκέντρωση του και ξεχνούσε τον παίκτη του. Οι πράσινοι ήταν η χειρότερη ομάδα σε πόντους ανά κατοχή που δεχόταν σε τέτοιες καταστάσεις στην Ευρωλίγκα.
Μαζεύοντας λοιπόν, όλα τα παραπάνω, η άμυνα ήταν ίσως το πιο σοβαρό πρόβλημα του φετινού Παναθηναϊκού, που σε συνδυασμό με την μην αποτελεσματικότητα της επίθεσης του, μακριά από το ΟΑΚΑ, συνέθεσε την προβληματική εικόνα που είχε στα περισσότερα παιχνίδια της σεζόν.
Η απουσία του Λεσόρ
Ο τραυματισμός του Λεσόρ, ήρθε σε μια περίοδο που ο Παναθηναϊκός έμοιαζε να βρίσκει ρυθμό ως ομάδα και τον ανάγκασε να αναπροσαρμόσει τα πλάνα του σε άμυνα και επίθεση. Ο Γάλλος δεν είναι μόνο καλύτερος σέντερ της Ευρωλίγκας, αλλά είναι και κορυφαίος στον τρόπο άμυνας που έχει επιλέξει ο προπονητής να παίζει. Το γρήγορο hedge και recover που έκανε, δεν μπόρεσε να το κάνει κανένας άλλος παίκτης που κλήθηκε στην θέση του και αυτό από μόνο του δημιούργησε θέματα.
Όμως σημαντική ήταν η απώλεια του και στο επιθετικό κομμάτι. Παρά το τι πιστεύει ο πολύ κόσμος, μπορεί ο Λεσόρ να είναι ένας ικανότατος πικ εν ρολ ψηλός, αλλά κατά βάση τους πόντους τους βάζει από post up καταστάσεις, είτε απέναντι στον αντίπαλο ψηλό, είτε κλειδώνοντας τον γκαρντ μετά από αλλαγή στα σκριν. Ο Παναθηναϊκός είχε 4.3 κατοχές από post up, με τον Γάλλο να έχει τις 3.1 από αυτές όσο ήταν υγιής. Αυτές είναι οι προσπάθειες που εκτελούσε σουτ, γιατί είναι άλλες τόσες που απλά έπαιρνε την μπάλα και την ξαναέβγαζε έξω για τρίποντο.
Με τον τραυματισμό του ο Παναθηναϊκός έπεσε στις μόλις 2.1 κατοχές ανά αγώνα, με τον Γιουρτσέβεν να έχει μόλις 0.7 ανά ματς. Με λίγα λόγια οι πράσινοι, έχασαν κάθε παρουσία που είχαν στο ποστ. Αυτό έριξε όλο το βάρος στην περιφέρεια, η πίεση πήγε όλη εκεί, με αποτελέσματα, η ομάδα να τα περιμένει όλα από τους γκαρντ, χωρίς να υπάρχει απειλή μέσα στο καλάθι. Αυτό, αργά ή γρήγορα θα το πλήρωνε, καθώς δεν υπήρχε το plan B μέσα στην ρακέτα, κάτι που φάνηκε απέναντι και στην Φενέρ.
Διαχείριση του Αταμάν
Ο προπονητής του Παναθηναϊκού, έχει ένα πολύ συγκεκριμένο τρόπο που προπονεί τις ομάδες του, βάζοντας πάντα πολύ τους παίκτες που εμπιστεύεται. Όταν αυτό λειτουργεί, είναι όλα καλά, όταν όμως δεν φέρνει αποτελέσματα, δημιουργεί θέματα διαχείρισης. Οι πράσινοι έφτασαν στην τελική ευθεία της χρονιάς, δηλαδή το Φάιναλ-4 και τους τελικούς, σαν να έχουν ξεμείνει από δυνάμεις. Η εικόνα του Χουάντσο είναι χαρακτηριστική. Ξεζουμίστηκε απέναντι στην Εφές και τον τελευταίο μήνα δεν είχε βενζίνη στο ρεζερβουάρ.
Ο Παναθηναϊκός αντί να βγάζει πρωταγωνιστές στο τέλος της χρονιάς, έχανε και αυτούς που θεωρούσε σίγουρους. Ο Ναν, δεν επανήλθε ποτέ μετά την σειρά με την Έφες στα γνωστά του στάνταρ, παίζοντας αυτό το μονότονο μπάσκετ που διαβάστηκε από τις άμυνες. Ο Μήτογλου έχοντας χάσει την αυτοπεποίθηση του, δεν σούταρε καλά. Για τον Μπράουν και τον Γιουρτσέβεν δεν μπορούμε να πούμε κάτι άλλο, αφού η εικόνα τους δεν βοήθησε καθόλου στο μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς. Έτσι φτάσαμε στους τελικούς με τον Παναθηναϊκό να έχει μόνο σε καλή κατάσταση τον Σλούκα, που και αυτός όμως πλέον δεν μπορεί να παίρνει αγώνες μόνος του, ειδικά με την στόχευση που δέχεται στην άμυνα.
Ίσως ο κόουτς Άταμαν, αν είχε δώσει περισσότερες ευκαιρίες σε κάποιους παίκτες, να υπήρχε μεγαλύτερη ένταση και περισσότερη φρεσκάδα, στο τελευταίο κομμάτι της σεζόν. Σίγουρα η επιλογή του Γιούρτσεβεν για αντικαταστάτη του Λεσόρ δεν βγήκε, όπως που και του Μπράουν, παρόλο που το καλοκαίρι έμοιαζαν καλά fit για τους πράσινους.
Η επόμενη σεζόν
Ο Παναθηναϊκός έχει προνοήσει και ο βασικός κορμός των πρωταγωνιστών του, είναι «δεμένος» με πολυετή συμβόλαια. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται κάποιες μικρές πινελιές, χειρουργικής όμως ακρίβειας για να βουλώσουν οι τρύπες. Ήδη, η απόκτηση του Τι Τζέι Σορτς, του καλύτερου playmaker της διοργάνωσης, δίνει φρέσκα πόδια και μια έξτρα απειλή. Ο βραχύσωμος Αμερικανός, ίσως είναι ο μοναδικός παίκτης που έχει την ικανότητα να δημιουργεί ανισορροπία στις άμυνες με τέτοια ευκολία, κάτι που θα βοηθήσει και τον Ναν, αλλά και τον Σλούκα που θα φύγει ένα πολύ μεγάλο βάρος από πάνω του.
Για να εκμεταλλευτεί κάποιος το φουλ πακέτο του Σορτς, θα πρέπει να τον πλαισιώσει με καλούς catch and shoot παίκτες και ψηλούς αθλητές. Με δεδομένο ότι ο Λεσόρ θα επιστρέψει δριμύτερος την νέα σεζόν, ο Παναθηναϊκός θα χρειαστεί έναν εξίσου ικανό δεύτερο σέντερ, που θα είναι μεν back-up, αλλά με την προοπτική να μπορεί να σταθεί και ως πρώτος, για να μην έχουμε τα φετινά προβλήματα. Ειδικά στην άμυνα, να μπορεί να υποστηρίξει hedge και άμυνες αλλαγών, κάτι που δεν μπορούσε ούτε ο Ομέρ, ούτε ο Γκρέμπριελ.
Το ερωτηματικό είναι ο Γκριγκόνις που είναι ακριβώς αυτό, ένας πολύ καλός catch n shoot παίκτης, που όμως δεν ξέρουμε σε τι κατάσταση θα είναι. Η πρόθεση πάντως για να κυνηγήσει τον Ρογκαβόπουλο, που σε CnS καταστάσεις την φετινή σεζόν σούταρε με 49% στο τρίποντο, δείχνει ότι ψάχνει η ομάδα αυτά τα χαρακτηριστικά.