MENU

Την ημέρα που γεννήθηκε ο πατέρας του φορούσε dashiki, μια πολύχρωμη παραδοσιακή αφρικανική μπλούζα – σαν από καιρό να είχε σχεδιάσει κάθε λεπτομέρεια αυτής της στιγμής. Η μητέρα του, πάλι, πονούσε… Εκείνος, μόλις οι νοσοκόμες τού έδωσαν το υπερμέγεθες βρέφος, τον σήκωσε στον αέρα και φώναξε. «Μωυσής. Θα οδηγήσει την οικογένειά μας». Well, όπως και να το δεις είναι ένα μεγάλο βάρος για να το σηκώσει εκείνη τη στιγμή ένα μωρό μερικών λεπτών. Ο Τζέραλντ Ράιτ δε σήκωνε κουβέντα. Όχι ότι υπήρχε και κανείς στο δωμάτιο να φέρει αντίρρηση. Ο Μωυσής τι να έλεγε - άντε να έκλαιγε, αλλά ποτέ κανείς δεν έχει σκεφτεί ότι μπορεί τα νεογέννητα να κλαίνε επειδή άκουσαν πώς θέλουν να τα ονομάσουν και η μητέρα του ήταν αδύναμη να αντιδράσει.

«Ήταν μια γέννα που κράτησε πάρα πολλές ώρες, ήταν μια μέρα που είχε χιονοθύελλα και απλά το να φτάσουμε στο νοσοκομείο μάς πήρε δύο ώρες». Ας της δώσουμε και λίγο δίκιο παραπάνω για την εξάντλησή της. Το μωρό που είχε μόλις φέρει στον κόσμο ήταν 58,4 εκατοστά (σ.σ. δώδεκα περισσότερο από το μέσο όρο), τα άκρα του έμοιαζαν τεράστια για το μέγεθός του και, όπως αργότερα, θα τους έλεγε ο παιδίατρος ήταν πάντα μεγαλύτερος από την ηλικία του. Άντε, δηλαδή, να βρεις κούνια να τον στείλεις να κατέβει το Νείλο. Στη Βόρεια Καρολίνα, άλλωστε, το κοντινότερο που θα μπορούσαν να βρουν ήταν ο ποταμός Νους, οπότε αποφάσισαν ότι ο Μωυσής και θα μείνει και θα κουβαλάει το όνομα.

«Εντάξει, πάντα το έβρισκα κουλ να με λένε Μωυσή, αλλά πρέπει να παραδεχτώ ότι έχει μια πίεση», λέει ο ίδιος γελώντας, γιατί η αλήθεια είναι ότι θα αργούσε να νιώσει πίεση στη ζωή του. Δε θα αργούσε, όμως, να νιώσει θλίψη. Εκείνη που κουβαλάει μέχρι και σήμερα στα δακτυλίδια που φοράει και στην οθόνη του κινητού του.

                                                                      …

Υπάρχουν εκείνες οι αποφάσεις που οι μελλοντικοί γονείς λαμβάνουν νωρίς στη ζωή τους: Το παιδί θα πάει στον αθλητισμό. Το παιδί θα πάει μουσική. Το παιδί θα μάθει ξένες γλώσσες. Το παιδί θα διαβάζει. Το παιδί θα γίνει τραγουδιστής. Το παιδί δε θα πιάσει κινητό μέχρι να γίνει δέκα ετών (σ.σ. χα και χα). Και μετά είναι εκείνες οι αποφάσεις που παίρνει η ζωή για τους γονείς. Και για το παιδί. Η Κάλα Ράιτ, ήταν και είναι ακόμα δασκάλα μουσικής. Είχε αποφασίσει ότι τα αγόρια της θα ακολουθήσουν μια διαφορετική πορεία από εκείνο που στερεοτυπικά περιμένει ο κόσμος από εκείνους – δε θα παίξουν μπάσκετ, δε θα παίξουν football. Θα μάθουν μουσική. Θα σπουδάσουν. Και αν βρουν υποτροφία μέσω του αθλητισμού, θα είναι με διαφορετικό σπορ.

Ο Τζέραλντ συμφωνούσε. Λάτρευε, εξάλλου, το τένις και μύησε τους γιους του στο άθλημα. Ο Μωυσής έπιασε ρακέτα για πρώτη φορά όταν ήταν τεσσάρων ετών. Εντυπωσιακό, αν προσθέσεις στην εξίσωση ότι μπάλα μπάσκετ θα έπιανε περίπου δέκα χρόνια αργότερα! Ήταν οι απλές οικογενειακές στιγμές που έδειχναν ότι το σχέδιο κυλάει ομαλά. Οι αγώνες τένις του Ρόμπερτ με τον Μόουζες και οι καθημερινές συνήθειες που μαρτυρούν την ευτυχία. «Κάθε πρωί, όταν σηκωνόταν να μας πάει στο σχολείο, κάναμε αγώνα στο μικρό δρόμο που οδηγούσε στο γκαράζ. Κάθε πρωί. Ποιος θα φτάσει πρώτος… Εκείνος, ο αδερφός μου και εγώ. Κάποια στιγμή ο αγώνας έγινε μόνο ο αδερφός μου κι εγώ. Τότε ήταν που κατάλαβα ότι αρχίζει να αρρωσταίνει, αλλά δε μπορούσε να φανταστώ το πόσο».

Ο Τζέραλντ είχε πρόβλημα με την καρδιά του. Υποβλήθηκε σε επέμβαση το 2011, όμως η υγεία του επιδεινώθηκε. Προσβλήθηκε από σταφυλόκοκκο και πέθανε από καρδιακή προσβολή στο 2012. Ήταν 56 ετών. Ο Μωυσής ήταν δώδεκα.

                                                                             …

«Έπρεπε να βρω έναν τρόπο να τον παρακινώ. Ο αθλητισμός ήταν το μέσο για να παραμείνει προσγειωμένος, να έχει ένα στόχο και μια απασχόληση και να μην τον χάσω», εξηγούσε η μητέρα του για το διάστημα της απώλειας, καθώς έμεινε εκείνη με τα δύο παιδιά και το πλάνο. Και δε θα άφηνε τίποτα να της χαλάσει το πλάνο. «Ήθελα να είναι ξεχωριστοί. Ήθελα να εκτεθούν σε όλα όσα άλλα παιδιά μπορεί να μην έχουν τη δυνατότητα να εκτεθούν. Η άποψή μου είναι ότι αυτό κάνει ένα παιδί ολοκληρωμένο και αυτή την ευκαιρία ήθελα να δώσω στους γιους μου. Να παίζουν σε ορχήστρα. Να πηγαίνουν σε συναυλίες. Να γνωρίσουν τα πάντα. Και μέσα από το άθλημά τους, αν είναι αρκετά καλοί, να πάρουν υποτροφία».

Η αλήθεια είναι ότι ο Μωυσής ήταν καλός. Μπήκε στο ranking στο τένις, ξεκίνησε κολύμβηση, όπου επίσης είχε διακρίσεις, μέχρι και μπάσο έπαιζε στη σχολική χορωδία, αλλά υπήρχε ένα πρόβλημα: Το παιδί – όπως κάποτε και το μωρό – ήταν μεγάλο! 206 εκατοστά σήμερα, με άνοιγμα χεριών 213 εκατοστών, παρότι η μητέρα του είναι 1μ.55 και ο πατέρας του μετά βίας ξεπερνούσε το 1μ.80. Και πόσο να τον κρύψεις;

Μια μέρα, λοιπόν, ας πούμε μια Παρασκευή, όπως σήμερα, ο Μόουζες έφευγε από την προπόνηση της κολύμβησης, κι έπεσε πάνω στον Μάικλ Γκόρντον, προπονητή μπάσκετ. Του ζήτησε να δοκιμαστεί σε μια προπόνηση. Ο Ράιτ πήγε. Η Κάλα εξερράγη! «Είχα μόλις πληρώσει τη συνδρομή για την ομάδα κολύμβησης και ήρθε και μου είπε ότι τον έβαλαν σε μια ομάδα μπάσκετ και ότι ο προπονητής θέλει να μου μιλήσει». Το δέχτηκε. Μίλησε με τον προπονητή, έδωσε την έγκρισή της για να παίξει ο γιος της μπάσκετ, αλλά έβαλε έναν όρο. Δύο, για την ακρίβεια. Δε θα παίξει μέχρι να είναι αρκετά καλός, πρώτον. Στρώσε τον κώλο σου στη δουλειά, δεύτερον.

                                                                       …

Οι προπονήσεις ήταν καθημερινές. Ενίοτε, δύο φορές την ημέρα. Ενίοτε, τρεις. «Ήταν κοινή λογική ότι έπρεπε να καλύψει το χαμένο χρόνο τεχνικά, προτού μπει να παίξει. Ήξερα ότι είναι αδύνατον να παίξει σε ομάδα πριν μάθει το παιχνίδι. Γι’ αυτό και αποφάσισα να έχει το δικό του προπονητή». Καλωσορίζουμε στην ιστορία μας τον Coach G (σ.σ. έχει κανονικό όνομα, αλλά είναι πιο αμερικανιά να τον φωνάζουμε έτσι), ο οποίος ανέλαβε να μετατρέψει τον κολυμβητή/μπασίστα/τενίστα σε μπασκετμπολίστα. «Το πρώτο πράγμα που έπρεπε να φτιάξουμε ήταν το footwork και μετά το σουτ του. Υπήρχαν στιγμές που είμαι σίγουρος ότι ο Μόουζες δε με συμπαθούσε και πολύ. Ήθελε να βγει με τους φίλους του και εγώ του έλεγα «όχι, θα κάνουμε προπόνηση».

Απέδιδε, όμως; Debatable, θα σου πει κάποιος… «Την πρώτη φορά που τον είδα ήταν 15 χρονών, είχε ύψος 1μ.84, έπαιζε γκαρντ και δεν ήταν αρκετά καλός να πατήσει παρκέ απέναντι σε νεαρότερους αντιπάλους. Πήγα στον Coach G και τον ρώτησα: «Γιατί κλέβεις αυτής της γυναίκας τα λεφτά». Ο Ντέιβιντ Γουέστ, ήταν από τους παίκτες που έφερνε ο προπονητής του για να αντιμετωπίσει. Με σπουδαία καριέρα στο ΝΒΑ και τεράστια εμπειρία να τον ακολουθεί, δεν έβλεπε πώς θα μπορούσε το ασχημόπαπο να γίνει κύκνος. Τι έχουμε μάθει, όμως, από τα παραμύθια;

Το ασχημόπαπο γίνεται κύκνος, εκτός αν προλάβουν και το σκοτώσουν κυνηγοί, αλλά αυτό δεν το λένε στα παραμύθια. Η στιγμή της αποκάλυψης έφτασε. Εντελώς χολιγουντιανό, έτσι; Προετοιμασία με κλειστές πόρτες επί χρόνια, αμφισβήτηση, ιδρώτας, νεύρα – όλο το πακέτο. Και ξαφνικά ο αγώνας! Ο Μόουζες Ράιτ ήταν, πλέον, 2μ.03, κοντά στα 90 κιλά, φόρεσε τη φανέλα με το νούμερο 5 και έπαιξε στο πρώτο επίσημο ματς της ζωής του. 17 χρονών! Double-double. Ήταν, όμως, αργά; Ε, λίγο ήταν. Το όνομά του δεν υπήρχε πουθενά. ΠΟΥ-ΘΕ-ΝΑ. Μηδέν αστέρια στην αξιολόγηση. Με τα χίλια ζόρια, βρέθηκαν τρεις υποτροφίες: Division II Catawba και UNC-Charlotte και Georgia Tech. Ναι, Georgia Tech.

«Μου άρεσε, ωστόσο αναρωτιόμουν αν υπάρχει κάτι που χάνω στην ιστορία. Γιατί κανείς άλλος δεν τον θέλει; Είναι εδώ, στην Βόρεια Καρολίνα. Γιατί ούτε τα τοπικά, μικρά κολέγια δεν τον έχουν προσεγγίσει;». O Τζος Πάστνερ το έκανε. Και ο Μωυσής έφυγε για την Τζόρτζια!

                                                                     …

Yellow jacket, έτσι; Επίκαιρο λόγω Netflix, ωστόσο άσχετο με την τηλεοπτική σειρά. Η Κάλα είχε ενθουσιαστεί περισσότερο από τον γιο της. Να έχει την ευκαιρία να φοιτήσει σε ένα τέτοιο κολέγιο, με υποτροφία από το μπάσκετ; Αχ, αυτό κι αν ΔΕΝ ήταν το πλάνο! Ποιος χέστηκε; «Συναντήθηκα με τον προπονητή και του είπα θα σου φέρω τον Μόουζες. Ήμουν τόσο ευχαριστημένη με όσα είδα, με την υποστήριξη που είχαν σκοπό να του προσφέρουν. Ήταν ακόμα ένας νέος άντρας που σχηματιζόταν και είχε σημασία να ξέρω ότι θα τον βοηθήσουν να είναι σωστός άνθρωπος».

Ο ίδιος, τύπος που σπανίως θα δείξει ενθουσιασμό, ήταν πιο χαλαρός. Ήταν υπερβολικά χαλαρός. Στην πρώτη του ακαδημαϊκή χρονιά πήρε έπαινο, αφού είχε καλύτερους βαθμούς από το 90% των σπουδαστών στις τάξεις του, αλλά στο μπάσκετ; Εεεεε…. «Όλα ήταν υπερβολικά γρήγορα. Όλοι ήταν πιο δυνατοί, πιο γρήγοροι, πιο ψηλοί. Σκέφτηκα πώς ήταν η division one να μην είναι για μένα». Ευτυχώς δεν το σκέφτηκε ο προπονητής του, παρότι το σκέφτηκαν αρκετοί συμπαίκτες του. Ο Μόουζες έγινε μέρος του «breakfast club» - των παικτών, δηλαδή, που κάθε πρωί έπρεπε να δουλεύουν περισσότερο στα βασικά του μπάσκετ.

«Δε μου άρεσε. Όλοι μπορούσαν να κοιμούνται κι εγώ έπρεπε να κάνω προπόνηση».

Είναι γνωστό πόσο… μακριά μπορεί να σε πάει αυτή η νοοτροπία και τόσο μακριά θα πήγαινε και τον Μωυσή. Μια μέρα άργησε να σηκωθεί και να πάει στην πρωινή προπόνηση. Ο coach Πάστνερ σκέφτηκε να τον γλιτώσει από τον κόπο: «Μάζεψα όλα τα πράγματά του από τα αποδυτήρια και τα άφησα έξω από το γήπεδο. Του είπα «αν δεν είσαι 100% σε αυτό, δεν μπορείς να είσαι εδώ. Θα υπάρχει αποτέλεσμα, μόνο αν αφοσιωθείς. Σήμερα που το σκέφτομαι, χαίρομαι που δεν πήρε τα πράγματά του να φύγει».

Κι εκείνος. Και η Κάλα. Και ο Τζέραλντ. Και ο Ρόμπερτ. Γιατί σύντομα θα γινόταν πρωτοσέλιδο, επικεφαλίδα, ήρωας – η ιστορία που πρέπει να διαβάσεις! Το ασχημόπαπο που έγινε κύκνος, ο zero που έγινε hero. Το 2021, ο τελειόφοιτος πλέον στο Georgia Tech, αναδείχθηκε παίκτης της χρονιάς στην περιφέρεια του Ατλαντικού. Έχασε το τουρνουά του NCAA διότι βρέθηκε θετικός στον covid, λίγο πριν την έναρξη του March Madness. Έτσι, για να μην είναι και όλα ρόδινα στο παραμύθι. Αποφοίτησε από το κολέγιο, δεν έγινε ντραφτ στο ΝΒΑ, αλλά η ζωή συνεχίστηκε…

«Θα ήταν ωραίο να βγάζω λεφτά παίζοντας μπάσκετ», λέει με το δικό του χαλαρό υφάκι. Χωρίς πολύ άγχος, χωρίς ιδιαίτερο ενθουσιασμό – εξάλλου, προγραμματίστηκε για να είναι λίγο διαφορετικός, λίγο ξεχωριστός. Εξ ου και η συνέχεια: «Μετά θέλω να ανοίξω ένα εστιατόριο με θαλασσινά. Ίσως στο Wilmington. Πάντα, όταν ήμουν μικρός, μαγείρευα με τον πατέρα μου».

Αμφιβάλει κανείς ότι μπορεί να το καταφέρει και αυτό; Φαίνεται, εξάλλου, ότι έχει το ραβδί...

Το πέρασμα του Μωυσή!