MENU

Ο Ολυμπιακός την δουλειά την κάνει σωστά, ασχέτως του τι αποτέλεσμα θα έχει στο τέλος της σεζόν. Μέχρι στιγμής αγγίζει το τέλειο, αφού έχει πάρει το Σούπερ Καπ, έχει πάρει το Κύπελλο, παίζει μπασκετάρα και σε ελληνικό πρωτάθλημα και Ευρωλίγκα είναι πρώτος.

Τις τελευταίες μέρες (τις μέρες πριν, δηλαδή, από το ματς με την Μπαρτσελόνα) παρουσιάστηκε μακριά από τον καλό του εαυτό. Πως όχι άλλωστε από την στιγμή, που έχασε εύκολα στο Μιλάνο από την Αρμάνι και την Κυριακή στην Ρόδο σώθηκε από το μεγάλο τρίποντο στο τέλος του Σάσα Βεζένκοφ. Αυτή η κατάσταση δεν άγχωσε γενικώς τους φίλους του Ολυμπιακού, αλλά ειδικώς. Και πιο συγκεκριμένα ενόψει του κρίσιμου ματς με την πολύ δυνατή Μπαρτσελόνα. Το ξεκίνημα αυτού του παιχνιδιού επέτεινε το άγχος των φίλων της πειραϊκής ομάδας από την στιγμή, που οι Καταλανοί προηγήθηκαν με 22-12. 

Η συνέχεια, όμως, επανέφερε άπαντες στη κανονικότητα, καθώς ο Ολυμπιακός από το δεύτερο δεκάλεπτο και μετά φόρεσε το γνώριμό του προσωπείο. Αυτή τη φορά το προσωπείο είχε ορισμένες παραλλαγές, αλλά η ουσία ήταν η ίδια: ο στόχος της νίκης επετεύχθη. Και όταν λέμε παραλλαγές εννοούμε ότι δεν χρειάστηκε να βάλει τις…κάλτσες του ο Βεζένκοφ ή να κάνει πολύ μεγάλο παιχνίδι ο Ουόκαπ με τον Σλούκα για να έρθει η νίκη. Αυτή ήρθε, γιατί πάνω από όλα η άμυνα για 30 λεπτά ήταν τρομερή. 

Οι Πειραιώτες από το 10’ και μετά άρπαξαν από τον σβέρκο τους Καταλανούς και τους έδωσαν και κατάλαβαν. Την ίδια ώρα την βασική δουλειά στην επίθεση την έκαναν ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης με τον Σακίλ ΜακΚίσικ. Τύποι, δηλαδή, που ζουν για τέτοιες καταστάσεις. Για τέτοιες βραδιές. Τύποι, που έχουν και άλλη ομοιότητα, πέρα του να βγαίνουν από τον πάγκο και να κάνουν την διαφορά.

Η άλλη αυτή ομοιότητά έχει να κάνει με το ότι αμφότεροι βγήκαν μπροστά σε μεγάλη μπασκετικά ηλικία. Δεν βγήκαν στα 20 και στα 22 τους. Όταν λέμε βγήκαν μπροστά, εννοούμε στο πολύ υψηλό επίπεδο.

Ο Λαρεντζάκης έκανε πολύ καλά πράγματα με την ΑΕΚ, αλλά όταν έφυγε από αυτή δεν πήγε στην Ευρωλίγκα, αλλά στην Μούρθια της Ισπανίας. Στον Πειραιά πήγε στην ηλικία των 27 ετών (τώρα οδεύει στα 30). Ο ΜακΚίσικ πριν τον οδηγήσει ο Μπαρτζώκας στον Ολυμπιακό έπαιζε στο μικρομεσαίο επίπεδο της Ευρώπης. Στην Μπεσίκτας, στην Γκαζιαντέπ, στην Σάρατοφ και πάει λέγοντας. Στο ΣΕΦ πήγε στα 30 του χρόνια (τώρα οδεύει στα 33).

Και οι δύο, λοιπόν, έχουν ανατρέψει τα καθιερωμένα και το θέμα είναι ότι το ταβάνι τους είναι ακόμη πιο ψηλό, καθώς βλέπουμε ότι πηγαίνουν από το καλό στο καλύτερο. Τα προσόντα τα είχαν και τα έχουν. Για να τα εξελίξεις, όμως, για να τα αναπτύξεις, χρειάζεται και το κατάλληλο περιβάλλον. Το μπάσκετ δεν είναι «μονό» στα ανοιχτά της Βούλας. 

Η τύχη τους (ή όπως αλλιώς θέλετε να το πείτε) είναι ότι αμφότεροι βρέθηκαν στο καλύτερο δυνατό περιβάλλον. Στον Ολυμπιακό, δηλαδή, την στιγμή, που η ομάδα του Πειραιά άρχισε να ξαναπαίρνει τα πάνω της. Και πέτυχαν επίσης έναν Γιώργο Μπαρτζώκα στα καλύτερα του. Εξ ου και τα αποτελέσματα και του Ελληνα γκαρντ και του Αμερικάνου, που είναι εντυπωσιακά πέρα από κάθε αμφιβολία.

Θα σταθούμε περισσότερο στον Λαρεντζάκη, όχι ακριβώς γιατί είναι δικό μας παιδί, αλλά επειδή τον έχουμε ζήσει καλύτερα σε σχέση με τον ΜακΚίσικ. Όπως αναφέραμε, οδεύει στα 30. Τον θυμάται κανείς στα 20 και στα 22; Μάλλον ελάχιστοι. Θυμάστε, που έπαιζε τότε; Είναι κάτι δύσκολο για τους πολλούς. Ειδικά οι πιτσιρικάδες μάλλον δεν πρέπει να έχουν υπόψη τους τι εστί Ικαρος Καλλιθέας (εκεί έπαιζε ο «Λάρυ» από το 2011 μέχρι το 2013). 

Ακολούθως είχε πάει στον Αρη και στον Κολοσσό και τα πράγματα, που έκανε στην Ρόδο, τον «έστειλαν» στην ΑΕΚ. Με την «Ενωση» έζησε μεγάλες στιγμές, ανάμεσα στις οποίες και η κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ  του 2018, αλλά όλα αυτά δεν ήταν αρκετά για να τον στείλουν στην Ευρωλίγκα, αφού, όπως αναφέραμε, μετά την ΑΕΚ πήγε στην Μούρθια.

Ο ίδιος δεν σταμάτησε ποτέ να δουλεύει, δεν σταμάτησε ποτέ να πιστεύει στα καλύτερα. Και αυτά τα καλύτερα τελικά ήρθαν. Την φανέλα του Ολυμπιακού την έχει πάρει στο σπίτι του, όπως και την φανέλα της Εθνικής. Μάγκικα και δίκαια. Δεν έχει το ταλέντο άλλων παικτών, αλλά μόνο με το ταλέντο δεν πας πουθενά. Εχει τόσα άλλα προσόντα, όμως, τα οποία τον έχουν φτάσει πολύ πιο ψηλά από ό, τι θα περίμενε πριν από χρόνια ο ουδέτερος παρατηρητής του αθλήματος. Δικαίως γίνεται σύνθημα από τους φίλους του Ολυμπιακού, δικαίως επίσης ο τραπεζικός του λογαριασμός θα γίνει πολύ πιο φουσκωτός προσεχώς.

Το «ποτέ δεν είναι αργά» του Λαρεντζάκη αλλά και του ΜακΚίσικ πρέπει να γίνει μάθημα όχι μόνο για τους νεαρούς μπασκετμπολίστες, αλλά και για εργαζόμενους σε άλλους τομείς. Δεν είναι απλό μάθημα, είναι μάθημα ζωής.

Είναι εκπληκτικά αυτά που κάνει ο Λαρεντζάκης