MENU

Αν η ένωση κερδίσει την προσφυγή, ενδεχόμενο που θεωρείται πολύ πιθανό, ο σεισμός που θα προκληθεί στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο εκτιμάται ότι θα είναι πολύ ισχυρότερος εκείνου που προκάλεσε η γνωμοδότηση του ευρωπαικού δικαστηρίου, τον Δεκέμβριο του 1995, στην υπόθεση Μποσμάν.

Βέβαια, η εκδίκαση της προσφυγής θα πάρει τρία έως πέντε χρόνια, χωρίς να αποκλείεται η περίπτωση ενός εξωδικαστικού συμβιβασμού, κάτι που μπορεί να συντομεύσει τον χρόνο που θα χρειαστεί για να αλλάξουν όλα.

το crossover της ζωής σου ΕΔΩ!

Και αυτό θα συμβεί αφού η κατάργηση της αγοράς ποδοσφαιριστών θα εξοικονομήσει πολλα εκατομμύρια για τις ομάδες ενώ ταυτόχρονα, θα απελευθερώσει τους ποδοσφαιριστές. Από «προιόντα» θα μεταβληθούν σε ελεύθερους επαγγελματίες, που θα επιλέγουν οι ίδιοι τον εργοδότη τους, την αμοιβή τους και –κατά πάσα πιθανότητα- την χρονική διάρκεια του συμβολαίου τους.

Παράλληλα, θα περιορίσει δραστικά την εξουσία των μάντατζερς και θα μειώσει σε μεγάλο ποσοστό τις προμήθειές τους και θα τους επαναφέρει στον αρχικό χαρακτήρα της δραστηριότητάς τους, αυτόν του κλασσικού εκπροσώπου ποδοσφαιριστών.

Σύμφωνα με το παρατηρητήριο της παγκόσμιας μεταγραφικής αγοράς που έχει δημιουργήσει η ΦΙΦΑ, στις μεταγραφές που έγιναν κατά την διάρκεια του 2014, παγκοσμίως, οι ομάδες δέσμευσαν 5,6 δις ευρώ για τα συμβόλαια ποδοσφαιριστών ενώ οι προμήθειες των μάνατζερς, μόνο για την Ευρώπη, έφθασαν τα 223 εκατομμύρια ευρώ.

Τα ποσά για τα συμβόλαια αυξήθηκαν κατά 33% σε σχέση με το 2013 ενώ οι προμήθειες αυξήθηκαν κατά 28%. Η εξουσία που έδωσε στους μάνατζερς η υπόθεση Μποσμάν τους επέτρεψε να επιδιώκουν όλο μεγαλύτερα μεταγραφικά κόστη για να μεγαλώνουν τις προμήθειές τους.

Και όχι μόνον αυτό.

Τα μεγάλα μεταγραφικά γραφεία – εταιρείες έφθασαν να χειραγωγούν, ουσιαστικά, την αγορά. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του μεγαλύτερου ευρωπαίου μανατζερ, του πορτογάλου Ζόρζε Μέντεζ η εταιρεία του οποίου αντιπροσώπευε 8 παίκτες από κάθε ομάδα στον αυγουστιάτικο προκριματικό του Τσάμπιονς Λιγκ ανάμεσα στην Βαλένθια και την Μονακό.

Ο Μέντεζ, δεν είναι απλά ο μεγαλύτερος μάνατζερ στο ευρωπαικό ποδόσφαιρο είναι ο βασικός ρυθμιστής της μεταγραφικής αγοράς. Στην διάρκεια της καριέρας του που ξεκίνησε το 1996 με πρώτο του πελάτη τον νυν προπονητή της Βαλένθια που τον οδήγησε στην Ντεπορτίβο Λα Κορούνια, ο Μέντεζ έχει διαπραγματευτεί συνολικά, μεταγραφές ύψους 1,4 δις ευρώ.

Μόνο την φετινή χρονιά, ο Μέντεζ διεκπεραίωσε μεταγραφές που ξεπέρασαν τα 420 εκατομμύρια ευρώ και η προμήθειά του έφθασε τα 85 εκατομμύρια ευρώ. Παρόλα αυτά, ο πορτογάλος δεν είναι το νούμερο 1 στον κόσμο των μάνατζερς αθλητών αφού τον ξεπερνά ο αμερικανός Σκοτ Μπόρας, ο οποίος από προμήθειες συγκέντρωσε 106 εκατομμύρια ευρώ ενώ διαπραγματεύθηκε συμβόλαια ύψους 2,1 δις ευρώ.

Ο Μπόρας ήταν δικηγόρος ειδικευμένος σε ζητήματα της φαρμακευτικής βιομηχανίας μέχρι που το 1983 αποφάσισε να γίνει μανατζερ παικτών του μπειζμπολ. Είναι ο άνθρωπος που διαπραγματεύτηκε το 2000 το μεγαλύτερο συμβόλαιο στην ιστορία του μπέιζμπολ, το δεκαετές του Αλεξ Ροντρίκεζ, ύψους 250 εκατομμυρίων δολαρίων.

Ομως, ενώ η συνήθης προμήθεια ενός μάνατζερ στο ευρωπαικό ποδόσφαιρο βρίσκεται στο 10%, στις ΗΠΑ έχουν καθορισθεί ανώτατα όρια, ανάλογα με το σπορ. Στο μπέιζμπολ είναι 5%, στο ΝΒΑ 4% και για το Χόκευ και το Ράγκμπι έχουν οριστεί στο 3%.

Στην λιστα με τους 10 καλύτερους –και πλουσιότερους- μανατζερς, εκτός από τον Μέντεζ, βρίσκονται δύο ακόμη μάνατζερς ποδοσφαιριστών. Στη θέση 4 βρίσκεται ο Τζόναθαν Μπαρνέτ, που ανάμεσα σε άλλους αντιπροσωπεύει τους Γκάρεθ Μπέιλ και τον τερματοφύλακα Τζο Χαρτ ενώ στην θέση 5 βρίσκεται ο γερμανός Βόλκερ Στρουθ, που ανάμεσα σε άλλους αντιπροσωπεύει τους Μάριο Γκέτζε της Μπάγιερν, Τόνι Κρόος της Ρεάλ και Μάρκο Ρόις της Μπορούσια Ντόρτμουντ.

Η επιρροή των μάνατζερς και των εταιρικών σχημάτων που είχαν διαμορφώσει εμπορευόμενοι δικαιώματα ποδοσφαιριστών με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας, άρχισε να περιορίζεται δραστικά από τον περασμένο Μάιο, όταν η ΦΙΦΑ απαγόρευσε τις μεταγραφές ποδοσφαιριστών που βρίσκονταν σε καθεστώς συνιδιοκτησίας.

Ο Μέντεζ και η εταιρία του η Gestifute κρατούν ποσοστά σε δικαιώματα ποδοσφαιριστών και αυτός είναι ενας λόγος για τον οποίο ο Μέντεζ δεν δραστηριοποιείται ιδιαίτερα στην αγγλική αγορά. Οι άγγλοι από την περίπτωση της μεταγραφής του Τέβες στην Γουέστ Χαμ, έχουν απαγορεύσει τις μεταγραφές ποδοσφαιριστών που βρίσκονται σε καθεστώς συνιδιοκτησίας.

Ο περιορισμός αυτός ανάγκασε τους μάνατζερς να βρουν έναν άλλο δρόμο. Αγόραζαν μικρες ομάδες σε ευρωπαικά πρωταθλήματα και, πολλές φορές, χωρίς να φαίνονται στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, τις χρησιμοποιούσαν ως «θερμοκήπια» ποδοσφαιριστών ή ενδιάμεσους σταθμούς.

Την πρακτική αυτή έχει καλλιεργήσει ο Πίνι Ζάχαβι ενας από τους πιο γνωστούς μάνατζερ στο ευρωπαικό ποδόσφαιρο, ο οποίος έχει πολύ καλές διασυνδέσεις με πολλούς ισχυρούς παράγοντες και στενες σχέσεις με τον Μέντεζ αλλά και τον Ρόμαν Αμπράμοβιτς. Η Τσέλσι αγοράζει νεους και ταλαντούχους ποδοσφαιριστές και αυτή την στιγμή έχει περισσότερους από 23 δανεικούς σε διάφορες ομάδες.

Ο Ζάχαβι το καλοκαίρι με μία ομάδα επενδυτών, στους οποίους περιλαμβανόταν και μία από τις εταιρείες που έχει ιδρύσει ( και οι οποίες έχουν έδρα την Μάλτα, το Γιβραλτάρ ή το Λουξεμβούργο), αγόρασε την βελγική Μουσκρόν με 8,5 εκατομμύρια ευρώ, σωζωντάς την από την χρεωκοπία.

Απόκτησε έτσι μία ομάδα δορυφόρο που θα «φιλοξενεί» διάφορα ταλέντα, πριν βρουν τον δρόμο τους για άλλες ομάδες με το σωστό ποσό. Βλέπετε, οι κανόνες δεν απαγορεύουν τις διαπραγματεύσεις για τις μεταγραφές ποδοσφαιριστών ανάμεσα σε ομάδες.

Οι μάνατζερς και οι αλλαγές στην μεταγραφική αγορά (μέρος Ι)