MENU

Όποιος παρακολούθησε το ιστορικό ματς του Ολυμπιακού στο «Καμπ Νόου» και έπειτα διάβασε / άκουσε από το βράδυ της Τετάρτης μέχρι και το απόγευμα της Πέμπτης ό,τι κυκλοφορεί για αυτό το 3-1 από τη Μπαρτσελόνα, προφανώς και θα έχει την αίσθηση ότι διαβάζει ανάλυση τακτικής για... μπαρμπούτι.

Ρίχνεις τα ζάρια έτσι, κάθονται στο 6-5 και ξεκινάς: «Ο Λεμονής φοβήθηκε το ματς, δεν ρίσκαρε, δεν, δεν, δεν...»

Ρίχνεις τα ζάρια αλλιώς, κάθονται «ντόρτια» και τα πράγματα αλλάζουν: «Ιδανικό στήσιμο της ομάδας, άτυχες στιγμές, δεν μπορούσαμε κάτι άλλο...»

Σε γενικές γραμμές, ό,τι να 'ναι.

Τα πράγματα -στην πραγματικότητα- είναι πάρα πολύ απλά: ο Ολυμπιακός κατέβηκε να παίξει ένα ματς 3ης αγωνιστικής ομίλων -όταν προφανώς τα πάντα είναι ακόμη ανοιχτά- στο πιο κατηφορικό γήπεδο της Ευρώπης, κόντρα στην καλύτερη ομάδα της 20ετίας, κόντρα στον καλύτερο παίκτη στην Ιστορία του ποδοσφαίρου, κόντρα σε έναν εξαιρετικό προπονητή που τον γνωρίζει απ' έξω κι ανακατωτά.

Και αν θεωρήσουμε πλέον ως κοινή γνώση ότι στην τέταρτη θητεία του στο Λιμάνι, ο Τάκης Λεμονής είναι α) ένας ξύπνιος τύπος β) ένας προπονητής «ρεαλισμού», τότε κανείς δεν μπορεί να του προσάψει απολύτως τίποτα για το πώς κατέβασε την ομάδα.

Αυτό το «πάμε κι ο Θεός βοηθός» που λέγαμε πριν το ματς στο καφενείο, ο Λεμονής είχε την ευθύνη και το χρέος να το μετατρέψει σε τακτική στο δυσκολότερο ματς που μπορεί να τύχει σε μια ομάδα. Τα πάντα... βαραίνουν ακόμη περισσότερο δε, αν τυχαίνει να είναι και ελληνική -με τα γνωστά κουσούρια που σέρνει.

Ό,τι μπορούσε, όπως μπορούσε

Ο Λεμονής έκανε ό,τι μπορούσε και ό,τι του επέτρεπε το υλικό και οι συνθήκες. Το μόνο που μπορεί να του προσάψει κανείς είναι το ότι δεν πίεσε την ομάδα του να επιτεθεί στο δεκάλεπτο μετά την αποβολή του Πικέ και να ρισκάρει τουλάχιστον σε εκείνο το σημείο, με τη Μπαρτσελόνα ακόμη αποδιοργανωμένη και το ματς να έχει μπροστά ακόμη 55 λεπτά. Χαρακτηριστική η φάση στο 43' όταν ο Ολυμπιακός κυκλοφορεί τη μπάλα για κάνα δίλεπτο, ανεβάζει 4-5 παίκτες πάνω από τη σέντρα και κανείς δεν αποφασίζει να πατήσει περιοχή! Τι συνέβη; Ε, η μπάλα στον Προτό...

Από κει και πέρα, όποιος κάτσει και ψειρίσει τη μαϊμού σε τακτικό επίπεδο, δεν μπορεί -για μένα- να είναι σοβαρός. Αν δεν είσαι ο Γκουαρδιόλα ή ο Μουρίνιο, δεν μπορεί να κάνεις σοβαρή κουβέντα για τακτική σε ματς που πας να δώσεις στο Καμπ Νόου κόντρα στη Μπαρτσελόνα, 3η αγωνιστική ομίλων. Πηγαίνεις, κάνεις τον σταυρό σου, κατεβάζεις τους πιο έτοιμους σε αθλητικό και ψυχολογικό επίπεδο και το μόνο που μπορείς να προετοιμάσεις, είναι να... σώσεις οτιδήποτε αν αν σώζεται.

Χάσι vs Ζαγκάλο

Όλα τα υπόλοιπα, είναι για να έχουμε να λέμε και να γράφουμε. Γιατί όταν ο Χάσι κατέβαζε πρώτη αγωνιστική τον Ολυμπιακό κόντρα στη Σπόρτινγκ με 5 δεκάρια σαν τη Βραζιλία του Ζαγκάλο, με Πελέ, Ριβελίνο, Ζέρσον, Τοστάο και Ζαϊρζίνιο και το ματς ήταν για 0-5 στο 20', «λέγαμε» ότι δεν είναι δυνατόν ένας προπονητής να είναι τόσο αφελής. Τώρα, «λέμε» ότι δεν γίνεται ένας προπονητής να είναι τόσο άτολμος. Ότι ο Τάκης έκανε εκείνο, ότι έκανε το άλλο. Ότι έβαλε τρία πούλμαν και επτά τραχτέρ μπροστά στην εστία του Προτό. Ότι έπαιξε 4-6-0. Ότι δεν υπήρχε περίπτωση να διεκδικήσει κάτι ακόμη κι αν η Μπαρτσελόνα έπαιζε με 9 από το πρώτο λεπτό. Κάτι που πιθανότατα και να ισχύει, αλλά θα ίσχυε και κόντρα στο 95% των ευρωπαϊκών συλλόγων.

Πρέπει λοιπόν να αποφασίσουμε τι διάολο θέλουμε να βλέπουμε από τις ομάδες μας. Θέλουμε να βλέπουμε ομάδες «Τσίρκο Medrano» με την ελπίδα να τους πάνε όλα θετικά και να διεκδικούν αποτελέσματα με τον κίνδυνο να ξεφτιλίζονται; Ή θέλουμε να βλέπουμε σοβαρότητα και ρεαλισμό, με τον κίνδυνο να βλέπουμε μετά βίας 1-2 καλές επιθέσεις σε 90 λεπτά; Γιατί ο Λεμονής, με τις ικανότητες και τα υλικά που έχει, αυτό μπορεί να προσφέρει, αυτό προσφέρει. Με συνέπεια.

Αυτό δεν του ζήτησαν σε τελική;

Ναι, σύμφωνοι: ο Οφόε δεν είχε στηρίγματα παίζοντας... σόλο σε μισό γήπεδο. Ο Ζιλέ δεν έχει τρεξίματα. Ο Ανδρούτσος δεν είναι Γκαλέτι και ο Καρσελά, Τζόρτζεβιτς. Ο Νικολάου δεν είναι (ακόμη) Ρέτσος. Και λοιπόν; Οι εναλλακτικές ποιες είναι όταν παίζεις στο Καμπ Νόου; Δίδυμο αμυντικών χαφ που δεν κόβουν ούτε με βαλέ, δεκάρια και εξτρέμ με φινέτσα που όμως δεν βάζουν το πόδι τους στη φωτιά ούτε για να σώσουν τη ζωή τους και κάνα-δυο επιθετικούς που θα περιμένουν όλες κι όλες 3 πάσες σε όλο το 90λεπτο;

Μήπως θυμάται κανείς πόσο τρέξιμο έριξε χθες ο Ολυμπιακός; Πόσες κόντρες έβαλαν οι παίκτες του και για πόσα τάκλιν έπεσαν; Πόσες κεφαλιές κέρδισαν από τους αντιπάλους; Πόσα σπρίντ έκαναν ο ένας δίπλα στον άλλο με παράλληλες κινήσεις σε αντίστροφη φορά «πάνω – κάτω» ώστε να μπλοκάρουν σαν σύρτης την μεσαία γραμμή της Μπαρτσελόνα και να (προσπαθούν να) την κόβουν στην μέση; Αυτοί που έπαιξαν, αυτό μπορούσαν να κάνουν αυτό έκαναν. Το ίδιο και ο Λεμονής. Αν στον ρόλο του «ψευτο-9» ήταν ο Τότι, και οι Ρομαό, Ζιλέ, Ζντιέλαρ ήταν ο Βιεϊρά με τον Ντάβιντς και τον Κιν, να το κουβεντιάσουμε και σε τακτικό επίπεδο το ματς.

Το δεκάλεπτο που (τελικά δεν) ρίσκαρε

Επαναλαμβάνω: Αποδεκτή η άποψη ότι ο Λεμονής θα μπορούσε να βοηθήσει την ομάδα του αμέσως μετά την αποβολή της «Μπάρτσα». Δεν μπορώ να δεχθώ όμως τίποτα περισσότερο. Ούτε καν για τις αλλαγές. Βάζει σέντερ φορ αντί του «κόφτη» που -θεωρητικά- περισσεύει και έχει τα λιγότερα τρεξίματα, βάζει την καλύτερη αλλαγή του (Πάρντο) με μισή ώρα μπροστά και ρίχνει στο ματς και τον Φορτούνη. Ναι ΟΚ. Οι δύο τελευταίες μετά το 3-0 και ενώ η πρώτη του αλλαγή είχε δημιουργήσει ένα κενό που η πολύπειρη και ικανότατη μεσαία γραμμή της Μπαρτσελόνα το «χτύπησε» αμέσως. Η θεωρία όμως, αυτό επίτασσε, αυτό έκανε. Δεν έπιασε, ήρθε το γρήγορο 2-0 επειδή ο καλύτερος παίκτης στην Ιστορία -άκουσον άκουσον- χτύπησε καλό φάουλ από θέση... πέναλτι και πάμε γι' άλλα.

Μοιραία λοιπόν, πρέπει να αποφασίσουμε κάθε φορά τι μας φταίει. Μας φταίει ο Νικολάου; Μας φταίει ο Τζούρτζεβιτς, μας φταίει ο Τάκης, ο Σάββας, ο Βαγγέλης;

Το σίγουρο είναι ότι δεν γίνεται όμως να φταίει η «άτολμη τακτική του προπονητή» όταν η ομάδα του κάνει (και μάλιστα σε δεύτερο σερί «κατηφορικό» εκτός έδρας ματς στο Champions League) αυτό για το οποίο εξ αρχής αντικατέστησε τον προηγούμενο, ψέγοντάς τον μάλιστα για το ότι δεν βρήκε την «τέλεια ισορροπία» μεταξύ άμυνας και επίθεσης, κόντρα στην καλύτερη ομάδα του κόσμου...

Το έχασε γιατί... Μπαρτσελόνα, όχι γιατί ήταν άτολμος

Ναι, ο Τάκης έχασε το χτεσινό ματς, αφού η ομάδα του κατέβηκε σε ένα γήπεδο ψάχνοντας -όχι ένα- αλλά έναν συνδυασμό πραγμάτων, με ένα σχήμα που δεν είχε ξαναχρησιμοποιηθεί ποτέ ξανά πιθανότατα σε όλη την ιστορία του Ολυμπιακού στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Τι έψαχνε ο Ολυμπιακός στο Καμπ Νόου; Ότι ακριβώς συνέβη, συν... 4-5 ακόμη. Να είναι κοντά στο σκορ στο πρώτο ημίχρονο (0-0, 1-0) να κερδίσει κάποιο πέναλτι, κάποια αποβολή για να... ισορροπήσει το γήπεδο, να βρει μια καλή ευκαιρία (την σπατάλησε ο Καρσελά με το να επιλέξει την ντρίπλα αντί για την πάσα στον Οφόε), να βάλει ένα γκολ, να βρει 1-2 καλές οργανωμένες επιθέσεις για να το πιστέψει η ομάδα και ο κόσμος και ταυτόχρονα να... πέσουν για ύπνο ο Μέσι με τον Σουάρες και να βαριέται ο Ινιέστα. Φαίνονται σε κανέναν λογικά όλα τα παραπάνω ή μήπως συμβαίνουν συχνά σε αυτό το γήπεδο;

Ναι, ο Τάκης έχασε το χτεσινό ματς, γιατί απλά δεν θα μπορούσε ποτέ να το κερδίσει.

Ναι, ο Τάκης έφυγε από το γήπεδο όρθιος και με το κεφάλι ψηλά, όπως και όλος ο Ολυμπιακός, ακριβώς επειδή έπαιξε όπως έπαιξε. Επειδή διεκδίκησε ότι καλύτερο μπορούσε, όπως μπορούσε. Επειδή αυτή είναι η λογική του και με αυτή έχει χαρίσει στους «ερυθρόλευκους» σπουδαίες ευρωπαϊκές βραδιές. Με καλύτερες ομάδες και με παιχταράδες που τώρα δεν υπάρχουν ούτε για δείγμα.

Είναι ο καλύτερος προπονητής που θα μπορούσε να έχει ο Ολυμπιακός αυτή τη στιγμή; Ούτε καν. Είναι όμως αυτός που μπορεί να του προσφέρει τη μίνιμουμ σοβαρότητα και την σιγουριά ότι δεν θα παθαίνει... Χάσι, ανεξαρτήτως έδρας και αντιπάλου;

Ας συμφωνήσει λοιπόν καθένας με τον εαυτό του για το τι ακριβώς θέλει να βλέπει και -γιατί όχι- να κράζει και έπειτα ας κάνει την κριτική του, χωρίς να περιμένει να δει τι θα φέρουν κάθε φορά τα ζάρια.

Ο Τάκης έχασε, ο Τάκης διεκδίκησε (ό,τι μπορούσε)