MENU

Είχε φτάσει στο σημείο μηδέν. Όχι, είχε φτάσει πιο κάτω από το σημείο μηδέν, είχε τρυπήσει τον πάτο. Διότι, όλες οι ομάδες έχουν (αθλητικά) καλές και κακές περιόδους. Σε όλες έρχεται η ακμή και η παρακμή. Εδώ, όμως είχαμε να κάνουμε με μία πρωτοφανή κρίση αξιών. Μία ηθική κατάπτωση. Ένα τέλμα. Ένα αδιέξοδο.

Η ενέδρα ήταν πρόχειρα στημένη, σχεδόν ερασιτεχνικά, όμως παραλίγο να αποβεί μοιραία. Οι πέτρες, οι κοτρώνες που εκτοξεύτηκαν στο εν κινήσει πούλμαν που μετέφερε την αποστολή της Μπενφίκα, έσπασαν τα τζάμια και τα θραύσματα τραυμάτισαν τον προπονητή Μπρούνο Λάζε, τον Άντρια Ζίφκοβιτς και τον Γιούλιαν Βάιγκλ. Ο τελευταίος λίγο έλειψε να χάσει το μάτι του. 

Η Πορτογαλία είχε ξαναζήσει κάτι ανάλογο, αλλά με άλλη ομάδα. Η Μπενφίκα, ποτέ.

Μα, το χειρότερο ήταν άλλο. Δεν επρόκειτο για ένα ύπουλο, άνανδρο χτύπημα τραμπούκων αντίπαλης ομάδας, αλλά για ίδια «πυρά». Η επίθεση -όπως φαίνεται- είχε οργανωθεί από οπαδούς της Μπενφίκα. Από ανθρώπους που -υποστηρίζουν- ότι αγαπούν τον σύλλογο, αφού έμοιαζε με έκρηξη οργής μετά από ένα άνοστο 0-0 απέναντι στην Τοντέλα, που έμοιαζε με καταδίκη στην μάχη για την κατάκτηση του πρωταθλήματος.

Ο σύλλογος με επίσημη δήλωση χαρακτήρισε την επίθεση ως «εγκληματική ενέργεια» και δεσμεύτηκε να βρει τους ενόχους.

Εις μάτην.

Το ξημέρωμα της 6ης Ιουνίου ήταν ακόμα πιο άγριο. Ο προπονητής και οι πιο παλιοί παίκτες της ομάδας (ο υπαρχηγός Πίτσι, ο εξτρέμ Ράφα), ξυπνώντας βρήκαν τις οικείες τους να έχουν γίνει στόχος βανδάλων. Το πιο ευγενικό σύνθημα στους τοίχους των σπιτιών τους, τους καλούσε να τα μαζέψουν και να φύγουν από την Μπενφίκα. Υπάρχουν κι άλλα που προκαλούσαν εμετό. Οι δράστες ούτε κι εδώ βρέθηκαν ποτέ.

Η Πόρτο τρέκλιζε. Έχανε βαθμούς από εδώ και από εκεί επηρεασμένη από τις άδεις εξέδρες και τα απόνερα της πανδημίας. Το καρδιογράφημα της Μπενφίκα όμως ήταν μία ευθεία γραμμή. Μία εβδομάδα μετά το 0-0 με την Τοντέλα ήρθε το 2-2 με την Πορτιμονένσε, παρότι οι αετοί κέρδιζαν με 0-2 μέχρι το 66ο λεπτό. 

Στις 23 Ιουνίου ήρθε το ακόμα πιο απίστευτο 3-4 από την Σάντα Κλάρα, παρότι η ομάδα της Λισαβόνας κέρδιζε με 3-2 ως το 82ο λεπτό.

«Καπάκι» ήρθε η καθαρή ήττα από την Μαρίτιμο (2-0) και το 1-1 με την Φαμαλικάο. Όλα αυτά μέσα σε έναν κολασμένο Ιούνιο, τον χειρότερο μήνα στην ιστορία της Μπενφίκα, που έκανε την περιβόητη κατάρα του Μπέλα Γκούτμαν να μοιάζει με οδοντόκρεμα.

Ο Μπρούνο Λάζε είδε την πόρτα της εξόδου, μήπως και ηρεμήσουν λίγο τα πράγματα, όμως το ρέκβιεμ της σεζόν ήταν ακόμα πιο πένθιμο. Η αιώνια αντίπαλος Πόρτο πανηγύρισε το νταμπλ μες την μούρη της, με το καθαρό 2-1 στον τελικό κυπέλλου της Κοΐμπρα.

Ωστόσο, το διακύβευμα ήταν κάτι πολύ πιο βαθύ, πιο μεγάλο από την απώλεια ενός νταμπλ. Ο Λουίς Φιλίπε Βιέιρα ένας πανούργος επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στο real estate και ο οποίος βρίσκεται στην προεδρία της Μπενφίκα από το 2003, ένιωθε να χάνει την γη κάτω από τα πόδια του. 

Το lead-in που έπαιρνε για τις εκλογές του Οκτωβρίου ήταν το χειρότερο δυνατόν, η δημοφιλία του είχε πέσει στα πατώματα. Κάτι έπρεπε να κάνει για να ανατρέψει την κατάσταση. Κάτι ηχηρό, κάτι δυνατό, κάτι απρόσμενο.

Η πολιτική του τα τελευταία χρόνια είχε γίνει αντικείμενο σκληρής κριτικής. Η Μπενφίκα είχε γίνει ένα καθαρό selling / development club. Ένα σκαλοπάτι για κάτι μεγαλύτερο. Ο μεταγραφικός τζίρος είχε ανέβει σε δυσθεώρητα επίπεδα, όμως ούτε τα οικονομικά του συλλόγου ήταν ανθηρά (κάθε άλλο), ούτε τα αποτελέσματα ήταν εκεί.

Το ντροπιαστικό 5-0 από την Βασιλεία τον Σεπτέμβριο του 2017, το 5-1 από την Μπάγερν, τον Νοέμβριο του 2018 ήταν αποτελέσματα που δεν καταπίνονταν με τίποτα, μαύροι λεκέδες στην ευρωπαϊκή ιστορία των Λουζιτανών, που έδειχναν να βρίσκονται σε ένα γενικότερο τέλμα ως κλαμπ σε όλα τα επίπεδα.

Ο Βιέιρα έβαλε στόχο το ακατόρθωτο, όμως τελικά το πέτυχε. Κόλλησε το γυαλί με τον «προδότη» Ζόρζε Ζεσούς που κάποτε είχε απαρνηθεί την Μπενφίκα για την Σπόρτινγκ, έσπασε το συμβόλαιο του με την Φλαμένγκο και του παρέδωσε εν λευκώ την ομάδα.

Το deal προκαλεί ίλιγγο, κόστισε κοντά στα 25 εκατομμύρια ευρώ. Τα 18 (για 2+1 χρόνια) τα πήρε ο εμβληματικός Πορτογάλος κόουτς, που έγινε ο ακριβότερος προπονητής στην ιστορία του εγχώριου ποδοσφαίρου, τα 5 το τεχνικό του επιτελείο και άλλα δύο πήρε η Φλαμένγκο για αποζημίωση.

Για να κάνουμε τις απαραίτητες συγκρίσεις, η ακριβότερη μεταγραφή ποδοσφαιριστή στην εποχή Βιέιρα ήταν ο Ραούλ Χιμένες, ο οποίος κόστισε 21,8 εκατομμύρια ευρώ! Ο Ζεσούς δεν θα υπέγραφε, αν δεν έπαιρνε όλες τις διαβεβαιώσεις πως ό,τι λέει θα είναι νόμος.

Ξάφνου, η Μπενφίκα έγινε ένα άλλο κλαμπ. Άλλαξε λογική, ταυτότητα, συμπεριφορά. Έδωσε τριετές συμβόλαιο στον 33χρονο Γιάν Βερτόνχεν, ο οποίος έμεινε ελεύθερος από την Τότεναμ. Η παλιά Μπενφίκα ποτέ δεν θα έκανε κάτι τέτοιο. Άρχισε να τάζει παχυλούς μισθούς και να προσφέρει μέχρι και 10 εκατομμύρια ευρώ ετησίως για να πείσει τον Έντινσον Καβάνι να φορέσει τα κόκκινα!

Όλα τα χατίρια του Ζεσούς έγιναν πράξη. Ό,τι του γυάλισε από τον ένα χρόνο παρουσίας του στην Βραζιλία και ήταν εφικτό να έρθει (Εβέρτον, Πεντρίνιο, Ζιλμπέρτο), αποκτήθηκε. Μαζί με τον Γερμανό Βάλντσμιντ τα μεταγραφικά έξοδα ήδη έφτασαν τα 58 εκατομμύρια ευρώ, τα τριπλάσια από οποιαδήποτε άλλη πορτογαλική ομάδα. Και δίχως -για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια- να πουληθεί κανένας. Η επένδυση είναι εξωπραγματική, πρωτόγνωρη για τους αετούς.

Από κάπου πρέπει να βγει…

Το κήρυγμα του Ιησού εξακολουθεί να έχει πολλούς που το αμφισβητούν. Το ποδοσφαιρικό κήρυγμα του Ζόρζε Ζεσούς έχει αυτή τη στιγμή 100% αποδοχή στον οργανισμό που λέγεται Μπενφίκα. Το τελευταίο του καπρίτσιο είναι το απόλυτο ξεσκαρτάρισμα στο παλιό. Τι κι αν ο Χάρις Σεφέροβιτς έβαλε 23 γκολ πρόπερσι και ο Βινίσιους 18 πέρσι; Ο Ζεσούς δεν τους θέλει. Δεν του κάνουν. Αντ’ αυτών προτιμά έναν 22χρονο Ουρουγουανό, τον Ντάρβιν Νούνιες που παίζει στην Segunda Division με την Αλμερία.

Δεν ανοίγει ρουθούνι. Ο Ζεσούς ξέρει…

Από εδώ και πέρα θα γίνεται ότι λέει ο Ζεσούς. Αν ζητήσει η Μπενφίκα να απαρνηθεί τα κόκκινα και να αλλάξει χρώμα, θα το κάνει. Η ομάδα του ανήκει. Εν λευκώ.

Τα πρώτα δείγματα στα φιλικά (4-0 την Μπελενένσες, 5-1 την Φαρένσε, 2-1 την Μπόρνμουθ) δείχνουν μία ομάδα απελευθερωμένη που θα παίζει για να σκοράρει όσα μπορεί περισσότερα. Μία ομάδα που έχει πια κατεύθυνση.

Το μοναδικό καλό για τον ΠΑΟΚ δεν είναι ότι το ματς θα γίνει στην Τούμπα (άλλωστε οι Λουζιτανοί έχουν κερδίσει και τις τρεις φορές που έχουν επισκεφτεί το συγκεκριμένο γήπεδο), αλλά το γεγονός ότι το πορτογαλικό πρωτάθλημα θα ξεκινήσει στις 20 Σεπτεμβρίου, μετά την αναμέτρηση για τον 3ο προκριματικό. Η Μπενφίκα θα έρθει στην Θεσσαλονίκη, δίχως επίσημο παιχνίδι στα πόδια της -αν αυτό λέει κάτι.

Θα έρθει όμως με άλλη αύρα και άλλο άερα. Το γυαλί (του πούλμαν) έσπασε, αλλά το πρώτο θαύμα που καλείται να κάνει ο Ζόρζε Ζεσούς είναι, όχι μόνο να το κολλήσει, αλλά και να εξαφανίσε τις ρωγμές.

Το θαύμα που ψάχνει ο ΠΑΟΚ ενδεχομένως να είναι ακόμα μεγαλύτερο...

Κόντρα στον... Ιησού και περιμένοντας ένα θαύμα!