MENU

Είμαι απόλυτα σίγουρος ότι τώρα που μιλάμε, αμφότεροι το έχουν μετανιώσει πικρά. Τώρα, με κρύο και καθαρό μυαλό έχουν πια απόλυτη συναίσθηση των συνεπειών, που είχαν οι πράξεις τους. Τώρα, αρχίζει και τους… τσούζει (sic). 

Αυτή η ποινή των δύο αγωνιστικών για Τάισον και Τάσο Μπακασέτα ήταν πραγματικά σαν ένα μαγκάλι κάρβουνα κάτω από τα πόδια τους. Κι αυτό γιατί κανένας ποδοσφαιριστής δεν θέλει να λείπει από μάχες λόγω τιμωρίας, ειδικά τώρα που κορυφώνεται η σημαντικότητα των παιχνιδιών. 

Τώρα είναι που θα νιώθουν σαν πραγματικά αγρίμια, αλλά δυστυχώς για τους ίδιους μέσα σε ένα κλουβί.

Τώρα, θα κατάλαβαν για τα καλά ότι δεν υπάρχει λόγος να κουβαλάς πράγματα μαζί σου για το επόμενο παιχνίδι. Τελειώνει το ματς, αδειάζεις. Δεν υπάρχει λόγος για βεντέτες, εκδίκηση, για… σασμό. Κανένας.

Είναι σχεδόν σίγουρο ότι αμφότεροι κουβαλούσαν μέσα τους πράγματα που έγιναν μεταξύ τους στο πρόσφατο παιχνίδι πρωταθλήματος. Λόγια, χειρονομίες, συμπεριφορές.

Ο Τάισον θεωρεί ότι ο Μπακασέτας εκμαίευσε το πέναλτι από την μεταξύ τους επαφή. Ο αρχηγός του τριφυλλιού μπήκε στο μυαλό του Βραζιλιάνου και δεν βγήκε ποτέ. Όταν τον ξαναείδε μπροστά του, τόσο κοντά, πρόσωπο με πρόσωπο, λογικά ήρθαν σαν κινηματογραφικό φιλμ στο μυαλό του όσα είχε μαζεμένα πριν από δυο εβδομάδες.

Αν κάποιος αναρωτιέται γιατί όρμησε έτσι ο Μπακασέτας στην φάση, η απάντηση ίσως κρύβεται σε κάποια λόγια από το προηγούμενο παιχνίδι από την πλευρά του Βραζιλιάνου που δεν είχε βγάλει από το μυαλό του.

Αυτό που συνέβη, δεν... έτυχε ακριβώς.

Είναι κι αυτό μέρος του παιχνιδιού. Το trash talking, η προσπάθεια να μπεις «μέσα» στον αντίπαλο, να τον αποπροσανατολίσεις, να του χαλάσεις το μυαλό.

Αυτό που δεν είναι μέρος του παιχνιδιού είναι το θέατρο. Η βουτιά. Η κοροϊδία. Η υποκριτική. Στην πατρίδα του ποδοσφαίρου συγχωρούν ακόμα και τα πιο σκληρά, τα πιο βίαια μαρκαρίσματα. Αυτούς που δεν συγχωρούν ποτέ είναι τους cheaters. Αυτούς που προσπαθούν να «κλέψουν».

Αυτή η υπερβολική πτώση του Μπακασέτα στο… ακούμπημα του Μιχαηλίδη δεν επηρέασε την πειθαρχική απόφαση του Ολλανδού διαιτητή. Κόκκινη και στους δύο είχε αποφασίσει να βγάλει, κόκκινη και στους δύο έβγαλε.

Τον μόνο που έβλαψε ο μεσοεπιθετικός του Παναθηναϊκού είναι τον εαυτό του, την εικόνα του, την υστεροφημία του. Τον τρόπο που θα τον βλέπουν εφεξής διαιτητές, αντίπαλοι, κόσμος.

Με τόσες κάμερες παντού, δεν υπάρχει πραγματικά κανένας λόγος να υποκριθείς, να προσποιηθείς τίποτα. Ακόμα κι αν πάρεις ένα σφύριγμα, μακρόχρονα θα χάσεις πολλά περισσότερα.

Δεν επικροτώ κανενός είδους βία, αλλά μπορώ να δικαιολογήσω μία μανούρα μεταξύ δύο παικτών που παίζουν στα κόκκινα, με 200 σφυγμούς, για την νίκη. Ο αγωνιστικός χώρος, όσο κι να πάει να θεατροποιηθεί, παραμένει ένας στίβος μάχης, όπου συνήθως κερδίζει ο πιο δυνατός (σωματικά, τεχνικά και πνευματικά).

Δεν είναι ούτε οι πρώτοι, ούτε οι τελευταίοι, που κόλλησαν τις μούρες τους και τις… έπαιξαν ελαφρά. Συμβαίνει. Και θα ξανασυμβεί. Ούτε χρειάζεται να τους σταυρώσουμε, ούτε να τους εξοστρακίσουμε. Τιμωρήθηκαν πειθαρχικά με την προβλεπόμενη ποινή, απολογήθηκαν δημόσια το ίδιο βράδυ, δείχνοντας αντανακλαστικά, είναι δύο μυαλωμένα παιδιά που έχουν το γνώθι σαυτόν. Δεν χρειάζεται να το τραβήξουμε άλλο. Ό,τι ζημιά είχε να γίνει, έγινε στις ομάδες τους και στους εαυτούς του. Τώρα, έληξε.

Αυτό που δεν λήγει ποτέ, είναι η προσπάθεια να φορέσουν όλοι μανδύα αδικημένου με την πρώτη ευκαιρία, χωρίς να υπάρχει γνώση των κανονισμών.

Από το βράδυ της Τετάρτης κυκλοφορεί πως ο ΠΑΟΚ τάχα ευνοήθηκε από την διαιτησία, διότι δεν αποβλήθηκε ο Μπράντον Τόμας, ο οποίος αν και είχε αντικατασταθεί τράβηξε από την φανέλα τον Μλαντένοβιτς και δεν τον άφησε να επιστρέψει άμεσα στον αγωνιστικό χώρο. Μόνο που τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι.

Οι κανονισμοί ποδοσφαίρου, στο εδάφιο που αφορά την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου από τον διαιτητή (σελίδα 101) είναι ξεκάθαροι: «Ένας παίκτης ή ένας αξιωματούχος ομάδας που διαπράττει ένα παράπτωμα κίτρινης ή κόκκινης κάρτας, είτε εντός είτε εκτός αγωνιστικού χώρου, τιμωρείται πειθαρχικά ανάλογα με το παράπτωμα».

Με άλλα λόγια, δεν έχει σημασία αν ο Μπράντον βρισκόταν στον πάγκο ή αν έπαιζε, αλλά η φύση του παραπτώματος. Τι έκανε ο φορ του ΠΑΟΚ; Τράβηξε από την φανέλα έναν αντίπαλο του, εμποδίζοντας τον να επιστρέψει στον αγωνιστικό χώρο. Μία ξεκάθαρη παράβαση κίτρινης κάρτας, που για κάποιο λόγο πέρασε ως «αποβολή που δεν δόθηκε» και «απόδειξη εύνοιας του ΠΑΟΚ».

Αυτός είναι πιθανότατα και ο λόγος που δεν επενέβη και το VAR, που έχει δικαιοδοσία να επεμβαίνει μόνο σε περιπτώσεις βίαιης συμπεριφοράς που πρέπει να επιφέρουν αποβολή. Εδώ, όμως δεν είχαμε κάτι τέτοιο.

Το μόνο λάθος (που χρεώνεται ο 4ος διαιτητής) είναι πως την κάρτα την δέχθηκε λάθος παίκτης του ΠΑΟΚ, δηλαδή ο Ζίβκο Ζίβκοβιτς και όχι ο Μπράντον Τόμας.

Αν ο Παναθηναϊκός θέλει να στοιχειοθετήσει διαιτητικά παράπονα, για μία κίτρινη κάρτα που δεν δέχθηκε ένας αναπληρωματικός που είχε αντικατασταθεί, τότε μάλλον έχει χαθεί το μέτρο.

Κι αν κάποιος το ψειρίσει και το δει στην σωστή του βάση, η ενέργεια του Μπράντον Τόμας έβλαψε την ίδια την ομάδα του. Ο ΠΑΟΚ έχασε το όποιο μομέντουμ είχε, έχασε την φόρα, τον ρυθμό του. Τέτοιες τεχνητές διακοπές, τέτοιες εντάσεις βολεύουν πάντα την ομάδα που προηγείται στο σκορ και θέλει να «φάει» τον χρόνο,  ουσιαστικά ο Ισπανός φορ έβλαψε την ίδια την ομάδα του. 

Καμιά φορά, ο ξερός πειθαρχικός έλεγχος είναι στείρος. Η πραγματική έννοια της ποινής κρύβεται στον σωφρονισμό και όχι στην εκδικητικότητα.  Είμαι σίγουρος ότι ο Τάισον, ο Μπράντον, ο Μπακασέτας θα εύχονταν να μπορούσαν να γυρίσουν πίσω το χρόνο, στην πραγματικότητα ξέρουν καλά ποιους έβλαψαν με τις πράξεις τους. Και λογικά, δεν θα τις επαναλάβουν…

Τελικά, ποιον έβλαψαν;